Του Κώστα Eφήμερου
Το έθνος και το Έθνος
Πριν από περίπου ένα μήνα το Reuters αποστέλλει ερωτηματολόγιο στον Πήγασο, τον δημοσιογραφικό οργανισμό του Γιώργου Μπόμπολα που εκδίδει το Έθνος, από το οποίο προκύπτει ότι το επόμενο ρεπορτάζ του πρακτορείου θα ασχοληθεί με τα ελληνικά ΜΜΕ και την διαπλοκή. Λίγες ημέρες αργότερα η εφημερίδα δημοσιεύει ένα απίστευτο άρθρο με τίτλο «Η πέμπτη φάλαγγα της Τρόικας στην Αθήνα».
Στο άρθρο που υπογράφει ο Κώστας Νικολαϊδης διαβάζουμε ότι «στρατιές ξένων» κατά την «αγγλοσαξονική πρακτική» και «ξένοι δημοσιογράφοι που λειτουργούν σε διατεταγμένη υπηρεσία» έχουν έρθει στην Αθήνα με στόχο να επιτεθούν στις «τράπεζες, την τουριστική βιομηχανία, την ενέργεια, τις υποδομές τις, τα καλά ακίνητα και τις κατασκευές της» με στόχο να «επηρεάσουν δραστικά τις αποφάσεις στην Ελλάδα και να χειραγωγήσουν την Ελληνική κυβέρνηση». Μια πρώτη παρατήρηση εδώ είναι ότι ο δημοσιογράφος ουσιαστικά επιβεβαιώνει την διαπλοκή δεχόμενος πως η πίεση σε τράπεζες και κατασκευαστικές μπορεί να λειτουργήσει ως μοχλός χειραγώγησης της ελληνικής κυβέρνησης.
Το άρθρο όμως γίνεται πολύ πιο ενδιαφέρον παρακάτω, όταν οι δημοσιογράφοι αποκαλούνται «οικονομικοί δολοφόνοι», «κοράκια» , «παρατρεχάμενοι» και «γκεμπελιστές». Σε άλλο σημείο διαβάζουμε ότι για να γίνει η δουλειά χρειάστηκε να βρεθούν «λαντζέρηδες» της δημοσιογραφίας που συνεργάζονται με «εκλεκτούς» αγγλοσάξονες δημοσιογράφους «οι οποίοι όλως τυχαίως πριν ανακαλύψουν την Ελλάδα ειδικεύονταν σε θέματα γύρω από τη διεθνή τρομοκρατία και το παγκόσμιο εμπόριο όπλων, θέματα «αγαπημένα» των μυστικών υπηρεσιών». Για να μην μπερδεύεστε δηλαδή, ο Στέφεν Γκρέυ του Reuters είναι είτε τρομοκράτης, είτε έμπορος όπλων, είτε πράκτορας μυστικών υπηρεσιών. Ο κύριος Νικολαϊδης που με τόση περιφρόνηση γράφει για τον «αγγλοσάξονα» δημοσιογράφο αναφέρεται με υποτιμητικό τρόπο (ίσως ακόμα και τρόπο που επισύρει αγωγή) στο δημοσιογραφικό παρελθόν του Γκρέυ προσπαθώντας να αφήσει ερωτηματικά στον αναγνώστη που δεν γνωρίζει ότι μετά από χρόνια πολεμικών ανταποκρίσεων σε Ιράκ και Αφγανιστάν ο Στέφεν αποκάλυψε πώς η CIA απήγαγε ύποπτους που μετέφερε στο Γκουαντάναμο εν αγνοία των κυβερνήσεων, παίζοντας παιχνίδια κατασκοπίας ακόμα και στις πρωτεύουσες της Ευρώπης. Η έρευνά του προκάλεσε διπλωματικά επεισόδια και εκδόθηκε σε βιλβίο που έγινε παγκοσμίως μπεστ σέλερ (κυκλοφορεί και στην Ελλάδα με τον τίτλο «Αεροπλάνο φάντασμα, εκδόσεις Το Ποντίκι).
Ας γυρίσουμε στο Έθνος: Το σκεπτικό του δημοσιεύματος είναι ότι τα «κοράκια» με την «αλαζονεία κάποιας διεθνούς σφραγίδας ενός διεθνούς ειδησεογραφικού μέσου» έρχονται στην Αθήνα και συνεργάζονται με το «παρα-δημοσιογραφικό κύκλωμα» που ειδικεύεται σε εκβιασμούς, σκανδαλοθηρία και «ειδικές αποστολές». Ο στόχος τους είναι οι «τεμπέληδες Έλληνες» και οι «διεφθαρμένοι επιχειρηματίες» (τα εισαγωγικά είναι του Έθνους, δηλαδή: οι φερόμενοι ως τεμπέληδες Έλληνες και φυσικά οι φερόμενοι ως διεφθαρμένοι επιχειρηματίες).
Συνεχίζουμε ευχάριστα την ανάγνωση: Στόχος τους είναι κυρίως «οι τράπεζες και οι τραπεζίτες, οι λαϊκής κυκλοφορίας μεγάλες εφημερίδες και τα τηλεοπτικά κανάλια». Ο κύριος Νικολαϊδης ισχυρίζεται ότι «εάν πέσουν αυτά τα δύο κάστρα η Ελλάδα εάλω…».
Θα σας αφήσω να διαβάσετε το κλείσιμο του κειμένου αυτούσιο: «Ο πρώτος στόχος της οργανωμένης εκστρατείας τους ήταν οι τράπεζες, οι τραπεζίτες και η εποπτεία των ελληνικών τραπεζών. Τώρα σειρά θα πάρουν τα ελληνικά Μέσα Ενημέρωσης και οι ιδιοκτήτες τους. Θέλουν να καταστρέψουν τα ονόματά τους, την επιρροή τους, πρέπει να τους ενοχοποιήσουν στην κοινή γνώμη. Η επίθεση ετοιμάζεται, η συνωμοσία είναι σε πλήρη εξέλιξη.
Δυστυχώς όμως γι' αυτούς έγιναν αντιληπτοί και ο ρόλος τους παρακολουθείται από την ελληνική κοινή γνώμη. Και από τα υποψήφια «θύματά τους».
Η ελληνική κυβέρνηση έχει γνώση.
Τα ελληνικά ΜΜΕ (όχι τα «φιλελληνικά») τους γνωρίζουν. Πολύ σύντομα πλησιάζει η Στιγμή της Αποκάλυψης. Και τότε, για να θυμηθούμε την προσφιλή φράση του Τσόρτσιλ, θα είναι η ώρα για Ιδρώτα, για Αίμα, για Δάκρυα…»
Θέλω μόνο να υπογραμμίσω τη φράση «Η ελληνική κυβέρνηση έχει γνώση». Όπως και στην αρχή του δημοσιεύματος, ο δημοσιογράφος παρασύρεται και ταυτίζει ξανά τα ελληνικά ΜΜΕ με την ελληνική κυβέρνηση.
Το Έθνος επανέρχεται λίγες ημέρες αργότερα δημοσιεύοντας «απάντηση στο Reuters» στο οποίο καταγγέλλει το …αδημοσίευτο δημοσίευμα ως κατευθυνόμενο. Σε αυτή γράφει ότι μια απλή ανάγνωση των ισολογισμών των εταιριών του κυρίου Μπόμπολα είναι αρκετή για να φανεί αν υπάρχει διαπλοκή κράτους και εκδοτών. Με τέτοιου τύπου ανακοινώσεις θα χάσει στο τέλος τη δουλειά της η Ελληνοφρένεια.
Το Πρώτο Θέμα έρχεται δεύτερο
Τη σκυτάλη παίρνει η εφημερίδα Πρώτο Θέμα, η εφημερίδα που ιδρύθηκε από τους Θέμο Αναστασιάδη, Μάκη Τριανταφυλλόπουλο και Τάσο Καραμήτσο και η οποία είχε περιέλθει στα χέρια του Μπόμπολα όταν αποχώρησε ο Τριανταφυλλόπουλος για να επιστραφεί στον Αναστασιάδη ένα χρόνο αργότερα (τότε φερόταν ως στρατηγικός επενδυτής και ο σταρ των ημερών, Λαυρέντης Λαυρεντιάδης).
Στο πρωτοσέλιδο της 9ης Δεκεμβρίου βρίσκουμε το θέμα «Η ελίτ, η Τρόικα και το πρακτορείο». Το δισέλιδο δημοσίευμα που υπογράφει ο Γιώργος Πετρίδης είναι τύπου «κάποιοι λένε». Σύμφωνα με αυτό αναμένεται εμφύλιος επιχειρηματικός πόλεμος που «λέγεται ότι ενθαρρύνει, αν όχι υποκινεί η Τρόικα. Κεντρικό ρόλο στον πόλεμο έχει το πρακτορείο Reuters που απέστειλε ερωτηματολόγια σε επιφανή μέλη της εγχώριας επιχερηματικής-μιντιακής κοινωνίας». Αφού εκεί στο Reuters βλέπουν ότι όλοι ενοχλούνται με τα ερωτηματολόγια ίσως θα πρέπει να σταματήσουν να τα στέλνουν. Ας πάρουν μαθήματα από την ελληνική δημοσιογραφία. Είδε ο Γκρέυ ή ο Λεοντόπουλος κανένα ερωτηματολόγιο για τις θέσεις του πρακτορείου πριν δημοσιευτούν αυτά τα άρθρα εναντίον τους; Νισάφι πια με τη δημοσιογραφική δεοντολογία.
Ίσως βέβαια ο Έλληνας δημοσιογράφος να μη θέλησε να μάθει την άποψη του Reuters γιατί «όπως λέγεται» οι δημοσιογράφοι «γερμανοτσολιάδες» αυτοί είναι οι ίδιοι που επιτέθηκαν στην Τράπεζα Πειραιώς, την Marfin και το τραπεζικό σύστημα γενικότερα (αναφορά σε προηγούμενα ρεπορτάζ του Reuters. Για τη διαμάχη Πειραιώς-Reuters μπορείτε να βρείτε στοιχεία παρακάτω).
Συνεχίζουμε: «Για να πετύχει η «βρόμικη επιχείρηση» χρειάζονται Έλληνες συνεργάτες, οι οποίοι, κατά την εκτίμηση τους αυτή, εκτός από το μεροκάματο του «γερμανοτσολιά», εκμεταλλεύονται τη συγκυρία ώστε μέσα στον θόρυβο να λύσουν τις διαφορές τους με ανταγωνιστές ή ανθρώπους τους οποίους θεωρούν επαγγελματικά εμπόδια». Θα μιλάνε εκ πείρας, δεν μπορεί.
» Δεν είναι τυχαίο ότι μόνο τις τελευταίες ημέρες από ένα άρθρο στο Bloomberg […], το Spiegel εμπνεύστηκε ένα άρθρο για το πως ζει το 1% των πλουσίων Ελλήνων […]. Τη σκυτάλη πήρε αμέσως μετά ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο οποίος δήλωσε ότι αυτό που έχει αποτύχει πλήρως στην Ελλάδα είναι η ελίτ της χώρας. Την Πέμπτη 6 Δεκεμβρίου οι New York Times σε άρθρο τους με τίτλο «Εμπόδιο για την ανάκαμψη οι ολιγάρχες για την Ελλάδα» αποκαλύπτουν στο αθώο από business αμερικανικό κοινό ότι δεκάδες πανίσχυρες οικογένειες ελέγχουν κρίσιμους τομείς της οικονομίας, όπως το τραπεζικό σύστημα, τη ναυτιλία και τις κατασκευές». Αδιανόητο!
Έπειτα ακολουθεί μια παράγραφος σύμφωνα με την οποία υπάρχουν ερωτηματικά για ποιό λόγο ο «μπαρουτοκαπνσιμένος» Στέφεν Γκρέυ «άφησε τα πεδία των μαχών για να επιτεθεί στους Έλληνες επιχειρηματίες» και μετά διαβάζουμε για τον Νικόλα Λεοντόπουλο, συνεργάτη του Reuters, ο οποίος αναφέρεται ως «ελεύθερος ρεπόρτερ με ειδίκευση στα νοθευμένα φοινικέλαια για τις αλυσίδες της γρήγορης εστίασης». Στην Ελλάδα καθώς φαίνεται οι δημοσιογράφοι αποκτούν μονοθεματική ειδίκευση. Ο Νικόλας πρέπει να αισθάνεται πολύ τυχερός που ο αρχισυντάκτης του δεν του ανέθεσε πριν κάποιο ρεπορτάζ για το trafficking γιατί θα είχε αποκτήσει ειδίκευση στους νταβατζήδες.
Και μετά αρχίζει το ζουμί του δημοσιεύματος. Σύμφωνα με αυτό, το Reuters δεν τα παίρνει μόνο από την Τρόικα που θέλει να καταστρέψει τους Έλληνες ολιγάρχες (για αυτό άλλωστε απαιτεί την φορολόγηση των χαμηλόμισθων και συνταξιούχων) αλλά έχει και ιδιαίτερες σχέσεις με τον Τάσο Τέλλογλου και τον Γιάννη Αλαφούζο που είναι υποστηρικτές του μνημονίου και βρίσκεται σε ανοιχτό επιχειρηματικό πόλεμο με τον Γιώργο Μπόμπολα που ως γνωστόν είναι μεγάλος πολέμιος της Τρόικας και των πολιτικών της.
Ο Γιώργος Πετρίδης όμως θέλει να έχει ολοκληρωμένο ρεπορτάζ και γι' αυτό αποφασίζει να μας θυμίσει πότε ξεκίνησε αυτή η κόντρα: «Ο κ. Γιάννης Αλαφούζος, που είχε κάποτε το κραταιό ραδιόφωνο ΣΚΑΪ (μάλλον ήθελε να γράψει “το κάποτε κραταιό”, γιατί το ραδιόφωνο το έχει ακόμα) θεωρεί ότι μόλις άνοιξε τον ομώνυμο σταθμό δέχτηκε εξοντωτικό πόλεμο από τους παραδοσιακούς εκδότες, όπως ο κ. Γιώργος Μπόμπολας και ο εν ζωή τότε Χρήστος Λαμπράκης. Δεν λησμονεί ότι τον κυνήγησαν άγρια μέσω της κυβέρνησης Μητσοτάκη (άλλη μια παραδοχή δημοσιογράφου περί διαπλοκής εκδοτών και κυβερνήσεων, αλλά μη δίνετε σημασία) κατηγορώντας τον για λαθρεμπόριο πετρελαίου με το «Ασπρονήσι», τις μυστήριες μπίζνες με την αγορά του ρουμανικού στόλου μετά την πτώση του κουμουνιστικού καθεστώτος κ.λπ. Θεωρεί το παλιό κατεστημένο των media υπεύθυνο για το ότι αναγκάστηκε να φύγει νύχτα από την Ελλάδα, να μείνει για χρόνια εξόριστος στο Λονδίνο για χρέη προς το δημόσιο και να ζητά ειδική ρύθμιση προς τα ασφαλιστικά ταμεία που έφταναν τα 5 δις. περίπου εκείνη την εποχή. Και η ευνοϊκή ρύθμιση όντως έγινε, όπως λένε οι τότε και οι σημερινοί του αντίπαλοι, οι οποίοι ρωτούν πώς γίνεται τιμητής των πάντων όταν, κατά την άποψή τους (βεβαίως-βεβαίως) χρησιμοποιεί ανάλογες μεθόδους με αυτές που καταγγέλλει. Για παράδειγμα, επισημαίνουν ότι ο δανεισμός του ΣΚΑΪ από τις τράπεζες είναι εξίσου υψηλός ή και μεγαλύτερος από τα άλλα ΜΜΕ, τα οποία συνεχίζει να εγκαλεί ότι ζουν με δανεικά. Θα ήταν πολύ ενδιαφέρον, λένε (όχι εγώ) αν έστελνε και σε αυτόν ο Γκρέυ και η ομάδα του Τέλλογλου ερωτηματολόγιο (μήπως έστειλε ρε παιδιά;) για το πώς πήρε την άδεια του τηλεοπτικού σταθμού επί Καραμανλή (όχι σαν την τίμια άδεια του MEGA), πόσα εισέπραξε από τον κρατικό ΟΠΑΠ ο ΣΚΑΪ όταν «αφεντικά» ήταν εκεί ο «πρώην» (σε εισαγωγικά χωρίς εμφανή λόγο) κυβερνητικός εκπρόσωπος κ. Θόδωρος Ρουσόπουλος και ο τότε διευθυντής της ΕΡΤ Χρήστος Παναγόπουλος (χωρίς κύριος αυτός), που αμέσως μετά μεταγράφηκε στον ΣΚΑΪ, παρά τις πολύ σοβαρές εκκρεμότητες που έχει ακόμα με τη Δικαιοσύνη για θέματα διαχείρισης της κρατικής τηλεόρασης. Θα συμπληρώναμε το δικό μας ερωτηματολόγιο, μας είπαν (αφού μας το είπαν, να μη το γράψουμε;) δημοσιογραφικοί κύκλοι των «παραδοσιακών» με την πρόσφατη αποκάλυψη (ώπα) ότι ο ΣΚΑΪ (ώπα-ώπα) δεν έχει πληρώσει το Τέλος Ακινήτων (ώπα-ώπα-ώπα). Ο σταθμός τότε απάντησε ότι το κτίριο δεν είναι δικό του αλλά το νοικιάζει, όμως διατυπώνεται η κατηγορία (κάπου θα το διαβάσατε αυτό) ότι ουσιαστικός ιδιοκτήτης είναι και πάλι ο εφοπλιστής μιντιάρχης κ. Αλαφούζος -αν την αποκάλυψη την είχε κάνει κάποιος «παραδοσιακός δημοσιογραφικός οργανισμός» θα είχε αναφερθεί και το όνομα του αλλά την έκανε το ThePressProject. Τέλος επισημαίνουν ότι στη μετοχική σύνθεση του ΣΚΑΪ αντιπροσωπεύονται και συμφέροντα του κ. Λαυρέντη Λαυρεντιάδη (που εμείς ούτε που τον ξέρουμε). Συνδέουν επίσης τη δουλικότητα που, όπως λένε (αυτοί, όχι εμείς) δείχνει προς τους τροϊκανούς και την κατασυκοφάντηση κάθε ελληνικού ΜΜΕ με την πρόσφατη πολεμική που εξαπέλυσε ο ΣΚΑΪ ακόμα και εναντίον της Ιστορίας (με κεφαλαίο γιατί είμαστε πατριώτες) της Ελλάδας, μέσω του προδοτικού -όπως χαρακτηρίζεται από πολλούς (άλλους, φυσικά)- ντοκιμαντέρ για το 1821.
Ο κύριος Πετρίδης φυσικά θα ήθελε να έχει ισορροπημένο ρεπορτάζ και να αναφέρει και όσα αποδίδονται στον κύριο Μπόμπολα αλλά του τελείωσε ο χώρος και δεν κατάφερε να αναφερθεί σε τίποτα. Καμία αναφορά για απευθείας αναθέσεις κρατικών προμηθειών αξίας δισεκατομμυρίων ευρώ. Καμία αναφορά για το εμπόριο οπλικών συστημάτων (42 ελικόπτερα ύψους 651 εκατομμυρίων ευρώ αγόρασε η Ελλάδα με απευθείας ανάθεση από την εταιρία του Μπόμπολα, 20 παρέλαβε, 657 εκατομμύρια τα πλήρωσε), Καμία αναφορά για την σκανδαλώδη παραχώρηση έναντι πινακίου φακής του ορυκτού πλούτου της Χαλκιδικής στην Ελληνικός Χρυσός η οποία πούλησε τα εξορυκτικά δικαιώματα έναντι εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ σε καναδική εταιρία. Καμία αναφορά για την προνομιακή μεταχείριση των εταιριών του κυρίου Μπόμπολα από το ελληνικό κράτος που του έχει αναθέσει σχεδόν όλα τα μεγάλα έργα υποδομής της χώρας (στην περίπτωση της Ψυτάλλειας έγιναν καταγγελίες για την περίεργη αδυναμία όλων των υπολοίπων εταιριών που πήραν μέρος στον διαγωνισμό να καταθέσουν έγκυρους φακέλους). Καμία αναφορά στις ένορκες καταγγελίες κατηγορούμενων για την υπόθεση του Άκη Τσοχατζόπουλου για την σχέση του με τον Γιώργο Μπόμπολα κ.ο.κ.
Πώς ενόχλησε το Reuters
Η ιστορία ξεκινάει λίγους μήνες πριν ο Νίκος Δένδιας καταγγείλει τον Guardian ως φερέφωνο του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι Απρίλιος του 2012 όταν το Reuters δημοσιεύει ρεπορτάζ που υπογράφουν ο Στέφεν Γκρέυ και ο Νικόλας Λεοντόπουλος, αποκαλύπτοντας τον τρόπο διαχείρισης της τράπεζας Πειραιώς από τον πρόεδρό της, Μιχάλη Σάλλα. Σύμφωνα με αυτό, η Τράπεζα Πειραιώς φαίνεται να δανειοδοτεί εταιρίες συμφερόντων της οικογένειας του τραπεζίτη και άλλων υψηλόβαθμων στελεχών για αγορά ακινήτων που στη συνέχεια νοικιάζει ή αγοράζει η τράπεζα σε υψηλότατες τιμές. Το δημοσίευμα θάβεται από σχεδόν όλα τα ελληνικά ΜΜΕ ενώ η διάψευση της τράπεζας περιέργως δημοσιεύεται παντού. Είναι προφανές ότι ο εκπρόσωπος Τύπου της τράπεζας, Ιωάννης Κοτόφωλος, που ταυτόχρονα εκτελεί χρέη οικονομικού συντάκτη στην Καθημερινή (προφανές ασυμβίβαστο) γνωρίζει πώς να χειριστεί τα ελληνικά ΜΜΕ (υπάρχει και το ενδεχόμενο τα ελληνικά ΜΜΕ να έχουν συμφέροντα από την στήριξη της τράπεζας, αλλά ας μην είμαστε κακεντρεχείς).
Η τράπεζα Πειραιώς όμως δεν σταματά στην διάψευση. Καταθέτει αγωγή εναντίον του Reuters και ζητάει αποζημίωση πενήντα εκατομμυρίων ευρώ, τα οποία ισχυρίζεται ότι έχασε εξαιτίας του δημοσιεύματος. Οι άνθρωποι του πρακτορείου θα πρέπει να ανακουφίστηκαν που το άρθρο δεν δημοσιεύτηκε πρακτικά πουθενά. Φανταστείτε πόσο άσχημα θα ένιωθαν αν το ρεπορτάζ τους είχε καταστρέψει την Πειραιώς, το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, την ευρωζώνη και ίσως την παγκόσμια οικονομία σε περίπτωση που κάποιος απερίσκεπτος εκδότης αποφάσιζε να το δημοσιεύσει. Ευτυχώς ο Γιώργος Μπόμπολας δεν πέφτει στην παγίδα και τα μέσα που διαθέτει προστατεύουν τα εθνικά (και γιατί όχι παγκόσμια) συμφέροντα.
Στην ακροαματική διαδικασία οι δικηγόροι της τράπεζας Πειραιώς επικεντρώνονται σε ένα τμήμα του άρθρου που αναφέρεται στην υπόθεση Αγούλου (κατηγορεί στελέχη της Πειραιώς για ιδιοποίηση μεγάλων χρηματικών ποσών και η τράπεζα έχει κινηθεί εναντίον της κατηγορώντας την για υπεξαίρεση) και δεν διαψεύδουν το δημοσίευμα, ισχυριζόμενοι ότι όλα αυτά που αποκαλύπτει το ρεπορτάζ έγιναν νόμιμα (ηθικά;).
Κατά την απολαυστική ακροαματική διαδικασία επισημαίνονται δύο ακόμα γεγονότα που πρέπει να αξιολογήσουμε. Το πρώτο είναι ότι, όπως φαίνεται από τις καταθέσεις των Γκρέυ και Λεοντόπουλου, η τράπεζα αρνείται να πάρει θέση στο ρεπορτάζ και να απαντήσει στις ερωτήσεις που απέστειλε το πρακτορείο είτε γραπτώς είτε ζητώντας επίμονα ραντεβού με τον εκπρόσωπό της. Αντ' αυτού η τράπεζα προσλαμβάνει εταιρία δημοσίων σχέσεων του εξωτερικού για να χειριστεί το επερχόμενο ρεπορτάζ. Το δεύτερο αφορά ένα περίεργο δημοσίευμα της εφημερίδας Πρώτο Θέμα, σύμφωνα με το οποίο ψευτοδημοσιογράφοι του Reuters (και πιθανόν πράκτορες) κάνουν ερωτήσεις σχετικά με τη λειτουργία των τραπεζών στην Ελλάδα. Οι δικηγόροι του πρακτορείου πιστεύουν ότι το δημοσίευμα αυτό έχει στόχο να υποσκάψει το επερχόμενο ρεπορτάζ αμφισβητώντας την αξιοπιστία του εκ των προτέρων. Το ευφάνταστο αυτό σενάριο του τότε είναι η θλιβερή πραγματικότητα του σήμερα…
Καραμπόμπολα
Το δημοσίευμα του Έθνους είναι κλασικό δείγμα του επιπέδου της ελληνικής δημοσιογραφίας. Λάσπη, υπονοούμενα και προάσπιση των συμφερόντων του αφεντικού. Το δημοσίευμα του Πρώτου Θέματος είναι κλασικό δείγμα της συνολικότερης παρακμής της κοινωνίας. Απευθύνεται σε λοβοτομημένους αναγνώστες ή αναγνώστες της Χρυσής Αυγής (τους οποίους αγαπάει πολύ και το αφεντικό).
Το βασικό επιχείρημα είναι ότι το Reuters, το Bloomberg, οι New York Times, το Spiegel, ο Guardian κ.λπ. επιτίθενται στον Πήγασο του Γιώργου Μπόμπολα, όχι μόνο επειδή ζηλεύουν την τεράστια επιτυχία του ως εκδοτικού συγκροτήματος αλλά κυρίως επειδή εκπροσωπούν οικονομικά συμφέροντα που θέλουν το πάνω χέρι στην Ελλάδα. Το υποχθόνιο σχέδιο αυτών των κέντρων είναι να ελέγχουν την ελληνική κυβέρνηση έχοντας στα χέρια τους τράπεζες και κατασκευαστικές. Είναι να απορεί κανείς με την νοσηρή τους φαντασία.
Τα παραπάνω δημοσιεύματα δείχνουν την κατάσταση πανικού που έχει κυριεύσει την ελληνική ελίτ. Τα πύρινα κείμενα των τελευταίων ημερών του έτερου Καπαδόκη, Σταύρου Ψυχάρη, περί απώλειας της εθνικής μας κυριαρχίας (βλέπε εποπτεία τραπεζών), η καταγγελία ενός ρεπορτάζ που ακόμα δεν έχει δει το φως της δημοσιότητας και η συκοφαντική ονομαστική επίθεση σε δημοσιογράφους που κάνουν ακόμα την δουλειά τους τηρώντας τις στοιχειώδεις αρχές δεοντολογίας φανερώνουν ότι τα κραταιά ΜΜΕ φοβούνται για τους όρους της επόμενης χρηματοδότησης. Φοβούνται δηλαδή ότι η επόμενη ιστορική συγκυρία μπορεί να μην τους βρει με την ίδια δύναμη ή ακόμα χειρότερα μπορεί να τους αποβάλει ως καρκινώματα του παρελθόντος.
Μέχρι τη δημοσίευση του περιβόητου ρεπορτάζ του Reuters λοιπόν, σας εύχομαι καλή και προσεκτική ανάγνωση.