του Παναγιώτη Παπαδομανωλάκη
O Λευκός Οίκος παραδέχθηκε πως το περασμένο Σαββατοκύριακο έλαβε χώρα υψηλού επιπέδου συνάντηση με τη σοσιαλιστική κυβέρνηση του Νικολάς Μαδούρο στη Βενεζουέλα. Η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου Τζεν Ψάκι δήλωσε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου ότι οι συνομιλίες με μέλη της κυβέρνησης της Βενεζουέλας «πραγματοποιήθηκαν τις τελευταίες ημέρες» και ότι «θα συνεχιστούν». Σύμφωνα με το Reuters η βορειοαμερικάνικη αντιπροσωπεία ηγείτο από τον Χουάν Γκονζάλες, ανώτερος σύμβουλος του Λευκού Οίκου για τη Λατινική Αμερική, τον πρεσβευτή των ΗΠΑ Τζέιμς Στόρι, καθώς και τον Ρότζερ Κάρστενς, ειδικό απεσταλμένο της προεδρίας των Ηνωμένων Πολιτειών για υποθέσεις ομήρων.
Σύμφωνα με τα ρεπορτάζ των δυτικών μέσων, οι ΗΠΑ προσφέρονται να «ελαφρύνουν» τα παράνομα οικονομικά μέτρα των ΗΠΑ κατά της Βενεζουέλας με αντάλλαγμα τη διασφάλιση του εφοδιασμού των ΗΠΑ με πετρέλαιο εν μέσω της ουκρανικής κρίσης και των νέων παράνομων κυρώσεων που επέβαλαν οι ΗΠΑ κατά της Ρωσίας. Τα μονομερή καταναγκαστικά μέτρα κατά της Βενεζουέλας είναι προϊον την κλιμάκωσης της επίθεσης κατά της χώρας από τον πρώην πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, η κυβέρνηση του οποίου αναγνώρισε τον επίδοξο πραξικοπηματία Χουάν Γουαϊδό αντί της νόμιμης κυβέρνησης. Στο σημείο αυτό αναφέρουμε πως ήδη η Ρωσία κατέστη η χώρα στην οποία έχουν επιβληθεί οι περισσότερες κυρώσεις, καθώς από τις 22 Φεβρουαρίου έχουν επιβληθεί 2.778 νέα μέτρα, εκτινάζοντας τον συνολικό αριθμό σε 5,5 χιλιάδες σύμφωνα με την υπηρεσία Castellum.
Οι αξιωματούχοι της Βενεζουέλας φέρεται να απαίτησαν η απελευθέρωση του Άλεξ Σάαμπ, ο οποίος απήχθη κατά τη διάρκεια διπλωματικού ταξιδιού του προς το Ιραν με στόχο την παράκαμψή του οικονομικού αποκλεισμού και την διασφάλιση προμηθειών φαρμάκων και πετρελαίου. Από την πλευρά της Ουάσινγκτον ζητήθηκε η αποφυλάκιση των έξι πρώην στελεχών της CITGO της Βενεζουέλας (θυγατρική της εθνικής πετρελαϊκής εταιρείας της Βενεζουέλας PDVSA με έδρα τις ΗΠΑ), πέντε εκ των οποίων πολιτογραφήθηκαν πολίτες των ΗΠΑ και ένας είναι μόνιμος κάτοικος τους, οι οποίοι βρίσκονται σήμερα στη φυλακή στο Καράκας με κατηγορίες για διαφθορά. Σύμφωνα με τη λατινοαμερικάνικη ιστοσελίδα Orinoco Tribune, οι πληροφορίες των βορειοαμερικανικών μέσων αντιμετωπίζουν μεγάλη δυσπιστία από πολλούς Βενεζουελάνους, λόγω των βουνών ψευδών ειδήσεων που παράγονται από αυτές τις πηγές, πρώτα εναντίον του Ούγκο Τσάβες και τώρα εναντίον της κυβέρνησης του Νικολάς Μαδούρο.
