Δημοσιεύτηκε στο Brazil Wire.
(Σημείωση TPP: Το Brazilwire είναι ένα ανεξάρτητο δημοσιογραφικό μέσο της Βραζιλίας, που δεν δέχεται χρήματα από το κράτος, τα κόμματα και τις επιχειρήσεις και χρηματοδοτείται από δωρεές των αναγνωστών του. Επικοινωνήσαμε μαζί του και λάβαμε την άδεια να μεταφράζουμε κείμενα και να τα αναδημοσιεύουμε στο TPP, προσπαθώντας να δώσουμε στους αναγνώστες μας μια καλή και όσο γίνεται πιο ξεκάθαρη εικόνα για το τι συμβαίνει στη Βραζιλία, που βρίσκεται στο επίκεντρο της διεθνούς επικαιρότητας λόγω της ανόδου στην εξουσία του νεοφασίστα Μπολσονάρου)
Τον έβαλαν στη φυλακή στο πλαίσιο μιας κοινής έρευνας του αμερικανικού υπουργείου Δικαιοσύνης και της εισαγγελίας της Κουριτίμπα η οποία βασίστηκε σε μια συμφωνία υπό πίεση που έκανε γνωστός ψεύτης, ο οποίος άλλαξε την ομολογία του τρεις φορές με αντάλλαγμα μείωση της ποινής του κατά 90% και μερική κατάσχεση των παράνομων περιουσιακών του στοιχείων αξίας εκατομμυρίων δολαρίων. Δεν παρουσιάστηκαν ποτέ ουσιαστικά στοιχεία που να εμπλέκουν τον Λούλα σε οποιοδήποτε έγκλημα. Ο ιστότοπος Intercept έδωσε πριν λίγο καιρό στη δημοσιότητα συνομιλίες μέσω ιστότοπων κοινωνικής δικτύωσης που διέρρευσαν και αποδεικνύουν την ευρεία σύμπραξη μεταξύ του τότε δικαστή Μόρο (ο οποίος έλαβε υπουργική θέση στην δεξιά, εξτρεμιστική κυβέρνηση Μπολσονάρου επειδή απέκλεισε τον Λούλα από τις περσινές εκλογές) οι εισαγγελείς της υπόθεσης Lava Jato (Πλυντήριο Αυτοκινήτων) και τουλάχιστον δύο μέλη του Ανώτατου Δικαστηρίου. Οι διαρροές αυτές αποδεικνύουν, πέρα από κάθε αμφιβολία, ότι ο Λούλα είναι πολιτικός κρατούμενος και συνελήφθη συγκεκριμένα για να τον εμποδίσουν να κερδίσει τις προεδρικές εκλογές του 2018, ανοίγοντας τον δρόμο για τον Ζαΐχ Μπολσονάρου, το ποσοστό δημοτικότητας του οποίου σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις ήταν το μισό σε σχέση με τον Λούλα ακόμη και όταν αυτός βρισκόταν ήδη στη φυλακή και του είχε απαγορευθεί παρανόμως να έχει επαφές με τον Τύπο επί 3 μήνες.
Την ημέρα που ζητήθηκε από τον Λούλα να παραδοθεί, δεκάδες χιλιάδες υποστηρικτές του περικύκλωσαν την έδρα του Συνδικάτου Εργαζομένων Μεταλλουργίας παρακαλώντας τον να μην το κάνει. Ήμουν εκεί και εγώ, και το βιντεοσκόπησα για να έχω αποδείξεις για τους ξένους ανταποκριτές στην περίπτωση που προσπαθούσαν να το υποτιμήσουν ή να το αγνοήσουν. Λίγη ώρα προτού παραδοθεί ο Λούλα μίλησε στο συγκινημένο πλήθος και είπε
«δεν έχει νόημα να προσπαθήσουν να σταματήσουν τις ιδέες μου, είναι ήδη στον αέρα και δεν μπορούν να τις συλλάβουν. Δεν έχει νόημα να προσπαθήσουν να με εμποδίσουν να ονειρεύομαι, διότι μόλις σταματήσω να ονειρεύομαι θα εξακολουθήσω να ονειρεύομαι μέσω του δικού σας μυαλού και και των δικών σας ονείρων. Δεν έχει νόημα να πιστεύουν ότι αυτό θα σταματήσει όταν πάθω ανακοπή. Είναι ανοησία διότι η καρδιά μου θα χτυπά μέσω των δικών σας καρδιών, και υπάρχουν εκατομμύρια καρδιές. Μπορούν να κόψουν ένα, δύο ή 100 λουλούδια, αλλά δεν μπορούν να σταματήσουν τον ερχομό της άνοιξης».
