του Αλέξη Μπένου
Μπορούσε, όμως, να αποφευχθεί αυτός ο εκβιασμός; Αντί μιας «προκατειλημμένης» απάντησης, αρκούν ίσως τα γεγονότα. Η ενίσχυση της αγοράς ιδιωτικών υπηρεσιών (1,5%, το 2018 σε σχέση με πέρσι), και ειδικότερα της αγοράς των διαγνωστικών κέντρων, που φέτος αναμένεται να ενισχυθεί κατά 3%», είναι γεγονότα που μιλούν από μόνα τους.
Γιατί αυξάνεται η κερδοφορία των ιδιωτικών διαγνωστικών υπηρεσιών; Μια αιτία είναι η ονομαζόμενη προκλητή ζήτηση: ένα σημαντικό μέρος των εργαστηριακών εξετάσεων που αναλαμβάνουν οι ιδιώτες απλά δεν χρειάζεται. Μια δεύτερη αιτία είναι η απεύθυνση χιλιάδων πολιτών στις ιδιωτικές υπηρεσίες λόγω της απαξίωσης των δημόσιων.
Και οι δύο αυτές τάσεις μπορούσαν να προβλεφθούν και να αποδυναμωθούν. Αν η κυβέρνηση έμπαινε στον κόπο να σχεδιάσει μια στρατηγική ανάπτυξης δημόσιων διαγνωστικών κέντρων, ένα σημαντικό μέρος των αναγκών θα ικανοποιούνταν από δημόσιες υπηρεσίες, η λειτουργία των οποίων θα αφαιρούσε από τους ιδιώτες σημαντικό έδαφος. Έτσι θα μπορούσαν, λοιπόν, να προληφθούν οι εκβιασμοί.
Επιπλέον, ήδη από τους μήνες της πρώτης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ τελείωσε πριν καν αρχίσει η συζήτηση να καταργηθεί η εσωτερική ασφαλιστική αγορά, άρα και ο ΕΟΠΠΥ. Κι όμως, επρόκειτο για βασική διάσταση μιας στρατηγικής που θα ακύρωνε κάθε χρηματική συναλλαγή στη χρήση των δημόσιων υπηρεσιών υγείας. Χρειαζόταν πολιτική βούληση. Δεν υπήρξε. Αντί γι’ αυτήν, προτιμήθηκε η μερική κάλυψη υπηρεσιών και φαρμάκων. Δεν υπάρχει επιλογή χωρίς συνέπειες – και χωρίς ιεράρχηση κάποιων συμφερόντων σε βάρος άλλων. Βασική συνέπεια της διαχειριστικής λογικής της κυβέρνησης ήταν οι δαπάνες για τη φροντίδα υγείας να επιβαρύνουν αυτές και αυτούς που την είχαν περισσότερο ανάγκη. Ως προς τα συμφέροντα, ο μηχανισμός της μερικής κάλυψης σήμαινε εξασφάλιση δημόσιου χρήματος προς τον ιδιωτικό τομέα. Ποιος είπε ότι δεν χρειάζεται το κράτος η αγορά;
Όπως συνέβη σε μια σειρά από τομείς της πολιτικής της, όσα δεν έκανε η κυβέρνηση όταν διέθετε ισχυρή νομιμοποίηση («πολιτικό κεφάλαιο»), τα βρίσκει τώρα μπροστά της. Η αυτοπεποίθηση των ιδιωτών, το θράσος τους να εκβιάζουν, είναι η άλλη όψη της κυβερνητικής ατολμίας. Η διαχείριση αντιτιθέμενων συμφερόντων με τη λογική «και με τον χωροφύλαξ, και με τον αστυφύλαξ», συνεχίζεται και σήμερα ως διαχείριση εκβιασμών αυτών που νιώθουν ισχυροί για να εκβιάζουν – καθώς νωρίτερα αφέθηκαν ασύδοτοι.
Οι κυβερνητικές παρεμβάσεις στην υγεία, από την διασφάλιση της πρόσβασης για τους ανασφάλιστους ως τη στήριξη των νοσοκομειακών δομών, χρησιμοποιούνται (και) προεκλογικά, ως αντιστάθμισμα σε μια πολιτική που «μας έβγαλε από τα μνημόνια» εφαρμόζοντάς τα μέχρι τέλους – και προδιαγράφοντας βασικές όψεις της οικονομικής πολιτικής της ΝΔ μέσα από τις ειλημμένες δεσμεύσεις για πλεονάσματα. Όχι, όσα έγιναν στην υγεία, συμπεριλαμβανομένης της μεταρρύθμισης της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, δεν είναι fake news. Όσα δεν έγιναν, όμως, σήμερα γίνονται εφαλτήριο για την επιθετικότητα των δυνάμεων που κερδοσκοπούν πάνω στην υγεία.
Αλέξης Μπένος
Καθηγητής Υγιεινής, Κοινωνικής Ιατρικής & Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας