του Παναγιώτη Παπαδομανωλάκη

Οι επιθέσεις που προκάλεσαν ζημιές στο κτίριο του Υπουργείου Κρατικής Ασφάλειας στην Τιρασπόλ, σε μια στρατιωτική βάση, καθώς και στο κέντρο αναμετάδοσης ρωσικού ραδιοφώνου, οδήγησαν τη δεξιά πρόεδρο της Μολδαβίας Μάγια Σαντού να ανακοινώσει συνεδρίαση του Ανώτατου Συμβουλίου Ασφαλείας, ενώ το αντιπολιτευόμενο Κόμμα Σοσιαλιστών καταγγέλλει αυξανόμενες προσπάθειες ξένων δυνάμεων να σύρουν τη χώρα σε ένοπλη σύγκρουση. Το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών δήλωσε πως η Ρωσία θα ήθελε να αποφύγει ένα σενάριο στο οποίο η Μόσχα θα έπρεπε να παρέμβει στη σύγκρουση στην Υπερδνειστερία, ενώ ο πρόεδρος της Υπερδνειστερίας δήλωσε ότι τα ίχνη των τρομοκρατικών επιθέσεων οδηγούν στην Ουκρανία, καλώντας το Κίεβο να διερευνήσει τη διείσδυση Ουκρανών μαχητών για την πραγματοποίηση επιθέσεων στη δημοκρατία.

Τι έχει προβλέψει το Ινστιτούτο Ράντ για την Υπερδνειστερία

Ο Τζον Τοντ Στιούαρτ, ο οποίος ήταν πρεσβευτής των ΗΠΑ στη Μολδαβία από το 1995 έως το 1998, περιέγραψε τη Μολδαβία ως «τη Φλόριντα της [Σοβιετικής Ένωσης], η δημοκρατία με το πιο εύκρατο κλίμα, το οποίο ήταν ελκυστικό για τους συνταξιούχους. Αυτοί οι άνθρωποι δεν μιλούν ρουμανικά και δεν έχουν καμία σχέση με την περιοχή, τελεία και παύλα». Καθώς η Σοβιετική Ένωση κατέρρεε το 1990, η Υπερδνειστερία -το σπίτι περίπου μισού εκατομμυρίου ρωσόφωνων κατοίκων σήμερα, αποσπάστηκε από τη Μολδαβία, η οποία δεν επανέκτησε ποτέ έλεγχο στην αποσχισθείσα περιοχή. Ωστόσο, παρά τα όσα κατα καρούς γράφονται για ρωσικό δάκτυλο, η Μόσχα ποτέ δεν τόλμησε μέχρι σήμερα να αναγνωρίσει την ανεξαρτησία της ρωσόφωνης περιοχής, υποστηρίζοντας μια -κατά την ίδια- περιεκτική λύση στο ζήτημα της Υπερδνειστερίας, με σεβασμό στην κυριαρχία, την εδαφική ακεραιότητα και το ουδέτερο καθεστώς της Δημοκρατίας της Μολδαβίας, κατά τον καθορισμό του ειδικού καθεστώτος της. Η Ρωσία παρέχει στους κατοίκους δωρεάν φυσικό αέριο και συνταξιοδοτικό βοήθημα, καθώς και στρατιωτική υποστήριξη, η οποία αφορά κυρίως στη στρατολόγηση ντόπιων ρωσόφωνων.

Σύμφωνα με τη μελέτη του ψυχροπολεμικού Ινστιτούτου Ράντ, που έχουμε αναδείξει σε παλαιότερα άρθρα μας, η εκδίωξη των ρωσικών στρατευμάτων από την Υπερδνειστερία είναι ανάμεσα στους στόχους που προτείνονται στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ με στόχο τη περικύκλωση της Ρωσίας. Σύμφωνα με το Ράντ «οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να ενθαρρύνουν τη νεολαία της Υπερδνειστερίας (η οποία, σύμφωνα με ορισμένες δημοσιογραφικές αναφορές, μπορεί να είναι πιο φιλοδυτική από ό,τι οι μεγαλύτεροι) να πιέσουν το ψευδοκράτος τους να εγκαταλείψει τη ρωσική τροχιά». Ωστόσο, το γεγονός πως πρόκειται για μια χώρα που διατηρεί ισχυρές αναφορές στο σοβιετικό παρελθόν, καθώς είναι η μόνη χώρα που χρησιμοποιεί ακόμα το σφυροδρέπανο στη σημαία της και την ονομασία KGB για τη  μυστική της υπηρεσία, οδηγεί το ινστιτούτο να κρατάει μικρό καλάθι για την επιτυχία μιας τέτοιας στρατηγικής. «Επιπλέον, ακόμη και αν αυτή η πολιτική ήταν επιτυχής και η Υπερδνειστερία επανενταχθεί στη Μολδαβία, θα μπορούσε κάλλιστα να είναι μια στρατηγική που θα είχε κόστος για τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους παρά για τη Ρωσία, δεδομένου ότι η Υπερδνειστερία είναι φτωχή και πιθανότατα θα χρειαζόταν σημαντική δυτική βοήθεια. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν επίσης να πιέσουν για στενότερη ολοκλήρωση του ΝΑΤΟ και της Ευρώπης με τη Μολδαβία. Ενώ η Μολδαβία παραμένει επισήμως ουδέτερη, έχει ήδη υιοθετήσει το πρόγραμμα “Σύμπραξη για την Ειρήνη” το 1994 και ατομικό σχέδιο δράσης της εταιρικής σχέσης το 2006. Η Μολδαβία συνεισέφερε επίσης έναν συμβολικό αριθμό ειρηνευτικών δυνάμεων στην επιχείρηση στο Κοσσυφοπέδιο, από το 2013». Σύμφωνα με αυτή την επιλογή, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να προωθήσουν τη «στενότερη συνεργασία του ΝΑΤΟ με τη Μολδαβία και ενδεχομένως να προσφέρουν τελικά την ένταξη της. Τέλος, η Ουάσινγκτον θα μπορούσε να παροτρύνει τη Μολδαβία να τερματίσει τη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός της 21ης Ιουλίου 1994, μεταξύ του Μολδαβού προέδρου Μίρτσεα Σνέγκουρ και του Ρώσου προέδρου Γέλτσιν, η οποία χρησιμεύει ως νομική βάση για τη ρωσική “ειρηνοφυλακή” [peace keepers] στην Υπερδνειστερία». Η πρόθεση εδώ θα ήταν «να αυξηθεί το διπλωματικό κόστος για τη Ρωσία αν συνεχίσει την παρουσία της στην περιοχή». 

