Στα ζητήματα του κράτους δικαίου αναφέρθηκε ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής στην παρέμβαση του. «Δεν αρκεί να λέμε ότι η Δημοκρατία υπάρχει. Οφείλουμε να εξετάζουμε αν λειτουργεί όπως πρέπει. Αν οι θεσμοί της παραμένουν ανθεκτικοί. Αν οι εγγυήσεις που συγκροτούν το Κράτος Δικαίου παραμένουν αξιόπιστες. Αν οι πολίτες εμπιστεύονται τους θεσμούς και το πολιτικό σύστημα. Γιατί θεμέλιο της Δημοκρατίας είναι η εμπιστοσύνη και η συμμετοχή των πολιτών. Γιατί χωρίς εμπιστοσύνη καμιά Δημοκρατία δεν μπορεί να σταθεί όρθια» επεσήμανε ο Κώστας Καραμανλής.
Έπειτα, σημείωσε: «Η αλήθεια είναι ότι ένα ολοένα διευρυνόμενο τμήμα της κοινωνίας θεωρεί ότι οι θεσμοί δεν λειτουργούν με την πληρότητα που απαιτείται. Ότι το Κοινοβούλιο υποβαθμίζεται. Ότι η Δικαιοσύνη επηρεάζεται. Ότι τα ΜΜΕ χειραγωγούνται. Ότι οι κυβερνήσεις δεν ακούνε και δεν καταλαβαίνουν. Ότι οι αποφάσεις λαμβάνονται ερήμην τους. Ότι η πολιτική ασκείται με όρους κλειστών συστημάτων, χωρίς έγνοια, χωρίς αναφορά, στις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας.»
«Όταν αυτή η αντίληψη γενικεύεται και παγιώνεται ως πεποίθηση, ακόμα κι αν δεν ανταποκρίνεται απολύτως στην πραγματικότητα, τότε οδηγούμαστε σε κρίση εμπιστοσύνης. Κρίση αντιπροσώπευσης, κρίση αμφισβήτησης των θεσμών, κρίση απονομιμοποίησης του πολιτικού συστήματος. Τότε δοκιμάζεται η Δημοκρατία και η ποιότητά της. Μη κρυβόμαστε. Τα φαινόμενα αυτά και υπαρκτά είναι και συνεχώς ογκούμενα. Σε όλον τον κόσμο, στην Ευρώπη και στην χώρα μας» συνέχισε αναγνωρίζοντας ότι η εμπιστοσύνη των πολιτών προς τους θεσμούς έχει κλονιστεί.
Μάλιστα, ο Κώστας Καραμανλής έκανε λόγο για την υποβάθμιση της Βουλής, φέρνοντας ως ενδεικτικό παράδειγμα τις Εξεταστικές Επιτροπές, παρουσιάζοντας την ωστόσο ως «αίσθηση» των πολιτών. Συγκεκριμένα είπε: «Απαξιώνεται η Βουλή στα μάτια των πολιτών όταν αισθάνονται ότι οι Εξεταστικές Επιτροπές για παράδειγμα λειτουργούν προσχηματικά ή παρελκυστικά».
Σχετικά με τη Δικαιοσύνη, αναφέρθηκε εκτενώς στο σκάνδαλο των υποκλοπών λέγοντας: «Το κύρος της Δικαιοσύνης είναι το θεμέλιο πάνω στο οποίο χτίζεται η εμπιστοσύνη των πολιτών. Η ποιότητα της Δημοκρατίας δεν κινδυνεύει μόνο όταν η Δικαιοσύνη παύει να είναι ανεξάρτητη. Κινδυνεύει ήδη από την στιγμή που η ανεξαρτησία της τεθεί υπό αμφισβήτηση. Η δικαστική διερεύνηση της υπόθεσης των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων πολιτικών αρχηγών, υπουργών, ανώτερων στρατιωτικών, δημοσιογράφων και άλλων δεν έπεισε ότι δόθηκαν απαντήσεις στα καίρια ερωτήματα που προέκυψαν, αναφορικά με τη νομιμότητα, την σκοπιμότητα, τους λόγους που έγιναν, τις εγκρίσεις που δόθηκαν, το περιεχόμενό τους. Ο χρόνος κύλησε, τα γεγονότα έπαψαν να απασχολούν την επικαιρότητα, η πολιτική αντιπαράθεση κόπασε. Για την μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών όμως τα αναπάντητα ερωτήματα μένουν και ρίχνουν την σκιά της αμφισβήτησης στην εύρυθμη λειτουργία της Δικαιοσύνης».
Παράλληλα μίλησε για τη λειτουργία των Μέσων Ενημέρωσης ασκώντας κριτική: «Η αποστολή του Τύπου δεν είναι να εξωραΐζει καταστάσεις, ούτε να λιβανίζει τις εξουσίες. Είναι να τις ελέγχει με αυστηρότητα, όποιες και αν είναι, όσο ψηλά και αν βρίσκονται».
Αναφερόμενος στον πρώην πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, Ευάγγελο Βενιζέλο που τον διαδέχθηκε στο βήμα, είπε: «Χαίρομαι ιδιαίτερα που βρίσκομαι σε αυτή την συνάντηση μαζί με έναν πολιτικό, που μας χωρίζουν πολλά και γνωστά. Διαφορετική αφετηρία, διαφορετικά κόμματα, άλλες κυβερνήσεις, πολιτικές αντιπαραθέσεις, κοινοβουλευτικοί διαξιφισμοί.
