«Τι νομίζεις είναι ο καλλιτέχνης; ένας ηλίθιος που έχει μονάχα μάτια αν είναι εικαστικός, μονάχα αυτιά, αν είναι μουσικός, ή μια λύρα σε κάθε χώρο της καρδιάς του αν είναι ποιητής – ή, αν είναι μποξέρ, μόνο μια μάζα μύες; Αντίθετως. Ο καλλιτέχνης είναι ένα πολιτικό ον συνεχώς σε εγρήγορση απέναντι στα τρομαχτικά, παθιασμένα ή ευχάριστα γεγονότα στον κόσμο, που διαρκώς μετουσιώνεται κατ’ εικόνα και ομοίωσή τους. Πώς είναι δυνατόν να μη νοιάζεσαι για τους άλλους ανθρώπους, και με ποιά ψυχρή αδιαφορία μπορείς να αποστασιοποιηθείς από τη ζωή που οι ίδιοι θυσιάζουν εν αφθονία; Όχι, η ζωγραφική δεν είναι για να διακοσμείς διαμερίσματα. Η ζωγραφική είναι αμυντικό και επιθετικό όπλο εναντίον του Εχθρού». Πάμπλο Πικάσο 

Το Μουσείο Αλληλεγγύης, που σήμερα ονομάζεται Μουσείο Αλληλεγγύης Σαλβαδόρ Αλλιέντε, δημιουργήθηκε το 1971, πρώτο χρόνο της κυβέρνησης του Σαλβαδόρ Αλλιέντε, χάρη στον αυθορμητισμό και τη γενναιοδωρία των καλλιτεχνών όπου γης, που ήθελαν να σταθούν στο πλευρό του λαού της Χιλής. 

Η Μαρία Χοσέ Ελμέτρε, συντονίστρια του αρχείου του Μουσείου σήμερα, που μας ξεναγεί στο χώρο και τα έργα, μας λέει πως, τότε, το 1971, σε κάποια διεθνή καλλιτεχνική στρογυλή τράπεζα, έπεσε η ιδέα από τον Χοσέ Μαρία Μορένο Γκαλβάν, διάσημο Ισπανό κριτικό Τέχνης, για τη δημιουργία ενός χώρου τέχνης, όπου θα φιλοξενούνταν έργα των αλληλεγγυων καλλιτεχνών. Ο χιλιάνος Χοσέ Μπαλμές και ο ιταλός Κάρλο Λέβι, αγκάλιασαν την ιδέα, που άμεσα μεταφέρθηκε στον ίδιο τον Αλλιέντε. Την αγκάλιασε με ενθουσιασμό. 

Την πραγμάτωση ανέλαβε ο Μάριο Πεδρόσα, βραζιλιάνος κριτικός τέχνης, που τότε είχε βρει καταφύγιο, εξόριστος, στη Χιλή. Και τα έργα δεν άργησαν να αρχίσουν να φτάνουν. Στην Εθνική Επιτροπή που δημιουργήθηκε, την Εθνική Επιτροπή Καλλιτεχνικής Αλληλεγγύης με τη Χιλή, άλλωστε, εντάχθηκαν διακεκριμένοι διανοούμενοι, καλλιτέχνες, επιμελητές και διευθυντές μουσείων από όλο τον κόσμο,  τη Σουηδία, τις ΗΠΑ, από τη Βρετανία ο Ρόλαντ Πενρόουζ,  o Φερνάντο Γκαμπόα από το Μεξικό… 

«Και κάπως έτσι δημιουργήθηκε, οργανώθηκε και άρχισε να δουλεύει η ομάδα, κι όλοι τους δρούσαν σαν πρεσβευτές στη χώρα τους, να πείσουν τους καλλιτέχνες να δωρίσουν έργα στο λαό της Χιλής. Κι έτσι άρχισαν να καταφθάνουν τα έργα. Κάπου εξακόσια έργα μαζεύτηκαν την πρώτη περίοδο, κατά την οποία το ονομάζουμε Μουσείο Αλληλεγγύης,  γιατί αυτό ήταν το όνομά του, μετά τα εγκαίνια το Μάη του 1972. Του χρόνου γιορτάζουμε τα πενήντα του χρόνια.  Κι έτσι γεννήθηκε το μουσείο, και οργάνωσε τρεις εκθέσεις ως το 1973». 

Κι ύστερα ήρθε το πραξικόπημα του Πινοτσέτ. Το Σεπτέμβριο του 1973. «Τότε το μουσείο παρέλυσε, κι όλοι οι οργανωτές, οι ιδρυτές του κι όσοι δούλευαν γι’ αυτό φύγανε στην εξορία.. Άλλοι στη Γαλλία, άλλοι στην Κούβα, άλλοι στο Μεξικό,  κάποιοι, επίσης, στην Ισπανία Οπότε αυτό που έμεινε από το μουσείο ήταν κάποια έργα, κι όχι όλα, πολλά εξαφανίστηκαν, άλλα μεταφέρθηκαν στο εθνικό μουσείο καλών τεχνών, ή αποθηκεύτηκαν στο μουσείο σύγχρονης τέχνης Κι εκεί «κοιμήθηκαν», ας το πω, [ξεχάστηκαν] μέχρι το τέλος της δικτατορίας».

Το Μουσείο Αλληλεγγύης μπορεί να είχε μπει «στον πάγο» από τη χούντα του Πινοτσέτ, ο αγώνας όμως συνεχίζονταν. Και το νέο όνομά του ήταν Αντίσταση.  

«Το 1975, ξεκίνησε, από την Κούβα και τη Γαλλία η ιδέα να ξαναγεννηθεί το μουσείο, αλλά, τώρα, με την οπτική της αντίστασης και της καταγγελίας των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που συνέβαιναν στη Χιλή. Δημιουργήθηκε μια εκτελεστική επιτροπή, στην οποία μετείχαν η [γραμματέας του Αλλιέντε] Μίρια Κοντρέρας, η οποία συνεργαζόταν με την Κάζα ντε λας Αμέρικας, στην Αβάνα, o [καταλανός κομμουνιστής] Χοσέ Μπάλμες, o [χιλιάνος καθηγητής φιλοσοφίας] Πέδρο Μίρας, ο [συγγραφέας] Μιγκέλ Ρόχας Μιξ κι άρχισαν από τη Γαλλία, από το Παρίσι, την οργάνωση του Διεθνούς Μουσείου της Αντίστασης Σαλβαδόρ Αλλιέντε, που από το 1975 ως το 1990 συγκέντρωσε μια μεγάλη ποσότητα έργων. Μαζεύτηκαν έργα και χρήματα από πολλές χώρες του κόσμου, Γαλλία, Ισπανία, Σουηδία, Φινλανδία,  ενώ παράλληλα έφτιαχναν και μουράλ οι μπριγάδες [εικαστικών, στην παρανομία]. Στην χιλιάνικη εικαστική ιστορία, που γιγαντώθηκε με την κυβέρνηση Αλλιέντε, ήταν σημείο αναφοράς τα μεγάλα μουράλ».  

Κ|ι όχι μόνο τότε. Τα μεγάλα μουράλ της αντίστασης, που γεννιούνται αρχές του 20ου αιώνα στο Μεξικό, από τον Ντιέγκο Ριβέρα, τον Χοσέ Κλεμέντ Ορόσκο και τον Νταβίντ Αλφάρο Σικέιρος, γίνονται τρόπος έκφρασης των κινημάτων σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική. Τα μουράλ γίνονται το επαναστατικό ευαγγέλιο των αγραμμάτων, των κολασμένων, είναι ο τρόπος να κρατηθεί ζωντανό το όνειρο, να διαδοθεί, να νικήσει. Η Τέχνη δεν είναι για να στολίζει τοίχους στα σπίτια των ελίτ, είναι για να ξεσηκώνει το λαό. 

