Για τον Γιάνη Βαρουφάκη, υπουργό Οικονομικών την περίοδο της διαπραγμάτευση, πριν το τρίτο μνημόνιο, ο Αλέξης Τσίπρας γράφει πως «ήταν περισσότερο σελέμπριτι και λιγότερο οικονομολόγος. Πολύ γρήγορα από asset μετατράπηκε σε αρνητικό πρωταγωνιστή. Δεν τον άντεχαν στο Eurogroup, όχι μόνο οι απέναντι, αλλά ούτε οι πιθανοί μας σύμμαχοι, ακόμα και οι ίδιοι του οι συνεργάτες».

Υποστηρίζει μάλιστα ότι μετά τη νίκη στο δημοψήφισμα, ο Γ.Βαρουφάκης ήταν ο μόνος που δεν χαιρόταν, αφήγηση ευθέως αντίθετη με όσα έχει υποστηρίξει ο πρώην υπουργός Οικονομικών. Ο Α.Τσίπρας γράφει: «Εξαίρεση στο κλίμα της χαράς ήταν εκείνο το βράδυ ο Βαρουφάκης. Κυριολεκτικά δεν μιλιόταν, προφανώς επειδή διαισθανόταν αυτό που ερχόταν. Είχε φτάσει με τη σύζυγό του, Δανάη, στο Μαξίμου, αφού εν τω μεταξύ είχε προλάβει να διαπράξει το τελευταίο του ατόπημα. Είχε σπεύσει να κάνει δηλώσεις από το Υπουργείο του πριν από το δικό μου διάγγελμα».

Και συνεχίζει: «Γιάνη, έκλεισε ένας κύκλος, πετύχαμε μια πολύ σημαντική νίκη και τώρα πρέπει να πάμε να πετύχουμε και μια συμφωνία η οποία θα είναι βιώσιμη. Έπαιξες έναν καθοριστικό ρόλο, αλλά ο ρόλος αυτός έχει τελειώσει. Δεν είσαι το πρόσωπο πάνω στο οποίο μπορεί να στηθεί μία στρατηγική συμφωνίας και πρέπει να κάνω ανασχηματισμό. Και σου προτείνω να πάρεις άλλο Υπουργείο”. Αυτός έδειξε πολύ χολωμένος. Μου είπε ότι κατά την άποψή του δεν θα μπορούσε να υπάρξει συμφωνία. Από την αρχή, είπε, είχε αυτήν την εκτίμηση και επίσης δεν ήθελε να πάρει άλλο Υπουργείο».

Ενώ για τη Ζωή Κωσνταντοπούλου χαρακτηρίζει ως λάθος του την επιλογή του να την τοποθετήσει στο αξίωμα της Προέδρου της Βουλής και τονίζει ότι πρόκειται για «χαρακτηριστική περίπτωση αυτοκαταστροφικής αδιαλλαξίας ήταν εκείνη της Ζωής Κωνσταντοπούλου. Η στάση της ήταν συστηματικά συγκρουσιακή και παρελκυστική. Δυστυχώς η πολιτική και η Αριστερά μαγνητίζουν τους νάρκισσους, όπως το φως τα έντομα.».

Όσον αφορά τον Παύλο Πολάκη , Αλέξης Τσίπρας τον κατηγορεί για τη στάση του στην πανδημία, ενώ αναφέρει πως «ο Παύλος είχε δείξει, και τότε και νωρίτερα, ιδίως όμως αργότερα, μια sui generis στάση, που δημιουργούσε προστριβές με άλλα στελέχη αλλά και με πολιτικούς αντιπάλους και δημοσιογράφους. Το έβλεπα. Έβλεπα όμως, ταυτόχρονα, πως ήταν ένας σύντροφος τίμιος και μαχητικός, μερικές φορές υπέρ το δέον, που συχνά έβαζε το θυμικό του πάνω από τη συλλογική μας υπόθεση. Αργότερα βέβαια συνειδητοποίησα ότι δεν ήταν πάντα αιτία της στάσης του το θυμικό, καθώς σε κάποιες περιπτώσεις αποδείχτηκε εξαιρετικά ικανός να το συγκρατεί».