Το Ράντ ανησυχεί πως «η συνεργασία της Μολδαβίας σε μια προσπάθεια εκδίωξης των Ρώσων δεν θα ήταν εύκολο να εξασφαλιστεί. Σε συνέντευξή του στο Radio Free Europe/Radio Liberty, ο φιλορώσος πρόεδρος της Μολδαβίας Ίγκορ Ντοντόν δήλωσε: “Ένα γραφείο του ΝΑΤΟ στο Κισινάου [πρωτεύουσα της Μολδαβίας], σε μια ουδέτερη χώρα, αποτελεί πρόκληση. Δεν το θέλω αυτό. Δεν θέλω ούτε το ΝΑΤΟ ούτε αυτή τη [στρατιωτική] συμμαχία υπό την ηγεσία της Ρωσίας όσον αφορά τις ένοπλες δυνάμεις.” Ο Ντοντόν είναι επίσης οπαδός της διατήρησης της ρωσικής παρουσίας στην Υπερδνειστερία. Τον Ιανουάριο του 2017 δήλωσε: “Είναι απαραίτητο να κατανοήσουμε ότι οι ειρηνευτές στον ποταμό Νίστρου δεν εμφανίστηκαν τυχαία, αλλά λόγω της σύγκρουσης. Και ήταν και παραμένουν ο εγγυητής κάποιας σταθερότητας. Βρίσκονται εκεί για να διασφαλίζουν την εμπιστοσύνη μεταξύ των πλευρών”. Ωστόσο, η σημερινή τεχνοκρατική κυβέρνηση της πρώην συμβούλου του διοικητή της Παγκόσμιας Τράπεζας, Μάγια Σάντου, έχει προωθήσει την ενίσχυση των σχέσεων μεταξύ Μολδαβίας και ΝΑΤΟ. Πριν μερικούς μήνες, το «ουδέτερο» Κισινάου φιλοξένησε μια ομάδα Άγγλων στρατιωτικών από τη Βρετανική Στρατιωτική Συμβουλευτική Εκπαιδευτική Ομάδα (BMATT), με σκοπό να εκπαιδεύσουν νεότερους αξιωματικούς και υπαξιωματικούς στα σύνορα με την Υπερδνειστερία. Η επιλογή ήταν πολύ αυστηρή – είναι απαραίτητο να γνωρίζεις άπταιστα αγγλικά, να μην έχεις συγγενείς στη Ρωσία (υποχρεωτική απαίτηση από τη βρετανική πλευρά) και να έχεις εμπειρία στη συμμετοχή σε ειρηνευτικές επιχειρήσεις ή σε διεθνείς στρατιωτικές ασκήσεις, ενώ οι ειδικοί της BMATT φέρεται να συντόνιζαν τη δραστηριότητά τους με τη βρετανική στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών. Ενδεικτική της όξυνσης της κατάστασης είναι η πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου της Ευρώπης να χαρακτηρίζει την Υπερδνειστερία «κατεχόμενα από τη Ρωσία εδάφη».

Στο στόχαστρο και η Σερβία

Στις 17 Μαρτίου η πρόεδρος του ψευδοκράτους του Κοσσυφοπεδίου Βιόσα Οσμάνι έγραψε στον Πρόεδρο των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν για να ζητήσει υποστήριξή στην προσπάθεια ένταξης στο ΝΑΤΟ, επικαλούμενη τις «επίμονες προσπάθειες της Ρωσίας να υπονομεύσει το Κοσσυφοπέδιο και να αποσταθεροποιήσει ολόκληρα τα Δυτικά Βαλκάνια». Σχεδόν 3.800 στρατιώτες της ευρωατλαντικής συμμαχίας βρίσκονται επί του παρόντος στην κατειλημμένη σερβική επαρχία, μετά τους νατοϊκούς βομβαρδισμούς 78 ημερών του ΝΑΤΟ. Ωστόσο χώρες μέλη, όπως η Ισπανία, η Ελλάδα, η Ρουμανία και η Σλοβακία δεν αναγνωρίζουν το Κοσσυφοπέδιο, το οποίο κήρυξε μονομερώς την ανεξαρτησία του το 2008. Μέχρι στιγμής η ελληνική κυβέρνηση έχει αρνηθεί τις φήμες που αναπαράγονται από τον αστικό Τύπο, σύμφωνα με τις οποίες σχεδιάζει την αναγνώριση του Κοσόβου. Πρόσφατα στο 7ο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών, ο πρωθυπουργός της περιοχής, Άλμπιν Κούρτι, ζήτησε από την Ελλάδα την αναγνώριση της ανεξαρτησίας της, σημειώνοντας πως «Δεν υπάρχει εναλλακτική από την ένταξη στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ». H Βοσνία βρίσκεται ένα βήμα πριν την ένταξη στο ΝΑΤΟ, καθώς συμμετέχει στο Σχέδιο Δράσης για την Ένταξη. Σύμφωνα με όσα δήλωσε πρόσφατα ο υπ. Άμυνας, όταν τελειώσει ο πόλεμος της Ουκρανίας, οι γεωπολιτικές σχέσεις θα αλλάξουν και η σημασία της περιφερειακής ασφάλειας θα αυξηθεί, οδηγώντας πιθανώς στην ταχεία ένταξη της Βοσνίας, πριν ολοκληρώσει τα στρατιωτικά κριτίρια που θέτει η συμμαχία.  Οι γερουσιαστές των ΗΠΑ Τομ Τίλις (Ρεπουμπλικάνος), Τζιν Σαχίν (Δημοκρατική) και Κρις Μέρφι (Δημοκρατικός) ολοκλήρωσαν ένα δικομματικό ταξίδι αντιπροσωπείας του Κογκρέσου στα Δυτικά Βαλκάνια και τις Βρυξέλλες, διακηρύσσοντας πως «η περιοχή των Βαλκανίων είναι κρίσιμης σημασίας για την ασφάλεια της Ευρώπης».

