συνέντευξη στους Κωνσταντίνο Πουλή και Θάνο Καμήλαλη
«To δικαστήριο ξεκίνησε στις 9 Ιουνίου, κράτησε τρεις δικάσιμες η όλη διαδικασία. Κατα τη διάρκεια της διαδικασίας ακούσαμε κωμικοτραγικά και εξοργιστικά πράγματα. Οι αστυνομικοί ήταν πλήρως αμετανόητοι, επέμειναν στο αρχικό τους αφήγημα, που έλεγε ότι τους επιτέθηκαν 40 άτομα με πέτρες και αντικείμενα εναντίον τους. κάτι για το οποίο δεν μπόρεσαν να προσκομίσουν κανένα βίντεο, κανένα στοιχείο, κανέναν μάρτυρα, πλην τριών συναδέρφων τους, υφισταμένων τους στην ομάδα ΔΙΑΣ» τόνισε αρχικά ο Αλέξανδρος και συνέχισε:
«Δηλαδή αυτοί οι μάρτυρες που κατέθεσαν υπηρετούσαν υπό τις διαταγές των κατηγορουμένων και ήταν και πειθαρχικά διωκόμενοι. Προφανώς και η εισαγγελέας και το δικαστήριο δεν πήρε στα σοβαρά αυτούς τους ισχυρισμούς, γιατί υπήρχαν και πάρα πολλές αντιφάσεις σε αυτά που λέγανε. Από το ότι “κόβαμε τα πρόστιμα και ο κόσμος μας έλεγε και ευχαριστώ” μέχρι και ότι “στα 30 χρόνια που είμαι αστυνομικός έχουμε δεχθεί επίθεση με σφαίρες και γκλομπ δεν βγάλαμε, τότε χρειάστηκε να βγάλουμε”.»
Σχολιάζοντας την καταδίκη των δύο εκ των τριών αστυνομικών, τόνισε ότι «για την καταδίκη πιστεύω ότι δύο πράγματα παίξανε ρόλο. Το ένα είναι ότι έγινε μέρα μεσημέρι σε ανοιχτό χώρο, με πάρα πολλούς μάρτυρες, που τράβηξαν και βίντεο. Επομένως ήταν αδύνατο να ληφθούν οι καταθέσεις των αστυνομικών ως ως βαρύνουσας σημασίας. Το δεύτερο που νομίζω ότι έπαιξε ρόλο είναι η έκταση που πήρε το ζήτημα, το ότι η δικη μου περίπτωση ήταν η αφορμή για να βγει ο κόσμος και να αντιδράσει σε όλο αυτό το παράλογο που βίωνε επί πολλούς μήνες».
Υπενθύμισε επίσης, ότι εν μέσω όλων εκείνων των αυστηρών περιορισμών στις μετακινήσεις και των μέτρων που άλλαζαν κάθε εβδομάδα, η κυβέρνηση Μητσοτάκη περνούσε σειρά νομοσχεδίων με χαμηλές κοινωνικές αντιδράσεις, ενώ μετατοπιζόταν η κουβέντα από τις κραυγαλέες ελλείψεις στο ΕΣΥ στο «αν θα καθόμαστε έξω σε παγκάκια στην πλατεία».
