του Παναγιώτη Παπαδομανωλάκη
Ο Κάρλος γράφει στη βρετανική εφημερίδα «Morning Star», ενώ διατηρεί το μπλογκ «Επινοήστε το Μέλλον» -μια αναφορά στον Αφρικανό επαναστάτη Τόμας Σανκάρα. Επίσης, συμμετέχει στην πλατφόρμα «Φίλοι της Σοσιαλιστικής Κίνας». Η συζήτησή μας γίνεται ενώ διεξάγεται αυτό που η Ρωσία ονομάζει «ειδική στρατιωτική επιχείρηση», με διακηρυγμένο στόχο την αποναζιστικοποίηση και την αποστρατιωτικοποίηση του καθεστώτος του Κιέβου, το οποίο ήρθε στην εξουσία με την υποστήριξη της Ουάσιγκτον και των νεοναζί.
«Οι ΗΠΑ υποδαύλισαν ενεργά τις εντάσεις προκειμένου να εδραιώσουν τη γεωπολιτική ηγεμονία τους στην Ευρώπη» – Οικονομικοί και γεωπολιτικοί στόχοι των ΗΠΑ
Μέσω του μπλογκ και της τακτικής αρθρογραφίας του, ο Κάρλος έχει επανειλημμένα αναφερθεί στην υποχώρηση του μεταπολεμικού μονοπολισμού -υπό την ηγεσία των Ηνωμένων Πολιτειών- και την άνοδο ενός πολυπολικού κόσμου. Στην πρώτη μας ερώτηση, σχετικά με το πως μπορεί να συνδεθεί η διαδικασία μετάβασης προς την πολυπολικότητα με τη σημερινή σύγκρουση στην Ουκρανία, ο ίδιος απαντά πως «οι ΗΠΑ κλιμακώνουν τη σύγκρουση στην Ουκρανία με πολύ κυνικό τρόπο. Αν ενδιαφέρονταν έστω και στο ελάχιστο για τον τερματισμό των εντάσεων και την εγκαθίδρυση μιας σταθερής ειρήνης στην Ευρώπη, θα είχαν ενθαρρύνει την κυβέρνηση του Κιέβου να εφαρμόσει τις συμφωνίες του Μινσκ και να σεβαστεί τα νόμιμα εθνικά δικαιώματα του εθνογλωσσικά ρωσικού τμήματος του ουκρανικού πληθυσμού, ιδίως στο Ντονμπάς. Επιπλέον, θα είχαν δηλώσει ρητά ότι η Ουκρανία δεν θα προσκληθεί να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ – σε αντίθεση με τη δήλωση, όπως έκανε ο πρόεδρος Μπάιντεν τον Δεκέμβριο του 2021, ότι “η απόφαση για την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ είναι απόφαση του ουκρανικού λαού”».
Αντ’ αυτού, μας επισημαίνει πως «οι ΗΠΑ υποδαύλισαν ενεργά τις εντάσεις προκειμένου να εδραιώσουν τη γεωπολιτική ηγεμονία τους στην Ευρώπη. Οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους παρείχαν σημαντικούς πόρους για το πραξικόπημα του Μαϊντάν το 2014, επειδή κατάλαβαν ότι η ηγεσία του Μαϊντάν είχε ξεκάθαρα φιλοδυτικό και αντιρωσικό προσανατολισμό, σε αντίθεση με την κυβέρνηση Γιανουκόβιτς, η οποία στόχευε σε καλές σχέσεις τόσο με τη Ρωσία όσο και με τη Δύση. Ειδικότερα, οι ΗΠΑ αντιτάχθηκαν σθεναρά σε μια ομοσπονδιακή λύση της κρίσης στη νοτιοανατολική Ουκρανία, καθώς αυτό θα έδινε ενδεχομένως στο Ντονέτσκ και το Λουγκάνσκ δικαίωμα βέτο στην ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ και στην πλήρη ένταξή της στη λεγόμενη διεθνή τάξη που βασίζεται στους κανόνες των ΗΠΑ. Έτσι η εθνική καταπίεση του λαού του Ντονμπάς έγινε ζήτημα γεωστρατηγικής σημασίας- αυτή είναι η βάση για την τακτική συμμαχία που έχει σχηματιστεί μεταξύ των ΗΠΑ, των υποτιθέμενων φιλελεύθερων φίλων τους στο Κίεβο και το Λβοφ και των διάφορων “υπερεθνικιστικών” (δηλαδή φασιστικών) πολιτοφυλακών που διεξάγουν μια εκστρατεία τρόμου τα τελευταία οκτώ χρόνια».
Ο ίδιος εξηγεί ότι «οι ΗΠΑ επιδιώκουν τόσο στενά οικονομικά συμφέροντα όσο και ευρύτερα πολιτικά συμφέροντα. Σε οικονομικό, έχουν την ευκαιρία να σπάσουν την εξάρτηση της Ευρώπης από τους ρωσικούς ενεργειακούς πόρους και να προσφέρουν τη δική τους εναλλακτική λύση, με τη μορφή του σχιστολιθικού φυσικού αερίου. Οι ΗΠΑ πιέζουν εδώ και καιρό τη Γερμανία να αποσυρθεί από τον αγωγό φυσικού αερίου Nord Stream 2, αλλά η κυβέρνηση Μέρκελ επέμεινε σε αυτό, αφού -παρ’ όλα τα λάθη της- είχε κάποια κατανόηση της μετάβασης του κόσμου προς την πολυπολικότητα. Έτσι, όσον αφορά τις ενεργειακές αγορές, οι Αμερικάνοι παραγωγοί έχουν να κερδίσουν. Παρεμπιπτόντως, είναι απολύτως σαφές ότι η άρχουσα τάξη των ΗΠΑ δεν είναι διατεθειμένη να κάνει κάτι ουσιαστικό για να αποτρέψει το ενδεχόμενο κλιματικής κατάρρευσης – η διαδικασία της υδραυλικής ρωγμάτωσης απελευθερώνει μεγάλες ποσότητες μεθανίου, το οποίο είναι ένα ισχυρό αέριο του θερμοκηπίου. Συν φυσικά το περιβαλλοντικό κόστος της υγροποίησης αυτού του αερίου και της μεταφοράς του μέσω του Ατλαντικού Ωκεανού».