Αμέσως μετά τη σύλληψη του Λούλα, το συνδικάτο AFL-CIO που εκπροσωπεί 12,7 εκατομμύρια εργαζόμενους στις ΗΠΑ και τον Καναδά παρέδωσε επιστολή στην πρεσβεία της Βραζιλίας στην Ουάσινγκτον με την οποία ζητούσε την απελευθέρωσή του. Συγκεκριμένα έγραφε: «Η δίωξη, η καταδίκη και η φυλάκιση του Λούλα είναι κάτι περισσότερο από παραβίαση των ανθρώπινων δικαιωμάτων του. Είναι ένας ξεκάθαρος πολιτικός ελιγμός με στόχο να τον εμποδίσει να είναι υποψήφιος για την προεδρία στις εκλογές του Οκτωβρίου του 2018. Για καιρό εμφανίζεται στην πρώτη θέση στις δημοσκοπήσεις για τις επερχόμενες εκλογές και δεν μπορούμε να επιτρέψουμε τον αποκλεισμό του αλλά ούτε και να επιτρέψουμε να αρνηθούν για μία ακόμη φορά στη Βραζιλία τη δημοκρατία. Ανεξαρτήτως της αθωότητάς του και της απουσίας οποιωνδήποτε αποδείξεων, ο Λούλα παραδόθηκε στις αρχές της Κουριτίμπα. Στη Βραζιλία και σε όλο τον κόσμο συνδικάτα, υπέρμαχοι των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της δημοκρατίας κινητοποιούνται για να στηρίξουν τον Λούλα και τη δημοκρατία στη Βραζιλία».
Είκοσι εννέα αμερικανοί κοινοβουλευτικοί, ανάμεσά τους και ο γερουσιαστής Μπέρνι Σάντερς, υπό τον Μαρκ Πόκαν παρέδωσαν αντίστοιχη επιστολή στην πρεσβεία της Βραζιλίας επισημαίνοντας ότι ο Λούλα «φυλακίστηκε έπειτα από μια ιδιαίτερα αμφιλεγόμενη και πολιτικοποιημένη δικαστική διαδικασία κατά την οποία παραβιάστηκαν καταφανώς τα δικαιώματά του» και ότι «υπάρχουν λόγοι να πιστεύουμε ότι βασικός στόχος της φυλάκισής του είναι να μην του επιτραπεί να συμμετέχει στις επερχόμενες εκλογές».
Γνωστοί διανοούμενοι από όλο τον κόσμο, όπως ο Νόαμ Τσόμσκι και η Άντζελα Ντέιβις, έχουν δηλώσει ότι ο Λούλα είναι πολιτικός κρατούμενος, κάτι που είχε αναφέρει και το Brazil Wire αμέσως μετά τη σύλληψή του.
Εν ολίγοις, όλοι όσοι ενδιαφέρονται για τη δημοκρατία και πρόσεχαν τι συνέβαινε στη Βραζιλία γνώριζαν από την πρώτη στιγμή ότι η σύλληψη του Λούλα ήταν το αποτέλεσμα ενός μεροληπτικού πολιτικού κυνηγιού μαγισσών υποκινούμενου από ακροδεξιούς εξτρεμιστές με στόχο να τον αποκλείσουν από την κούρσα για την προεδρία. Οι αποκαλύψεις του Intercept αποδεικνύουν τώρα, χωρίς καμία αμφιβολία, ότι είχαν δίκιο.
Ωστόσο οι πιο σημαντικές φωνές στα mainstream μέσα έκαναν ό,τι μπορούσαν για να εμφανίσουν ως κάτι κανονικό τη σύλληψη του Λούλα αποφεύγοντας να αναφέρουν λεπτομέρειες, όπως το γεγονός ότι επετράπη στον δικαστή που ήταν αρμόδιος να δεχθεί ή να απορρίψει στοιχεία της έρευνας να αποφασίσει για την υπόθεση χάρη σε ένα νομικό παραθυράκι που χρονολογείται από την εποχή της ανάκρισης.
