Κ. Ζαφειρόπουλος για τις αποκαλύψεις για παρακολουθήσεις πολιτών και συλλογικοτήτων: «Η αστυνομία πιάστηκε επ’ αυτοφώρω»
Ακούστε τη συνέντευξη του δημοσιογράφου της Εφημερίδας των Συντακτών, Κώστα Ζαφειρόπουλου στο ΜηνΌρε του TPP:
Μία μόλις ημέρα μετά το κρεσέντο αστυνομικής καταστολής και βιαιότητας της 17ης Νοεμβρίου, μέσα από σειρά ειδήσεων, βίντεο, μαρτυριών και αρθρογραφίας, αναρωτιόμασταν εάν όλα αυτά τα περιστατικά περιγράφουν «μία σύγχρονη, δημοκρατική, ευρωπαϊκή αστυνομία». Η σιωπή της αστυνομίας και του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη έναντι των πρωτοφανών αυτών περιστατικών ήταν χαρακτηριστική, συνοδευόμενη μάλιστα από τα εύσημα για το έργο των αστυνομικών δυνάμεων.
Σιωπή που έσπασε, όχι για να δώσει μία απάντηση στα εκκωφαντικά ερωτήματα πλήθους πολιτών για τα ζοφερά αυτά περιστατικά, αλλά για να δοθεί απάντηση σε μία ακόμα αποκάλυψη – κόλαφο για την επίσημη και ανεπίσημη δραστηριότητα των αστυνομικών δυνάμεων, και όχι μόνο. Τα όσα αναφέρουν τα δημοσιεύματα της Εφημερίδας των Συντακτών («Ασφαλίτες βάζουν κοριούς γεωεντοπισμού σε οχήματα διαδηλωτών» και
«H Ασφάλεια φυτεύει κάμερες και τα ΜΑΤ τις φυγαδεύουν»).
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά. Την Τρίτη, η Εφημερίδα των Συντακτών προχώρησε στην αποκάλυψη σωρείας υποθέσεων τοποθέτησης κοριών παρακολούθησης διαδηλωτών και ατόμων με πολιτική δράση, με τη χρήση συσκευών γεωεντοπισμού GPS στα οχήματά τους. Στο αποκαλυπτικό δημοσίευμα της εφημερίδας περιλαμβάνονται και νέες περιπτώσεις παράνομης παρακολούθησης πολιτών, μελών της αναρχικής – κομμουνιστικής συλλογικότητας «Ταξική Αντεπίθεση», αλλά και άλλων πολιτών, ενώ από τον περασμένο Αύγουστο, αναπάντητη παραμένει η καταγγελία του καθηγητή του πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Παναγιώτη Πολίτη, ο οποίος τότε κατήγγειλε ότι εντοπίστηκε στο αυτοκίνητό του συσκευή γεωεντοπισμού (GPS).
«Το πρώτο περιστατικό που αποκαλύψαμε ήταν στις 19 Οκτωβρίου του 2019, όταν μία ομάδα διαδηλωτών επιστρέφουν από μία πορεία στο κέντρο της Αθήνας, ήταν μία πορεία ενάντια στα κολαστήρια στη Μόρια και στις απάνθρωπες εγκαταστάσεις των προσφύγων και των μεταναστών και ειδοποιούνται από διερχόμενους, ότι υπάρχουν κάποιοι ύποπτοι τύποι που είναι πάνω από τις μηχανές σας, και κάτι πάνε να τοποθετήσουν, ή κάτι κάνουν. Ψάχνοντας λοιπόν τα οχήματά τους, ένα συγκεκριμένο άτομο εντοπίζει έναν μηχανισμό παρακολούθησης. Τον φωτογραφίζει, ειδοποιεί τους άλλους, το βλέπουν και το αφαιρεί και πηγαίνει σπίτι του. Την επόμενη μέρα ξανακοιτάζει τη μηχανή του και εντοπίζει δεύτερο κοριό, ανάλογο μηχανισμό, με μπαταρία, κάρτα sim και κάποιους μαγνήτες, για να κολλάνε πάνω στη μηχανή, σε μη ορατό σημείο. Αποφασίζει λοιπόν ο συγκεκριμένος άνθρωπος να μην αφαιρέσει αυτή τη φορά τον κοριό, τη συσκευή αυτή, αλλά να την μετακινήσει κατά λίγο στην ίδια τη μηχανή του. Και την αφήνει γνωρίζοντας, ότι σ’ αυτές τις συσκευές, η μπαταρία τους έχει μία ημερομηνία λήξης. Έχουν δηλαδή μία διάρκεια ζωής οι μπαταρίες, κάποιων ημερών. Μετά λοιπόν από επτά μέρες, ελέγχοντας κάθε μέρα τη μηχανή του, εντοπίζει ότι έχει αφαιρεθεί η δεύτερη συσκευή και σε άλλο σημείο της μηχανής έχει τοποθετηθεί τρίτη συσκευή εντοπισμού. Αυτό ήταν ένα παράδειγμα ακραίο. Μέλη της ίδιας συλλογικότητας είχαν βρει αντίστοιχες συσκευές, οι οποίες μάλλον είχαν τοποθετηθεί την ίδια μέρα, στις 19 Οκτωβρίου του 2019» αναφέρει σχετικά με τα πρώτα περιστατικά ο Κώστας Ζαφειρόπουλος, ενώ υπογραμμίζει ότι την ίδια ημέρα, ένα ακόμη άτομο -επίσης διαδηλωτής- βρήκε έναν αντίστοιχο μηχανισμό, τον οποίο κατήγγειλε στο Omniatv.
Μία ημέρα αργότερα, η εφημερίδα επανήλθε, και μάλιστα με ακόμα μεγαλύτερη αποκάλυψη. Ουσιαστικά, η αστυνομία πιάστηκε «επ’ αυτοφώρω», καθώς ένα εντυπωσιακό και ατράνταχτο ντοκουμέντο της καταγράφει αυτοκίνητο της Ασφάλειας έξω από τα γραφεία της αναρχικής – κομμουνιστικής συλλογικότητας «Ταξική Αντεπίθεση», το οποίο έφερε κρυφή κάμερα, και όταν έγινε αντιληπτό, απροκάλυπτα εμφανίστηκε διμοιρία των ΜΑΤ για να το φυγαδεύσει.
Όπως περιγράφει ο δημοσιογράφος, λίγο μετά τα μεσάνυχτα της Δευτέρας προς Τρίτη, ενημερώθηκε από άτομα της ίδιας συλλογικότητας για την παρουσία ενός ύποπτου αυτοκινήτου έξω από τα γραφεία τους, με αποτέλεσμα να σπεύσει άμεσα στο σημείο.
«Ήταν έξω από τα γραφεία. Ήταν σε ένα λευκό αυτοκίνητο, που δεν ήταν κανένας μέσα, μάρκας POLO, αν παίζει κάποιο ρόλο, προσεγγίσαμε το σημείο, με στόχο να το δούμε με τα μάτια μας. Για να μη λέει κανείς, ότι αυτές οι καταγγελίες μπορεί να είναι ανυπόστατες. Ήταν βράδυ, βγάλαμε την κάμερα και το κινητό, φωτίσαμε μέσα και είδαμε ότι στον καθρέφτη του αυτοκινήτου, ακριβώς μπροστά από τα γραφεία της συλλογικότητας αλλά και από το διπλανό γνωστό μπαρ της περιοχής, επί της Αραχώβης, υπήρχε η κάμερα τοποθετημένη πάνω στον καθρέφτη του οδηγού, τον οποίο καθρέφτη τον είχανε ανοίξει, όπως ήταν εμφανές από την περιγραφή που θα σας κάνω, είχανε βάλει μέσα ένα καλώδιο, το οποίο καλώδιο εξείχε, μπορούσες να το δεις και με γυμνό μάτι αν ήσουνα κοντά, είχαν ανοίξει μια τρύπα, μία οπή στον καθρέφτη, όπου είχε τοποθετηθεί μία μικροκάμερα. Ο καθρέφτης είχε στραφεί προς την πλευρά του δρόμου, δηλαδή προς την είσοδο των γραφείων της συλλογικότητας και προς το μπαρ και έγραφε όσα μπορούσε να καταγράψει. Μέχρι εκεί ήταν η πλήρης επιβεβαίωση ότι η συγκεκριμένη συλλογικότητα και η περιοχή έχει μπει στο στόχαστρο κάποιων υπηρεσιών» περιγράφει, ενώ η συνέχεια εξελίχθηκε ακόμα πιο εντυπωσιακά.
«Τη στιγμή που πλησιάζω στο αυτοκίνητο, εκείνη την ώρα έρχεται κατά το μέρος μου ένας ματατζής. Από πίσω του υπάρχει μία διμοιρία που ανεβαίνει από την Μπενάκη, επί της Αραχώβης, ανάποδα από τη φορά των αυτοκινήτων. Ο ματατζής ο πρώτος μουρμουράει κάποια πράγματα, κάνοντας λίγο τον αδιάφορο, λέει προς τα άτομα της συλλογικότητας, που ήταν μέσα στα γραφεία τους: “υπάρχει κάποιο πρόβλημα με ένα αυτοκίνητο; έχετε κάποιο θέμα με κάποιο λευκό POLO;”. Κερδίζει λίγο χρόνο, μετά τα παιδιά αντιδρούν και ο κόσμος που ήταν μέσα αντιδρά λέγοντας: “μα τι είναι αυτά που λέτε, είναι δυνατόν να μας κοροϊδεύετε; Είναι εμφανές”. Ανεβαίνουν λοιπόν και τα υπόλοιπα ΜΑΤ εκεί πέρα και κλειδώνουν κατά τα άλλα άγνωστο γι’ αυτούς όχημα. Εκείνη την ώρα ακούγεται από τον ασύρματο: “πιθανότατα υπάρχει υπηρεσιακό όχημα στην Αραχώβης 44”, ήταν το σημείο που βρισκόμαστε» αναφέρει ο δημοσιογράφος.
Ο ίδιος μαζί με τα μέλη της συλλογικότητας, όντας σε απόσταση λίγων μέτρων από τη διμοιρία, ακούν τον ασύρματο να αναφέρεται στα όσα συνέβαιναν στο σημείο που βρίσκονταν, με τον Κ. Ζαφειρόπουλο να συνεχίζει να βιντεοσκοπεί.
«Την ίδια ώρα βιντεοσκοπείται το περιστατικό και από άλλη γωνία λήψης, από τους ανθρώπους που ήταν στην είσοδο των γραφείων και από μερικούς περαστικούς ακόμα. Υπάρχουν δηλαδή αρκετές γωνίες λήψης που παίρνουν το ίδιο περιστατικό. Όταν λοιπόν κατέφθασαν τα ΜΑΤ, περικύκλωσαν κατά μία έννοια το αυτοκίνητο. Από τις τάξεις τους βγήκαν δύο άνθρωποι με πολιτικά, ο ένας, αν θυμάμαι καλά, με ξυρισμένο κεφάλι, καλύπτουν τα χαρακτηριστικά του προσώπου τους, προφανώς γνωρίζοντας ότι βιντεοσκοπείται η όλη σκηνή, βγάζουν και τις κουκούλες, μπαίνουν μέσα στο αυτοκίνητο γρήγορα και κατά κάποιο τρόπο με τη βοήθεια τον ΜΑΤ φυγαδεύονται από το σημείο.
«Όπως καταλαβαίνετε ακολούθησαν αποδοκιμασίες από την πλευρά των παριστάμενων και όσων ήταν μπροστά και μετά από λίγο τα ΜΑΤ εξακολούθησαν να παραμένουν κατά κάποιο τρόπο προκλητικά απέναντι στα γραφεία της συγκεκριμένης οργάνωσης, της συγκεκριμένης ομάδας και υπήρχε ένας φόβος επικείμενης κιόλας επίθεσης ή εισβολής στο χώρο. Αυτό δεν πραγματοποιήθηκε, εκείνη την ώρα ειδοποιήθηκαν δικηγόροι, ειδοποιήσαμε και εμείς, ειδοποίησαν… και μετά από ένα τέταρτο – εικοσάλεπτο τα ΜΑΤ αποχώρησαν και μετά από λίγη ώρα αποχώρησε και ο κόσμος που ήταν μέσα στο χώρο» περιγράφει ο Κ. Ζαφειρόπουλος τα όσα συνέβησαν τα ξημερώματα της Τρίτης, κλίμα που μπορεί κανείς να διαπιστώσει και από τα βίντεο που δημοσίευσε η εφημερίδα.
Όπως προαναφέρθηκε, η «σιωπή» της ΕΛΑΣ και του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη κράτησε όλη την Τρίτη, και έσπασε με μία διπλή ανακοίνωση το μεσημέρι της Τετάρτης. Από τη μία, η αστυνομία που επιβεβαίωσε πως επρόκειτο για όχημα της Ασφάλειας, υποστηρίζοντας ωστόσο πως «οι καταγγελίες περί παράνομων παρακολουθήσεων πολιτών είναι εντελώς ανυπόστατες». Από την άλλη, το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, που δεν αναφέρεται ευθέως στην αποκάλυψη της εφημερίδας, παρότι απαντά στην ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ που επικαλείται το δημοσίευμα, ωστόσο διατρανώνει πως «στα Εξάρχεια, δυστυχώς ακόμη, μέχρι το άβατο να γίνει γειτονιά, τα ΜΑΤ θα υπάρχουν, η αστυνομία θα περιπολεί, και με πολιτικά και με συμβατικές πινακίδες», παραδεχόμενη επί της ουσίας τη ζωηρή δράση της Ασφάλειας.
«Τώρα τα περιστατικά μιλάνε από μόνα τους. Εκεί ήμασταν μπροστά, την κάμερα την είδα με τα μάτια μου, η κάμερα φωτογραφήθηκε και από άλλους ανθρώπους προγενέστερα και να σας πω κάτι που δεν έχω προλάβει να βάλω στο ρεπορτάζ το χθεσινό, στο σημείο εκείνο – καταρχήν λένε ότι το αυτοκίνητο η ελληνική αστυνομία και το υπουργείο ισχυρίζεται ότι το αυτοκίνητο αυτό περιπολούσε για την πλατεία. Για κάποια επεισόδια που είχαν γίνει στην πλατεία, βέβαια δεν ήταν στην πλατεία, ήταν σταθμευμένο και λέει ήταν για λίγα λεπτά. Τα πραγματικά γεγονότα: Το αυτοκίνητο δεν ήταν σταθμευμένο για λίγα λεπτά, ήταν τουλάχιστον σταθμευμένο για τουλάχιστον δύο ώρες. Πιο πριν υπήρχε ένα άλλο αυτοκίνητο, μάρκας αν θυμάμαι καλά opel corsa, πράσινο, το οποίο αντικαταστάθηκε από το επίμαχο λευκό αυτοκίνητο» υπογραμμίζει ο Κ. Ζαφειρόπουλος.
«Μιλάνε για ανυπόστατα δημοσιεύματα και ανυπόστατες κατηγορίες, οπότε διαψεύδουν την παρακολούθηση. Τώρα, μία κάμερα ενός αυτοκινήτου που φεύγει… μιας φυτεμένης κάμερας έτσι; σε ένα αυτοκίνητο της αστυνομίας η οποία φυγαδεύεται, και η κάμερα και το όχημα από τα ΜΑΤ, η οποία είναι στραμμένη να κοιτάζει τα γραφεία μιας συλλογικότητας, τι άλλο δηλαδή χρειάζεται κανείς ως απόδειξη;» αναρωτιέται ο δημοσιογράφος, ενώ τα παραπάνω γεγονότα έρχονται σε μία συνέχεια της όξυνσης της αστυνομικής καταστολής και βιαιότητας έναντι διαδηλωτών αλλά και απλών πολιτών.
«Βλέπουμε μια όξυνση των περιστατικών, εκτός από την καταστολή την οποία όλοι και εσείς και εμείς και όλοι οι δημοσιογράφοι που είμαστε στον δρόμο την έχουμε καταγράψει τις τελευταίες εβδομάδες, τους τελευταίους μήνες, βλέπουμε εδώ πέρα απροκάλυπτα. Όπως απροκάλυπτα πλέον και χωρίς προσχήματα εντείνεται η αστυνομοκρατία και η καταστολή, βλέπουμε και εδώ πέρα η παρακολούθηση, η μαζική παρακολούθηση πολιτών που σε μία αστική δημοκρατία καταλύει κάθε έννοια συνταγματικής ελευθερίας και ιδιωτικότητας, ιδιωτικής και κοινωνικής ζωής» τονίζει, ενώ δεν θα μπορούσε κανείς να παραβλέψει το γεγονός πως την ίδια ώρα, οι σοβαρότατες αυτές καταγγελίες αντιμετωπίζονται με μία ένοχη σιωπή πλήθους ΜΜΕ.
«Το φαινόμενο των παρακολουθήσεων δεν είναι καινούριο, αλλά αυτή τη στιγμή βλέπουμε πολλά καταγεγραμμένα περιστατικά και πόσα ακόμα που δεν έχουμε καταφέρει να τα βρούμε; Και αυτή τη στιγμή και με όρους αστυνομικούς, η αστυνομία πιάστηκε επ’ αυτοφώρω» καταλήγει ο Κ. Ζαφειρόπουλος, την ώρα που παρά τις επίσημες ανακοινώσεις του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη και της ΕΛΑΣ, δημιουργούν περισσότερα ερωτηματικά από όσα απαντούν.
Σημειώνεται πάντως, πως παρά την σιωπή της κυβέρνησης αλλά και της πλειοψηφίας των μέσων ενημέρωσης στη χώρα, οι αποκαλύψεις της εφημερίδας πηγαίνουν στη Βουλή, κατόπιν ερώτησης 24 βουλευτών του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, που ζητούν απαντήσεις από τον υπουργό Μιχάλη Χρυσοχοΐδη.