Προσθέτει πως «οι γεωπολιτικοί στόχοι των ΗΠΑ δεν είναι τίποτα λιγότερο από μια αναβίωση του σχεδίου για έναν νέο αμερικανικό αιώνα και μια παγκόσμια επέκταση του νέου ψυχρού πολέμου. Εάν η Ουκρανία ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, οι αμερικανικές στρατιωτικές βάσεις και ο προηγμένος οπλισμός θα τοποθετηθούν κατά μήκος των συνόρων 2.000 χιλιομέτρων με τη Ρωσία – ειρωνικά, στις περιοχές όπου οι Ναζί διεξήγαγαν τόσο μεγάλο μέρος του γενοκτονικού πολέμου τους πριν από 80 χρόνια και όπου ο ενωμένος σοβιετικός λαός επέδειξε τόσο εξαιρετικό ηρωισμό. Με αυτόν τον τρόπο, οι ΗΠΑ θα διατηρήσουν μια μόνιμη απειλή κατά της Ρωσίας, με σκοπό να εξαναγκάσουν τη σημερινή κυβέρνηση σε υποταγή ή διαφορετικά να την αντικαταστήσουν και να μετατρέψουν τη Ρωσική Ομοσπονδία σε εξαρτημένο κράτος. Αυτό με τη σειρά του θα προετοιμάσει το σκηνικό για μια σημαντική κλιμάκωση κατά της Κίνας- θα δώσει μια κρίσιμη ώθηση στο σημαντικότερο μακροπρόθεσμο σχέδιο του ιμπεριαλισμού υπό την ηγεσία των ΗΠΑ: τον περιορισμό της Κίνας και την ανατροπή της κινεζικής επανάστασης».
«Η Ρωσία και η Κίνα δεν πέφτουν στην αμερικανική παγίδα του διαίρει και βασίλευε»
Στη συνέχεια, ρωτήσαμε τον Κάρλος πως ερμηνεύει το γεγονός ότι τα πλουσιότερα κράτη του Παγκόσμιου Βορρά και οι σύμμαχοί τους προσπαθούν να επιβάλουν κυρώσεις στη Ρωσία, ενώ οι αντιιμπεριαλιστικές και σοσιαλιστικές αναπτυσσόμενες χώρες του αναδυόμενου κόσμου αντιστέκονται, καθώς και αν σχετίζεται αυτή η στάση με τις συμφωνίες μεταξύ Κίνας, Ιράν και Ρωσίας, αλλά και με τη νέα συμμαχία χωρών στον ΟΗΕ κατά των κυρώσεων. «Οι διαιρέσεις σχετικά με τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας είναι μια αντανάκλαση της φθίνουσας δύναμης του ιμπεριαλιστικού παγκόσμιου συστήματος – αυτού που ο Σαμίρ Αμίν ανέφερε ως Τριάδα: ΗΠΑ, Δυτική Ευρώπη και Ιαπωνία» μας απάντησε. Οι ιμπεριαλιστές θα ήθελαν πολύ να είναι σε θέση να μπουν ανάμεσε σε Κίνα και Ρωσία, χρησιμοποιώντας τη Ρωσία για να αποδυναμώσουν την Κίνα ή το αντίστροφο. Αναπολούν με αγάπη τη σινοσοβιετική διάσπαση, η οποία ήταν μια απροσδόκητη αλλά πολύ ευπρόσδεκτη εξέλιξη όσον αφορά τις δυτικές δυνάμεις (και φυσικά μια καταστροφή για το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα). Αλλά τώρα, 60 χρόνια αργότερα, παρά τις προφανείς ιδεολογικές διαφορές μεταξύ Κίνας και Ρωσίας, οι δύο χώρες έχουν μια εξαιρετικά φιλική και αλληλοϋποστηριζόμενη σχέση. Μοιράζονται ένα από τα μακρύτερα χερσαία σύνορα στον κόσμο- και οι δύο είναι μεγάλες χώρες- και οι δύο είναι μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ- και οι δύο κατέχουν ηγετικό ρόλο στην ανάπτυξη ενός πολυπολικού συστήματος διεθνών σχέσεων. Και καμία από τις κυβερνήσεις τους δεν πέφτει στην παγίδα του “διαίρει και βασίλευε” της Δύσης», προσέθεσε.
Μάλιστα επισημαίνει πως «είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον το γεγονός ότι άλλες μεγάλες αναπτυσσόμενες χώρες αντιτίθενται στη στρατηγική της Δύσης κατά της Ρωσίας. Οι ΗΠΑ επιδιώκουν εδώ και καιρό να μετατρέψουν την Ινδία ως το μεγάλο ασιατικό παρακολούθημά τους ενάντια στην Κίνα – για παράδειγμα, αναβιώνοντας την Τετράδα (Quad: στρατηγικός διάλογος για την ασφάλεια μεταξύ της Αυστραλίας, της Ινδίας, της Ιαπωνίας και των Ηνωμένων Πολιτειών) και δίνοντας στην Ινδία σημαντικό ρόλο στο Οικονομικό Πλαίσιο Ινδο-Ειρηνικού. Σίγουρα η Ινδία είναι κάπως επιρρεπής στο να κινητοποιηθεί εναντίον της Κίνας, αλλά είναι επίσης μια μεγάλη χώρα με τα δικά της ανεξάρτητα συμφέροντα. Θα ήταν οικονομικός και πολιτικός παραλογισμός για την Ινδία να διακόψει τις σχέσεις της με τη Ρωσία, δεδομένης της μακροχρόνιας φιλίας μεταξύ των δύο χωρών και της εκτεταμένης συνεργασίας τους στον τομέα της ενέργειας, της γεωργίας, των υποδομών και της στρατιωτικής τεχνολογίας».
«Η πολυπολική τάση αυξάνεται, καθώς η συντριπτική πλειονότητα των λαών στον κόσμο δεν θέλει να υπομείνει τον ηγεμονισμό»
Διαπιστώνει πως «η πολυπολική τάση αυξάνεται», καθώς «η συντριπτική πλειονότητα των λαών στον κόσμο δεν θέλει να υπομείνει τον ηγεμονισμό- θέλει κυριαρχία, θέλει την ελευθερία να αναπτυχθεί ειρηνικά, σύμφωνα με τις ιδιαίτερες ανάγκες και τις περιστάσεις της. Μια σημαντική εξέλιξη που αξίζει να αναφερθεί είναι ο σχηματισμός πέρυσι της Ομάδας Φίλων για την Υπεράσπιση του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών – μια ομάδα στην οποία συμμετέχουν η Κίνα, η Ρωσία, η Κούβα, το Ιράν, η Βενεζουέλα, η Νικαράγουα, η Λαϊκή Δημοκρατία της Κορέας, η Ζιμπάμπουε, η Βολιβία και μια σειρά άλλων χωρών. Ο σχηματισμός αυτός έχει ως στόχο να ενώσει τις χώρες του κόσμου για να αντιταχθούν στη μονομέρεια και τον ηγεμονισμό και να ζητήσουν την επιστροφή στις αρχές του διεθνούς δικαίου και του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ. Έτσι, από τη μία πλευρά έχουμε μια πολύ ισχυρή ιστορική πορεία που είναι, στην ουσία, αντιιμπεριαλιστική. Αλλά η ιστορία δεν κινείται σε ευθεία γραμμή και φυσικά το ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο απαντά σε αυτή τη κατάσταση. Η κυβέρνηση Μπάιντεν εργάζεται πολύ ενεργά για την εδραίωση μιας ιμπεριαλιστικής συμμαχίας, δίνοντας νέα έμφαση στο ΝΑΤΟ και την Τετράδα και οικοδομώντας στενότερες σχέσεις με την Ευρώπη και τον Καναδά. Το τριμερές σύμφωνο ασφαλείας AUKUS μεταξύ Αυστραλίας, Βρετανίας και ΗΠΑ αφορά ουσιαστικά την επέκταση του ΝΑΤΟ στον Ειρηνικό».
Εξηγεί πως «το ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο φαίνεται να βρίσκεται σε μια φάση σχετικής ενότητας και εδραίωσης, με τη Δυτική Ευρώπη, την Ιαπωνία, τον Καναδά και την Αυστραλία να είναι λίγο-πολύ πρόθυμες να αποδεχτούν τη συνεχιζόμενη ηγεσία των ΗΠΑ ενάντια στην “απειλή” ενός πολυπολικού κόσμου στον οποίο δεν υπάρχει πλέον οικονομική ή πολιτική βάση για τον ιμπεριαλισμό. Το ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο είναι αναμφισβήτητα πιο ενωμένο τώρα από οποιαδήποτε άλλη στιγμή μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, κατά τη διάρκεια του οποίου θωρακίστηκαν ενάντια στην “κομμουνιστική απειλή”. Για παράδειγμα, οι ΗΠΑ κατάφεραν να πείσουν τους Ευρωπαίους και Αγγλοσάξονες συμμάχους τους να επιβάλουν πρωτοφανείς κυρώσεις στη Ρωσία – με σημαντικό κόστος για τους απλούς ανθρώπους σε αυτές τις χώρες, οι οποίοι αντιμετωπίζουν τώρα μια κρίση κόστους ζωής που απειλεί να οδηγήσει εκατομμύρια ανθρώπους στη φτώχεια. Οι κυρώσεις αυτές, καθώς και η παροχή βαρέων όπλων στο Κίεβο, δεν αποσκοπούν στην επίλυση της σύγκρουσης αλλά στην παράτασή της. Ωφελούν την άρχουσα τάξη των ΗΠΑ και κανέναν άλλον. Αλλά οι Ευρωπαίοι φαίνεται να είναι αρκετά ικανοποιημένοι να εμπλακούν σε πράξεις αυτοτραυματισμού για χάρη της υποστήριξης των ΗΠΑ».
Συνοψίζοντας, ο ίδιος αναφέρει πως υποψιάζεται «ότι εισερχόμαστε σε ένα πολύ περίπλοκο και απρόβλεπτο στάδιο της γεωπολιτικής. Με την άνοδο της Κίνας ειδικότερα, το παγκόσμιο σοσιαλιστικό κίνημα αρχίζει να ανακτά την αυτοπεποίθησή του μετά τις τρομερές ανατροπές που προκάλεσε η κατάρρευση του σοσιαλισμού στη Σοβιετική Ένωση και την Ανατολική/Κεντρική Ευρώπη. Ο σοσιαλισμός έχει μια νέα δυναμική. Υπάρχει μια αναδυόμενη αλληλεγγύη και συνεργασία στον Παγκόσμιο Νότο, και υπάρχει μια παγκόσμια επιθυμία για πολυπολικότητα. Υπάρχει όμως και η όλο και πιο απελπισμένη και βίαιη απάντηση ενός ιμπεριαλιστικού μπλοκ υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, το οποίο, αν και δεν αποτελεί πλέον το οικονομικό κέντρο βάρους στον ίδιο βαθμό που ήταν, συνεχίζει να διατηρεί μια παγκόσμια στρατιωτική υποδομή μαμούθ. Η φράση του Μάο ότι “η πολιτική εξουσία βγαίνει από την κάνη ενός όπλου” εξακολουθεί να ισχύει. Ως εκ τούτου, θα παραμείνουν πολλά εμπόδια στο δρόμο προς έναν μετα-ιμπεριαλιστικό κόσμο».