Κατηγορεί τον Νίκο Παππά για την αποτυχία του πρώτου διαγωνισμού για τις τηλεοπτικές άδειες, ενώ αναφέρεται και στην καταδίκη του από το Ειδικό Δικαστήριο. «Ήταν σαφές πως έπρεπε να σταθμίσω πολύ προσεκτικά τις αποφάσεις μου. Επικοινώνησα αμέσως με τον Νίκο αναμένοντας να δω ποια στάση θα κρατούσε ο ίδιος. Φανερά πληγωμένος από την απόφαση, δεν έδειξε καμία διάθεση να θέσει ζήτημα παραίτησης, προσωρινής αποχής ή έστω να αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο να αποσυρθεί από την πρώτη γραμμή, ενόψει εκλογών. Ούτε κι εγώ από την πλευρά μου προχώρησα σε τέτοια συζήτηση» αναφέρει συγκεκριμένα. «Εκ των υστέρων εκτιμώ ότι έπρεπε τότε να του ζητήσω να διευκολύνει το κόμμα αλλά και τον εαυτό του, αποσύροντας την υποψηφιότητά του. Κι αυτό διότι είχε επιδείξει σε όλη αυτή τη διαδικασία απαράδεκτη επιπολαιότητα».

Κατηγορεί επίσης την Έφη Αχτσιόγλου για την άρνησή της να δεχθεί την πρότασή του να αναλάβει τα ηνία του ΣΥΡΙΖΑ ενόψει των εκλογών του Ιουνίου του 2023.«Η αντίδρασή της με ξάφνιασε. Ήταν ιδιαίτερα επιφυλακτική στα όρια της άρνησης. Τα επιχειρήματά της ομολογώ, δεν μου φάνηκαν καθόλου πειστικά. Μου είπε πως δεν της είχε περάσει καθόλου απ’ το μυαλό η προοπτική να ηγηθεί του ΣΥΡΙΖΑ και ότι ένιωθε ανέτοιμη για ένα τέτοιο βάρος. Ανέφερε επίσης την οικογένειά της και τις δυσκολίες που θα είχε να ισορροπήσει ανάμεσα στις απαιτήσεις του ρόλου και τις ανάγκες του μικρού της παιδιού. Η στάση της με αιφνιδίασε. Εκεί που εγώ έβλεπα μια μεγάλη ευκαιρία, εκείνη έβλεπε προβλήματα. Επιχείρησα, λοιπόν, όσο μπορούσα να τη μεταπείσω. Τη διαβεβαίωσα πως θα ήμουν συνεχώς δίπλα της. Αν μεν πηγαίναμε καλά στις εκλογές και ανεβάζαμε έστω και μία μονάδα τα ποσοστά μας σε σχέση με τον Μάιο θα βγαίναμε όλοι κερδισμένοι. Αν πάλι δεν πηγαίναμε καλά, η ευθύνη θα βάραινε αποκλειστικά εμένα».

Ο Αλέξης Τσίπρας συμπεραίνει στη συνέχεια ότι «όπως φάνηκε και στη συνέχεια, η Έφη αρνήθηκε γιατί πίστευε πως μόνη της, παίρνοντας αποστάσεις από μένα, θα μπορούσε να υπερβεί τα προβλήματα εντός του ΣΥΡΙΖΑ και να πείσει τα μέλη του παρουσιάζοντας μια φρέσκια υποψηφιότητα, χωρίς να δίνει την εντύπωση πως ήταν υπό την κηδεμονία μου. Αποδείχτηκε ότι υποτίμησε την κατάσταση και τη σημασία της δικής μου στήριξης».

Για τον Στέφανο Κασσελάκη τονίζει: «Μου φάνηκε υπερφίαλος, είχε τη βεβαιότητα ότι μόνο ότι θα εκλεγεί πρόεδρος στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ότι σύντομα θα εκλεγεί και πρωθυπουργός. Όταν έφυγαν, η Μπέττυ γυρίζει και μου λέει: “αυτός θα φάει τα μούτρα του”. Γιατί το λες; “Δεν άκουσες τι με ρώτησε; Σκοπεύουν να αποκτήσουν παιδιά και η αγωνία του είναι πώς θα τα μεγαλώσουν στο Μαξίμου”. Και τι του απάντησες; “Αγάπη να υπάρχει και όλα γίνονται, τι να του απαντήσω;”».

