του Νίκου Κοταρίδη
Ο χώρος της τριτοβάθμιας και της έρευνας, σε αντίθεση με άλλους θεσμούς, ιδίως μάλιστα της πολιτικής και της οικονομίας, όχι μόνον δεν διαλύθηκε αλλά, αν πιστέψουμε τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης, μάλλον διέπρεψε κατά τη διάρκεια των Μνημονίων. Παρά ταύτα, οι πλέον χρεοκοπημένες περιοχές του θεσμικού μας οικοδομήματος, όπως πολιτικά κόμματα και μέσα ενημέρωσης, τραπεζικά ιδρύματα και επιχειρηματική τάξη, δικαστική εξουσία και ανεξάρτητες αρχές, διπλωματία και διοίκηση, όλο αυτό το αποτυχημένο συναπάντημα, το οποίο δεν κατάλαβε πως φτάσαμε στα Μνημόνια, όπου μας οδήγησαν, επιχειρεί να εκπορθήσει τον τελευταίο δημόσιο θεσμό, το Πανεπιστήμιο. Πολιτικοί και ιδιωτικά συμφέροντα έρχονται να ξανασχεδιάσουν και να ξαναοργανώσουν και να ξανακάνουν μαντάρα την έρευνα και την τριτοβάθμια. Κάθε κυβέρνηση και μια μεταρρύθμιση κάθε Υπουργός και μια ανακατωσούρα, κάθε λίγο και λιγάκι ένας νέος νόμος που, βαθαίνοντας την «κρατικοποίηση» των Πανεπιστημίων, ανοίγει το δρόμο της ιδιωτικοποίησης.
Αυτήν την φορά, όμως, πλανώνται όμως πλάνην οικτράν. Δεν τίθεται θέμα ιδιωτικών πανεπιστημίων, ενόσον ισχύει το Σύνταγμα και η κα Σακελλαροπούλου, ως ΠτΔ, εγγυάται την ομαλή λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος και αποκρούει συμφέροντα, ξένα και ντόπια, που επιβουλεύονται την συνταγματική τάξη. Η εμπειρία των Μνημονίων, κατά την διάρκεια των οποίων κανονικοποιήθηκε η «διασταλτική» ερμηνεία της πολιτικο-θεσμικής μας παράδοσης και η συρρίκνωση της πολιτικής μας αυτονομίας, δεν μπορεί να αναιρεί εις αεί το γράμμα, το πνεύμα και, βεβαίως, την ισχύ του Συντάγματος.
Συνεπώς, η φιλολογία που αναπτύσσεται υπέρ ή κατά των ιδιωτικών πανεπιστημίων είναι εκτός τόπου και χρόνου, αποπροσανατολιστική και διαλυτική. Δεν μπορεί καμιά κυβέρνηση να νομοθετήσει την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων, γιατί είναι σαν να νομοθετεί την κατάργηση του Συντάγματος που απαγορεύει ρητά τα ιδιωτικά πανεπιστήμια.
Στην επίθεση που δέχεται η συνταγματική τάξη και οι δημοκρατικοί θεσμοί, η Σύνοδος των Πρυτάνεων και οι Σύγκλητοι των Πανεπιστημίων δεν έχουν παρά να μεριμνήσουν για την ενότητα της ακαδημαϊκής κοινότητας και να παραμείνουν αμετακίνητοι στη θέση που ορίζει το Σύνταγμα για τους δημόσιους λειτουργούς, δηλαδή εναντίον κάθε απειλής που στοχεύει την συνταγματική τάξη. Τα Πανεπιστήμια διοικούνται όπως ορίζει το Σύνταγμα, δηλαδή οφείλουν και να το εφαρμόζουν απαρέγκλιτα αλλά και να το υπερασπίζονται με κάθε μέσο έναντι της απειλής που αντιπροσωπεύει η συνέργεια πολιτικών και ιδιωτικών συμφερόντων.
Είναι θλιβερό ότι πανεπιστημιακοί, ορισμένοι μάλιστα και συνταγματολόγοι, επιχειρούν ερμηνευτικές ακροβασίες, που θέτουν εν αμφιβόλω την πληρότητα, τη συνοχή και την ενότητα του Συντάγματος. Και κατακλύζουν τον δημόσιο χώρο με θεωρίες που καθιστούν το Σύνταγμα άθυρμα διαφιλονικούμενων εδαφίων, επί των οποίων προβάλλονται συγκυριακοί πολιτικοί συσχετισμοί και εφήμερα ιδιωτικά συμφέροντα.
Είναι προφανές ότι μεγάλη μερίδα των πολιτικών ελίτ και της επιχειρηματικής τάξης δεν έχει επίγνωση ούτε μπορεί να προβλέψει τις συνέπειες των ανεπίστρεπτων τομών που αποτολμούν εις βάρος του εθνικού χώρου τριτοβάθμιας και έρευνας. Είναι αδιανόητο ότι δεν συνειδητοποιούν τη ραγδαία απορρύθμιση που θα επέλθει στο εθνικό σύστημα τριτοβάθμιας και έρευνας, ο ενιαίος χαρακτήρας του οποίου έχει ήδη και από πολλού διαρραγεί. Με αυτές τις μεθοδεύσεις θα οδηγηθούμε στη συρρίκνωση του Πανεπιστημιακού δικτύου και την έκπτωση των κοινωνικο-πολιτισμικών τους λειτουργιών στις τοπικές κοινωνίες, ενώ θα γίνουμε η εξαίρεση, όπου η ίδια η πολιτική τάξη «νομοθετεί» την υπονόμευση του Συντάγματος. Ωραίο συνταγματικό δίκαιο θα διδάσκουν οι Νομικές Σχολές.
Ας ησυχάσει κι αυτή η “παλαβή γενιά” κι ας απευθυνθεί εκεί που πρέπει. Δεν χρειάζονται καταλήψεις εναντίον της κυβέρνησης, αλλά εγρήγορση έναντι της Πρόεδρου της Δημοκρατίας. Αυτή, με παρουσία της και μόνον εγγυάται την ισχύ του Συντάγματος, ενώ και οι Πρυτάνεις, υλοποιώντας ακριβώς το Σύνταγμα, δεν μπορεί παρά να βρίσκονται από τη σωστή πλευρά της ιστορίας.
Ας καταλάβει, επιτέλους, έστω κι ένα καρτέλ ότι δεν είμαστε ξέφραγο αμπέλι…