Μας ενώνουν όμως περισσότερα. Η πίστη στο δημοκρατικό πολίτευμα, στον πολιτισμένο διάλογο, στην παράθεση στέρεης επιχειρηματολογίας. Ο σεβασμός στην άλλη άποψη. Η αγάπη για την πατρίδα, την υψηλή πολιτική, και μάλιστα με όρους “μεταπολιτικής”». «Η αγάπη για τα καλά Ελληνικά. Ίσως πάνω απ΄ όλα η αγάπη για τη Θεσσαλονίκη. Με άλλα λόγια έναν πολιτικό που χαίρεσαι να τον έχεις συνομιλητή», κατέληξε ο πρώην πρωθυπουργός.
Ευ. Βενιζέλος: «Η χώρα δεν μπορεί να πορευτεί προς το μέλλον με βαθιές κοινωνικές ασυμμετρίες»
Στη συνέχεια ο κ. Βενιζέλος, άσκησε αιχμηρή κριτική προς την κυβέρνηση σχετικά τη δημοκρατική λειτουργία της χώρας. «Το θεμελιώδες πρόβλημα της ευρωπαϊκής και ελληνικής δημοκρατίας», όπως τόνισε, «είναι ότι έχει διαρραγεί το κοινωνικό συμβόλαιο» πάνω στο οποίο οικοδομήθηκε μεταπολεμικά.

«Το 67% των Ελλήνων, σύμφωνα με την Eurostat, απαντά ότι το εισόδημά του είναι ανεπαρκές, παρότι μπορεί να εργάζεται» υπενθύμισε, μιλώντας για «μια μεσαία τάξη που ψάχνει τον εαυτό της».
«Γνωρίζουμε και οι δύο βιωματικά ότι η αντιπαράθεση, η εναλλαγή και εν τέλει η συνύπαρξη βρίσκονται στην καρδιά της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Αυτό είναι άλλωστε μεγάλο κεκτημένο της μεταπολίτευσης που θεμελίωσε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και συνέχισε ο Ανδρέας Παπανδρέου» σημείωσε.
«Είμαι υπερήφανος διότι διετέλεσα Αντιπρόεδρος τριών κυβερνήσεων που σήκωσαν το βάρος της κρίσης και κράτησαν την χώρα όρθια μέσα στην ευρωζώνη και μέσα στη δημοκρατία, με κορύφωση την κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου. Τότε που η έξοδος από την κρίση είχε αρχίσει να φαίνεται στην αγορά, χωρίς να είναι αναγκαίο το τρίτο μνημόνιο ούτε η δραματική περιπέτεια του πρώτου εξαμήνου του 2015» συνέχισε την ανάλυση του.
Σύμφωνα με τον ίδιο «η δημοκρατία είναι ιστορική κατάκτηση των τριών τελευταίων αιώνων, μια κατάκτηση της νεοτερικότητας, ένα επίτευγμα της Δύσης. Που τώρα δοκιμάζεται συνολικά ως ιστορική, αξιακή, θεσμική και γεωπολιτική οντότητα. Ζούμε λοιπόν την κρίση της Δύσης, την κρίση των ευρωαμερικανικών σχέσεων και την κρίση της δυτικής δημοκρατίας, καθώς η αμερικανική και η ευρωπαϊκή αντίληψη περί δημοκρατίας, φαίνεται να αποκλίνουν σοβαρά».
«Η χώρα δεν μπορεί να πορευθεί προς το μέλλον με ασύμμετρο πολιτικό σύστημα που αντιμετωπίζει με αμηχανία την ανάγκη για εθνικές και θεσμικές συναινέσεις αλλά και την ανάγκη για συνεργασίες που μπορεί να καταστούν αναπόφευκτες. Η διαφορά μεταξύ συναίνεσης και συνεργασίας είναι μεγάλη. Αλλά ακόμη πιο μεγάλη είναι η διαφορά από την μονοκομματική εκδοχή της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας που φαίνεται να έχει εξαντλήσει τα όριά της. Ιδίως υπό την μορφή μιας αυτοδύναμης μονοκομματικής κυβερνητικής πλειοψηφίας που έχει μετατραπεί σε μονοπρόσωπη εξουσία χωρίς θεσμούς αντιρρόπησης και ουσιαστικές σύγχρονες εγγυήσεις διαφάνειας. Δε νοείται να κυριαρχεί στις έρευνες κοινής γνώμης η αίσθηση της διαφθοράς και η κραυγαλέα έλλειψη εμπιστοσύνης προς όλους τους θεσμούς, συμπεριλαμβανόμενης δυστυχώς και της δικαιοσύνης» συμπλήρωσε.
Στην υπόθεση των υποκλοπών αναφέρθηκε και ο Ευ. Βενιζέλος, σημειώνοντας ότι «ο πολίτης παρακολουθεί αυτές τις ημέρες να διεξάγεται στο ακροατήριο του Πλημμελειοδικείου η δίκη για την υπόθεση των υποκλοπών», όπου, όπως είπε, «γίνονται εντυπωσιακές αποκαλύψεις που δεν μπορούν να εκκαθαριστούν από το συγκεκριμένο δικαστήριο».
Αναφερόμενος στη λειτουργία της Βουλής, υπογράμμισε ότι η πρόσφατη εξεταστική επιτροπή για τον ΟΠΕΚΕΠΕ «αποκαλύπτει το μέγεθος του σκανδάλου», εξηγώνοτας ότι «η κοινή γνώμη δεν βλέπει με ποιον τρόπο, σε ποιους και πότε θα αποδοθούν οι ευθύνες». Ταυτόχρονα, έκρινε πως το χάσμα μεταξύ κοινοβουλευτικής διαδικασίας και κοινωνικής προσδοκίας ενισχύει την κρίση εμπιστοσύνης.