Ενώ η Τουρκία φιλοξενεί πάνω από 2 εκατομμύρια πρόσφυγες από τη Συρία, και ο Λίβανο και την Ιορδανία μοιράζονται επιπλέον 1,7 εκατ., 1 εκατομμύριο πρόσφυγες και μετανάστες, οι περισσότεροι πρόσφυγες από τη Συρία, εισήλθαν στην Ε.Ε. παράτυπα κατά τη διάρκεια του έτους. Ωστόσο, η ΕΕ, το πλουσιότερο πολιτικό μπλοκ του κόσμου με συνολικό πληθυσμό άνω των 500 εκατομμυρίων
ανθρώπους, απέτυχε να καταλήξει σε μια συνεκτική απάντηση σε αυτή την πρόκληση και να σεβαστεί τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Το χρονικό
Η χρονιά ξεκίνησε με την άρνηση των Ευρωπαίων ηγετών να αντικαταστήσουν τις επιχειρήσεις διάσωσης του ιταλικού ναυτικού με μια επαρκή εναλλακτική λύση, παρά τις άφθονες ενδείξεις για συνεχιζόμενες μεταναστευτικές πιέσεις στη διαδρομή της κεντρικής Μεσογείου. Χρειάστηκε ο θάνατος περισσότερων από 1.000 πρόσφυγες και μετανάστες σε μια σειρά επεισοδίων στα ανοικτά των λιβυκών ακτών στα μέσα Απριλίου, για να ξεκινήσει η Ε.Ε να επανεξετάζει το ζήτημα. Σε μια βιαστική Σύνοδο, οι ευρωπαίοι ηγέτες συμφώνησαν να αυξήσουν τους ελέγχους της ευρωπαϊκής συνοριοφυλακής, Frontex με την επιχείρηση «Τρίτων», ενώ μια σειρά από χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Βρετανίας και της Γερμανίας αποφάσισαν να αποστείλουν επιπλέον πολεμικά πλοία στην περιοχή. Τα ποσοστά ήταν θετικά: σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης, τα ποσοστά θανάτου κατά μήκος της διαδρομής της κεντρικής Μεσογείου μειώθηκαν κατά 9% σε σύγκριση με το 2014, αλλά ακόμα ανήλθαν σε 18,5 θανάτους για κάθε 1.000 ταξιδιώτες.
Ωστόσο ο αριθμός των προσφύγων και των μεταναστών που πέθαναν στο Αιγαίο αυξήθηκε σημαντικά, ξεπερνώντας τοους 700 μέχρι το τέλος του έτους. Αριθμός που αντιπροσωπεύει περίπου το 21% όλων των θανάτων στη Μεσόγειο το 2015, σε σύγκριση με το 1% το 2014. Η αύξηση των θανάτων στο Αιγαίο αντανακλά την απότομη αύξηση των παράτυπων αφίξεων μέσω θαλάσσης στην Ελλάδα, από το καλοκαίρι και μετά. Λόγω της απουσίας ασφαλούς και νόμιμης οδού προς τις χώρες της ΕΕ, πάνω από 800.000 άνθρωποι, στην πλειοψηφία τους πρόσφυγες που προσπαθούν να ξεφύγουν από συγκρούσεις ή διώξεις στη Συρία, το Αφγανιστάν, την Ερυθραία, τη Σομαλία και το Ιράκ, έκαναν το επικίνδυνο ταξίδι προς την Ελλάδα. Μόνο το 3% των ατόμων που κατευθύνεται προς την Ελλάδα εισέρχεται παράνομα μέσω των σε μεγάλο βαθμό περιφραγμένων χερσαίων συνόρων.
Οι υλικοτεχνικές και ανθρωπιστικές προκλήσεις που προκλήθηκαν από τις τόσο μεγάλες ροές κατέβαλαν εντελώς το ήδη προβληματικό σύστημα υποδοχής στην Ελλάδα. Καθώς εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες έφυγαν από την Ελλάδα και διέσχισαν τα Βαλκάνια, οι περισσότεροι από αυτούς με προορισμό τη Γερμανία, το λεγόμενο «καθεστώς του Δουβλίνου» – το σύστημα της ΕΕ για την κατανομή της ευθύνης για την επεξεργασία των αιτήσεων ασύλου μεταξύ των κρατών μελών – κατέρρευσε. Η διοχέτευση των προσφύγων και των αιτούντων άσυλο σε μόλις λίγες χώρες στα εξωτερικά σύνορα, ουσιαστικά στην Ελλάδα και την Ιταλία, κατέστησε αδύνατο να διατηρηθεί ένα σύστημα κατανομής όπου την πρωταρχική ευθύνη για την επεξεργασία των αιτήσεων ασύλου θα την έχει η πρώτη χώρα υποδοχής. Η συνθήκη Σένγκεν – με την οποία καταργήθηκαν οι συνοριακοί έλεγχοι στα εσωτερικά σύνορα της ΕΕ – επίσης έδειξε σημάδια κατάρρευσης , καθώς η Γερμανία, η Αυστρία, η Ουγγαρία, η Σουηδία και η Δανία ανέστειλαν τις διατάξεις της.
