Είχε προηγηθεί η αναίρεση κατά της αθωωτικής απόφασης του Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών που άσκησε ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ιωάννης Αγγελής. Αν η αναίρεση γίνει δεκτή, αυτό θα σημαίνει πως επιστρέφει στη φυλακή με τις αρχικές κατηγορίες και μέχρι να επαναληφθεί νέο εφετείο από άλλους δικαστές.
Του Γιώργου Μουργή
Η περίπτωση Θεοφίλου αποτελεί στοχευμένη μέθοδο περιθωριοποίησης ή δαιμονοποίησης από τους κατασταλτικούς μηχανισμούς, κάθε ελεύθερης έκφρασης, μεμονωμένης ή εντός ενός κοινωνικού πλαισίου, με διακριτά ταξικά χαρακτηριστικά. Η δημοσιά δράση ανάσχεσης κάθε αντιδημοκρατικής λογικής ουσιαστικά απαγορεύεται.
Η θεωρία της συλλήβδην παραμόρφωσης ή γκετοποίησης ιδεών, των βιβλίων που διαβάζουμε, των βιβλίων που γράφουμε με φανταστικούς χαρακτήρες ή πλοκή, ενίοτε, μπορεί να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικό υλικό ενοχής, όπως στη περίπτωση του Θεοφίλου. Ακόμα κι αν κανένας μάρτυρας κατηγορίας δεν τον αναγνώρισε ποτέ. Η εμμονή της αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας ως φυσική προέκταση του τρομονόμου υπό το κράτος δήθεν «δημοκρατικών εγγυήσεων» που ασκεί η δικαστική εξουσία, βαθαίνει το ρήγμα των σχέσεων με τους πολίτες.
Η νέα πρόταση του εισαγγελέα αποτελεί την εμμονή δικαστικών κύκλων, επιβεβαιώνοντας τον τρόπο που επιθυμούν να ασκούν τα καθήκοντά τους, κατασκευάζοντας νέα ιδιώνυμα αδικήματα. Εισαγγελικές προτάσεις ή δικαστικές αποφάσεις με δύο μετρά και δύο σταθμά χρησιμοποιούνται ως απόδειξη της κατασταλτικής, υπερεξουσιαστικής δύναμης, αγνοώντας επιδεικτικά ακόμα και την κατασκευή ενοχοποιητικών στοιχείων, με τη «μεταφυσική χρήση dna» και τον τρομονόμο. Ακυρώνουν ταυτόχρονα το αξιακό πλαίσιο του δικονομικού μας πολιτισμού, την κοινωνική αίσθηση δικαίου, αναδεικνύοντας την αποτυχία του κράτους να σταθεί δίπλα στον πολίτη.
Η μετατροπή της δικαστικής εξουσίας σε ρόλο αυτόκλητου τιμωρού στο όνομα του δόγματος «Νόμος και Τάξη», οξύνει τις κοινωνικές αντιθέσεις, εξυπηρετώντας μόνο τις προθέσεις των εμπνευστών του για τη συνέχιση μιας ιδιόμορφης καθεστηκυίας τάξης. Στο κλίμα τηλεοπτικής τρομοκράτησης, στη θεωρία περί άβατου των Εξαρχείων, στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα περί τρομοκρατίας και τρομολαγνικού κλίματος, προστίθεται η δικαστική κρίση ποινικοποίησης κάθε είδους σχέσεων. Ένας φαύλος κύκλος κατασκευής ενόχων, όπως στην περίπτωση του Τάσου Θεοφίλου, σε ένα επικίνδυνο παιχνίδι εξουσίας, επιβολής φόβου, στιγματισμού και περιθωριοποίησης.
«Τυφλή» δικαιοσύνη, «αλλήθωρη», αντιτρομοκρατική
Η «τυφλή δικαιοσύνη» διώκει και ποινικοποιεί προσωπικές σχέσεις κατασκευασμένης ενοχής, δημιουργώντας ενόχους, όχι από δικαστική πλάνη, αλληθωρίζοντας στο παρασύστημα σκευωριών της αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας.
Η περίπτωση του Τ. Θεοφίλου, επιβάλλει κοινωνική και πολιτική εγρήγορση, ώστε η συλλογική μας δημοκρατική ευθύνη να μη μετατραπεί σε συλλογική ενοχή κατασκευασμένων κατηγορητηρίων από τις αστυνομικές αρχές και την αντιτρομοκρατική. Η αναίτια θυματοποίηση αθώων ως προσφιλής μέθοδος εξόντωσης για όσους θεωρούνται πολιτικά αντίπαλοι από τα αριστερά, δεν συνάδει με καμία αρχή δικαίου.
Οι περιπτώσεις του Θεοφίλου, της Ηριάννας και του συγκατηγορούμενού της Περικλή Μ. μπορεί να θεωρηθούν μόνο ως μέθοδος τιμωρητικού εγκλεισμού ή εξευτελισμού της ανθρώπινης υπόστασης που καταδικάζει ζωές και κατασκευάζει ενόχους. Στοχοποιώντας πλέον όχι μόνο έναν χώρο αλλά τις έννοιες της ελευθερίας, της ισονομίας, της ελεύθερης δημοκρατικής έκφρασης και της βούλησης για πολιτική αλληλεγγύη.
Η επιβολή ιδιότυπων φόβων με σκοπό την ιδιώτευση ή τον χαφιεδισμό, οι ορέξεις δικαστικών κύκλων και κατασταλτικών μηχανισμών που νέμονται τη εξουσία με αλαζονεία, επίδειξη ισχύος και αυθαιρεσία, ακυρώνουν κάθε προφύλαξη αθώων πολιτών και μπορεί να πάψουν μόνο με τη κατάργηση του τρομονόμου.
Το θύμα που βολεύει, αυτή τη φορά βρέθηκε στο πρόσωπο του Τάσου Θεοφίλου με την ασυδοσία και την αυθαιρεσία των διωκτικών αρχών να κλείνει το μάτι στους χρυσαυγίτικους θύλακες εντός τους. Αν αυτή η πρακτική εξακολουθήσει να γίνεται αποδεκτή από εισαγγελείς και δικαστές, συναινώντας με τις αποφάσεις τους στη μη αθώωσή του, τότε το επόμενο θύμα αυθαιρεσίας, στο όνομα της δημόσιας τάξης και ασφάλειας, μπορεί να είναι ο καθένας μας.