«στην Επανάσταση η Τέχνη ανθίζει από τα κάτω, σα λουλούδι» Ρομπέρτο Μάττα

Η ιδιαιτερότητα της Χιλής είναι οι μπριγάδες των καλλιτεχνών μουραλίστας. Με πρώτη τη θρυλική Μπριγάδα Ραμόνα Πάρα, τους «βοηθούς» του Ρομπέρτο Μάττα στην δημιουργία του «Πρώτου Γκολ του Χιλιάνικου Λαού» – έργου που ο Πινοτσέτ διέταξε να το εξαφανίσουν, που η χούντα κάλυψε με δεκαπέντε στρώματα μπογιά, και που χάρη σε κάποιους άοκνους καλλιτέχνες, ιστορικούς και συντηρητές αποκαλύφθηκε και πάλι πριν λίγα χρόνια, και σήμερα ξαναστολίζει το Σαντιάγο. 

Η Μπριγάδα Ραμόνα Πάρρα είναι ακόμη ενεργή. Τα πρόσωπα μπορεί να μην είναι τα ίδια, όμως η δύναμη, η ακεραιότητα και η καλλιτεχνική επάρκεια των κομμουνιστών καλλιτεχνών της Μπριγάδας, μελών του ΚΚ της Χιλής, είναι εδώ. Και το όνομα παραμένει το ίδιο – όνομα της 19χρονης κομουνίστριας εργάτριας που δολοφόνησαν οι καραμπινιέροι στην μεγάλη απεργία των εργατών ορυχείων, το 1946. Το έργο της συνεχίστηκε και επί Πινοτσέτ, με όλα τα μέλη της στην παρανομία, κάποιους εξόριστους, να ζωγραφίζουν για τη Χιλή στους τοίχους της εξορίας τους, άλλους να παίζουν το κεφάλι τους στο Σαντιάγο και το Βαλπαραϊσο, με ένα πινέλο στο χέρι.

Έργα προσωπικά των μελών της μπριγάδας στολίζουν το μουσείο Αλληλεγγύης σήμερα. Όχι όμως τα συνολικά – αυτά ήταν και παραμένουν ταγμένα στο λαό. 

Την εποχή της χούντας, με την οργάνωση του Μουσείου Αντίστασης, που γίνεται γνωστό ως  MIRSA (Museo Internacional de Resistencia Salvador Allende, Διεθνές Μουσείο Αντίστασης Σαλβαδόρ Αλλιέντε), οι εκθέσεις που οργανώνονται έχουν ως στόχο και την οικονομική ενίσχυση των οικογένειών των εξόριστων καλλιτεχνών.  «Έργα ταξίδεψαν σε όλη την Αμερική, γίναν δωρεές. Γίναν εκθέσεις στο Μεξικό, στην Κούβα, στον Παναμά, στην Κολομβία..» μας λέει η Μαρία. 

«Και με την επιστροφή της δημοκρατίας, μετά το 1989 ξεκινά η τρίτη περίοδος του μουσείου, όπως το ξέρουμε, και με το όνομα που έχει και σήμερα, Μουσείο Αλληλεγγύης Σαλβαδόρ Αλλιέντε.  Ειναι πολύ ενδιαφέρον ότι δημιουργείται και το Ίδρυμα  Σαλβαδόρ Αλλιέντε υπό την [εμπνευσμένη γκαλερίστα] Κάρμεν Γουό (Carmen Waugh) που ήταν στην πρώτη ομάδα του μουσείου το 1972 και μετείχε, από την Ισπανία [εξόριστη] στο Μουσείο της Αντίστασης. Αναλαμβάνει να δώσει κατεύθυνση στο μουσείο και ξεκινά με τη βοήθεια της οικογένειας Αλλιέντε και την πρώτη δημοκρατική κυβέρνηση της χώρας να βρει και να φέρει στη Χιλή όλα τα έργα, που βρίσκονταν σε διάφορα μέρη του κόσμου, και περίμεναν την επιστροφή της δημοκρατίας για να επιστρέψουν στη Χιλή, όπως, πχ, είναι η περίπτωση με ένα έργο του Χουάν Μιρό.».

