γράφει ο Γιάννης – Ορέστης Παπαδημητρίου για το «Κοσμοδρόμιο», και το κείμενο αποτελεί αναδημοσίευση με την άδεια των συντακτών
Μπήκα στον πειρασμό να τα θεωρήσω εικόνες από δύο παράλληλες πραγματικότητες. Στην πρώτη, μία πάνοπλη διμοιρία παραμονές της επετείου της 17ης Νοεμβρίου, έχοντας πλήρη επίγνωση των συμβολισμών και σχετική πολιτική εντολή, σπάει με κριό την καγκελόπορτα του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, ακινητοποιεί τους φοιτητές στο έδαφος και τους συλλαμβάνει. Οι φοιτητές αναγκάζονται να κάτσουν οκλαδόν με τα χέρια πίσω από την πλάτη, μία τιμωρητική στάση στην οποία έχω εξαναγκαστεί και εγώ στο παρελθόν – και δεν είχα καν συλληφθεί. Δεν ήμουν καν ύποπτος για κάτι.
Λίγες ώρες αργότερα, στην περιοχή των Εξαρχείων μία περαστική γυναίκα κουβαλιέται από τους ένστολους στην οδό Στουρνάρη ουρλιάζοντας, ενώ ένας άλλος συλλαμβάνεται με τον σκύλο του. Συνολικά 91 άτομα θα περάσουν την πόρτα της ΓΑΔΑ, μόνο οι 50 εξ αυτών συλληφθέντες μέσα στο Πολυτεχνείο. Στην Πάτρα, εμφανίζονται εικόνες αστυνομικού να κραδαίνει πιστόλι φωτοβολίδας σε ευθεία βολή ως μέρος μιας πιο γνώριμης επίθεσης κατά διαδηλωτών, που στην Αθήνα (μόνο μερικώς) περιορίστηκε για να μην αφήσει τις φετινές εικόνες να επιταχύνουν το ξεγύμνωμα της συνεχόμενης, οριζόντιας και ανεξέλεγκτης βίας την οποία έχει κορυφώσει δια χειρός αστυνομίας η παρούσα κυβέρνηση.
Στην άλλη πραγματικότητα, ο Ζαν-Φιλίπ Ιμπαράτο, γενικός διευθυντής της γαλλικής αυτοβιομηχανίας Peugeot πανηγύριζε πάνω από μία φωτογραφία με τα 370 νέα περιπολικά της Ελληνικής Αστυνομίας σε τέλεια στοίχιση σε ένα ευρύχωρο πάρκινγκ (που ανεβάζουν σε 778 τον συνολικό αριθμό των οχημάτων που αγοράστηκαν εντός του 2020). Παράλληλα, η ίδια η ΕΛΑΣ διαφήμιζε τον νέο στόλο από 100 μηχανάκια τα οποία θα καβαλήσουν σε δυάδες οι πλέον ανεξέλεγκτοι μεταξύ των διαφόρων αστυνομικών σωμάτων, η ομάδα ΔΡΑΣΗ, παρά τον δύσκολο ανταγωνισμό για τον τίτλο. Νωρίτερα την ίδια εβδομάδα, ανακοινώθηκε η κατ’ ελάχιστον προκλητική πρόσληψη 1500 ειδικών φρουρών για να συγκροτήσουν την “Πανεπιστημιακή Αστυνομία”: λες και οι ειδικοί φρουροί όπως ο Κορκονέας, δεν είχαν ποτέ κάποιο ανησυχητικό ιστορικό επαφής με παιδιά.
Υπάρχουν πολλοί τρόποι να διακρίνει κανείς τις δύο πραγματικότητες μεταξύ τους. Η πρώτη είναι επιχειρησιακή, η δεύτερη είναι γραφειοκρατική. Η πρώτη είναι τηλεοπτική, η δεύτερη ταιριάζει περισσότερο στην άχαρη απομίμηση του απολίτικου επαγγελματισμού του LinkedIn όπου όλως τυχαίως δημοσιεύθηκε ο πανηγυρισμός του Ιμπαράτο. Η πρώτη εξάπτει τις αισθήσεις με τη συστηματικά ζωώδη συμπεριφορά αυτών που την εξασκούν, η δεύτερη είναι η γυαλισμένη εικόνα ενός καλοκουρδισμένου κράτους που διευθετεί εύτακτα τις ανάγκες του.
Εδώ δεν χωράει η κοινοτοπία περί δύο πλευρών του ίδιου νομίσματος. Καμία σημασία δεν έχει η χωροταξία αυτών των δύο φαινομένων, αλλά η κακοσμία που αναδύουν εν συνόλω: ένα σώμα που όλοι γνωρίζουν ότι λειτουργεί ενάντια στην κοινωνία εξακολουθεί να θεωρείται προνομιακό πεδίο επενδύσεων για το κράτος. Το μεγαλύτερο πρόβλημα όμως είναι ότι σύσσωμη η ελληνική κοινωνία έχει μπει σε μία υπερκανονικοποίηση της Ελληνικής Αστυνομίας: έχει όλα τα δείγματα ότι η ΕΛΑΣ αποτελεί μία μείζονα παθογένεια σε έξαρση, αλλά πλήρως συνηθισμένη στην εικόνα της βαρβαρότητας της, έχει πάψει να την αντιμετωπίζει ως κρίση, εκτροπή, σφάλμα ή κάτι άλλο που θα μπορούσε να θεωρηθεί παροδικό.