Καθώς η κρίση μεγάλωσε, οι ηγέτες της ΕΕ διοργάνωσαν συνεχόμενες Συνόδους Κορυφής, χωρίς ωστόσο κάποιο αποτέλεσμα. Ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προσπάθησε μάταια να προτείνει εποικοδομητικά μέτρα για την ανακατανομή των αιτούντων άσυλο και την οργάνωση των εγκαταστάσεων υποδοχής κατά μήκος της προσφυγικής διαδρομής, τα κράτη μέλη της ΕΕ για το μεγαλύτερο διάστημα παρέμεναν αναποφάσιστα ή παρεμπόδιζαν ενεργά τις πιθανές λύσεις. Μόνο η Γερμανία επέδειξε ηγετική ικανότητα ανάλογη με το μέγεθος της πρόκλησης.
Τα αποτυχημένα προγράμματα
Τα κράτη-μέλη συμφώνησαν σε ένα πρόγραμμα επανεγκατάστασης σε χώρες της ΕΕ για 20.000 πρόσφυγες από όλο τον κόσμο που προτάθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή το Μάιο. Η Ύπατη Αρμοστεία, η υπηρεσία προσφύγων του ΟΗΕ, είχε ορίσει τον αριθμό των προσφύγων από τη Συρία που έχουν ανάγκη επανεγκατάστασης και άλλες μορφές ανθρωπιστικής βοήθειας σε 400.000, αλλά εκτός από τη Γερμανία, σχεδόν σχεδόν καμία χώρα της ΕΕ δεν προσφέρθηκε να επανεγκαταστήσει παραπάνω από μερικές χιλιάδες από αυτούς.
Οι Ευρωπαίοι ηγέτες αγωνίστηκαν επίσης να συμφωνήσουν και να εφαρμόσουν έναν αποτελεσματικό μηχανισμό για την αναδιανομή προσφύγων και μεταναστών σε ολόκληρη την ΕΕ. Σε μια σύνοδο κορυφής τον Μάιο, οι ηγέτες της ΕΕ ενέκριναν ένα πρόγραμμα μετεγκατάστασης για 40.000 αιτούντες άσυλο από την Ιταλία και την Ελλάδα, κίνηση που αντιμετώπισε έντονες αντιδράσεις από αρκετές χώρες της Κεντρικής Ευρώπης. Τον Σεπτέμβριο, το πρόγραμμα επεκτάθηκε κατά 120.000 επιπλέον, συμπεριλαμβανομένης της μετεγκατάστασης των 54.000 αιτούντων άσυλο από την Ουγγαρία. Τελικά το σύστημα ναυάγησε λόγω υλικοτεχνικών προκλήσεων και της απροθυμίας των κρατών-μελών να επιτύχουν τους στόχους για τους οποίους δεσμεύτηκαν. Μόνο περίπου 200 αιτούντες άσυλο είχαν μεταφερθεί από την Ιταλία και την Ελλάδα μέχρι το τέλος του έτους, ενώ η Ουγγαρία αρνήθηκε να συμμετάσχει.
Κλείσιμο συνόρων
Ενώ η πίεση ανέβαινε, οι χώρες των Βαλκανίων εναλλάσσονταν μεταξύ τους στο κλείσιμο των συνόρων τους. Συνοριοφύλακες χρησιμοποιούσαν δακρυγόνα και γκλομπ για να κρατήσουν πίσω τα πλήθη, ενώ η ΠΓΔΜ πρόσκαιρα έκλεισε τα σύνορά της τον Αύγουστο και η Ουγγαρία έκλεισε μόνιμα τα σύνορα με τη Σερβία τον Σεπτέμβριο. Μέχρι το τέλος του έτους, βρέθηκε μία σχετικά ομαλή διαδρομή διαμέσου της ΠΓΔ, της Σερβία, της Κροατίας, της Σλοβενίας και της Αυστρίας , μία σχεδιασμένη απάντηση στην κρίση που παρέμενε ολοκληρωτικά εξαρτημένη από την προθυμία της Γερμανίας να δέχεται αιτούντες άσυλο και πρόσφυγες. Α
Από την άλλη πλευρά, η Ουγγαρία ήταν αυτή που έδωσε το έναυσμα για αρνήσεις συνεργασίας στις προσπάθειες εξεύρεσης μιας πανευρωπαϊκής λύσης στην προσφυγική κρίση. Έχοντας δει μια απότομη αύξηση στις αφίξεις προσφύγων και μεταναστών στην αρχή του έτους, η Ουγγαρία γύρισε την πλάτη της σε συλλογικές προσπάθειες και αποφάσισε να σφραγίσει τα σύνορα της. Κατασκεύασε πάνω από 200 χλμ. περίφραξης κατά μήκος των συνόρων της με τη Σερβία και την Κροατία και την πρόσφατα εγκριθείσα νομοθεσία καθιστά σχεδόν αδύνατο για τους πρόσφυγες και τους μετανάστες που εισέρχονται μέσω της Σερβίας να ζητήσουν άσυλο. «Πιστεύουμε ότι όλες οι χώρες έχουν το δικαίωμα να αποφασίσουν αν θέλουν να έχουν ένα μεγάλο αριθμό Μουσουλμάνων στις χώρες τους», τόνιζε ο Ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτωρ Ορμπάν τον Σεπτέμβριο.