«Η ιδέα ότι οι ΗΠΑ μπορούν να “αντιμετωπίσουν” ταυτόχρονα τόσο τη Ρωσία όσο και την Κίνα είναι απερίσκεπτη και γελοία, αλλά αντανακλά την την αποτυχία διαίρεσης της Ρωσίας και της Κίνας»
Παραπέμποντας τον Κάρλος, στο πρόσφατο άρθρο του Μάθιου Κρόνιγκ, αναπληρωτή διευθυντή του Κέντρου Στρατηγικής και Ασφάλειας Scowcroft του Ατλαντικού Συμβουλίου, το οποίο υποστήριζε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν χρειάζεται να επιλέξουν μεταξύ του πολέμου κατά της Ρωσίας και της Κίνας, προτείνοντας ότι μπορούν να αντιμετωπίσουν και τις δύο χώρες ταυτόχρονα -το ίδιο εισηγείται και μια ανάλυση του Ινστιτούτου Rand- του ζητήσαμε να τοποθετηθεί για σχετικά με την πρόσφατη συμμαχία AUKUS, τις απειλες της Δύσης κατά της νέας συμφωνίας μεταξύ της Κίνας και των Νήσων Σολομώντος και την ανατροπή της κυβέρνησης του Πακιστάν. Ο ίδιος απαντά πως «αυτή η ιδέα ότι οι ΗΠΑ μπορούν να “αντιμετωπίσουν” ταυτόχρονα τόσο τη Ρωσία όσο και την Κίνα ακούγεται απερίσκεπτη και γελοία – και πράγματι είναι απερίσκεπτη και γελοία – αλλά αντανακλά επίσης την κατανόηση ότι οι προσπάθειες διαίρεσης της Ρωσίας και της Κίνας ήταν ανεπιτυχείς. Οι λεγόμενοι ρεαλιστές στο κατεστημένο της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής επιδιώκουν εδώ και καιρό να μετατρέψουν τη Ρωσία ως σταθερό σύμμαχο προκειμένου να την εντάξουν σε ένα μέτωπο κατά της Κίνας. Πράγματι, αυτή ήταν η στρατηγική που ακολούθησε η κυβέρνηση Τραμπ κατά τις πρώτες ημέρες της, υιοθετώντας μια εχθρική προσέγγιση έναντι της Κίνας, ενώ έδειχνε κάποια κατανόηση των αναγκών ασφαλείας της Ρωσίας. Ωστόσο, αυτό δεν προχώρησε, κυρίως επειδή δεν υπήρξε ποτέ αρκετή συναίνεση γι’ αυτό στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ, όπου τα αντιρωσικά αισθήματα είναι βαθιά».
Αντίθετα, «οι σχέσεις Κίνας-Ρωσίας είναι τώρα καλύτερες από ό,τι ήταν από τα μέσα της δεκαετίας του 1950. Τον Φεβρουάριο του τρέχοντος έτους, μετά τη συνάντηση του Πούτιν και του Σι στο Πεκίνο, οι δύο χώρες εξέδωσαν μια μακροσκελή κοινή δήλωση σχετικά με την τρέχουσα κατάσταση των διεθνών σχέσεων, στην οποία συνοψίζουν την κοινή προοπτική τους υπέρ της πολυπολικότητας και τις ανησυχίες τους για “απόπειρες ηγεμονισμού, οι οποίες συνιστούν σοβαρές απειλές για την παγκόσμια και περιφερειακή ειρήνη και σταθερότητα και υπονομεύουν τη σταθερότητα της παγκόσμιας τάξης”. Οι ιμπεριαλιστικές άρχουσες τάξεις δεν έχουν άλλη επιλογή από το να αποδεχτούν ότι η Κίνα και η Ρωσία δεν θα χρησιμοποιηθούν η μία εναντίον της άλλης- ότι αποτελούν βασικό συστατικό μιας αναδυόμενης πολυπολικότητας, η οποία είναι ελκυστική για σχεδόν ολόκληρο τον κόσμο εκτός της Δυτικής Ευρώπης και της Αγγλοσφαιρας. Ως εκ τούτου, αν πρόκειται να υπάρξει ένας Νέος Αμερικανικός Αιώνας, οι ΗΠΑ θα πρέπει να αντιμετωπίσουν τόσο την Κίνα όσο και τη Ρωσία».
«Οι ΗΠΑ είναι μια φθίνουσα δύναμη, όλο και πιο ανίκανη να επιβάλει τη θέλησή της στον κόσμο» – Άριστες σχέσεις Ρωσίας και Κίνας με τον Παγκόσμιο Νότο
Όμως «οι ΗΠΑ είναι μια φθίνουσα δύναμη, όλο και πιο ανίκανη να επιβάλει τη θέλησή της στον κόσμο. Το σχέδιό τους για “αποσύνδεση” και για να πείσουν τις χώρες να μειώσουν τους οικονομικούς δεσμούς τους με την Κίνα έχει αποτύχει πλήρως – άλλωστε, η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της πλειονότητας των χωρών του κόσμου. Ακόμα και οι παραδοσιακοί σύμμαχοι δεν είναι πρόθυμοι να ενεργήσουν σύμφωνα με τις οδηγίες της Ουάσινγκτον. Τα Νησιά Σολομώντος, όπως αναφέρατε, αποτελούν ένα καλό παράδειγμα. Οι ΗΠΑ και η Αυστραλία αντιμετώπιζαν επί μακρόν τα νησιά του Ειρηνικού ως παιδική χαρά τους, αλλά οι χώρες αυτές αρχίζουν να βλέπουν ότι δεν χρειάζεται πλέον να υποφέρουν σε κατάσταση μόνιμης εξάρτησης και υπανάπτυξης- ότι η Κίνα είναι πρόθυμη να συνεργαστεί μαζί τους στη βάση της ισότητας και του αμοιβαίου οφέλους. Μια άλλη ένδειξη της φθίνουσας διπλωματικής εμβέλειας των ΗΠΑ είναι ο αριθμός των χωρών που άλλαξαν διπλωματική αναγνώριση από την Ταϊβάν στη ΛΔΚ τα τελευταία χρόνια. Υπάρχουν πλέον μόνο 13 κράτη που διατηρούν πλήρεις διπλωματικές σχέσεις με την Ταϊβάν, με αθροιστικό πληθυσμό μικρότερο από 50 εκατομμύρια, δηλαδή περίπου το 3,5% του παγκόσμιου πληθυσμού». Γι’ αυτό, «ο Λευκός Οίκος συνεχίζει να επινοεί νέα σχέδια για να αντιμετωπίσει την (κινεζική) Πρωτοβουλία Ζώνη και Δρόμος – το Blue Dot Network, το Build Back Better World, το Indo-Pacific Economic Framework – αλλά όλοι γνωρίζουν ότι αυτά είναι προορισμένα για αποτυχία, αφού οι ΗΠΑ μετά βίας μπορούν να κρατήσουν τα φώτα αναμμένα στο εσωτερικό τους, πόσο μάλλον να κατασκευάσουν σιδηροδρομικές συνδέσεις υψηλής ταχύτητας και υποδομές ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην Ασία, την Αφρική, τη Μέση Ανατολή και τη Λατινική Αμερική».
Εν τω μεταξύ, «όπως η Κίνα, έτσι και η Ρωσία έχει άριστες σχέσεις με τον Παγκόσμιο Νότο. Δεν είναι τυχαίο ότι οι σοσιαλιστικές και σοσιαλιστικά προσανατολισμένες χώρες της Λατινικής Αμερικής (Κούβα, Βενεζουέλα, Νικαράγουα, Βολιβία) υπερασπίστηκαν σθεναρά τη Ρωσία σε σχέση με την κρίση στην Ουκρανία- άλλωστε, η Ρωσία έχει παράσχει πολύτιμη υποστήριξη σε όλες αυτές και τους έχει φερθεί με αξιοπρέπεια και σεβασμό. Μια άλλη δυναμική που πρέπει να ληφθεί υπόψη είναι ότι η Ρωσία και η Ινδία έχουν μακροχρόνια φιλία, και αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει σημαντικό παράγοντα για τον καθορισμό του στρατηγικού προσανατολισμού της Ινδίας στο μέλλον: θα επιτρέψει να χρησιμοποιηθεί από τη Δύση για να αποδυναμώσει την Κίνα ή θα συμπορευτεί με τον Παγκόσμιο Νότο, τις σοσιαλιστικές και τις αδέσμευτες χώρες, στην πορεία προς έναν πολυπολικό κόσμο; Αλλά όπως ανέφερα προηγουμένως, οι ΗΠΑ εξακολουθούν να είναι το πιο βαριά οπλισμένο κράτος στην ιστορία και η στρατιωτική τους υπεροχή τους επιτρέπει να συνεχίσουν να προσκολλώνται στην ιδέα της διαρκούς ηγεμονίας. Ως εκ τούτου, και ίσως αντιφατικά, η ενίσχυση των στρατιωτικών δυνατοτήτων της Κίνας είναι ένας εξαιρετικά σημαντικός παράγοντας για την επιδίωξη της παγκόσμιας ειρήνης».
«Η μόνη αποδεκτή κοσμοθεωρία είναι αυτή που υποστηρίζει το ιμπεριαλιστικό σχέδιο υπό την ηγεσία των ΗΠΑ»
Επισημάναμε στον Κάρλος, ότι στα δυτικά μέσα ενημέρωσης κυριαρχεί η ρωσοφοβία, η ισλαμοφοβία και η σινοφοβία. Για παράδειγμα, κατά την περίοδο της πανδημίας στοχοποιήθηκε η Κίνα, ενώ σήμερα λοιδορείται η πολιτική του μηδενικού κοβιντ., ζητώντας του να μας πως βιώνεται αυτό το κλίμα του νέου Μακαρθισμού στα πιο ανεπτυγμένα κράτη του δυτικού κόσμου, καθώς ο ίδιος είναι κάτοικος Ηνωμένου Βασιλείου -μια ιμπεριαλιστική μητρόπολη, που βασιλεύει το νεοψυχροπολεμικό κυνήγι μαγισσών. Εκείνος προειδοποιεί ότι «μπάνουμε σε μια πολύ επικίνδυνη περίοδο όπου υποδαυλίζεται ο ρατσισμός και η ελευθερία του λόγου δέχεται επιθέσεις. Αυτή τη στιγμή, το αντι-ρωσικό και αντι-κινεζικό συναίσθημα είναι πανταχού παρόν στα δυτικά μέσα ενημέρωσης και δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς πώς αυτό οδηγεί σε απότομη αύξηση του ρατσισμού – συμπεριλαμβανομένου του βίαιου ρατσισμού, ιδιαίτερα κατά των Ανατολικοασιατών. Εν τω μεταξύ, η αντίθετη αφήγηση έχει λογοκριθεί. Τα ρωσικά μέσα ενημέρωσης έχουν απαγορευτεί. Από το CGTN αφαιρέθηκε η άδεια εκπομπής στη Βρετανία, όπως και από το Press TV. Οι υπάλληλοι της ρωσικής ή κινεζικής κυβέρνησης και των μέσων ενημέρωσης λαμβάνουν ειδική σήμανση στις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης, κάτι σαν την προειδοποίηση για την υγεία στα πακέτα τσιγάρων. Το υπονοούμενο είναι ότι οι ρωσικές και κινεζικές φωνές είναι κατά βάση αναξιόπιστες. Περιττό να πούμε ότι δεν υπάρχει κάτι αντίστοιχο για τους υπαλλήλους της βρετανικής κυβέρνησης ή του BBC, για παράδειγμα».
Συμπληρώνει πως «τα όρια της αποδεκτής γνώμης γίνονται όλο και πιο στενά. Όσοι από εμάς χρησιμοποιούμε τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να παρέχουμε μια εναλλακτική οπτική, υποβαλλόμαστε σε “διαπόμπευση” στον Τύπο των δισεκατομμυριούχων. Εμφανίζοται διάσημοι ψευτοαριστερούς όπως ο Πολ Μέισον που συνεργάζονται με τις βρετανικές υπηρεσίες ασφαλείας για να διαδώσουν τη συκοφαντία ότι κάθε αντιιμπεριαλιστική άποψη στη Βρετανία πληρώνεται από το ρωσικό και το κινεζικό κράτος. Οι άνθρωποι που προωθούν τη φιλική συνεργασία με την Κίνα και τη Ρωσία – ή την αντίθεση στην πολεμική μηχανή του ΝΑΤΟ – διασύρονται. Το συνολικό μήνυμα είναι απολύτως σαφές: η μόνη αποδεκτή κοσμοθεωρία είναι αυτή που υποστηρίζει το ιμπεριαλιστικό σχέδιο υπό την ηγεσία των ΗΠΑ. Κατά ειρωνικό τρόπο, υπάρχει πολύ μεγαλύτερη ποικιλομορφία απόψεων και ζωντάνια στη συζήτηση στην Κίνα και τη Ρωσία απ’ ό,τι στη Δύση, όπου οι αντιιμπεριαλιστικές απόψεις περιθωριοποιούνται και καταπιέζονται συστηματικά».
«Υπάρχει σύγχυση σχετικά με τη φύση της σύγχρονης Κίνας»
Οι «Φίλοι της Σοσιαλιστικής Κίνας» είναι αφιερωμένοι στη μελέτη αυτού που ονομάζεται «σοσιαλισμός με κινεζικά χαρακτηριστικά». Πρόσφατα η Κίνα δήλωσε ότι έχει επιτύχει τον στόχο της εξάλειψης της ακραίας φτώχειας και οδεύει προς την εξασφάλιση της κοινής ευημερίας μέσω της αναδιανομής του πλούτου, με στόχο την οικοδόμηση μιας σύγχρονης σοσιαλιστικής χώρας. Με βάση τα παραπάνω, ζητήσαμε τη γνώμη του Κάρλος για τις πολιτικές της κινεζικής κυβέρνησης, καθώς και για τις προσπάθειες των αναπτυσσόμενων χωρών να αναπτυχθούν. Διαπιστώνει πως «υπάρχει ευρεία σύγχυση σχετικά με τη φύση της σύγχρονης Κίνας. Επειδή η Κίνα έχει δισεκατομμυριούχους, επειδή η Κίνα έχει μεγάλο όγκο ιδιωτικού κεφαλαίου, επειδή υπάρχει σημαντική ανισότητα στην Κίνα, πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι η Κίνα έχει εγκαταλείψει το σοσιαλιστικό μονοπάτι. Ορισμένοι (παραδόξως) περιγράφουν ακόμη και την Κίνα ως νεοφιλελεύθερη. Η σύγχυση είναι κατανοητή ως ένα βαθμό, αλλά δείχνει μια θεμελιώδη παρανόηση του μαρξισμού. Το βασικό ζήτημα του σοσιαλισμού είναι αυτό της πολιτικής εξουσίας, όχι η αναλογία ιδιωτικής και δημόσιας ιδιοκτησίας. Στην καπιταλιστική κοινωνία, η καπιταλιστική τάξη είναι η κυρίαρχη τάξη και τα συμφέροντά της έχουν προτεραιότητα έναντι όλων των άλλων. Βέβαια, υπάρχουν καπιταλιστές στην Κίνα, αλλά δεν έχουν την εξουσία, δεν είναι σε θέση να διεκδικήσουν τα συμφέροντά τους σε βάρος εκείνων της εργατικής τάξης και της αγροτιάς. Η Κινεζική Επανάσταση έθεσε τους εργαζόμενους στην εξουσία και εγκαθίδρυσε ένα σύστημα λαϊκής δημοκρατίας με ηγετικό ρόλο για το Κομμουνιστικό Κόμμα. Το σύστημα αυτό έχει εξελιχθεί με την πάροδο του χρόνου, αλλά η ουσία του παραμένει η ίδια».
Σημείωσε παρεμπιπτόντως ότι «αν και η αναλογία ιδιωτικής και δημόσιας ιδιοκτησίας δεν είναι ο κύριος καθοριστικός παράγοντας για το αν μια δεδομένη κοινωνία είναι σοσιαλιστική, αυτό δεν σημαίνει ότι είναι άσχετη. Η ιδιοκτησιακή δομή και η διαχείριση της οικονομίας παρέχουν τη βάση πάνω στην οποία στηρίζεται το πολιτικό εποικοδόμα. Εάν η κινεζική οικονομία βασιζόταν αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο στην ιδιωτική ιδιοκτησία και στο κίνητρο του κέρδους, ο σοσιαλισμός δεν θα άντεχε για πολύ. Αλλά ο σοσιαλισμός της αγοράς της Κίνας είναι ειδικά διαμορφωμένος έτσι ώστε το κράτος να έχει τον ηγετικό και καθοριστικό ρόλο. Ή, όπως διατυπώνεται στο σύνταγμα της Κίνας: “Ο κρατικός τομέας της οικονομίας, δηλαδή ο τομέας της σοσιαλιστικής οικονομίας υπό την ιδιοκτησία ολόκληρου του λαού, είναι η ηγετική δύναμη στην οικονομία”. Γιατί η Κίνα μπόρεσε να δώσει τόσο μεγάλη προτεραιότητα στην αντιμετώπιση της φτώχειας; Στην επίλυση του προβλήματος των αστέγων; Στη διασφάλιση ότι κάθε παιδί θα λάβει εκπαίδευση; Στην αντιμετώπιση της πανδημίας; Στην επένδυση στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, στην αναδάσωση και στην προστασία της βιοποικιλότητας; Στην αντιμετώπιση της διαφθοράς; Στην επέκταση των υποδομών σε όλη τη χώρα; Οι προτεραιότητες της κυβέρνησης είναι οι προτεραιότητες του λαού, και αυτό γιατί η Κίνα είναι μια σοσιαλιστική δημοκρατία. Καμία καπιταλιστική χώρα δεν μπόρεσε να πετύχει αυτό που πέτυχε η Κίνα- η ταξική δομή της καπιταλιστικής κοινωνίας απλώς δεν το επιτρέπει».
Μας παραπέμπει μάλιστα στον Κουβανό επαναστάτη Φιντέλ Κάστρο, ο οποίος σχολίασε το 1993, ότι οι μεγάλες επιτυχίες της Κίνας «πραγματοποιήθηκαν κάτω από τις αθάνατες ιδέες του μαρξισμού-λενινισμού και τη σοφή εφαρμογή τους στις συνθήκες της Κίνας». Ο Φιντέλ συνεχίζει: «Μόνο ο σοσιαλισμός θα μπορούσε να είναι ικανός για το θαύμα της σίτισης, της ένδυσης, της παροχής θέσεων εργασίας, εκπαίδευσης και υγειονομικής περίθαλψης, της αύξησης του προσδόκιμου ζωής στα 70 έτη και της παροχής αξιοπρεπούς στέγης σε περισσότερα από 1 δισεκατομμύριο ανθρώπινα όντα σε ένα ελάχιστο τμήμα της καλλιεργήσιμης γης του πλανήτη. Χάρη σε ένα τέτοιο κατόρθωμα σε αυτή τη δύσκολη εποχή για τους λαούς του κόσμου, πάνω από το ένα πέμπτο της ανθρωπότητας παραμένει κάτω από τη σημαία του σοσιαλισμού».
