Στα επίπεδα του 15,2% καταγράφει τελικά την ύφεση του δευτέρου τριμήνου του 2020 για την ελληνική οικονομία η ΕΛΣΤΑΤ, αποτυπώνοντας τα πρώτα μόλις αποτελέσματα του κλεισίματος της οικονομίας, αλλά και την διαχείριση της οικονομίας από την κυβέρνηση Μητσοτάκη.

Σύμφωνα με τους τριμηνιαίους εθνικούς λογαριασμούς της ΕΛΣΤΑΤ, το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 15,2% το β’ τρίμηνο εφέτος σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο πέρυσι, ενώ σε σύγκριση με το α’ τρίμηνο 2020 η πτώση ανήλθε σε 14%. Σημειώνεται πως τα στοιχεία αφορούν επί της ουσίας την περίοδο μέχρι σχεδόν έναν μήνα μετά την άρση του lock down, ενώ το άνοιγμα του τουρισμού ήρθε μετά τον Ιούνιο, με τα αποτελέσματα του τρίτου τριμήνου να προκαλούν αγωνία.

Σε ετήσια βάση, καταγράφηκαν τα εξής στα μεγέθη που συνθέτουν το ΑΕΠ:

  • Η συνολική τελική καταναλωτική δαπάνη παρουσίασε μείωση 10,1% σε σχέση (η κατανάλωση των νοικοκυριών περιορίστηκε κατά 11,6%, ενώ εκείνη της Γενικής Κυβέρνησης μειώθηκε κατά 3,2%).
  • Οι ιδιωτικές επενδύσεις (ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου) μειώθηκαν κατά 10,3%.
  • Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν μείωση 32,1% (οι εξαγωγές αγαθών μειώθηκαν 15,4%, ενώ οι εξαγωγές υπηρεσιών μειώθηκαν 49,4%).
  • Οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν μείωση 17,2% (οι εισαγωγές αγαθών μειώθηκαν 15,3% και οι εισαγωγές υπηρεσιών μειώθηκαν 25,7%).

Την ίδια ώρα, οι τριμηνιαίες μεταβολές έχουν ως εξής:

  • Η συνολική τελική καταναλωτική δαπάνη μειώθηκε 9,3% (η κατανάλωση των νοικοκυριών περιορίστηκε κατά 11,3%, ενώ αυτή της Γενικής Κυβέρνησης- λόγω και των μέτρων που ελήφθησαν- αυξήθηκε 1,5%).
  • Οι ιδιωτικές επενδύσεις (ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου) μειώθηκαν 2%.
  • Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν μείωση 32,1% (οι εξαγωγές αγαθών μειώθηκαν 12,3%, ενώ οι εξαγωγές υπηρεσιών μειώθηκαν 48,3%).
  • Οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν μείωση 16,7% (οι εισαγωγές αγαθών μειώθηκαν 14,7%, ενώ οι εισαγωγές υπηρεσιών μειώθηκαν 24,8%).

Αξίζει να σημειωθεί πως βάσει των στοιχείων, η οικονομία αιμορραγεί ήδη κατά 8% κατά προσέγγιση, σε συνδυασμό με τα στοιχεία του πρώτου τριμήνου που κατέγραψαν ύφεση του 0,9%. Μόλις λίγες ώρες πριν την δημοσιοποίηση των στοιχείων, ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, άφηνε ανοικτό το ενδεχόμενο αναθεώρησης των στόχων που έθεσε το υπουργείο του τον περασμένο Απρίλιο, που εκτιμούσε ύφεση για το 2020 στο 8%, και μάλιστα στο χειρότερο σενάριο.

Όπως ανέφερε το πρωί της Πέμπτης στο Mega ο ΥΠΟΙΚ, «θα δούμε τα στοιχεία και ανάλογα θα εξετάσουμε αν θα πρέπει να επικαιροποιήσουμε τα στοιχεία του Απριλίου» για την ύφεση στο σύνολο του 2020. Παράλληλα, επιχείρησε να διασκεδάσει τις εντυπώσεις που προκαλούν τα σημερινά στοιχεία, σημειώνοντας πως «κάποιες χώρες φαίνεται πως τελικά θα έχουν βαθύτερη από αυτή που ανέμεναν».

Ακόμα μία διάσταση της καταστροφικής πορείας της οικονομίας δίνεται από τη σύγκριση των στοιχείων με τις προβλέψεις του ΔΝΤ και της ΕΕ για το 2020. Συγκεκριμένα, η Κομισιόν προέβλεψε στα τέλη Ιουνίου συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά 10% για το 2020, και ανεργία που μπορεί να φτάσει στο 20%, ενώ οι αντίστοιχες εκτιμήσεις του ΔΝΤ κάνουν επίσης λόγο για ύφεση της τάξης του 10%. Ο δε κεντρικός τραπεζίτης Στουρνάρας και η Τράπεζα της Ελλάδας έχουν ταχθεί με το πιο «ήπιο σενάριο», εκτιμώντας πως η ύφεση για το 2020 δεν θα ξεπεράσει το 5%.

Κατά τα όσα αναφέρει η ΕΛΣΤΑΤ, ο μέσος όρος μείωσης του ΑΕΠ στην ευρωζώνη είναι 15% και στην Ευρωπαϊκή Ένωση 14,1%. Υψηλότερη ύφεση σε σχέση με την Ελλάδα, κατέγραψαν Ισπανία (22,1%), Γαλλία (19%), Ιταλία (17,3%) και Πορτογαλία (16,3%).

Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, τα στοιχεία που δημοσιοποιήθηκαν σήμερα αναμένεται να αναθεωρηθούν, όταν καταρτιστούν και ανακοινωθούν τα προσωρινά στοιχεία για το γ’ τρίμηνο 2020 με βάση επικαιροποιημένα πρωτογενή στοιχεία που θα έχουν καταστεί διαθέσιμα (π.χ. τριμηνιαίοι μη χρηματοοικονομικοί λογαριασμοί Γενικής Κυβέρνησης, βραχυχρόνιοι δείκτες, στοιχεία απασχόλησης, κ.λπ.). Σημειώνεται, τέλος, ότι με βάση τα μη εποχικά διορθωμένα στοιχεία το ΑΕΠ παρουσίασε μείωση 15,3% το β’ τρίμηνο 2020 σε σχέση με το β’ τρίμηνο 2019.

Διαβάστε αναλυτικά την έκθεση της ΕΛΣΤΑΤ: