Ενημερωτική εκστρατεία για να αυξηθεί η προσφορά αίματος στη χώρα μας πραγματοποιεί η βιοφαρμακευτική εταιρεία Bristol Myers Squibb, σε συνεργασία με το Εθνικό Κέντρο Αιμοδοσίας (ΕΚΕΑ), υπό την αιγίδα της Ελληνικής Ομοσπονδίας Θαλασσαιμίας (ΕΟΘΑ) και της Ελληνικής Εταιρείας Παιδιατρικής Αιματολογίας-Ογκολογίας (ΕΕΠΑΟ). Έναυσμα της εκστρατείας αποτελεί το γεγονός ότι η πανδημία οδήγησε σε μείωση των αποθεμάτων αίματος στη χώρα μας, κύρια πηγή των οποίων είναι οι εθελοντές αιμοδότες. Το αίμα είναι πολύτιμο και αδιαπραγμάτευτο, όπως η ίδια η ζωή.
Η πανδημία μείωσε ιδιαίτερα τα αποθέματα του αίματος, με αποτέλεσμα μόνο στο πρώτο εξάμηνο του 2020- στο πρώτο πανδημικό κύμα- τα αποθέματα να μειωθούν πάνω από 13%. Αυτή είναι η κεντρική ιδέα πίσω από την καμπάνια «Κάποιοι χρειάζονται αίμα. Μήπως έχεις ό,τι χρειάζονται;» που υλοποιεί η βιοφαρμακευτική εταιρεία Bristol Myers Squibb. Όπως αναφέρθηκε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου για την παρουσίαση της καμπάνιας «Κάποιοι χρειάζονται αίμα. Μήπως έχεις ό,τι χρειάζονται;», η εκστρατεία έχει διττό στόχο: αφενός να ενημερώσει και να ευαισθητοποιήσει το κοινό για τη θαλασσαιμία και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι ασθενείς λόγω της ανάγκης για συχνές μεταγγίσεις αίματος. Αφετέρου, να αναδείξει την αξία της εθελοντικής αιμοδοσίας, να παρακινήσει όλους εμάς να προσφέρουμε αίμα αλλά και να γίνουμε πρεσβευτές της καμπάνιας στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης.
Η θαλασσαιμία (μεσογειακή αναιμία) είναι μία κληρονομική αιματολογική διαταραχή που προκαλεί μειωμένη και αναποτελεσματική παραγωγή ερυθρών αιμοσφαιρίων, οδηγώντας σε σοβαρή αναιμία. Για την αντιμετώπιση της αναιμίας απαιτούνται εφ’ όρου ζωής τακτικές μεταγγίσεις αίματος (ερυθρών αιμοσφαιρίων). Όμως, με την πάροδο του χρόνου, αναπτύσσεται υπερφόρτωση σιδήρου στον οργανισμό (αιμοσιδήρωση), η οποία μπορεί να προκαλέσει βλάβες στα όργανα και σοβαρές επιπλοκές στην υγεία των ασθενών. Η Ζέφη Βλαχοπιώτη, Market Access Lead, BMS Greece, δήλωσε ότι« ειδικά για τους ασθενείς με θαλασσαιμία, η μετάγγιση αίματος συνεχίζει να αποτελεί το θεμέλιο της αντιμετώπισης της νόσου. Σήμερα στην Ελλάδα ζουν περίπου 2.500 άτομα με θαλασσαιμία που εξαρτώνται από τις τακτικές μεταγγίσεις για να διατηρηθούν στη ζωή».
Σύμφωνα με τον Σοφοκλή Χάνο, Patient Advocacy & Communications Manager, BMS Greece, η καμπάνια υπογραμμίζει τους περιορισμούς που επιφέρει η ανάγκη για συχνές μεταγγίσεις στην καθημερινότητα των ασθενών και μας προσκαλεί να προσφέρουμε συστηματικά αίμα, ώστε να διασφαλιστεί η επάρκεια αίματος που βελτιώνει την ποιότητα ζωής τους. «Το καινοτόμο στοιχείο της καμπάνιας είναι ότι με αφορμή διαφορετικές ημέρες-ορόσημα, θα προσαρμόζεται ανάλογα το κεντρικό εικαστικό ώστε η ανάγκη για εθελοντική προσφορά αίματος να υπενθυμίζεται στο κοινό καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου. Δίνοντας αίμα, βοηθάμε τρεις ανθρώπους που έχουν επείγουσα ανάγκη αίματος, να ζήσουν. Ταυτόχρονα όμως βοηθάμε τους ασθενείς που υποβάλλονται σε τακτικές μεταγγίσεις αίματος, να χαίρονται την ελευθερία που εμείς λαμβάνουμε ως δεδομένη» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Από την πλευρά της, η Ελεονώρα Μελέτη, Πρέσβειρα της καμπάνιας, δήλωσε: «Με ιδιαίτερη χαρά συμμετέχω και υποστηρίζω αυτή την τόσο αξιόλογη πρωτοβουλία, κινητοποιώντας, όσο περισσότερο μπορώ, τον κόσμο να προσφέρει αίμα. Στη χώρα μας η ανάγκη για το πολύτιμο αυτό αγαθό είναι μεγάλη. Όλοι μαζί, μπορούμε να την καλύψουμε και να προσφέρουμε ένα αληθινό «δώρο ζωής» σε χιλιάδες ανθρώπους».
