Η μελέτη, με τίτλο: «Μετριασμός των τιμών σε περιπτώσεις κρίσης», εξετάζει τις επιπτώσεις από τη μείωση του ρυθμού αύξησης των μισθών κατά 2% σε πέντε χώρες της Ευρωζώνης – την Ελλάδα, την Ιρλανδία, την Πορτογαλία, την Ιταλία και την Ισπανία. Εγκρίθηκε δε για δημοσιοποίηση από τον επικεφαλής οικονομολόγο του ΔΝΤ, Μορίς Όμπστφελντ, και τον επικεφαλής της ευρωπαϊκής διεύθυνσης του Ταμείου, Πολ Τόμσεν.
«Η ονομαστική αύξηση των μισθών περιορίστηκε απότομα, αλλά οι μισθοί δεν μειώθηκαν σχετικά με τα προ κρίσης επίπεδα στις περισσότερες οικονομίες που επλήγησαν από την κρίση», σημειώνει η μελέτη.
Και προσθέτει: «Μεγαλύτερος μετριασμός των μισθών είναι αναγκαίος στις οικονομίες αυτές μεσοπρόθεσμα για να αυξηθεί η απασχόληση και να αποφευχθεί η επανεμφάνιση μεγάλων ελλειμμάτων στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών».
Στο μοντέλο που χρησιμοποιούν τα στελέχη του ΔΝΤ λαμβάνουν υπόψη, «για σκοπούς προσομοίωσης έναν συντονισμένο, εξωγενή περιορισμό του ρυθμού αύξησης των μισθών (wage inflation) κατά 2%.
Ψαλίδι για «έκρηξη ανταγωνιστικότητας»
«Ένας τέτοιος μετριασμός, σε περίπτωση που πραγματοποιηθεί σε μία μόνη χώρα, θα οδηγήσει στην έκρηξη της ανταγωνιστικότητας και των εξαγωγών, αλλά το συνολικό αποτέλεσμα στην παραγωγή βραχυπρόθεσμα είναι προς συζήτηση», συμπεραίνουν οι ερευνητές, προσθέτοντας: «Και αυτό γιατί ο χαμηλότερος ρυθμός αύξησης των μισθών και ο χαμηλότερος πληθωρισμός ή ενδεχομένως ο αποπληθωρισμός, μπορεί να μειώσουν την εσωτερική ζήτηση και να αυξήσουν το πραγματικό βάρος του χρέους και, άρα, να έχουν αντίθετα αποτελέσματα σε σχέση με το αποτέλεσμα που θα υπάρξει στην ανταγωνιστικότητα».
Το τελικό αποτέλεσμα, όπως σημειώνει η μελέτη θα εξαρτηθεί από τη νομισματική πολιτική και συγκεκριμένα, αν μπορεί αυτή να γίνει πιο χαλαρή – είτε με μείωση επιτοκίων είτε με άλλα μέτρα νομισματικής χαλάρωσης. Σε μία τέτοια περίπτωση, υποστηρίζει η μελέτη, θα υπάρξει αύξηση της παραγωγής βραχυπρόθεσμα σε όλη την Ευρωζώνη.