Ο Χουάν Μιρό χάρισε δύο έργα στο μουσείο. Ένα στην πρώτη του περίοδο, ως Μουσείο Αλληλεγγύης, κι ένα στη δεύτερη, ως Μουσείο Αντίστασης. Το δεύτερο έργο, ο πιο σκοτεινός Μιρό που έχω δει – και τον αγαπώ, κι έχω δει πολλούς- και  σήμερα στολίζει το μουσείο, σε κεντρική αίθουσα, είχε δωρηθεί στο Λαό της Χιλής, υπό τον απαράβατο όρο ότι δεν θα έμπαινε στη Χιλή παρά μόνον με την επιστροφή της Δημοκρατίας. Κι έτσι κι έγινε.

Δεν ήταν όμως η μόνη υποστήριξη που προσέφερε ο Μιρό στο Μουσείο. To στήριξε ηθικά, οικονομικά, με κάθε ανθρωπίνως δυνατό τρόπο. Φίλος του Πάμπλο Νερούδα, ο μεγάλος καταλανός δεν ξέχασε ποτέ ότι ο Νερούδα διέσωσε πάνω από δύο χιλιάδες αριστερούς, του Ισπανικού Εμφυλίου, ως πρέσβυς τότε της Χιλής στην Ισπανία και τη Γαλλία. Από την πρώτη μέρα που ο Νερούδα ξεκίνησε, στο Παρίσι, την προσπάθεια για το μουσείο Αλληλεγγύης, το 1971, ο Μιρό ήταν δίπλα του. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Αλλιέντε του έστειλε προσωπική επιστολή, για να τον ευχαριστήσει – ένα γράμμα που σήμερα έχει τη θέση του στο αρχείο του μουσείου. «Θα ήθελα να σκοτώσω, να δολοφονήσω, να βιάσω κάθε συστημικό έργο τέχνης», είχε πει ο γαληνότερος των σουρεαλιστών κάποτε – όλοι παραδέχονται πως ο Μιρό ήταν ο γλυκύτερος κι ευγενέστερος όλων, όμως αυτό δεν τον έκανε λιγότερο παθιασμένο ως αγωνιστή. Κι αυτό η Χιλή το γνωρίζει πολύ καλά, και το τιμά. 

Με την επιστροφή της Δημοκρατίας, το μουσείο πέρασε από δύο ακόμη χώρους, πριν καταλήξει στο σημερινό. Το ωραίο κτήριο που το στεγάζει, κάποτε οικία του διασημότερου χιλιάνου σκακιστή, κατόπιν Ισπανική πρεσβεία, την περίοδο της χούντας ήταν το κέντρο τηλεφωνικών παρακολουθήσεων των μυστικών υπηρεσιών του Πινοτσέτ. Ανακαινίσθηκε και πέρασε στα χέρια των ανθρώπων που ανέλαβαν να κρατήσουν ζωντανή τη μνήμη.  

Η συγκέντρωση και έκθεση των έργων δεν ήταν καθόλου εύκολος στόχος. Κάποια ακόμη αναζητούνται, ντεσαπαρεσίδος κι αυτά, κάποια ήρθαν από το εξωτερικό όταν βρέθηκαν τα χρήματα για τη μεταφορά τους, κάποια εντοπίστηκαν «αλλαγμένα» και αποκαταστάθηκαν – με πρώτο το μεγάλο έργο του Ρομπέρτο Μάττα για «τον εσωτερικό αντάρτη», επαναστάτη.

