του Λεωνίδα Ρήγα

Η ευαισθησία φέρει την οξύτητα που μας αρμόζει, σε όσους προνομιούχους μπορούν και τη γεύονται ακόμα στη γλώσσα. Αλλά, όπως είπαμε, πολλές φορές θολώνει, ακινητοποιεί. Δεν αρκεί ένα αστραπιαίο σκοτάδιασμα για να καταλάβεις παραπέρα. Η ευαισθησία, σίγουρα, είναι η αρχή ως κοσμική μήτρα ενάρετων πράξεων, αλλά μόνη της δεν αρκεί. Και όσο ο άνθρωπος προχωρά και διανύει ταχύτερα τις πολυπόθητες απ’ τα αρχαία χρόνια λεωφόρους του μεταξιού, η καθημερινότητα που αφήνει πίσω του για τους περισσότερους μοιάζει όλο και παραπάνω με γρίφο, ένα δυσνόητο μάτριξ, στο οποίο οι σύγχρονοι Joker πολλαπλασιάζονται τόσο γρήγορα όσο, μετά από λίγο, χάνονται, εις βάρος κάθε ανθρώπινης έννοιας και αξίας.

Αυτός είναι ο Joker που είδα απόψε.

Όχι μια αλλοπρόσαλλη, αδίστακτη Αφροδίτη που αναδύεται την επόμενη στιγμή απ’ τις φυσαλίδες χημικών ενώσεων μιας δεξαμενής, αλλά μια σκιά καταδικασμένη να καταπίνει όλες αυτές τις τοξικές ουσίες που καίει καιρό τώρα αθόρυβα η μηχανή της Δύσης.

Οι μαζεμένες κραυγές ελευθερίας που λέρωσαν κάποτε τον χρόνο και κατάφεραν να αφήσουν το μικρό αποτύπωμά τους σε νόρμες, τρόπους και αράδες στα συντάγματα των εθνών-κρατών πνίγονται πλέον στο θόρυβο της οικονομίας και δημιουργίας ΑΕΠ. Φαίνεται πως το πέτο της ανθρωπότητας που άλλοτε ονειρεύτηκαμε στολισμένο και πολύχρωμο, αποφάσισαμε τελικά να κρατήσει πάνω του μόνο μία ελευθερία, αυτή της κατανάλωσης – στο όνομα και εις βάρος κάθε άλλης ελευθερίας.

Την ελευθερία αυτή με την οποία μας δωροδώκησαν τη θρέψαμε αρκετά, τόσο πολύ που την περιστοιχήσαμε με μια σειρά από άλλες ελευθερίες, αμυντικές, όλες τους στη δούλεψη της πρώτης. Τίποτα πια δεν μας εμπόδιζε να αγοράζουμε και να πουλάμε ό,τι θέλουμε την οποιαδήποτε ώρα. Κινητά, κορμιά, νεφρά, μωρά∙ όλα το ίδιο και όλα τους προς πώληση, ‘με προηγούμενη συναίνεση των μερών’ φυσικά. Όλα τα εμπόδια μπροστά σε τέτοιου είδους ορμές άρθηκαν ως βαθιά ανελεύθερα που δεν αρμόζουν σε ανοιχτές δημοκρατίες σαν του λόγου μας. Κι όσο μεγάλωνε η ελευθερία αυτή και φάρδαινε ο καθρέφτης του εαυτού μας, τόσο κόνταινε η προσοχή και η έγνοια μας για το καλό του άλλου. Όπως αποδείχτηκε, λοιπόν, η απεριόριστη ελευθερία που μας χάρισαν οι Δαναοί στην τσέπη έφερνε μια άλλη κρυφά μέσα της, την ελευθερία της αδιαφορίας.

Εκεί γεννιέται ο Joker:

ανάμεσα στις αξημέρωτες ουρές που στήθηκαν ξανά μέσα σ’ ένα χρόνο για το νέο iPhone, στην κοινωνική απαξίωση του – χρήσιμου για τους ανήμπορους – φόρου ως μέτρου επιβαρυντικού για την υγεία των επενδύσεων με όλα όσα αυτό συνεπάγεται και, προπάντων, στην αυταπάτη της αξιοκρατίας, με την οποία συγκόλλησε το μοντέρνο οικοδόμημά του ο δυτικός φιλελευθερισμός. ‘Αν δεν πέτυχες, δεν προσπάθησες αρκετά’, φωνάζουν μονομιάς οι τυχεροί των ημερών στους πίσω. Οι άνδρες, οι λευκοί, οι χριστιανοί, οι υγειείς, οι πρωτότοκοι. Και στον κοινό αυτό παρανομαστή που τραβήξαμε αδίστακτα απ’ άκρη σ’ άκρη, θρέψαμε τις κοινωνικές διακρίσεις και το χάσμα αναμεταξύ μας ως κοινωνία. Και καταλήξαμε πια να ζούμε σε μία κοινωνία πολλών ταχυτήτων, με διαφορετικά ενδιαφέροντα και συμφέροντα – όλο και πιο συχνά αλληλοαντικρουόμενα. Στο κυνήγι για την ελευθερία, φαίνεται, που μας στέρησαν άλλοτε τα κομμουνιστικά καθεστώτα ξεχάσαμε την ισότητα. Μα δεν λειτουργούν έτσι οι δημοκρατίες, δυστυχώς∙ δεν λειτουργούν μερικά, αλλά σε ισορροπία αυτών των δύο.

Το επίτευγμα του φετινού Joker είναι πως εξανθρώπισε το πρόσωπο του, παραδοσιακά, απόκοσμου κακού και το προσγείωσε στον σημερινό αγορακεντρικό φιλελευθερισμό της Δύσης και τις συνέπειες που σέρνει αυτός μαζί του.

Κι αυτό είναι ένα μήνυμα προς όλους.