Από τη πλευρά του, ο Νικολάς Μαδούρο έκανε λόγο για «μια συνάντηση, που θα μπορούσα να την περιγράψω ως σεβαστή, εγκάρδια, πολύ διπλωματική». Όπως σημειώνει το Orinoco Tribune, η προσφορά αυτή προς τη Βενεζουέλα αποτελεί μια προσπάθεια των ΗΠΑ να δημιουργήσουν τριβές μεταξύ της Βενεζουέλας και του Ιράν με τη Ρωσία, κάτι που φαίνεται απίθανο να πετύχει, αν αναλογιστεί κανείς τον μακρύ κατάλογο των επιθετικών ενεργειών των ΗΠΑ και της Ευρώπης εναντίον αυτών των χωρών και τις ισχυρές σχέσεις που έχουν οικοδομηθεί τα τελευταία 20 χρόνια μεταξύ Βενεζουέλας και Ρωσίας. Ο Μαδούρο επανέλαβε τη Δευτέρα, ότι η σύγκρουση της Μόσχας με το Κίεβο προκλήθηκε από τη Δύση. «Αυτοί που προκάλεσαν αυτή τη σύγκρουση με δεκαετίες μη συμμόρφωσης με συμφωνίες, με δεκαετίες απειλών κατά της Ρωσίας, με δεκαετίες προετοιμασίας σχεδίων επέκτασης του ΝΑΤΟ, είναι κυρίως υπεύθυνοι για την αποκλιμάκωση αυτής της σύγκρουσης», σημείωσε. Ο πρόεδρος δήλωσε επίσης ότι η Βενεζουέλα «ανησυχεί σοβαρά για το ενδεχόμενο ενός πολέμου στην Ευρώπη και την επέκτασή του σε άλλες περιοχές του κόσμου» και επέκρινε την «εκστρατεία μίσους στα μέσα ενημέρωσης» και τα «οικονομικά μέτρα που αποσκοπούν στην επιδείνωση των συνθηκών» και την εξάπλωση της σύγκρουσης, αντί της εκτόνωσης της κατάστασης. Υπενθυμίζουμε πως ο Μαδούρο είχε δηλώσει από τις πρώτες στιγμές της στρατιωτικής επιχείρησης πως «η ειρήνη της Ρωσίας είναι η ειρήνη του κόσμου και θα την υπερασπιστούμε» (αναλυτικά).
Αναδίπλωση στο Ιράν
Παράλληλα, η Ουάσιγκτον επιδιώκει να αποκλιμακώσει τις εντάσεις με το Ιραν, οι οποίες κορφυφώθηκαν μετά τη δολοφονία του στρατηγού Γιασέμ Σολεϊμανί με προσωπική εντολή του Ντόναλντ Τραμπ. Όπως η Βενεζουέλα έτσι και το Ιραν είναι σημαντικός παραγωγός πετρελαίου, γι’ αυτό αμφότερες μπήκαν στο στόχαστο από τους ντόπιους εξορυκτικούς ομίλους των Ηνωμένων Πολιτειών που υποστήριζαν την κυβέρνηση Τραμπ. Οι πολυεθνικοί ενεργειακοί όμιλοι (Big Oil) που χρηματοδότησαν την καμπάνια του Μπάιντεν επικεντρώθηκαν στην ανακοπή του ρωσικού αγωγού North Stream 2 στην Ευρώπη, ώστε να υποκασταθεί μακροπρόθεσμα από τους αμερικανικούς ομίλους. Η από εδώ πτέρυγα του ευρωατλαντικού άξονα αποδέχθηκε, όπως υπολόγιζε η Big Oil, τον τερματισμό του ρωσικού αγωγού, που είχε παγώσει εδώ και έναν χρόνο λόγω των βορειοαμερικανικών πιέσεων. Η ΕΕ στοχεύει στη σταδιακή απεξάρτηση από το ρωσικό αέριο, αδυνατώντας να προχωρήσει σε άμεσο εμπάργκο. Τα ιρανικά και βενεζουελάνικα βαρέλια θα είναι μια βραχυπρόθεσμη ανάσα στην ενεργειακή κρίση.
Ωστόσο, ο δρόμος δεν είναι εύκολος για την Ουάσινγκτον, καθώς όπως η κυβέρνηση Μαδούρο, το Ιράν ούτε λίγο ούτε πολύ απαιτεί να αρθούν όλες οι κυρώσεις εναντίον του ως προϋπόθεση για να επανέλθει στη συμφωνία για τα πυρηνικά, απο την οποία αποχώρησε μονομερώς ο Ντόναλντ Τραμπ. Ακόμα, μια ηπιότερη στάση των ΗΠΑ προς την Ισλαμική Επανάσταση ρισκάρει να εκνευρίσει τον σταθερότερο σύμμαχο των ΗΠΑ στη Μ. Ανατολή, το κράτος απαρτχάιντ Ισραήλ, το οποίο έχει αναλάβει το ρόλο του διαμεσολαβητή με τη Μόσχα. Η Ρωσία, η οποία συμμετέχει στις συνομιλίες τις Βιέννης, απαίτησε να εξαιρέσουν το ρωσο-ιρανικό εμπόριο από τις κυρώσεις. Τα βορειοαμερικανικά μέσα ενημέρωσης, επικαλούμενα ανώνυμες «διπλωματικές πηγές του Ιράν» έκαναν λόγο για «μη εποικοδομητική» ρωσική παρέμβαση. Στην πραγματικότητα, ο γραμματέας του Ανώτατου Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας του Ιράν λέει ότι η προοπτική επίτευξης καλής συμφωνίας στις συνεχιζόμενες συνομιλίες της Βιέννης παραμένει ασαφής, καθώς η Ουάσιγκτον δεν έχει λάβει ακόμη πολιτική απόφαση. Υπενθυμίζουμε πως κατά την έκκλησή του για ειρήνη στην Ουκρανία, το Ιράν κατέστησε τις Νατοϊκές προβοκάτσιες υπεύθυνες για την κρίση.
