Η Μαρία Καρυστιανού ξεκίνησε την ομιλία της περιγράφοντας ότι «πριν από 19 μήνες συνέβη ένα διπλό τραγικό έγκλημα στα Τέμπη, στην Ελλάδα, ένα σιδηροδρομικό δυστύχημα που κόστισε τη ζωή σε 57 ανθρώπους και τραυμάτισε γύρω στους 180» και προσέθεσε την «συστηματική και μεθοδευμένη, πλήρη απαξίωση του σιδηροδρόμου στην χώρα μου δημιούργησε χρόνιες παθογένειες παρότι πολλάκις χρηματοδοτήθηκε από κονδύλια της ΕΕ και εξακολουθεί να μην μπορεί να εγγυηθεί την ασφαλή μετακίνηση των πολιτών ακόμα και τώρα»

Υπενθύμισε τις προσπάθειες της Ευρωπαίας εισαγγελέα Λάουρα Κοβέσι να ερευνήσει τις αιτίες τις μη εφαρμογής της σύμβασης 717 (συστήματα ασφαλείας του σιδηροδρόμου):

«Πρόσφατα η ευρωπαϊκή εισαγγελέας έκρινε ότι υπάρχουν αξιόποινες πράξεις, σε βάρος δυο πρώην υπουργών μεταφορών  εξ’ αιτίας της χρόνιας καθυστέρησης στην ολοκλήρωση του χρηματοδοτούμενου έργου που στόχευε στην ασφάλεια των σιδηροδρομικών μετακινήσεων διαπράττοντας αδίκημα σε βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παρέπεμπε όμως το θέμα στις εθνικές αρχές, αναμένοντας από την Βουλή και την ελληνική δικαιοσύνη να πράξουν τα δέοντα απέναντι στους πρώην δύο υπουργούς. Μάταια, όμως, καθώς η ίδια τυπικά δήλωνε σκόνταφτε στο θέμα της ασυλίας που παρέχει στα μέλη της κυβέρνησης το παροχυμένο ελληνικό σύνταγμα σε σχέση με τα σύγχρονα ευρωπαϊκά» προσέθεσε.

«Την ίδια δήλωση επανέλαβε και ενώπιον της Επιτροπής LIBE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου την Δευτέρα 30 Σεπτεμβρίου» είπε ακόμα, αλλά «το άσυλο είναι μια μεγάλη πληγή στην Ελλάδα και η έλλειψη καταλογισμού ευθυνών, καθώς έχει καταλήξει να λειτουργεί αποκλειστικά ως ασπίδα προστασίας των υπόλογων υπουργών απέναντι στη δικαιοσύνη».

«Αυτό» τόνισε «σε συνδυασμό με τον διορισμό των ανώτατων δικαστικών υπαλλήλων από την κυβέρνηση οδηγεί σχεδόν πάντα στην αθώωση η την αρχειοθέτηση όλων των υποθέσεων που αφορούν πολιτικά πρόσωπα». Η ιδιαιτερότητα της υπόθεσης των Τεμπών είναι ότι λόγω έλλειψης όλων των συστημάτων ασφαλείας ακολούθησε και ένα δεύτερο έγκλημα  που αφορά την αδιανόητη κυβερνητική παρέμβαση που έγινε μετά το έγκλημα για να μην μπορέσουμε να ερευνήσουμε τα αίτια του δυστυχήματος».

Δηλαδή, «για να μην μπορέσουμε να ερευνήσουμε τα αίτια της έκρηξης που πλέον ξέρουμε ότι έκαψε 30 ανθρώπους  και οφείλονταν σε παράνομα φορτωμένο φορτίο έφλεκτων υλικών». «Για ποιο λόγο να εμπλακεί μία κυβέρνηση και να καταστρέψει σημαντικά στοιχεία; Αυτή η κυβέρνηση είναι σίγουρα εμπλεκόμενη και στα δύο εγκλήματα και προσπαθεί να γλιτώσει των ευθυνών της» υπογράμμισε η Μαρία Καρυστιανού και συνέχισε:

«Η μόνη απάντηση είναι ότι αυτή η κυβέρνηση είναι σίγουρα εμπλεκομένη και στα δυο εγκλήματα και έχει κάθε λόγο να θέλει ακόμα μια φορά να γλιτώσει των ευθυνών της στο Ευρωκοινοβουλιο αλλά και στην αρμόδια DG move. Θα μάθουμε την αλήθεια για τα αίτια πρόκλησης του θανατηφόρου δυστυχήματος στη χώρα μας; Υπάρχει ολοφάνερη προσπάθεια χειραγώγησης του Ευρωκοινοβουλίου με σκοπό την αποφυγή των ευθυνών και της τιμωρίας. Εκτός από άστοχη πόσο τυχαία μπορεί να είναι η επιλογή του κ. Τζιτζικώστα πρωτοκλασάτου στελέχους της κυβέρνησης και μέλους του ευρωπαϊκού λαϊκού κόμματος; Αν σκεφτεί κανείς τις προσπάθειες που έχει ήδη κάνει η κυβέρνηση για την συγκάλυψή του εγκλήματος», σημείωσε, ενώ διερωτήθηκε «βασιζόμενος σε ποιες γνώσεις θα αναλάβει ο κ. Τζιτζικωστας αυτή τη θέση».

«Με ποια λογική θα αναλάβει το ευρωπαϊκό χαρτοφυλάκιο μια χώρα στην οποία συνέβη το μεγαλύτερο σιδηροδρομικό δυστύχημα της Ευρώπης ενώ είναι υπό έλεγχο και από την ευρωπαϊκή εισαγγελία για το οικονομικό σκάνδαλο που αφορά την σύμβαση 717;» διερωτάται έντονα.

Κατέληξε ότι «το θέμα Τέμπη δεν είναι κομματικό» αλλά «αφορά το δικαίωμα στη ζωή και την ασφαλή μετακίνηση» και ότι, καθώς «το κράτος δικαίου στην Ελλάδα δε λειτουργεί», να μην αφήσουν εκείνοι αυτό το έγκλημα να μείνει ατιμώρητο.