Ο Δημήτρης Παπαδημούλης, μετά τις αποκαλύψεις για τις παρακολουθήσεις εις βάρος του Θ. Κουκάκη, στην ερώτησή του προς τον Ντιντιέ Ρέιντερς, ζητούσε να μάθει «αν γνωρίζει η Κομισιόν για τη χρήση του λογισμικού “Predator” στην παρακολούθηση δημοσιογράφου στην Ελλάδα» και «τι μέτρα σκοπεύει να λάβει προκειμένου να διερευνηθεί πλήρως η περίπτωση».

Ο επίτροπος Δικαιοσύνης, που έχει βρεθεί και ο ίδιος σε παρόμοια θέση μόλις ένα χρόνο πριν, όταν διαπιστώθηκαν «ενδείξεις παραβίασης» των προσωπικών και επαγγελματικών συσκευών του, καθώς και άλλων τηλεφώνων που χρησιμοποιούν υπάλληλοι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, απάντησε μεταξύ άλλων τα εξής:

«Η Ε.Ε. διαθέτει νομοθεσία για την αντιμετώπιση της παράνομης παρακολούθησης και την προστασία του απορρήτου. Οι εθνικές αρχές θα πρέπει να χρησιμοποιούν τις εποπτικές τους εξουσίες για να διερευνούν ενδελεχώς τυχόν ισχυρισμούς σχετικά με κατασκοπευτικό λογισμικό. Η Επιτροπή θα παρακολουθεί την εφαρμογή των εν λόγω συστάσεων».

Σχολιάζοντας την απάντηση του επιτρόπου, ο Δημήτρης Παπαδημούλης, που είναι επικεφαλής της Ευρωκοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, επισημαίνει:

«Η ηχηρή απάντηση του Επιτρόπου λίγες ώρες πριν την παραίτηση Δημητριάδη, έρχεται να συμπληρώσει τις καταιγιστικές αποκαλύψεις και τη διεθνή κατακραυγή για το σκάνδαλο παρακολούθησης δημοσιογράφων και πολιτικών μέσω του Predator. Η αναγκαστική αποδοχή της παραίτησης από τον Μητσοτάκη αποκαλύπτει την εμπλοκή του Μαξίμου. Ο πρωθυπουργός οφείλει να αναλάβει τις βαριές του ευθύνες και να εξηγήσει τους λόγους της παραίτησης του πιο στενού του συνεργάτη».

Η ερώτηση του Δ. Παπαδημούλη

Θέμα: Χρήση του λογισμικού παρακολούθησης «Predator» στην Ελλάδα

Ερώτηση με αίτημα γραπτής απάντησης E-001449/2022/rev.1 προς την Επιτροπή / Άρθρο 138 του Κανονισμού / Δημήτριος Παπαδημούλης (The Left)

Προχθεσινό δημοσίευμα έκανε γνωστό ότι το λογισμικό παρακολούθησης «Predator» χρησιμοποιήθηκε για την συστηματική παρακολούθηση, τουλάχιστον επί 10 εβδομάδες, του δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη, ο οποίος και στο παρελθόν (12.8.2020) είχε υποβάλει καταγγελία στην Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ). Σημειώνεται ότι η απάντηση της ΑΔΑΕ στην τότε καταγγελία ήρθε με καθυστέρηση σχεδόν ενός έτους και αφού είχε προηγηθεί η υπερψήφιση τροπολογίας της ελληνικής κυβέρνησης που προβλέπει ότι, σε περιπτώσεις ύπαρξης ή επίκλησης λόγων εθνικής ασφάλειας, οι πολίτες δεν έχουν πια δικαίωμα ενημέρωσης για την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών τους2. Τον Δεκέμβριο του 2021, δημοσιεύθηκαν έρευνες της εταιρίας Meta (πρώην Facebook)3 και του Citizen Lab του Πανεπιστημίου του Τορόντο4 που εντόπισαν χρήση του λογισμού παρακολούθησης και στην Ελλάδα. Καλούμενος να σχολιάσει το θέμα, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος εμφανίστηκε βέβαιος ότι η παρακολούθηση γινόταν από ιδιώτη5. H Επιτροπή Προστασίας των Δημοσιογράφων6 και το Διεθνές Ινστιτούτο Τύπου7 καλούν την ελληνική κυβέρνηση να δώσει εξηγήσεις για το πώς και ποιος χρησιμοποίησε το λογισμικό για να παρακολουθήσει το κινητό τηλέφωνο του δημοσιογράφου.

Ερωτάται η Επιτροπή:

1. Είναι σε γνώση της η χρήση του λογισμικού παρακολούθησης «Predator» στην Ελλάδα ή/και σε άλλα κράτη μέλη;

2. Τι μέτρα θα λάβει προκειμένου να αποφευχθεί ή/και να σταματήσει η χρήση του λογισμικού παρακολούθησης στο σύνολο της ΕΕ;

Η απάντηση του επιτρόπου Δικαιοσύνης

Απάντηση του κ. Reynders εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
EL / E-001449/2022

Η Επιτροπή καταδικάζει την παράνομη πρόσβαση σε συστήματα επικοινωνιών και κάθε μορφή παράνομης υποκλοπής των επικοινωνιών των χρηστών. Η Επιτροπή είναι ενήμερη για τις καταγγελίες σχετικά με τη χρήση του κατασκοπευτικού λογισμικού «Predator» στην Ελλάδα.

Η ΕΕ διαθέτει νομοθεσία για την αντιμετώπιση της παράνομης παρακολούθησης και την προστασία του απορρήτου των δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων του γενικού κανονισμού για την προστασία δεδομένων (ΓΚΠΔ)8, της οδηγίας 2013/40/ΕΕ για τις επιθέσεις κατά συστημάτων πληροφοριών9 και της οδηγίας για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες10. Η παρακολούθηση και η επιβολή των κανόνων της ΕΕ για την προστασία των δεδομένων και της ιδιωτικής ζωής εμπίπτουν κατά κύριο λόγο στην αρμοδιότητα των οικείων εθνικών αρχών και των δικαστηρίων, με την επιφύλαξη του ρόλου της Επιτροπής ως θεματοφύλακα των Συνθηκών. Οι εθνικές αρχές θα πρέπει να χρησιμοποιούν τις εποπτικές τους εξουσίες για να διερευνούν ενδελεχώς τυχόν ισχυρισμούς σχετικά με κατασκοπευτικό λογισμικό και να αποκαθιστούν την εμπιστοσύνη των πολιτών.

Η Επιτροπή εξακολουθεί να παρακολουθεί και να συλλέγει πληροφορίες σχετικά με το θέμα αυτό και αναμένει τα αποτελέσματα της εξεταστικής επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για το θέμα αυτό.

Η Επιτροπή έχει επίγνωση των κινδύνων που αντιμετωπίζουν ενίοτε οι πολιτικοί της αντιπολίτευσης και οι δημοσιογράφοι. Το 2021 η Επιτροπή εξέδωσε σύσταση σχετικά με την ασφάλεια των δημοσιογράφων11, στην οποία αναφέρεται ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίσουν την πλήρη εφαρμογή των ευρωπαϊκών και εθνικών νομικών πλαισίων για το απόρρητο των επικοινωνιών και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στο διαδίκτυο, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι δημοσιογράφοι δεν υπόκεινται σε παράνομη διαδικτυακή παρακολούθηση ή επιτήρηση. Η Επιτροπή θα παρακολουθεί την εφαρμογή των εν λόγω συστάσεων.

Η Επιτροπή επεξεργάζεται πρόταση ευρωπαϊκής πράξης για την κυβερνοανθεκτικότητα, η οποία θα καθορίζει τις απαιτήσεις κυβερνοασφάλειας για τα ψηφιακά προϊόντα και τις βοηθητικές υπηρεσίες. Αυτό θα συμβάλει στο να καταστούν τα ψηφιακά προϊόντα ασφαλέστερα και λιγότερο ευάλωτα σε επιθέσεις κατασκοπευτικού λογισμικού.