Του Νίκου Κωτσικόπουλου
Απέρριψε άμεσα ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Β. Σόιμπλε, το πρωινό ελληνικό αίτημα της Πέμπτης για παράταση της κεντρικής δανειακής σύμβασης μέχρι τον Αύγουστο , που είχε στείλει νωρίτερα ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης, αλλά η κυβέρνηση δείχνει ότι αυτή τη φορά επιμένει.
Κυβερνητικοί κύκλοι φέρονται να δηλώνουν, πως «η ελληνική κυβέρνηση κατέθεσε επιστολή προς το Eurogroup ζητώντας εξάμηνη παράταση της δανειακής σύμβασης. Το αυριανό Eurogroup έχει μόνο δύο επιλογές: Να αποδεχτεί ή να απορρίψει το ελληνικό αίτημα. Εδώ θα φανεί ποιος θέλει να βρεθεί λύση και ποιος όχι», μετά το γερμανικό “nein”.
Η Ελλάδα μετά από συνεχείς υποχωρήσεις φαίνεται ότι αποφάσισε να σκληρύνει τη στάση της, προς απελπισία (;) του νομικού Β. Σόιμπλε που δείχνει αδιάλλακτος. Η κυβέρνηση εκτιμάται ότι διέκρινε ρωγμές στις συμμαχίες της Γερμανίας στην Ευρώπη και διεθνώς…
Έτσι κι αλλιώς, το ελληνικό αίτημα συνιστούσε σοβαρή υποχώρηση (έναντι των αρχικών θέσεων και των επιθυμιών των πολιτών), με αποδοχή και μερική συνέχιση πολύ σοβαρών δεσμεύσεων για τη χώρα, αλλά σε συνδυασμό με τη δυνατότητα συνδιαμόρφωσης οικονομικών πολιτικών, στη βάση και των ελληνικών προτάσεων όπως και των δανειστών και όχι με υπακοή άνευ όρων, καθώς και με στόχευση, σε πολιτικές που προωθούν την ανάπτυξη, την απασχόληση και κοινωνική δικαιοσύνη.
Όλα αυτά βέβαια υπό το αγγλικό Δίκαιο και τα δικαστήρια του Λουξεμβούργου, που διέπουν τα δάνεια αυτά…
Η επιστολή, αποδέχεται ότι το πρόγραμμα της προηγούμενης κυβέρνησης διακόπηκε. Η παραδοχή γίνεται με αναφορά της «δεδομένης ευελιξίας» της συγκεκριμένης (νέας) σύμβασης, αλλά όμως και με την παραδοχή ουσιαστικά του πλαισίου ελέγχων της τρόικας.
Γίνεται αναφορά στην ανθρωπιστική κρίση, με άλλη φρασεολογία. «Όρια διαβίωσης εκατομμυρίων Ελλήνων πολιτών, βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη, επωφελή απασχόληση και κοινωνική συνοχή προσδιορίζονται ως στόχοι του αιτήματος συνεργασίας με τους δανειστές.
Πάντως, σύμφωνα με φιλική εκτίμηση (προς τον Γ. Βαρουφάκη), από τον επικεφαλής του Re-Define, Sony Capoor, όπως την εξέφρασε με τουίτ, πρόκειται για υποχώρηση από τις αρχικές θέσεις κατά 70%.
Χάσμα ΕΕ και Γερμανίας
Ενδιαφέρον είναι, ότι λίγο πριν τις δηλώσεις του εκπροσώπου του υπουργείου Οικονομικών της Γερμανίας, η Κομισιόν με ανακοίνωσή της είχε δεχτεί πολύ θετικά το ελληνικό αίτημα.
«Ο πρόεδρος Γιούνκερ χαρακτηρίζει αυτή την επιστολή θετικό σημάδι το οποίο, κατά την εκτίμησή του, μπορεί να ανοίξει το δρόμο για έναν λογικό συμβιβασμό στο συμφέρον της χρηματοοικονομικής σταθερότητας στην ευρωζώνη συνολικά», δήλωσε ο εκπρόσωπος της Κομισιόν, Μαργαρίτης Σχοινάς.
Αλλά ο Β. Σόιμπλε, είχε άλλη άποψη: «Η επιστολή από την Αθήνα δεν αποτελεί ουσιαστική πρόταση λύσης» δήλωσε ο εκπρόσωπος του υπουργού Οικονομικών της Γερμανίας Μάρτιν Γέγκερ, και σχολίασε, ότι «το έγγραφο δεν ανταποκρίνεται στα κριτήρια, τα οποία συμφωνήθηκαν στο Eurogroup την Δευτέρα».