Ωστόσο, η επανεκλογή του Βούτσιτς με το 60% των ψήφων θεωρείται αρνητική εξέλιξη για τους ευρωατλαντιστές, καθώς στελέχη της κυβέρνησης του έχουν προτείνει η Σερβία να αναθεωρήσει την πολιτική της έναντι της ΕΕ, ενώ διατηρεί σταθερή στάση στο πλευρό της Ρωσίας κατά τη σύγκρουση στην Ουκρανία και πλησιάζει την Κίνα. Σύμφωνα με δημοσκόπηση, η οποία διεξήχθη από την Ipsos και δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Blic, για πρώτη φορά η συντριπτική πλειοψηφία των Σέρβων είναι κατά της ένταξης στην ΕΕ. Η έρευνα έλαβε χώρα καθώς το Βελιγράδι δεχόταν πιέσεις για την επιβολή κυρώσεων κατά της Μόσχας. Ο Τραμπ είχε επιδιώξει να διαρρήξει τη προσέγγιση του Βελιγραδίου με το Πεκίνο προωθώντας μια λύση στο ζήτημα Σερβίας-Κοσόβου, η οποία ωστόσο προσέκρουσε σε αντιδράσεις εντός του ίδιου του ευρωατλαντικού στρατοπέδου, ενώ δεν αναγνωρίστηκε ως ταπεινωτική από το Βελιγράδι. Ο πρόεδρος της Σερβίας φίλησε την κινεζική σημαία σε ένδειξη ευγνωμοσύνης για την ιατρική βοήθεια του Πεκίνου, κατά το ξέσπασμα της Covid-19. H συνεργασία της Σερβίας με τον στρατηγικό αντίπαλο της Ουάσινγκτον δεν περιορίστηκε στις υποδομές και την αντιμετώπιση της πανδημίας, καθώς η Πολεμική Αεροπορία του Κινεζικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού έστειλε πρόσφατα στρατιωτικό εξοπλισμό στη χώρα που βομβαρδίστηκε από το ΝΑΤΟ πριν δύο και πάνω δεκαετίες, παρά τις προειδοποιήσεις της Δύσης – και βομβαρδίστηκε και η πρεσβεία της Κίνας εκεί.