Επίσης αγνόησαν το γεγονός ότι η δίκη διεξήχθη χωρίς την παρουσία ενόρκων και ότι το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης συμμετείχε στην έρευνα. Ο Guardian είπε ψέματα για το έγκλημα για το οποίο καταδικάστηκε ο Λούλα, αναφέροντας ότι η καταδίκη του έγινε στο πλαίσιο μιας απάτης αξίας 88 εκ. ρεάλ Βραζιλίας (19. εκ. ευρώ) σκοπίμως για να το κάνει να φανεί πιο σοβαρό. Στον New Yorker ο πρώην δημοσιογράφος του Bloomberg Άλεξ Κουάντρο, ο οποίος για κάποιον περίεργο λόγο θεωρείται προοδευτικός σε κάποιους αμερικανικούς κύκλους, χαρακτήρισε τη σύλληψη του Λούλα «την πιο σημαντική καταδίκη στην Ιστορία της Βραζιλίας». Χωρίς να επικαλείται κάποια πηγή, ανέφερε την ψευδή πληροφορία ότι, μετά τη σύλληψη του Λούλα ενώ προηγούνταν στις δημοσκοπήσεις με ποσοστό μεγαλύτερο από αυτό όλων των υπόλοιπων υποψηφίων μαζί, «το 95% των Βραζιλιάνων στηρίζουν την επιχείρηση Πλυντήριο Αυτοκινήτου». Παρά το γεγονός ότι κανένα έγκλημα δεν αναφέρεται ρητά στην καταδικαστική απόφαση για τον Λούλα και ότι κανένα ουσιαστικό στοιχείο δεν παρουσιάστηκε, ο Κουάντρος δήλωσε, με συγκαταβατικό τρόπο, ότι «ο Λούλα εφάρμοσε ένα παλιό βραζιλιάνικο ρητό: “rouba mas faz” (κλέβει, αλλά κάνει πράγματα)».
Για όποιον προσέχει, αυτοί οι δημοσιογράφοι και οι όμιλοι λειτουργούσαν ως στενογράφοι της αλλαγής καθεστώτος. Προετοίμαζαν τους αναγνώστες τους για την επιστροφή του φασισμού και τη λεηλασία των φυσικών πόρων της Βραζιλίας προς άμεσο όφελος των εταιρειών που διαφημίζονται σε αυτούς. Όμως όλα αυτά έχουν ξεχαστεί τώρα, διότι οι αποκαλύψεις του Intercept αποδεικνύουν, πέρα από κάθε αμφιβολία, πόσο λάθος έκαναν. Το μόνο πράγμα που τους απομένει είναι να ελέγξουν τις ζημιές που υπέστησαν.
Όμως τι συμβαίνει με την υπόθεση του Λούλα τώρα; Υπάρχουν ενδείξεις ότι θα αφεθεί ελεύθερος;
Νωρίς το πρωί της Κυριακής (18 Αυγούστου) ένα νέο κεφάλαιο του σκανδάλου #LavaJato κατέστησε πιο σαφή από ποτέ την πολιτική δίωξη που υπόκειται ο πρόεδρος Λούις Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα. Συνομιλίες μεταξύ εισαγγελέων που αποκαλύφθηκαν από την εφημερίδα Folha de Sao Paulo σε συνεργασία με το Intercept Brasil αποδεικνύουν πως η ομάδα που ερευνούσε την υπόθεση Lava Jato παραβίασε τον νόμο αποκτώντας πρόσβαση σε δεδομένα που προστατεύονται από την Υπηρεσία Εισοδήματος της Βραζιλίας, χωρίς να έχει λάβει άδεια. Η παράνομη αυτή οδός ακολουθήθηκε επανειλημμένα, και εναντίον του πρώην προέδρου Λούλα αναφορικά με το εξοχικό του στην Ατιμπάια. Ο άνδρας ο οποίος παρανόμως παρείχε τις πληροφορίες στην ομάδα πήρε προαγωγή από τον Σέρζιο Μόρο αφού ο Ζαΐχ Μπολσονάρου ανέλαβε την προεδρία της Βραζιλίας και πλέον είναι διευθυντής του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου για τον Έλεγχο των Οικονομικών Δραστηριοτήτων (COAF), το οποίο είναι αρμόδιο για την έρευνα υποθέσεων διαφθοράς από κυβερνητικούς αξιωματούχους. Αυτή η υπηρεσία έθαψε την έρευνα για ξέπλυμα χρήματος εναντίον του γιου του Ζαΐχ Μπολσονάρου, του Φλάβιο, και της ένοπλης οργάνωσης του Ρίο ντε Ζανέιρο Escritorio do Crime.