Σχετικά με το τι συνέβη εκείνο το απόγευμα, αναφέρθηκε αναλυτικά στα γεγονότα:
«Εγώ συμμετείχα εκείνο το διάστημα στην Ανοιχτή Συνέλευση κατοίκων της περιοχής , που είχε κάθε Κυριακή ανακοινωμένη συνέλευση στο θεατράκι της Πλατείας. Εκεί, κατά τη διάρκεια της κουβέντας, είδαμε δύο ομάδες ΔΙΑΣ να έχουν σταθμεύσει γύρω από δύο παγκάκια και ουσιαστικά να διαπληκτίζονται με κάποιους πολίτες. Όταν καταλάβαμε ότι υπήρχαν εκεί και μικρά παιδιά, αισθανθήκαμε ότι το όλο σκηνικό είναι πολύ αρνητικό γι αυτά. Οπότε σηκωθήκαμε τελείως αυθόρμητα γύρω στα 10 άτομα, περπατήσαμε με πολύ ήρεμο βήμα προς το μέρος των αστυνομικών και ζητήσαμε τον λόγο για την ένταση. Ήταν προφανές εξάλλου ότι επειδή κόβονταν πρόστιμα γινόταν αυτό. Οι οικογένειες μας είπαν ότι μας έκοψαν πρόστιμο γιατί καθόμασταν στα παγκάκια, παρόλο που είχαν στείλει το μήνυμα. Να σας θυμίσω ότι ήταν εκείνη η εποχή που κάθε εβδομάδα άλλαζαν οι διαταγές που είχαμε γύρω από την απαγόρευση κυκλοφορίας. Ο Χαρδαλιάς είχε πει κιολας κάποια στιγμή ότι όποιος δεν κινείται αρκετά, θα του κόβεται πρόστιμο, γιατί φαίνεται ότι δεν αθλείται. Εκεί ήταν δυο οικογένειες με τα παιδιά τους σε εξωτερικό χώρο, είχαν περπατήσει δύο χιλιόμετρα και είχαν καθίσει 20 λεπτά να παίξουν τα παιδιά τους στην πλατεία. Ουσιαστικά, από ό,τι μάθαμε εκ των υστέρων, από τη μητέρα των παιδιών τους ρώτησε ποιος είναι ο λόγος για το προστιμο και της απάντησαν “έτσι θέλουμε, τα παράπονά σας στον Χαρδαλιά”. Ήταν και αγενείς εξαρχής.
Εμείς ρωτήσαμε για ποιον λόγο γίνεται όλο αυτό, αφού υπάρχουν τα μηνύματα και τα χαρτιά μετακίνησης, οι αστυνομικοί ξεκίνησαν να ελέγχουν εμάς για κάποιον λόγο, δείχνουμε κι εμείς τα χαρτιά και μία κοπέλα ξεκινάει να τραβάει βίντεο με το κινητό. Τη βλέπει ο ένας αστυνομικός τη δείχνει με το δάχτυλο και πάει προς το μέρος της. Της λέει ότι εσύ που τραβάς, ελά μαζί μας, για προσαγωγή. Εκεί εμείς αντιδράσαμε και οι υπόλοιποι αστυνομικοί βγάλανε τα γκλομπ και άρχισαν να σπρώχνουν δύο από τους παρευρισκόμενους πολίτες. Τουλάχιστον ο ένας έπεσε κάτω και μετά ήθελαν να το προσαγάγουν και αυτόν. Οπότε εκεί είναι που ξεκινάει το πιο γνωστό βίντεο, που είμαι εγώ που συνομιλώ με τον αστυνομικό και ρωτάω για ποιον λόγο μας σπρώχνετε. Εκείνος που απαντάει με τελείως εριστικό ύφος, “σηκω φύγε από εδώ ρε”, εγώ επιμένω και εκεί πετάγεται ο άλλος αστυνομικός, ο οποίος με βάρεσε στη συνέχεια και μου λέει “συλλαμβάνεσαι”. Εγώ οπισθοχώρησα, δεν ήθελα εκείνη τη στιγμή να τρέξω, ήθελα να διατηρήσω μια απόσταση μαζί του και να συνεχίσω τη συνομιλία. Εκεί προφανώς συνέχισε να με τραβάει, βγάζει και το γκλομπ, τα γεγονότα μετά είναι γνωστά.
Ήταν τραυματικό σαν εμπειρία και δεν το περίμενα με τίποτα, περίμενα ότι οι αστυνομικοί θα μας πουν “τη δουλειά μας κάνουμε ρε παιδιά”».