Για τους παραπάνω λόγους, ο Φλοριάν Μπίμπερ, συντονιστής της Συμβουλευτικής Ομάδας Πολιτικής για τα Βαλκάνια στην Ευρώπη και της έδρας Ζαν Μοννέ για τον εξευρωπαϊσμό της Νοτιοανατολικής Ευρώπης στο Πανεπιστήμιο του Γκρατς στην Αυστρία, έγραψε στο Foreign Policy πως ο «πρόεδρος της Σερβίας αποτελεί απειλή για την Ευρώπη», ενώ σε άλλα συστημικά μέσα των Ηνωμένων Πολιτειών εκφράζεται η «ανησυχία» πως η Σερβία «ολισθαίνει προς την απολυταρχία». To Εθνικό Ταμείο για την Δημοκρατία των ΗΠΑ έχει δαπανήσει εκατομμύρια δολάρια μόνο το 2021 για οργανώσεις στη Σερβία, ξυπνώντας κακές μνήμες, από την εποχή που το ίδιο ίδρυμα που βρίσκεται υπό την εποπτεία του Κογκρέσου χρηματοδοτούσε την αντεπαναστατική Otpor εναντίον της κυβέρνησης Μιλόσεβιτς. Σε συνέντευξή του στο RTV Pink, ο υπουργός Εσωτερικών της Σερβίας Αλεξάνταρ Βουλίν κατήγγειλε την πώληση όπλων της βρετανικής κυβέρνησης στο Κοσσυφοπέδιο ως επιθετικό βήμα ενάντια το Βελιγράδι. Ωστόσο, μια αναπάντεχη εξέλιξη ήρθε από την Κροατία. Το κράτος που ανακήρυξε την ανεξαρτησία του τον Ιούνιο του 1991 με τη στρατιωτική εισβολή του ΝΑΤΟ στα γιουγκοσλαβικά εδάφη, απειλεί με βέτο την ένταξη Σουηδίας και Φινλανδίας τους «ως που να λυθεί το θέμα των Βαλκανιων» και συγκεκριμένα ωσότου αλλάξει ο εκλογικός νόμος στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, ο οποίος σύμφωνα με την Κροατία είναι εις βάρος του κροατικής καταγωγής πληθυσμού. Το προηγούμενο διάστημα ο πρόεδρος Ζόραν Μιλάνοβιτς είχε δηλώσει πως «η Κροατία δεν θα στείλει στρατεύματα σε περίπτωση κλιμάκωσης. Αντίθετα, θα ανακαλέσει όλα τα στρατεύματα, μέχρι τον τελευταίο Κροάτη στρατιώτη».

Εγκατάλειψη του δόγματος «ουδετερότητας» από Σουηδία και Φινλανδία, η ενίσχυση της ανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ

Η Σουηδία και η Φινλανδία συμφώνησαν να υποβάλουν αίτηση για ένταξη στο ΝΑΤΟ ταυτόχρονα, σύμφωνα με τη σουηδική εφημερίδα Express, το οποίο αναμένεται μεταξύ 16 και 22 Μαΐου, δηλαδή κατά την επίσκεψη του Φινλανδού προέδρου Σάουλι Νιινίστο στη Στοκχόλμη. Οι Πράσινοι και τα Σοσιαλδημοκρατικά κόμματα της Φιλανδίας που παραδοσιακά απέρριπταν την ένταξη στο ΝΑΤΟ, έχουν μετατοπίστεί στη συντρηρητική ατζέντ, γεγονός που -μαζί με την επαναστρατιωτικοποίηση της Γερμανία- αποτελεί αρνητική έκβαση για την ειρήνη. Η σύγκρουση στην Ουκρανία χρησιμοποιείται ήδη από τις δυνάμεις του ΝΑΤΟ ως άλλοθι για να επιταχύνουν την επέκταση τους προς τα ανατολικά, με το  Κέντρο RAND Arroyo να προτείνει την αποστολή μιας δύναμης περίπου επτά ταξιαρχιών, συμπεριλαμβανομένων τριών βαρέων τεθωρακισμένων ταξιαρχιών – με επαρκή υποστήριξη από την αεροπορική δύναμη, χερσαία πυρά και άλλους υποστηρικτές στο έδαφος, προς ενίσχυση των αντικομμουνιστικών κυβερνήσεων της Βαλτικής.  Η στρατηγική επέκτασης του ευρωατλαντικού άξονα για τη περικύκλωση της Ρωσίας είναι η βασική αιτία που οδήγησε στο σημερινό πόλεμο και συνεχίζει -αν και όχι χωρίς εμπόδια- διακινδυνεύοντας την εξάπλωση του στην υπόλοιπη Ευρώπη.