Η κίνηση του Β. Σόιμπλε, αποτελεί ξεκάθαρη εμφάνιση των διαφορετικών απόψεων μεταξύ Ε.Ε. και Γερμανίας και ουσιαστικά αποκαλύπτει ένα χάσμα. Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών σπεύδει να προκαταλάβει συναδέλφους του στο Eurogroup, έχοντας ήδη ξεκάθαρα συγκρουστεί με την ηγεσία της Ε.Ε. γεγονός που μπορεί να προκαλέσει προβλήματα στη Γερμανία και την Κομισιόν και θα μπορούσε, πέραν των άλλων, να εκληφθεί και ως κάψιμο ενός ατού από την πλευρά του που εμφανίζεται παράλογα αδιάλλακτη στη διεθνή κοινή γνώμη…
Συνεχείς γερμανικές παρεμβάσεις;
Ήδη ο Β. Σόιμπλε, φαίνεται ότι παρεμβαίνει προς συναδέλφους του υπουργούς Οικονομικών. Είναι χαρακτηριστικές οι διαφορές, μεταξύ της στάσης:
-Του Αυστριακού καγκελαρίου Βέρνερ Φάιμαν και του υπουργού Οικονομικών της χώρας στο Eurogroup.
-Η απόσταση μεταξύ της στάσης της Κύπρου και του υπουργού Οικονομικών Χάρη Γεωργιάδη στα δύο Eurogroup που προηγήθηκαν.
-Η δημόσια αναδίπλωση μετά τις μεσολαβήσεις του Επιτρόπου των Οικονομικών της Κομισιόν, Πιερ Μοσχοβισί, που παρασκηνιακά προωθούσε draft συμφωνίας.
-Η τελευταία πίεση από Γαλλία (και Ιταλία) για συμφωνία με «τελεσίγραφο» αντίστοιχο του τελεσιγράφου Σόιμπλε και η ανάλογη στάση της Ιταλίας, την ίδια ώρα που οι Γάλλοι πολιτικοί τόσο μέσω του Επιτρόπου Π. Μοσχοβισί , όσο και μέσω του υπουργού Οικονομικών Μισέλ Σαπέν, μεσολαβούν ξανά για μια συμφωνία.
-Οι παλινδρομήσεις του προέδρου της ΕΕ Ζαν Κλωντ Γιούνκερ…
Όλα αυτά μπορεί να δείχνουν, ότι υπάρχουν πολύ διαφορετικές απόψεις στο Eurogroup από αυτές που θα ήθελε ο Β. Σόιμπλε και μάλιστα όχι από τις Ισπανία, Πορτογαλία Ιρλανδία, αλλά από τη Γαλλία, την Ιταλία, την Αυστρία και την Κύπρο.
Η σκακιέρα και η επόμενη διαπραγμάτευση
Στις πιέσεις και στην μεσολάβηση ταυτόχρονα για συμφωνία που εντάθηκαν με την αμερικανική παρέμβαση, ενδέχεται να ενυπάρχουν και γεωπολιτικές αιτίες άμεσης προτεραιότητας, με την αύξηση της έντασης στο τρίγωνο Ανατολής- Νότου- Βορρά, που προσδιόρισε ο Έλληνας πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας.
Αυτό είναι ένα διαπραγματευτικό ατού της ελληνικής πλευράς, όπως και η πιθανότητα να επέμβει και να λύσει το ζήτημα η καγκελάριος Α. Μέρκελ αλλά καιμπεδίο άσκησης πιέσεων προς την Ελλάδα, όπως δείχνει η στάση των ΗΠΑ, Γαλλίας και Ιταλίας.
Πολλοί διαβλέπουν στην άρνηση του Β. Σόιμπλε, την πιθανότητα να θέλει να τσακίσει τις ελληνικές θέσεις. Αυτό είναι πολύ δυσάρεστο. Πάντως εμφανίζει τη γερμανική πλευρά ως «νταή», πράγμα χρήσιμο στην επόμενη διαπραγμάτευση μετά την ενδιάμεση συμφωνία, που θα ακολουθήσει αμέσως αφού κλείσει αυτή…
Αν οι Γερμανοί θέλουν να διαπραγματευθούν τώρα, προσποιούμενοι πως υποχωρούν στο τελευταίο στάδιο, πρέπει να αναμένεται η παρέμβαση της κας Μέρκελ, σύμφωνα με ξένους αναλυτές.