Αυτή την Κυριακή (18 Αυγούστου) η υπερασπιστική νομική ομάδα του Λούλα εξέδωσε ανακοίνωση στην οποία επαναλαμβάνει ότι ο πρώην πρόεδρος είναι «θύμα συνωμοσίας από δημόσιους αξιωματούχους που εργάστηκαν προκειμένου να τον καταδικάσουν αν και δεν έχει διαπράξει κανένα έγκλημα, με στόχο να τον απομακρύνουν από τη δημόσια ζωή και να βλάψουν την τιμή και την υπόληψή του». Οι δικηγόροι υπεράσπισης του Λούλα, ο Κριστιάνο και η Βαλέσκα Ζανίν, εξηγούν ότι τα μηνύματα που αποκαλύφθηκαν αυτή την Κυριακή συνδέονται άμεσα με δύο «προφανώς διεφθαρμένες» δίκες –τις υποθέσεις του τριώροφου διαμερίσματος και του εξοχικού στην Ατιμπάια—«στις οποίες καταδικάστηκε άδικα ο Λούλα, η μία εκ των οποίων χρησιμοποιήθηκε για να του στερήσουν την ελευθερία του εφαρμόζοντας πρόωρα την καταδίκη του».
Εξαιτίας της αλληλουχίας των γεγονότων που έχουν αποκαλυφθεί για την εγκληματική συμπεριφορά του πρώην δικαστή Σέρζι Μόρο και των εισαγγελέων, το Κόμμα των Εργαζομένων (PT), το οποίο εξακολουθεί να είναι το μεγαλύτερο στο Κογκρέσο της Βραζιλίας, ανακοίνωσε πρόσφατα τα σχέδιά του, σε συνεργασία με άλλα αριστερά κόμματα, για τη σύσταση μιας κοινοβουλευτικής επιτροπής έρευνας, η οποία θα εξετάσει την εγκληματική οργάνωση που συστάθηκε στο πλαίσιο της έρευνας Lava Jato. Σύμφωνα με τον πρόεδρο της κοινοβουλευτικής ομάδας του PT, τον Πάουλο Πιμέντα, η ομάδα έρευνας μετατράπηκε «σε εγκληματική οργάνωση η οποία ανέλαβε με τη βία την έρευνα προκειμένου να καταδιώξει αντιπάλους, να προστατεύσει φίλους και να πλουτίσει μέλη της».
Το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο της Βραζιλίας, κάποιοι από τους δικαστές του οποίου εμπλέκονται στα μηνύματα μέσω Telegram που έχουν διαρρεύσει, αναμένεται να αποφασίσει για την έφεση που έχει ασκήσει ο Λούλα, αλλά συνεχώς το αναβάλλει. Οπότε είναι δύσκολο να εκτιμηθεί για πόσο καιρό ο Λούλα θα παραμείνει στη φυλακή, με την κατάστασή του να επιδεινώνεται από το γεγονός ότι το 35% του πληθυσμού, κυρίως το μεγαλύτερο μέρος της λευκής, μεσαίας και ανώτερης μεσαίας τάξη, τυφλωμένο από το ταξικό μίσος και τα χρόνια δολοφονίας χαρακτήρα εναντίον του Κόμματος των Εργαζομένων δεν φαίνεται να νοιάζεται για το αν ο Λούλα είναι αθώος ή όχι ή για το αν οι εισαγγελείς έδρασαν παρανόμως για να τον φυλακίσουν. Το πρόβλημα επιτείνεται από το γεγονός ότι το κράτος δικαίου στη Βραζιλία έχει αποσαθρωθεί τόσο πολύ μετά το πραξικόπημα του 2016 που ακόμη και αν το Ανώτατο Δικαστήριο ανατρέψει τις κατηγορίες εναντίον του Λούλα, αναρωτιέται κανείς αν ο στρατός θα επιτρέψει την απελευθέρωσή του. Στο μεταξύ κάθε ημέρα, το πρωί, το απόγευμα και το βράδυ άνθρωποι εξακολουθούν να ταξιδεύουν από όλη τη Βραζιλία και τον κόσμο απλώς και μόνο για να φωνάξουν: «Καλημέρα, πρόεδρε Λούλα!». Και από το κελί του στην απομόνωση τους ακούει.