Ο μονοπολισμός αυτοχειριάζεται
Το ιμπεριαλιστικό μπλοκ με επικεφαλής τις Ηνωμένες Πολιτείες επεδίωξε να επιβάλει την μονοπολική κυριαρχία του με όχημα τη δημιουργία του πετροδολαρίου. Μεταπολεμικά, η στρατιωτική ισχύς της βορειοαμερικανικής πολεμικής μηχανής αναδείχθηκε ως μέσο για την κατάκτηση των αγορών, των πόρων και τη διάλυση των παραγωγικών δυνάμεων των ανταγωνιστικών κρατών. Η συμφωνία Bretton Woods του 1944 κατέστησε το δολάριο ως παγκόσμιο νόμισμα αναφοράς, ενώ από τη δεκαετία του ’70 το αμερικανικό νόμισμα αποσυνδέθηκε από τον κανόνα του χρυσού και η ισοτιμία του καθορίστηκε στη βάση της «εμπιστοσύνης» στην βορειοαμερικανική οικονομία. Με αντάλλαγμα τη στρατιωτική προστασία των πεδίων εξόρυξης, η Ουάσινγκτον έλαβε από τις πετρομοναρχίες του Κόλπου τη μονοπωλιακή συμφωνία της παγκόσμιας συναλλαγής πετρελαίου σε δολάρια. Έχοντας πλημμυρίσει τον πλανήτη με δολάρια, δημιούργησαν το σύστημα εκκαθάρισης πληρωμών SWIFT, επιβάλλοντας και το μονοπώλιο της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής αγοράς.
Τα παραπάνω χαρακτηριστικά του ιμπεριαλισμού του 21ου αιώνα δίνουν στις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους, την αποκλειστική δυνατότητα της επιβολής μεθόδων ασφυξίας σε βάρος των αντιπάλων τους. Η εξάρτηση της ρωσικής οικονομίας και ιδιαίτερα της ρωσικής ολιγαρχίας από το διεθνές κεφάλαιο χρησιμοποιείται από την Ουάσινγκτον ως μέσο πίεσης, με μακροπρόθεσμο στόχο την πρόκληση αναταραχής στο εσωτερικό της χώρας. Ωστόσο, η αλληλοδιαπλοκή της παγκόσμιας οικονομίας και το μέγεθος της ρωσικής οικονομικής επιφάνειας, καθιστά τον στραγκαλισμό της Ρωσίας επικίνδυνο για τους ίδιους τους εμπνευστές τους. Τις τελευταίες δύο εβδομάδες οι ευρωπαϊκές τράπεζες έχασαν το 30% της αξίας τους, λόγω της ουκρανικής κρίσης, ενώ η Μόσχα φάνηκε προετοιμασμένη έναντι των κυρώσεων, έχοντας ήδη εξαγγέλλει μια σειρά μέτρα, όπως η κρατικοποίηση των υποδομών των επιχειρήσεων που εγκαταλείπουν τη χώρα και επιδοτήσεις ενίσχυσης του παραγωγικού τομέα.
Οι δυτικές κυρώσεις οδήγησαν τη Visa και τη Mastercard να διακόψουν τις δραστηριότητές τους στη Ρωσία και να αποσυνδέσουν όλες τις τράπεζες της χώρας από τα συστήματα πληρωμών τους, ωθώντας τη Μόσχα να μεταβεί στην κινεζικό σύστημα πληρωμών UnionPay. Η Κίνα σήκωσε το γάντι στις βορειοαμερικανικές απειλές, πως θα πληρώσει με δευτερογενείς κυρώσεις τη συμμαχία της με τη Ρωσία. Επιπλέον, τα επίσημα στοιχεία δείχνουν ότι το διμερές εμπόριο μεταξύ των δύο χωρών αυξήθηκε κατά 38,5% τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο, σε σχέση με πέρσι, σημειώνοντας τον υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης για τους δύο πρώτους μήνες κάθε έτους από το 2010. Στα Ηνωμένα Έθνη, το σύνολο των σοσιαλιστικών κυβερνήσεων και των χωρών που βρίσκονται επί σειρά ετών στο στόχαστρο των αυτοκρατορικών σχεδιασμών της Ουάσινγκτον, αρνήθηκαν να υποστηρίζουν τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας, δημιουργώντας ακόμα μία «τσαλάκα» στο γόητρο του εξαιρετισμού των Ηνωμένων Πολιτειών.