«Η Κίνα έχει έναν μοναδικά σημαντικό ρόλο στον αγώνα της ανθρωπότητας ενάντια στον ιμπεριαλισμό και για το σοσιαλισμό»
Ο Κάρλος επισημαίνει ότι «έχοντας επιτύχει τον ιστορικό στόχο της εξάλειψης της ακραίας φτώχειας, η Κίνα στρέφει την προσοχή της στην αντιμετώπιση της σχετικής φτώχειας, στη βελτίωση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ, στη μείωση των ανισοτήτων μεταξύ περιοχών και (κοινωνικών) ομάδων και στην ανάπτυξη με οικολογικά βιώσιμο τρόπο. Ξεκινώντας από το 2020, η κυβέρνηση έχει δώσει σαφή έμφαση στην αντιμετώπιση της άτακτης επέκτασης του ιδιωτικού κεφαλαίου, της κερδοσκοπίας στον τομέα της στέγασης, της ακραίας εισοδηματικής ανισότητας και της υπερβολικής ισχύος των εταιρειών τεχνολογίας και των ιδιωτικών παρόχων εκπαίδευσης. Εν τω μεταξύ, η Κίνα έχει επίσης εντείνει τη συμβολή της στον παγκόσμιο αγώνα για την αποτροπή της κλιματικής κατάρρευσης και τη διατήρηση της βιοποικιλότητας, του καθαρού αέρα και του καθαρού νερού. Το 2021, η Κίνα ανέλαβε τις παγκόσμιες ιστορικές δεσμεύσεις για την επίτευξη της μέγιστης κατανάλωσης άνθρακα έως το 2030 και της ουδετερότητας του άνθρακα έως το 2060. Από την ανακοίνωση αυτών των στόχων, η κυβέρνηση έχει αναπτύξει συστηματικά προγράμματα για την επίτευξή τους. Η Κίνα είναι ήδη ο αδιαμφισβήτητος παγκόσμιος ηγέτης στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, με συνολική δυναμικότητα μεγαλύτερη από τις ΗΠΑ, την ΕΕ, την Ιαπωνία και τη Βρετανία μαζί. Η δασική κάλυψη της Κίνας έχει αυξηθεί από 12% στις αρχές της δεκαετίας του 1980 σε 23% σήμερα. Έχει δημιουργήσει εθνικά πάρκα που καλύπτουν 230.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Είναι πρώτη στον κόσμο στην παραγωγή και τη χρήση ηλεκτρικών αυτοκινήτων, τρένων και λεωφορείων. Περίπου το 99 τοις εκατό των ηλεκτρικών λεωφορείων παγκοσμίως βρίσκονται στην Κίνα, μαζί με το 70 τοις εκατό των σιδηροδρόμων υψηλής ταχύτητας παγκοσμίως»
Σημειώνει πως «η πρωτοβουλία Ζώνη και Δρόμος, που εγκρίθηκε το 2013, έχει μεταμορφώσει το επενδυτικό τοπίο για τις υποδομές και τη συνδεσιμότητα, ιδίως στον αναπτυσσόμενο κόσμο. Πάνω από 140 από τις 195 χώρες του κόσμου έχουν επίσημα ενταχθεί στη πρωτοβουλία, επιτρέποντάς τους να αντιμετωπίσουν τις ουσιαστικές ανάγκες τους όσον αφορά τις φυσικές υποδομές, τις τηλεπικοινωνίες, τις μεταφορές και την παραγωγή και μεταφορά ενέργειας. Στη δήλωση των στόχων των Φίλων της Σοσιαλιστικής Κίνας, γράφουμε ότι “το μέγεθος και το επίπεδο ανάπτυξης της Κίνας, της προσδίδουν αντικειμενικά κρίσιμο ρόλο στην παγκόσμια μετάβαση στο σοσιαλισμό. Η Κίνα είναι η πιο εξέχουσα δύναμη που πιέζει για την εγκαθίδρυση ενός πολυπολικού συστήματος διεθνών σχέσεων και μιας νέας διεθνούς οικονομικής τάξης- εν τω μεταξύ, αναδεικνύεται σε παγκόσμιο ηγέτη στον αγώνα για την αποφυγή της κατάρρευσης του κλίματος. Ως εκ τούτου, η συνέχιση της επιβίωσης του κινεζικού σοσιαλισμού είναι ένα κρίσιμο ζήτημα όχι μόνο για τον κινεζικό λαό αλλά και για ολόκληρη την ανθρωπότητα”. Υποστηρίζω αυτή τη δήλωση. Υποστηρίζω όλες τις σοσιαλιστικές και σοσιαλιστικά προσανατολισμένες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Βόρειας Κορέας, της Κούβας, του Βιετνάμ, του Λάος, της Βενεζουέλας και της Νικαράγουας, αλλά φαίνεται ξεκάθαρα ότι η Κίνα έχει έναν μοναδικά σημαντικό ρόλο στον αγώνα της ανθρωπότητας ενάντια στον ιμπεριαλισμό και για το σοσιαλισμό».
«Καθήκον για εμάς στη Δύση είναι να οικοδομήσουμε ένα ισχυρό αντιιμπεριαλιστικό σοσιαλιστικό κίνημα, που θα ενωθεί με τους καταπιεσμένους λαούς όλου του κόσμου»
Ολοκληρώνοντας, με αφορμή τα παραπάνω, ζητήσαμε από τον Κάρλος ένα σχόλιο για το γεγονός ότι η πλειοψηφία της δυτικής αριστεράς αποφεύγει να επιλέξει το στρατόπεδο κατά του ιμπεριαλισμού και να εμπνευστεί από τις σοσιαλιστικές χώρες, με τον ίδιο να εξηγεί ότι «από το 1917 και μετά, οι προοδευτικοί άνθρωποι στις προηγμένες καπιταλιστικές χώρες δυσκολεύτηκαν πολύ να υποστηρίξουν τον υπαρκτό σοσιαλισμό. Υπάρχουν μέσα σε ένα πολύ ισχυρό και εξελιγμένο περιβάλλον προπαγάνδας, όπου τα σοσιαλιστικά κράτη παρουσιάζονται συστηματικά ως μοναδικά κακά και παραπλανημένα. Το αποτέλεσμα αυτού είναι ότι όποιος υπερασπίζεται τις σοσιαλιστικές χώρες, ή ακόμη και άλλα κράτη και κινήματα που στέκονται με συνέπεια ενάντια στον ιμπεριαλισμό, βρίσκεται αμέσως σε μια μικρή μειοψηφία, η οποία είναι μια ψυχολογικά δυσάρεστη θέση».
«Σε ένα τέτοιο πολιτισμικό-ιδεολογικό περιβάλλον, που δημιουργήθηκε σκόπιμα από την καπιταλιστική τάξη, οι προοδευτικές τάσεις που ευδοκιμούν τείνουν να είναι εκείνες που μπορούν να συμβιβαστούν με μια ουσιαστικά αντικομμουνιστική αφήγηση, όπως για παράδειγμα οι οπαδοί του Τόνι Κλιφ με τη γραμμή “Ούτε Ουάσιγκτον ούτε Μόσχα” από τη δεκαετία του 1940 και μετά. Σήμερα οι ιδεολογικοί επίγονοί τους φωνάζουν “Ούτε Ουάσιγκτον ούτε Πεκίνο” και παρουσιάζουν τον Νέο Ψυχρό Πόλεμο ως ένα είδος ενδοϊμπεριαλιστικής σύγκρουσης. Πιστεύουν ότι, εφόσον η Κίνα έχει κάποιες μεγάλες επιχειρήσεις και εμπλέκεται στην εξαγωγή κεφαλαίων, είναι μια ιμπεριαλιστική χώρα και ότι θα πρέπει να ενώσουμε τα χέρια μας με την κινεζική εργατική τάξη για να βοηθήσουμε να πέσει η κυβέρνηση υπό την ηγεσία του Κουμμουνιστικού Κόμματος Κίνας (αγνοώντας το άβολο γεγονός ότι η κινεζική εργατική τάξη στη συντριπτική της πλειοψηφία υποστηρίζει την κυβέρνηση υπό την ηγεσία του). Επιμένουν στις φόρμουλες και τα δόγματά τους και αγνοούν την πραγματικότητα του ιμπεριαλισμού όπως υπάρχει στον κόσμο: ένα ιμπεριαλιστικό μπλοκ υπό την ηγεσία των ΗΠΑ με ένα δίκτυο 800 στρατιωτικών βάσεων, που επιβάλλει μονομερείς κυρώσεις σε δεκάδες χώρες, διεξάγει πολέμους αλλαγής καθεστώτων, διεξάγει πολέμους δι’ αντιπροσώπων, συμμετέχει σε εκστρατείες αποσταθεροποίησης, επιβάλλει προγράμματα διαρθρωτικής προσαρμογής σε φτωχές χώρες κ.ο.κ.». Αντίθετα, «η Κίνα επενδύει σε άλλες χώρες στη βάση του αμοιβαίου οφέλους. Η Κίνα είναι ένθερμος υποστηρικτής της κυρίαρχης ανάπτυξης και των αρχών του σεβασμού, της ισότητας, της μη επέμβασης και της αυτοδιάθεσης. Το να εξισώνουμε τις εξωτερικές σχέσεων της Κίνας και του δυτικού ιμπεριαλισμού είναι προφανώς παράλογο, και όμως μεγάλο μέρος της αριστεράς κάνει ακριβώς αυτό».
Καταλήγει, λέγοντας ότι «δεν είναι μόνο οι σοσιαλιστικές χώρες που δεν προσελκύουν την υποστήριξη μεγάλων τμημάτων της δυτικής αριστεράς. Η Ρωσία δίνει μια ιστορική μάχη ενάντια στον ιμπεριαλισμό του ΝΑΤΟ, και όμως πολλοί λεγόμενοι αριστεροί επιλέγουν το ΝΑΤΟ αντί της Ρωσίας. Τέτοιοι άνθρωποι αρνήθηκαν να υποστηρίξουν τη Λιβύη όταν αυτή υποβλήθηκε σε μια βίαιη εκστρατεία αλλαγής καθεστώτος. Τέτοιοι άνθρωποι αρνήθηκαν να στηρίξουν τη Συρία όταν η Τουρκία και τα κράτη του Κόλπου, με πλήρη γνώση και έγκριση των ΗΠΑ, έστειλαν σεχταριστικές πολιτοφυλακές για να διεξάγουν έναν πόλεμο αλλαγής καθεστώτος μέσω αντιπροσώπων. Τέτοιοι άνθρωποι αρνήθηκαν να υποστηρίξουν τη Γιουγκοσλαβία όταν οι βόμβες του ΝΑΤΟ έπεφταν βροχή το 1999. Όταν πρόκειται για ζητήματα παγκόσμιας πολιτικής, παίρνουν το παράδειγμα από την ιμπεριαλιστική άρχουσα τάξη τους. Φυσικά, υπάρχουν και έντιμες εξαιρέσεις. Το ιδιαίτερο καθήκον για εμάς στη Δύση είναι να οικοδομήσουμε ένα ισχυρό αντιιμπεριαλιστικό σοσιαλιστικό κίνημα που θα ενωθεί με τους καταπιεσμένους λαούς όλου του κόσμου, παλεύοντας μαζί ενάντια στην ηγεμονία, ενάντια στον πόλεμο, ενάντια στην καταπίεση, ενάντια στην εκμετάλλευση, για δικαιοσύνη, για ειρήνη, για ένα μέλλον για την ανθρωπότητα και τον πλανήτη μας.