«Παρακολουθώντας την τηλεόραση και και διαβάζοντας τις εφημερίδες που μιλούν για τον πόλεμο στην Ουκρανία, καταλάβαμε ότι κάτι δεν λειτουργεί, ότι κάτι κινείται προς λάθος κατεύθυνση», γράφουν οι έντεκα ανταποκριτές, σημαντικά ονόματα της ιταλικής δημοσιογραφίας, όπως ο Αλμπέρτο Νέγκρι, ο Τόνι Καπουότσο και ο Μάσιμο Αλμπερίτσι.

«Είμαστε ή υπήρξαμε πολεμικοί ανταποκριτές στις πιο διαφορετικές χώρες, απειληθήκαμε από βόμβες, κάποιοι από τους συναδέλφους και τους φίλους μας έπεσαν κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων, ήμασταν κοντά σε ανθρώπους που διαλύθηκαν από εκρήξεις, συλλέξαμε τραυματίες και γίναμε μάρτυρες στην καταστροφή πόλεων και χωριών. Φωτογραφίσαμε πλήθη να δραπετεύουν, είδαμε παιδιά να ξεσκίζονται από νάρκες. Βρήκαμε φωτογραφίες παιδιών στριμωγμένες στα πορτοφόλια κάποιου σκοτωμένου στρατιώτη. Μερικοί από εμάς απήχθησαν, κάποιος άλλος μετά βίας γλίτωσε βγαίνοντας από το αυτοκίνητό του δευτερόλεπτα πριν διαλυθεί από μια βόμβα. Έχουμε δει πραγματικά τον πόλεμο από μέσα», συνεχίζουν. «Ακριβώς για αυτόν τον λόγο δεν μας αρέσει ο τρόπος με τον οποίο αντιπροσωπεύεται η σύγκρουση στην Ουκρανία σήμερα, η πρώτη μεγάλης εμβέλειας σύγκρουση της εξελιγμένης εποχής του διαδικτύου».

Οι Ιταλοί δημοσιογράφοι δηλώνουν ανήσυχοι που «τα μέσα ενημέρωσης συνεχίζουν να μας προσφέρουν οδυνηρές ιστορίες πόνου και θανάτου, που επηρεάζουν βαθιά την κοινή γνώμη και την προετοιμάζουν για έναν αναπόφευκτο αγώνα προς έναν πολύ επικίνδυνο αγώνα επανεξοπλισμού». Επισημαίνουν δε τους κινδύνους από την στρατιωτικοποίηση της δημόσιας σφαίρας και τις επιπτώσεις στην ευημερία του πληθυσμού που θα επιφέρει μια ανισοκατανομή των δημόσιων δαπανών προς τον τομέα των εξοπλισμών.

Φροντίζοντας να καταστήσουν ρητή την εναντίωσή τους στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, επισημαίνοντας  πως ο Πούτιν «είναι αυτός που ξεκίνησε τον πόλεμο και εισέβαλε βάναυσα στην Ουκρανία. Είναι αυτός που εκτόξευσε βλήματα προκαλώντας πόνο και θάνατο», καλούν ωστόσο σε ψυχραιμία κατά την κάλυψη του πολέμου, ώστε να αποφευχθούν τα fake news και η μανιχαϊκή πόλωση σε εχθρούς και φίλους της Δύσης.

«Η προπαγάνδα έχει μόνο ένα θύμα, τη δημοσιογραφία» τονίζουν και επισημαίνουν με λύπη ότι «τα περισσότερα ΜΜΕ (ιδιαίτερα τα μεγαλύτερα και πιο διαδεδομένα) στερούνται βαθιάς ανάλυσης για το τι συμβαίνει και, κυρίως, για το γιατί συνέβη».