Του Ιάσονα Τριανταφυλλίδη
 
Ήταν όμορφη, λαμπερή, και έζησε μια πολύ ενδιαφέρουσα ζωή, που εμπεριείχε και το πολύ κακό και το φανταστικά υπέροχο. 
 
Γεννημένη στη Θεσσαλονίκη το Δεκέμβρη του 1943, μωρό έχασε τον πατέρα της, όταν στην κυριολεξία τον έγδαραν ΕΛΑΣίτες, γιατί ήταν γνωστή οικογένεια στρατιωτικών προσκείμενων στα Ανάκτορα, κι ο ίδιος αξιωματικός του Στρατού. Η οικογένεια Κουρούκλη. Η μητέρα της, απίστευτη καλλονή από ότι λένε όσοι πρόλαβαν να τη γνωρίσουν, πέθανε μετά από λίγο κι η μικρή Ζωή έζησε σε ένα σπίτι με κλειστές κουρτίνες, ζώντας το πένθος μαζί με τον παππού και τη γιαγιά.
 
Το 1959, με πλαστά χαρτιά και ταυτότητα, που την έδειχναν τρία χρόνια μεγαλύτερη από ότι ήταν, παίρνει μέρος στα καλλιστεία και εκλέγεται «Σταρ Ελλάς». Όταν πήγε όμως στην Αμερική για το διαγωνισμό «Μις Υφήλιος» αποκαλύφθηκε η απάτη με την ηλικία και την έδιωξαν από τα καλλιστεία. Εκείνη όμως έμεινε και εργαστηκε σα μοντέλο, λένε μάλιστα – αν και δεν έχει επιβεβαιωθεί- πως έκανε κι ένα γάμο εκεί, και το 1961 επέστρεψε στην Αθήνα, τότε που ο Δαλιανίδης ετοίμαζε στη Φίνος Φιλμ τον «Κατήφορο». Του την πρότεινε ένας πολύ γνωστός τότε διευθυντής παραγωγής, ο Μπακ-Μπακ, κι ενώ στο πρώτο δοκιμαστικό ήταν να παίξει ένα μικρότερο ρόλο, εν τούτοις ο Δαλιανίδης ξαναείδε τα δοκιμαστικά και την έκανε πρωταγωνίστρια. Από κει και πέρα, τα υπόλοιπα ανήκουν στην ιστορία του ελληνικού σινεμά. Η Ζωή Λάσκαρη στο μεγαλύτερη στούντιο της Αθήνας, της Ελλάδας, με τον πιο εμπορικό σκηνοθέτη να ασχολείται ειδικά με αυτήν, δράματα με “καταραμένες” ηρωίδες, τολμηρές για την εποχή, που μόνο αυτή δεχόταν να τις παίξει, γιατί στην ουσία ποτέ δεν ενδιαφέρθηκε για την εικόνα της, όπως, ας πούμε η Τζένη ή η Αλίκη. Από τη μια σκοτεινά δράματα σαν τη «Στεφανία», τον «Ίλιγγο», το «Ιστορία μιας Ζωής», τον «Κατήφορο» και το «Νόμο 4000», και από την άλλη λαμπερά μιούζικαλ, όπου εκεί ήταν πραγματικά το Απόλυτο «Κορίτσι Για Φίλημα». Οι παλιοί όχι απλώς συνεργάτες της, αλλά και εργάτες των ταινιών, όπως οι τεχνικοί, μου έχουν πει πως η Ζωή ήταν η πιο απλή, η πιο φιλική, η πιο ανθρώπινη από τους υπόλοιπους. Ίσως γιατί στην πραγματικότητα δεν κυνήγησε καθόλου μα καθόλου τη λέξη «καριέρα», προτιμούσε να ζει τη ζωή της. Ε, ήταν και νέο κορίτσι! Ο Φίνος και η γυναίκα του η Τζέλλα ήθελαν να την υιοθετήσουν, αλλά εκείνη δεν το δέχθηκε ποτέ. 
 
Όταν τελείωσε η περιπέτεια του Ελληνικού σινεμά ασχολήθηκε περισσότερο και πιο εντατικά με το θέατρο, στο οποίο έκανε ντεμπούτο μόλις το 1970, με το «Μαριχουάνα στοπ» του Δαλιανίδη στο θέατρο Μπουρνέλη. Σ’ αυτή την παράσταση γνώρισε και τον Τόλη Βοσκόπουλο, με τον οποίο έζησε έναν πραγματικά θυελλώδη έρωτα. Είχε εμφανιστεί για πρώτη φορά πάνω στη σκηνή σε μια περιοδεία στην Κύπρο, και τότε ήταν που έβγαλε και τη Δραματική Σχολή, ενώ ήταν ήδη έξι χρόνια στο σινεμά. Κάποια στιγμή, λίγο πριν τη χούντα, παντρεύτηκε τον επιχειρηματία Πέτρο Κουτουμάνο, και απέκτησαν μια κόρη, τη Μάρθα. Το 1976 γνώρισε τον Αλέξανδρο Λυκουρέζο, παντρεύτηκαν, έκανε μαζί του μια κόρη, τη Μαρία Ελένη, και έζησε μια διαφορετική ζωή, πιο οικογενειακή και θεατρική. Ο Αλέξανδρος Λυκουρέζος την ώθησε προς το πιο σοβαρό θέατρο. Πολύ σημαντική ήταν η συνεργασία της με τον Ανδρέα Βουτσινά στην Αθήνα αλλά και στο ΚΘΒΕ.
 
Η Ζωή Λάσκαρη ήταν από μια άποψη άτυχη στο ξεκίνημα της ζωής της κι από την άλλη πολύ τυχερή στη συνέχειά της. Γνώρισε δύο ανθρώπους που τη λάτρεψαν, πρώτα το Δαλιανίδη και μετά το Λυκουρεζο, και, ο πρώτος καλλιτεχνικά και ο δεύτερος οικογενειακά, τη στήριξαν και την αποθέωσαν και σα σταρ του σινεμά αλλά και σαν γυναίκα.
 
Η Ζωή Λάσκαρη έφυγε πριν λίγες ώρες από ανακοπή, στον ύπνο της. Πέρισυ είχαμε βρεθεί σε μια δημόσια αντιδικία, για κάτι που είχε σχέση με τη Φίνος Φιλμ. Παρ’ όλα αυτά δε μπορώ να ξεχάσω αυτή τη γυναίκα που ήταν η χαρά της ζωής, γεμάτη ενέργεια και πάθος, μια ελαφίνα ως το τέλος, που περπατούσε και γύριζες να την κοιτάξεις, μια γυναίκα που κυκλοφορούσε με τον προβολέα μόνιμα επάνω της.