Η αντιπροσωπευτική πολιτική τρέφεται με θέαμα. Η Δεξιά του Μητσοτάκη γνωρίζει καλά ποια θεάματα εξιτάρουν τη βάση και της τα προσφέρει αφειδώς.
Την ώρα που οι ηλικιωμένοι ψηφοφόροι της πεθαίνουν κατά δεκάδες στα υποστελεχωμένα νοσοκομεία, οι υπόλοιποι νανουρίζονται με εικόνες της Παναγίας και της Πολεμικής Αρετής των Ελλήνων ή με τις κιτς κοσμικές εμφανίσεις του πρωθυπουργού και των υπουργών του.
Παράλληλα, ο επικοινωνιακός βραχίονας της κυβέρνησης, τα ΜΜΕ, στοχοποιούν με σκανδαλιστικά ρεπορτάζ τους τεντιμπόιδες νέους που με την «έκφυλη» ζωή τους σπέρνουν το θανατικό στους γέρους.
Ενώ λίγες μέρες πριν, η χωροφυλακή του Χρυσοχοΐδη του Αδιάβαστου τσαλαπάτησε θεαματικά το μισητό σύμβολο του αντιπάλου – το Πολυτεχνείο.
Η θεαματική παραγωγή της κυβέρνησης Μητσοτάκη θυμίζει κάτι ανάμεσα σε ριμέικ της ΥΕΝΕΔ και του παλιού καλού ελληνικού κινηματογράφου. Διόλου τυχαία, η επιτυχία της νέας Ακροδεξιάς σε όλον τον κόσμο οφείλεται εν πολλοίς στο ότι έχει καταφέρει να πολιτικοποιήσει τη νοσταλγία.
Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με τη συντηρητική πολιτική που πασχίζει να διατηρήσει τις παραδοσιακές σχέσεις και ιεραρχίες, απέναντι στις τεκτονικές πιέσεις της σύγχρονης εποχής.
Αλλά με την ενεργητική καταφυγή σε ένα φαντασιακό εξωραϊσμένο παρελθόν, ικανό να παρηγορήσει την πολλαπλώς χειμαζόμενη – ηλικιακά, οικονομικά, πολιτισμικά – κοινωνική βάση της Δεξιάς.
Μια μορφή ψυχικής απόδρασης που συνοδεύεται από αβυσσαλέο μίσος για οτιδήποτε διαταράσσει την παρηγορητική της φαντασίωση.
Και όσο πιο καχεκτικό το παρόν και αβέβαιο το μέλλον, τόσο μεγαλύτερη η προσκόλληση στη χαμένη Εδέμ.
Εδώ και πολλά χρόνια, η πολιτική στη Δύση έχει εκπέσει από μια αντιπαράθεση για ένα καλύτερο μέλλον, σε μια σκιαμαχία για ένα ειδυλλιακότερο παρελθόν. Η νοσταλγία είναι το ισχυρότερο ναρκωτικό των κοινωνιών σε αποδρομή και η νέα ακρο-Δεξιά, ο μεγαλύτερος ντίλερ του.