Ωστόσο υπεραμύνεται της απόφασής του να μην παρέμβει στις εσωκομματικές εκλογές του ΣΥΡΙΖΑ, ώστε να διαψεύσει το ψέμα που είχε κυκλορήσει η πλευρά Κασσελάκη περί «απειλητικού SMS» της Αχτσιόγλου στον Τσίπρα.

Για τον Παναγιώτη Λαφάζάνη, αναφέρει ενδεικτικά: «Για μερικούς συντρόφους μου είχα πάντα την απορία αν αντιλαμβάνονταν έστω και στοιχειωδώς την πραγματικότητα. Ο Λαφαζάνης ήταν ένας από αυτούς»

Ενώ από την κριτική του πρώην Πρωθυπουργού προς τον ΣΥΡΙΖΑ δεν απουσιάζει και μια εκτενής αναφορά στην «Ομπρέλα», την τάση στην οποία βρισκόταν και ο πρώην υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος.

«Τον Δεκέμβριο του 2020, λοιπόν, με επισκέφτηκαν στο γραφείο μου με κάθε επισημότητα ο Βίστας, ο Τσακαλώτος, ο Βίτσας, ο Παπαδημούλης, ο Λάμπρου και ο Δρίτσας. Η πολυμελής αυτή αντιπροσωπεία ήρθε να μου ανακοινώσει ότι συγκροτείται μια νέα τάση, την οποία βάφτισαν “Ομπρέλα”. Μια σύμπραξη, αν έχει κάποια σημασία αυτή η πληροφορία, της ομάδας των “53”, της εντός οργάνωσης της αριστερής πτέρυγας πόλος, και στελεχών όπως ο Βούτσης, ο Βίτσας και ο Παπαδημούλης. Ποια ήταν η πολιτική, ή ιδεολογική, βάση αυτής της συσπείρωσης; Μία και μόνη. Η αντίθεσή τους στον μετασχηματισμό του ΣΥΡΙΖΑ σε έναν σύγχρονο, μαζικό, δημοκρατικό και ανοικτό κόμμα της Αριστεράς. Και η αντίθεση με μένα, που στήριζα αυτό τον μετασχηματισμό».

Στη συνέχεια, ο Αλέξης Τσίπρας ρίχνει στην «Ομπρέλα» έμμεσα ευθύνες για την ήττα του ΣΥΡΙΖΑ το 2023:

«Η Ν.Δ. είχε στα χέρια της ένα εσωκομματικό κείμενο, που υπέγραψε ο Τσακαλώτος μαζί με άλλα στελέχη της «Ομπρέλας», γραμμένο καιρό πριν από τις εκλογές, όταν είχα ζητήσει να τεθούν σοβαρές προτάσεις για το προεκλογικό μας πρόγραμμα.Εκείνοι, λοιπόν, πρότειναν την ιδέα τοπικών νομισμάτων, την οποία θεώρησαν τόσο λαμπρή, ώστε την έδωσαν και στη δημοσιότητα. Θυμάμαι ότι είχα τότε πραγματικά εξοργιστεί κυρίως με τον Τσακαλώτο, την πλήρωσε όμως ο Ανδρέας Ξανθός. Ήταν ίσως η μοναδική φορά που μίλησα σε τόσο έντονο τόνο και μάλιστα σε έναν άνθρωπο με ήπιο χαρακτήρα, όπως ο Ανδρέας. Αλλά αυτός βρέθηκε κατά τύχη μπροστά μου τη στιγμή που το έμαθα και αυτός πλήρωσε τη νύφη. Έφτασα να του φωνάζω: “Αν δεν θέλετε να ξανακερδίσουμε ποτέ εκλογές, αν θέλετε να υπονομεύσετε το κόμμα, πείτε το καθαρά”».