«Καθώς εκατομμύρια Αιγύπτιοι γυρίζουν την πλάτη στους γενναίους νεαρούς επαναστάτες της Πλατείας Ταχρίρ, σήμερα είναι η ημέρα για να θυμηθούμε τον παλαιό στρατηγό Μοχάμεντ Νεγκίμπ, που άρχισε την πρώτη μεταπολεμική επανάσταση στην Αίγυπτο, σχεδιάζοντας την ανατροπή του βασιλιά Φαρούκ, πριν από 60 χρόνια.
Μαζί με άλλους αξιωματικούς του αιγυπτιακού στρατού, συζητούσαν για το αν θα έπρεπε να εκτελέσουν τον Φαρούκ, ή να τον στείλουν εξορία. Ο Νάσερ προτιμούσε την εκτέλεση του μονάρχη. Ο Νεγκίμπ ζήτησε ψηφοφορία. Στις πρώτες ώρες, ο Νάσερ έγραψε ένα σημείωμα στον Νεγκίμπ: “Το Απελευθερωτικό Κίνημα πρέπει να ξεφορτωθεί τον Φαρούκ [sic] το ταχύτερο δυνατόν για να ασχοληθεί με τα πιο σημαντικά – δηλαδή, με την ανάγκη να καθαρίσει τη χώρα από την διαφθορά που άφησε πίσω του ο Φαρούκ. Πρέπει να ανοίξουμε το δρόμο προς μια νέα εποχή στην οποία ο λαός θα έχει κυριαρχικά δικαιώματα και θα ζει με αξιοπρέπεια. Η Δικαιοσύνη είναι ένας από τους στόχους μας”. Τελικά ο Φαρούκ εξορίστηκε» υπενθυμίζει ο βετεράνος βρετανός πολεμικός ανταποκριτής στη Μέση Ανατολή.
 
«Η ταύτιση της διαφθοράς με το πρώην καθεστώς είναι χαρακτηριστικό όλων των επαναστάσεων. Και οι Αιγύπτιοι του σήμερα ζητούν ακόμη αξιοπρέπεια. Αλλά οι τότε είχαν δίκιο: καλύτερα να στείλεις εξορία τον πρώην ηγέτη, παρά να χάσεις χρόνο με μια δίκη, όταν το μέλλον της Αιγύπτου, οι “άλλοι στόχοι της επανάστασης”, έχουν προτεραιότητα.
 
Ο στρατός του σήμερα έπαιξε ένα εξίσου έξυπνο, αλλά διαφορετικό, παιχνίδι: επέμεινε να δικαστεί ο Μουμπάρακ – άρτος και θεάματα για τις μάζες – ενώ ανασύντασσε τους βασανιστές και τους φονιάδες του Μουμπάρακ για να διατηρήσουν τα προνόμιά τους.
 
Δεν θα χρησιμοποιήσω τις λέξεις “κουλτούρα ασυλίας”, αλλά η αθώωση των επικεφαλής του στρατού, των μυστικών υπηρεσιών, της αστυνομίας, και των άλλων ανθρώπων του καθεστώτος σημαίνει ότι ο στρατός των 300.000 φονιάδων της κρατικής ασφαλείας του Μουμπάρακ είναι πάντα εδώ. Είναι αδύνατον να πιστέψει κανείς ότι το Ανώτατο Συμβούλιο των Ενόπλων Δυνάμεων – που ασκεί ακόμη την εξουσία στην Αίγυπτο – δεν γνώριζε τις επιπτώσεις αυτής της κατάστασης» λέει ο Φισκ.
 
Και καταλήγει: «Η πεποίθηση δημοσιογράφων και ειδικών ότι η Πλατεία Ταχρίρ θα γέμιζε πάλι με τους νεαρούς της περυσινής εξέγερσης, ότι ένα νέο κίνημα διαμαρτυρίας εκατομμυρίων ανθρώπων θα έβαζε τέλος σε αυτή την κατάσταση, δεν αποδείχθηκε, προς το παρόν, ρεαλιστική. Το σαββατοκύριακο, οι Αιγύπτιοι ήθελαν περισσότερο να ψηφίσουν, παρά να διαδηλώσουν – ακόμη και αν ο μηχανισμός ασφαλείας της χώρας θα κάνει, στο τέλος, κουμάντο ως συνήθως. Και αν αυτή είναι δημοκρατία, τότε θα είναι του είδους της Αλγερίας παρά της Τυνησίας».