Ο χιλιάνος Μάττα είχε στηρίξει την Κουβανική Επανάσταση με κάθε τρόπο. Είχε φτιάξει, μάλιστα, στην Καλών Τεχνών της Αβάνας, ένα εργαστήρι όπου δίδασκε και μιλούσε με την ερχόμενη γενιά καλλιτεχνών. Το 1968 μίλησε, στο πλαίσιο του Πολιτιστικού Κογκρέσου της Αβάνας, για τον «εσωτερικό αντάρτη», αυτόν που οφείλει να αποτελεί την συνείδηση όλων μας. 

Φίλος του Αλλιέντε, ο Ρομπέρτο Μάττα στρατεύεται στη δημιουργία του Μουσείου αλληλεγγύης από την πρώτη στιγμή, και χαρίζει το έργο του αυτό, που γράφει μεγαλοπρεπώς ως υπότιτλο “hagamosnos la guerilla interior para parir un hombre nuevo” Nα γίνουμε ο εσώτερος Αντάρτης για να γεννήσουμε το νέο άνθρωπο. 

Η δικτατορία του Πινοτσέτ δεν μπορούσε να αγνοήσει έναν καλλιτέχνη του επιπέδου του Μάττα, του σημαντικότερου εικαστικού της Χιλής τον 20ο αιώνα και έναν από τους σημαντικότερους εικαστικούς διεθνώς. Εκείνο που μπορούσε ήταν να ακρωτηριάσει το έργο του. Κι αυτό έκανε. Η φράση – κατάθεση περί του εσωτερικού αντάρτη αποκόπηκε από το υπόλοιπο έργο και πετάχτηκε σε κάποιο υπόγειο, για να βρεθεί δεκαετίες αργότερα (το 2006) και να μπορέσει να αποκατασταθεί το έργο. 

Γενικά, πολλά σημαντικά έργα από τη συλλογή του Μουσείου Αληλεγγύης εκτέθηκαν, ακρωτηριασμένα ή μη, στο Μουσείο Καλών Τεχνών «αλλά κανείς δεν ανέφερε ποτέ ότι προέρχονται από τη συλλογή του Μουσείου Αλληλεγγύης». Η ληστρική και βάρβαρη συμπεριφορά της δικτατορίας Πινοτσέτ εκδηλωνόταν κι εδώ, σε έναν τομέα κρίσιμο και ουσιαστικό. 

Στις σημερινές προσωρινές εκθέσεις, τις προεκλογικές, μία είναι η πιο εντυπωσιακή. Η «Κόκκινη Έκθεση». Όπως λέει η Μαρία, αφού αναφέρει τις επιμελήτριες Κάρολ Γιάσκι και Ντανιέλα Μπέργεν, είναι «μια έκθεση που μιλάει για τις διαφορετικές έννοιες που έλαβε το κόκκινο χρώμα σε διάφορες περιόδους της ιστορίας μας, αλλά και από πολιτική σκοπιά.  Υπάρχουν έργα από τη Μογγολία αλλά και από τη Σοβιετική Ένωση, που χαρίστηκαν την περίοδο της Αντίστασης, αλλά και έργα στα οποία το κόκκινο  είναι χρώμα της έντασης του πάθος, της δύναμης που αυτά γεννούν». Ανάμεσά τους κι ένα έργο του σουηδού Λάιφ Μπόλτερ [Leif Bolter], έργο μεγάλης φόρμας, που βρισκόταν στη Σουηδία την περίοδο της αντίστασης  και ήρθε στη Χιλή με τη δημοκρατία.