Δεν θα ήθελε να απομονωθεί και είναι βέβαιο ότι διαβλέπει να διαμορφώνεται σκηνικό που βαραίνει πολύ τη Γερμανία και μπορεί προοδευτικά να οδηγήσει σε πολιτική αποδυνάμωση της χώρας στην ΕΕ, αφού έχει εξαντλήσει πίεση και σκληρότητα προς όλες τις κατευθύνσεις και ταυτόχρονα αδυνατίζει το ευρώ και την θέση της στην επόμενη διαπραγμάτευση, μέχρι τον Αύγουστο ή τον Ιούνιο…
Όμως υπενθυμίζεται, ότι ο Β. Σόιμπλε είναι κυρίως νομικός, παρά οικονομολόγος και ξέρει τι σημαίνουν οι διατυπώσεις της ελληνικής επιστολής σε σχέση με αυτά που ήθελε να συνεχίζονται… Παρά τις ελληνικές υποχωρήσεις στην ελληνική επιστολή διακρίνονται ακόμα αρκετά στοιχεία αποδόμησης της παλιάς συμφωνίας.
Ομοιότητες και διαφορές με σύμβαση του 2012
Για παράδειγμα, γίνεται αναφορά στη διάθεση των κεφαλαίων (10,9 δις ευρώ) του ελληνικού ΤΧΣ, παρά το γεγονός ότι θα υπογράψει και τώρα ως εγγυητής, μαζί με την γενικόλογη αναφορά σε πρωτογενή πλεονάσματα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι δεν έχει γίνει ανάλυση της επιστολής Βαρουφάκη με νομικούς όρους. Η ανάλυση αυτή θα χρειαζόταν ειδικούς στο ΔΙΚΑΙΟ περισσότερο παρά στα οικονομικά για να αποκρυπτογραφηθεί. Ειδικούς με γνώση και της «κύριας συμφωνίας δανειακής διευκόλυνσης», όπως είχε συμφωνηθεί από την κυβέρνηση Παπαδήμου το 2012.
Για παράδειγμα, εκείνη η βασική δανειακή σύμβαση, έχει 4 επιμέρους δανειακές συμβάσεις και 9 σελίδες με λεξιλόγιο που ερμηνεύει κάθε έννοια που συμφωνείται. Κάνει αναφορά σε μνημόνιο, τα οποίο όμως ξεκαθαρίζει ότι είναι ξεχωριστό πλην όμως προσθετικό στο πρώτο και αφορά (το μνημόνιο της δανειακής σύμβασης του 2012 δηλαδή, το κούρεμα PSI και την επαναγορά ομολόγων που έγινε αργότερα).
Ως εγγυητές εκείνης της σύμβασης και βάσει της επιστολής Βαρουφάκη όπως δημοσιοποιήθηκε τουλάχιστον από τα διεθνή μέσα, ορίζονται το ελληνικό ΤΧΣ και η ΤτΕ που συνυπέγραφε τότε και αναφέρεται και τώρα. Αυτό θα εμπόδιζε σε άλλη χρήση των κεφαλαίων και έλεγχο του ΤΧΣ, πράγμα που δεν είναι απαραίτητο να συμβεί με τη νέα σύμβαση.
Από την άλλη υπάρχουν σοβαρά αρνητικά από τη νέα θέση της κυβέρνησης, αφού η επιστολή δεν περιείχε ούτε την συγκεκριμένη επίκληση της ανθρωπιστικής κρίσης, κυρίως όμως αποδέχεται όρους και «κανονικότητα», στις οποίες προσθέτει τη «δεδομένη ευελιξία του παρόντος προγράμματος» αλλά και τη δυνατότητα της Αθήνας να συμβάλλει στη διαμόρφωσή του.
Με το νέο αίτημα ζητείται να δοθεί η δυνατότητα δανεισμού από την ΕΚΤ στους κατόχους ελληνικών ομολόγων (τράπεζες και ξένοι επενδυτές) και διατυπώνονται συγκεκριμένες δεσμεύσεις για πάταξη της φοροδιαφυγής.
*Αν και νομικοί έδωσαν βοήθειες σε ερωτηματικά η σε βάθος ανάλυση απαιτεί ειδικούς και χρόνο, που δεν είχε ο συντάκτης του κειμένου