Νόσος της μέσης ηλικίας
Η θαλασσαιμία δεν είναι πλέον μια παιδιατρική πάθηση, αλλά νόσος της μέσης ηλικίας, καθώς η πρόοδος που συντελέστηκε τις τελευταίες δεκαετίες στη θεραπευτική της αντιμετώπιση (μεταγγίσεις αίματος, θεραπείες αποσιδήρωσης) έχει οδηγήσει σε σημαντική αύξηση του προσδόκιμου ζωής των πασχόντων, επεσήμανε ο Αντώνης Καττάμης, Καθηγητής Παιδιατρικής Αιματολογίας-Ογκολογίας στην Α’ Παιδιατρική Κλινική του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Κέντρο Εμπειρογνωμοσύνης Σπανίων Αιματολογικών Νοσημάτων Παιδικής Ηλικίας. Χαρακτηριστικά, σήμερα στη χώρα μας, η πλειοψηφία των ατόμων με θαλασσαιμία ανήκουν στην ηλικιακή ομάδα 41-45 ετών, ενώ χάρη στο επιτυχημένο πρόγραμμα προληπτικού ελέγχου, το ποσοστό γεννήσεων παιδιών με θαλασσαιμία παραμένει εξαιρετικά χαμηλό. Παρ’ όλα αυτά, οι ασθενείς εξακολουθούν να έχουν επιβαρυμένη υγεία. «Στους κύριους άξονες αντιμετώπισης της νόσου περιλαμβάνονται η πρόληψη, η αντιμετώπιση των επιπλοκών, η φαρμακευτική θεραπεία αποσιδήρωσης, αλλά και νέες ελπιδοφόρες θεραπείες που εκτιμάται ότι θα συμβάλλουν θετικά στη αντιμετώπιση της θαλασσαιμίας. Σήμερα μάλιστα, είναι διαθέσιμη η πρώτη φαρμακευτική θεραπεία που μειώνει τη συχνότητα των μεταγγίσεων και μπορεί να οδηγήσει ακόμη και στην εξάλειψη της ανάγκης για μετάγγιση» ανέφερε ο κ. Καττάμης.
Ποια είναι όμως η κατάσταση όσον αφορά στα αποθέματα αίματος στην Ελλάδα; Σύμφωνα με τον Κωνσταντίνο Σταμούλη, Αιματολόγο, Επιστημονικό Διευθυντή Εθνικού Κέντρου Αιμοδοσίας, η επίπτωση της πανδημίας οδήγησε σε μείωση των αποθεμάτων αίματος, καθώς κατά τη διάρκεια του πρώτου διαστήματος εφαρμογής των μέτρων αποτροπής της εξάπλωσης της νόσου COVID-19 (26 Φεβρουαρίου – 1 Ιουνίου 2020) καταγράφηκε μείωση κατά 13,60% στον αριθμό των αιμοληψιών σε σχέση με το 2019. Από την άλλη, κατά τη διάρκεια του 2020 η συλλογή αίματος από εθελοντές αιμοδότες αυξήθηκε κατά 14% σε σχέση με το 2019, ενώ τον Απρίλιο του 2021 εμφανίζεται αυξημένη σε σχέση με 12 μήνες πριν. «Θα πρέπει να θυμόμαστε ότι δεν είμαστε παντοδύναμοι, αλλά τρωτοί και ευάλωτοι. Ας προσφέρουμε τακτικά και συστηματικά αίμα σε όσους είναι σήμερα πιο ευάλωτοι από εμάς» σημείωσε.
«Η εργασία, η διασκέδαση, στην ουσία, όλη μας η ζωή περιστρέφεται γύρω από τις μεταγγίσεις»
Τα προσωπικά του βιώματα ως θαλασσαιμικός ασθενής μοιράστηκε ο Γιώργος Σβάρνας, Πρόεδρος της Ελληνικής Ομοσπονδίας Θαλασσαιμίας, παρουσιάζοντας την πολύπλευρη επίπτωση της νόσου στην υγεία, αλλά και την προσωπική, κοινωνική και εργασιακή καθημερινότητα των ασθενών που εξαρτώνται από τις μεταγγίσεις. Όπως ανέφερε, το άγχος και η ανασφάλεια είναι κυρίαρχα συναισθήματα στη ζωή τους, τόσο όσον αφορά στην επάρκεια μονάδων αίματος, όσο και τις πιθανές σοβαρές επιπλοκές της νόσου και τους περιορισμούς που επιφέρει στην καθημερινότητά τους. «Απλές, καθημερινές δραστηριότητες που οι άλλοι άνθρωποι εκτελούν χωρίς ιδιαίτερη σκέψη ή ιδιαίτερο προγραμματισμό, εμείς πρέπει να τις προγραμματίζουμε βάσει του χρονοδιαγράμματος των μεταγγίσεων. Η εργασία, η διασκέδαση, στην ουσία, όλη μας η ζωή περιστρέφεται γύρω από τις μεταγγίσεις» σημείωσε χαρακτηριστικά.