Συγκίνηση για μας είναι τα έργα του χιλιάνου καλλιτέχνη Νεμέσιο Αντούνιεζ που δείχνει το βομβαρδισμό του προεδρικού μεγάρου, της La moneda, που μιλάει για το κόκκινο, το δικόν μας πολιτικό κόκκινο, και το έργο του φινλανδού Σακαρί Μαρίλα που γράφει “el pueblo unido jamás será vencido”…

Κι ύστερα, μια άλλη, μόνιμη, αίθουσα, με έργα του αρχεντίνου Λουίς Φελίπε Νοέ, τμήμα ενός ευρύτερου συνόλου έργων του που «υπερασπίζεται την άποψη ότι πρέπει, για να ζήσουμε, να  γινόμαστε μέρος σε διάφορες επαναστάσεις» Τίτλος: Η Τέχνη της Λατινικής Αμερικής είναι η Επανάσταση. Η μόνη αληθινή τέχνη όλων μας. 

O μόνος Έλληνας καλλιτέχνης που έχει ενισχύσει και επισκεφθεί το μουσείο, είναι ο Μίκης Θεοδωράκης. To μόνο εικαστικό έργο έλληνα καλλιτέχνη που βρήκα να ανήκει τη συλλογή της αλληλεγγύης, είναι του Μανώλη Καλιγιάννη, και έχει «χρεωθεί» ως βρετανικό.

Αντί επιλόγου:

Ο Εσωτερικός Αντάρτης

Υπό Ρομπέρτο Μάττα, Αβάνα, 1968

Κατά τη γνώμη μου, μία από τις πιο σημαντικές προτάσεις του Κογκρέσου των Τεχνών είναι αυτή που αναφέρεται στην εσωτερική εξέλιξη του ανθρώπου. Επιτρέψτε μου να παραθέσω τα κριτήριά μου, και ειδικά σε σχέση με ένα από τα πιο σημαντικά πράγματα: την ανάπτυξη της δημιουργικής φαντασίας, μιας ευφυίας που θα δύναται να χρησιμοποιήσει την ποιητική φαντασία, την ανατρεπτική φαντασία, ακόμη και την ερωτική φαντασία. 

Θεωρώ πως, όσο η Επανάσταση είναι ένα συλλογικό εγχείρημα στο κοινωνικό πεδίο, άλλο τόσο είναι και μια διαδικασία που το κάθε πρόσωπο ξεχωριστά οφείλει να εγκρίνει εντός του. Για τους διανοούμενους, για τους καλλιτέχνες, για κάθε άνθρωπο,  θεωρώ απολύτως απαραίτητη και αυτήν την προσωπική επανάσταση. Ειδικά αν αυτός ο διανοούμενος, ο καλλιτέχνης, ο άνθρωπος έχει επίγνωση ότι ανήκει σε έναν κόσμο ο οποίος βρίσκεται στην πολύπλοκη φάση της αναδόμησης μιας νέας κοινωνικής οργάνωσης. Και σε αυτήν την οργάνωση ο ρόλος της Εσωτερικής Μόρφωσης είναι πρωτεύουσας σημασίας. 

Κατά τη γνώμη μου, το θέμα δεν είναι η ένταξη στην επανάσταση, το θέμα είναι να γίνεις επαναστάτης. Και επαναστάτης σημαίνει να είσαι ελεύθερος και άρα, επομένως, να αγωνίζεσαι για την ελευθερία. Όπως ακριβώς οι άνθρωποι απελευθερώνονται πολεμώντας ενάντια στην πολιτική και οικονομική καταπίεση, έτσι και τα πρόσωπα, ο καθένας χωριστά, μπορεί να απελευθερωθεί πολεμώντας ενάντια στους εσωτερικούς τυράννους: την υποκρισία και το φόβο. Προκαταλήψεις, ιδιοτελή συμφέροντα, ψευτο- αυτοκριτική, συστημικές και ετοιματζίδικες ιδέες, αποτελούν τον αόρατο στρατό, συχνά μισθοφορικό, εναντίον του οποίου οι εσωτερικοί αντάρτες θα πρέπει να πολεμήσουν, στον αγώνα για δημιουργική ελευθερία. Όσο περισσότερη επίγνωση, τόσο περισσότερο φως. Όσο περισσότερο φως, τόσο περισσότερη επίγνωση.