Αυτή η υπερκανονικοποίηση είναι που επιτρέπει τις υπέρογκες δαπάνες στον εξοπλισμό πιθήκων που χορεύουν πάνω στα θρύψαλα ενός θανόντος κοινωνικού συμβολαίου, θαμμένου κάτω από τη σταδιακή επαναφορά του χουντικού νομικού πλαισιού, με πιο πρόσφατο επεισόδιο το άγρυπνο διάταγμα του 1973 που επανεμφανίστηκε σε ΦΕΚ μια νύχτα του Σαββάτου τον Νοέμβριο του 2020. Αυτή η υπερκανονικοποίηση είναι που έχει καταστήσει σχεδόν φυσιολογικό να βλέπουμε διαφορετικά κτήνη με μοναδικό κοινό παρονομαστή τη στολή και μέσα σε ένα μόλις 24ωρο, να σκοτώνουν τις συζύγους τους με σφαίρες που είχαν ετοιμάσει για διαδηλωτές, να πετάνε στο πάτωμα 15χρονη και να την πατάνε στον λαιμό, να κυκλοφορούν με τον αέρα όλων των εξουσιών σε πακέτο του ενός, συλλαμβάνοντας με ψευδείς κατηγορίες όποιον τους καπνίσει.
Η υπερκανονικοποίηση έχει επιτρέψει να δούμε μέσα σε μία δεκαετία σφαγής της υπόλοιπης κοινωνίας τους (μονίμως θυματοποιημένους) ένστολους να πληθαίνουν, να χαίρουν έκτακτων απολαβών και η εξάρτυση τους να εμπλουτίζεται προς το στρατιωτικότερο και πιο καταδρομικό, πάντα με τα σχετικά πολυδάπανα συμβόλαια. Έχει κακοφορμίσει το ανέκδοτο με τις πολυάριθμες καταδίκες της ΕΛΑΣ στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο που απαντούνται με ΕΔΕ, την κατάληξη των οποίων γνωρίζουν όλοι εξαρχής. Έχουν περάσει κάθε όριο τα ψευδή στοιχεία που επινοούνται συνεχώς, τα ανώνυμα τηλεφωνήματα που ολόκληρη αστυνομία “δεν ξέρει” από πού προήλθαν με τα οποία κλείνουν ανθρώπους στη φυλακή για χρόνια, τα χειρόγραφα σημειώματα αγνώστου προελεύσεως που δείχνουν βολικούς ενόχους και τα δικαστήρια που έχουν εκχωρήσει προθύμως τον ρόλο τους στην αστυνομία σε κάθε σχετική υπόθεση.
Και παρ’ όλη αυτή τη διάχυτη σαπίλα που έχει ταυτιστεί με την επωνυμία της ΕΛΑΣ, το μιντιακό στερέωμα εξακολουθεί να θεωρεί χρέος του να μας κομίζει σε καθημερινή σχεδόν βάση τη φωνή του κάθε Μπαλάσκα (ναι, η συνήχηση εδώ είναι απολύτως εσκεμμένη) ή το σχετικό “ρεπορτάζ” που πλέον ελάχιστα παιδεύεται κανείς να παραλλάξει από τα δελτία τύπου.
Αρκεί μία ματιά στο ύφος των τοποθετήσεων Μητσοτάκη και Χρυσοχοΐδη για να καταλάβει κανείς ότι η ΕΛΑΣ δεν δυσλειτουργεί· επιτελεί τον μόνο ρόλο τον οποίο ένα σώμα κακομαθημένο, εργαλειοποιημένο, ακροδεξιό και ασύδοτο μπορεί να επιτελέσει. Ως εκ τούτου, η παύση κάθε χρηματοδότησης προς την ΕΛΑΣ, η δραστική συρρίκνωσή του προσωπικού και των αρμοδιοτήτων της και ο αυστηρότατος πειθαρχικός έλεγχός της (την καλησπέρα μας στον κ. Αλιβιζάτο, ελπίζουμε να είναι καρπερός ο αγρός που αγοράζει) είναι πλέον μονόδρομος, όσο κι αν αυτό θίγει το όραμα της αγίας ελληνικής οικογένειας για τους παιδοβούβαλούς της. Είναι το δραστικότερο φρένο ενάντια στην εκτροπή που πλέον συντελείται με φρενιτικούς ρυθμούς.
Σύμφωνα με καταγγελίες, μετά τον θάνατο του Τζωρτζ Φλόιντ, διάφοροι ένστολοι στην Ελλάδα άρχισαν να πατάνε πολίτες με το γόνατο στον λαιμό, επιχειρώντας να αναπαραστήσουν την κίνηση που τον δολοφόνησε. Καιρός είναι απέναντι σε μία ξεσαλωμένη αρχή που τελεί υπό καθεστώς πλήρους ατιμωρησίας στην αντικοινωνική της αποστολή, να οικειοποιηθούμε το αίτημα που ακούστηκε σε όλη την Αμερική: Defund the Police. Αποχρηματοδοτείστε την αστυνομία. Όσο προλαβαίνουμε.