Η κοινή γνώμη
Η κοινή γνώμη σε όλη την Ευρώπη κυμάνθηκε ανάμεσα στην αδιαφορία, την εχθρότητα και την ισχυρή αλληλεγγύη. Οι συγκλονιστικές σκηνές χάους κατά μήκος της βαλκανικής οδού οδηγησαν αμέτρητα άτομα και ΜΚΟ να προσπαθήσουν να καλύψουν τα κενά στην ανθρωπιστική βοήθεια που παρέχεται στους πρόσφυγες και τους μετανάστες. Ωστόσο, οι Ευρωπαίοι ηγέτες επέλεξαν να ακούσουν τις αντιμεταναστευτικές κραυγές και τις ανησυχίες σχετικά με την απώλεια της εθνικής κυριαρχίας και της ασφάλειας. Ως αποτέλεσμα, οι μόνες πολιτικές στις οποίες τα κράτη μπορούσαν να συμφωνήσουν ήταν τα μέτρα για την ενίσχυση της «Ευρώπης – Φρούριο».
Η αλλαγή πλεύσης
Καθώς προχωρούσε το έτος, οι ευρωπαϊκές Σύνοδοι Κορυφής επικεντρώθηκαν όλο και περισσότερο σε μέτρα που αποσκοπούσαν να κρατήσουν τους πρόσφυγες και τους μετανάστες έξω ή να επιταχύνουν την επιστροφή τους. Οι ηγέτες της ΕΕ συμφώνησαν να δημιουργήσουν έναν κοινό κατάλογο «ασφαλών» χωρών προέλευσης, στις οποίες οι αιτούντες άσυλο θα μπορούσαν να προωθηθούν μετά από ταχεία διαδικασία. Συμφώνησαν να ενισχύσουν την ικανότητα της Frontex να πραγματοποιήσει απελάσεις. Η ανάθεση των ελέγχων των μεταναστευτικών ροών από την Ε.Ε σε τρίτες χώρες έφτασε στο αποκορύφωμά της τον Οκτώβριο, με την υπογραφή ενός κοινού σχεδίου δράσης με την Τουρκία. Η συμφωνία αφορούσε την αποδοχή της Τουρκίας να περιορίσει τις ροές προσφύγων και μεταναστών προς την Ελλάδα, μέσω ενίσχυσης των συνοριακών ελέγχων της, με αντάλλαγμα 3 δις. ευρώ οικονομικής ενίσχυσης και ανεπίσημα, το κλείσιμο των ματιών από την Ευρώπη στην αυξανόμενη λίστα από παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα.
Η Ε.Ε αγνόησε το γεγονός ότι, παρά την σε γενικές γραμμές θετική υποδοχή της Τουρκίας πάνω από 2 εκατομμύρια προσφύγων από τη Συρία, πολλοί εξακολουθούν να ζουν στην απόλυτη φτώχεια, ενώ πρόσφυγες από άλλες είχαν ελάχιστες ελπίδες να αναγνωριστούν ως τέτοιοι λόγω του θλιβερά ανεπαρκούς συστήματος ασύλου της Τουρκίας. Προς το τέλος του έτους, προέκυψαν στοιχεία για παράνομες και βίαιες επαναπροωθήσεις από την Τουρκία στη Συρία και το Ιράκ, κάτι που ενίσχυσε την άποψη ότι η ΕΕ περιορίζει την εισροή των προσφύγων και των μεταναστών σε βάρος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους. Καθώς η χρονιά πλησίαζε στο τέλος της, περίπου 2.000 άνθρωποι εξακολουθούσαν να εισέρχονται στην Ελλάδα καθημερινά. Ενώ η ικανότητα υποδοχής στα ελληνικά νησιά και περαιτέρω είχε αυξηθεί και οι συνθήκες υποδοχής είχαν βελτιωθεί, παρέμειναν θλιβερά δυσανάλογες με το μέγεθος της πρόκλησης.