Για να συμβεί όντως μια επανάσταση στον πολιτισμό, οφείλει να προηγηθεί μια αποκάλυψη, οφείλουν να έρθουν στο φως όλες οι δυνατότητες του ανθρώπου. Το υψηλό αίσθημα ευθύνης δεν σημαίνει τη συστηματική άσκηση αυτολογοκρισίας. Πρέπει να είσαι παθιασμένος πολεμιστής και στο πεδίο της φαντασίας, όπως ακριβώς και στο πεδίο της μάχης. Οι οικοδόμοι ενός νέου κόσμου, νέου κοινωνικά και πολιτιστικά, πνευματικά και καλλιτεχνικά, χαρακτηρίζονται από γενναιοδωρία, αφοσίωση στη δουλειά, και από την ικανότητα να τολμούν, από την ικανότητα να υποθέτουν, με το χρειαζούμενο θάρρος, τους κινδύνους που ενέχει κάθε δημιουργική και ανανεωτική πράξη, κάθε αληθινή επανάσταση.

Και αυτό δεν είναι ένα πρόβλημα που αφορά μόνο στον δημιουργό. Πιστεύω ότι κάθε αληθινός άνθρωπος είναι δημιουργός, ότι ένας ακέραιος άνθρωπος οφείλει να είναι δημιουργός, γιατί δημιουργία σημαίνει να προσλαμβάνεις περισσότερη πραγματικότητα, το όλον της πραγματικότητας. Άλλωστε, ένας διανοούμενος, ένας καλλιτέχνης, στο μόνο που διαφέρει είναι πως μπορεί να ζήσει με περισσότερη ένταση την εμπειρία του κόσμου, όχι μόνο στα γεγονότα, αλλά και στη φαντασία. Η ενεργοποίηση της δημιουργικής φαντασίας του λαού, η δημιουργία συνθηκών έτσι ώστε όλοι να έχουν πρόσβαση στον αληθινό πολιτισμό (και όχι στη συσσώρευση γνώσης) είναι ο στόχος μιας αληθινής γόνιμης επαναστατικής διαδικασίας στον τομέα του Πολιτισμού. Ένας άνθρωπος που σφυρηλατείται με αυτόν τον τρόπο θα είναι ένας ολόκληρος άνθρωπος, δηλαδή ένας δημιουργός. 

Η τέχνη δεν είναι πολυτέλεια, είναι ανάγκη, και ακριβώς όπως στον κοινωνικό τομέα η Επανάσταση αντιμετωπίζει νέα προβλήματα και βρίσκει νέους τρόπους επίλυσής τους, έτσι και στον τομέα της καλλιτεχνικής δημιουργίας και του διανοητικού έργου, η πραγματικά δημιουργική φαντασία θα προτείνει τις λύσεις επ’ αυτού του ολοένα επανεμφανιζόμενου προβλήματος, θα βρει τα κατάλληλα μέσα έρευνας και έκφρασης για να το λύσει.

Η τέχνη είναι ο πόθος για αυτό που δεν υπάρχει, και μαζί είναι το εργαλείο εκπλήρωσης αυτής της επιθυμίας. 

Ελπίζω ότι αυτό το Συνέδριο δεν θα μείνει μόνο στην αναμφισβήτητη ανάγκη για συλλογή πληροφοριών και ανταλλαγή απόψεων, που είναι τόσο σημαντικά για εμάς, τους διανοούμενους και τους καλλιτέχνες. Ελπίζω για ακόμη περισσότερα: να τεθεί σε συζήτηση σε ποιο βαθμό ο θρίαμβος του Εσωτερικού μας Αντάρτη θα εξαρτηθεί από την δική μας γόνιμη διαχείριση, ώστε ο ακέραιος άνθρωπος, ο δημιουργός, ο νέος άνθρωπος να υπάρξει.