Ο ξυλοδαρμός του Αλέξανδρου και η κραυγή «πονάω» έδωσε το έναυσμα για μαζικές διαδηλώσεις ενάντια στην αστυνομοκρατία, τις επόμενες εβδομάδες, με δεκάδες πορείες σε γειτονιές και τη μαζική κινητοποίηση στη Νέα Σμύρνη, λίγες μέρες μετά. Σε ερώτηση για το πώς διαχειρίστηκε αυτό που ακολούθησε, ο Αλέξανδρος σχολίασε:
«Αναγκάστηκα τότε να βγω και να μιλήσω αρκετά εκείνη την περίοδο, παρόλο που ήταν ενοχλητικό για εμένα να μιλάω γι αυτό τότε, γιατί υπήρχε πάρα πολύς δημόσιος λόγος και από την πλευρά της κυβέρνησης αλλά και της αστυνομίας. Οπότε ήταν αναγκαίο να βγω και να πω τα περιστατικά ακριβώς. Και βέβαια υπήρχε στοχοποίησή μου, με την αναφορά στο πρόσωπο μου από τον βουλευτή της ΝΔ, τον Κώστα Κυρανάκη, ο οποίος μου απέδωσε και διάφορες πολιτικές ιδιότητες. Αυτό ήταν το κερασάκι στην τούρτα, το αποκορύφωμα της στοχοποίησης, για την οποία ελπίζω να αποδοθεί δικαιοσύνη και σε αυτό το κομμάτι. Στο ποινικό κομμάτι με τον Κυρανάκη δεν κατάφερα να βγάλω άκρη, γιατί η ασυλία του δεν ήρθη από τη Βουλή».
Για το αν μετά τον ξυλοδαρμό του συνεχίζει να πηγαίνει σε κινητοποιήσεις και πορείες, απάντησε πως «πηγαίνω ναι, κανονικά» και πρόσθεσε ότι «φοβάμαι λίγο, να σας πω την αλήθεια, ότι σε περίπτωση συλλήψεων στον σωρό μπορεί να με στοχοποιήσουν περισσότερο με οποιονδήποτε τρόπο, ή με κάποιους είδους επιπρόσθετη βία, κάποιου είδους εκδικητική μεταχείριση».
Τόνισε όμως ότι «εφόσον θεωρώ αναγκαίες τις συλλογικές κινητοποιήσεις, το σημαντικό είναι αυτό».
Κατά γενική ομολογία, στο εκλογικό αποτέλεσμα δεν έπαιξαν ρόλο οι τεράστιες παραβιάσεις του Κράτους Δικαίου και των ατομικών ελευθεριών από την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Ούτε το σκάνδαλο των υποκλοπών αποτυπώθηκε στην κάλπη, ούτε η αστυνομοκρατία και τα δεκάδες περιστατικά αστυνομικής βίας που καταγράφηκαν τα προηγούμενα 4 χρόνια. Για το πώς σχολιάζει αυτό το μειωμένο ενδιαφέρον μερίδας των ψηφοφόρων για αυτά τα ζητήματα, ο Αλέξανδρος απάντησε:
«Θεωρώ ότι πολύς κόσμος και στο κομμάτι της οικονομίας και στο κομμάτι των ελευθεριών και των δικαιωμάτων, συνειδητά εθελοτυφλεί μάλλον. Κάπως προσπαθεί να διατηρήσει την ψυχική του ηρεμία στρέφοντας μακριά το βλέμμα από τα προβλήματα που υπάρχουν. Είτε προφασιζόμενος ότι εμένα δεν θα μου συμβεί ποτέ κάτι τέτοιο, γιατί “δεν προκαλώ” ή “δεν ασχολούμαι τόσο”, είτε πιστεύοντας ότι οικονομικά μπορεί να επιβιώσει με κάποιον τρόπο, είτε αναρριχώμενος στις πλάτες άλλων είτε μέσω πελατειακών δικτύων είτε απλά έχοντας αποδεχθεί ότι δεν υπάρχει εναλλακτική».