του Νίκου Μπογιόπουλου

Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά:

Η Βουλή με απόφαση του πρόεδρου της θα τιμήσει, όπως γράφεται, τη μνήμη του Νίκου Μπελογιάννη με αφορμή την συμπλήρωση 65 χρόνων από την εκτέλεσή του, στις 30 Μάρτη 1952

Σημείωση: τώρα το πώς «κολλάει» να τιμάει τον Μπελογιάννη μια κυβέρνηση που επιδίδεται σε ταξίδια νομιμοποίησης των ναζί στην Ουκρανία και κάνει στους Αμερικάνους – που εκτέλεσαν τον Μπελογιάννη – κωλοτούμπες, όπως εκείνες του Τσίπρα κατά την επίσκεψη Ομπάμα στην Αθήνα, είναι κάτι που έχει πολλές εξηγήσεις. Η πιο αθώα εκ των οποίων είναι πως «ό,τι δεν φτάνει η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρια»…

Ας δούμε τη συνέχεια:

Με αφορμή την είδηση, τα χιτλεροειδή της Χρυσής Αυγής αφήνιασαν:

«Η λογική λέει ότι το να τιμάται από το Κοινοβούλιο μας Χώρας ένας καταδικασμένος για κατασκοπεία εναντίον της Πατρίδος του αποτελεί όχι απλώς μη υπαρκτό φαινόμενο αλλά μακάβρια φαντασίωση προσβολής της Ιστορικής Μνήμης».

Αυτά γράφουν – με τα μακάβρια «ελληνικά» τους – για τον «σοβιετικό κατάσκοπο» Μπελογιάννη τα ουγκανόφωνα ναζιστόμουτρα (Πέμπτη 9/2/2017, ). Λογικό. Τι ναζιστόμουτρα θα ήταν, άλλωστε.

Και τότε ποιος έρχεται προς συνδρομή των «πατριωτών» (Μιχαλολιάκος, Κασιδιάρης, Καιάδας, Παναγιώταρος και όλα τα ναζιστάκια που τα είδαμε να διασκεδάζουν στα ναζιστικά πάρτι τους στο βίντεο που δημοσιοποίησε η Εφημερίδα των Συντακτών); Μα το… «συνταγματικό τόξο». Αυτό που έχει εισηγηθεί και τη θεωρία της «σοβαρής Χρυσής Αυγής».

Θαυμάστε, λοιπόν, τι έγραψε στην «Καθημερινή» ο συντάκτης της Στέφανος Κασιμάτης, ακολουθώντας τρεις μέρες αργότερα τους χρυσαυγίτες (Κυριακή 12/2/2017):

«Αξίζει την τιμή;

Η Βουλή, πληροφορούμαι, ετοιμάζεται να τιμήσει τη μνήμη του Νίκου Μπελογιάννη. Μάλλον από λεπτότητα στη μνήμη του νεκρού (διότι ο Μπελογιάννης αγωνιζόταν για να καταργήσει τη Βουλή…), η εκδήλωση δεν θα γίνει στο γνωστό κτίριο που δεσπόζει της πλατείας Συντάγματος, αλλά στην Αμαλιάδα, τόπο καταγωγής του Μπελογιάννη. Ωστόσο, ο Μπελογιάννης καταδικάστηκε για κατασκοπεία εις βάρος της πατρίδας του και εξ όσων γνωρίζω δεν έχει υπάρξει ποτέ αναθεώρηση της δίκης. Μπορεί, λοιπόν, η θανατική ποινή που του επιβλήθηκε τότε να ήταν σκληρή και, ενδεχομένως, άδικη· όμως η καταδίκη του ήταν δίκαια και εξακολουθεί να ισχύει. Δεν είναι παράλογο η Βουλή να τιμά έναν καταδικασθέντα για κατασκοπεία εις βάρος της χώρας του;»

                                                   
Περιττό φυσικά να πούμε ότι μετά από αυτό το κείμενο του Κασιμάτη και της «Καθημερινής» οι Χρυσαυγίτες επανήλθαν επιδαψιλεύοντας δάφνες στον Κασιμάτη, τον οποίο και επαινούν αποδίδοντάς του ναζιστικές τιμές καθώς – όπως γράφουν – λέει τα «αυτονόητα» για τον «κατάσκοπο» Μπελογιάννη

Ας πάμε λίγο πιο πίσω τώρα. Έτσι για να δούμε πως στρώθηκε το έδαφος του χρυσαυγιτισμού:

  • Ήταν η «Καθημερινή» που στο αφιέρωμά της για τον φασίστα Μεταξά έγραφε ήδη από τις 4/8/2007 (ανήμερα, δηλαδή, της κήρυξης της δικτατορίας της «4ης Αυγούστου») ότι η διακυβέρνηση Μεταξά πορεύτηκε με «χαρακτηριστικά φιλολαϊκού» καθεστώτος…
  • Ήταν, επίσης, η «Καθημερινή» που στις 16/09/12 (σσ: τώρα πρόσφατα, δηλαδή…) που φιλοξενούσε άρθρο με τίτλο «Η ευκαιρία της Χρυσής Αυγής για τη δημοκρατία», όπου ο συντάκτης (ποιος άλλος; Ο Κασιμάτης) τόνιζε με πάθος:

«Όσοι πιστεύουμε στην δημοκρατία οφείλουμε ένα μεγάλο “ευχαριστώ” στην Χρυσή Αυγή – και σοβαρολογώ απολύτως. Της το οφείλουμε για την ευκαιρία που μας προσφέρει -και μάλιστα την ώρα που την έχουμε μεγαλύτερη ανάγκη- ώστε να διορθώσουμε λάθη δεκαετιών και να κάνουμε μια νέα αρχή στην πολιτική ζωή. Είναι η ευκαιρία που δίνεται στη νομιμότητα να αναμετρηθεί, επιτέλους, με την οιονεί νομιμοποιημένη βία της Αριστεράς: αυτό το καρκίνωμα της Μεταπολίτευσης (…).

Ανεχόμαστε στελέχη ή ακόμη και βουλευτές του ΚΚΕ ή του ΣΥΡΙΖΑ να υπερασπίζονται καταλήψεις πανεπιστημιακών κτιρίων από λαθρομετανάστες, να εμποδίζουν τη λειτουργία επιχειρήσεων που υφίστανται νομίμως (π.χ., το χρυσωρυχείο στην Χαλκιδική), να επιβάλουν με το ξύλο την υποχρέωση της απεργίας σε ανθρώπους που θέλουν να δουλέψουν (…). Και αν ως τώρα ήταν ο φόβος που συγκρατούσε τους πολιτικούς, ας είναι καλά τα “λεβεντόπαιδα με τις μαύρες μπλούζες” και τα καμώματά τους, που δίνουν την ευκαιρία στον αστικό πολιτικό κόσμο να υπερβεί το δέος της εξ αριστερών “ιεράς αγανακτήσεως” και να αποδείξει ότι η δημοκρατία μπορεί να υπερισχύσει εκείνων που επιβάλλουν τη βία, είτε μαύρη είτε κόκκινη (…).

Αν ο Σαμαράς εννοεί αυτά που έλεγε προεκλογικά, αν ο Βενιζέλος καταλαβαίνει ότι μόνον ως αστική σοσιαλδημοκρατία μπορεί να έχει μέλλον το ΠΑΣΟΚ και αν ο Κουβέλης πιστεύει στη διαφορά της δημοκρατικής Αριστεράς από την Αριστερά της βίας, ιδού η ευκαιρία κύριοι! Η Χρυσή Αυγή, χωρίς να το καταλαβαίνει, ανοίγει τον δρόμο για την επιβολή της νομιμότητας προς κάθε πλευρά: κουκουέδες, συριζαίους, χρυσαυγίτες – όλοι τους βλάπτουν τη δημοκρατία εξίσου. Πρόκειται για ευκαιρία, την οποία η κυβέρνηση πρέπει να αξιοποιήσει (…)».

«Όσοι πιστεύουν στη δημοκρατία», λοιπόν, όπως ο Κασιμάτης, μας το είχαν πει εδώ και 5 χρόνια: «Η ευκαιρία της Χρυσής Αυγής για τη δημοκρατία»…

«Όσοι πιστεύουν στη δημοκρατία», όπως ο Κασιμάτης και η «Καθημερινή», μας τα είχαν πει εδώ και 10 χρόνια. Τι δημοκρατία; Ε, να, σαν εκείνη του «φιλολαϊκού» καθεστώτος Μεταξά…

«Οσοι πιστεύουν στη δημοκρατία», όπως ο Κασιμάτης και η «Καθημερινή», πως είναι δυνατόν να διαφωνήσουν με τη Χρυσή Αυγή για τον «κατάσκοπο» Μπελογιάννη. «Δίκαια» η καταδίκη του, μας λέει ο Κασιμάτης…

Ορισμένες σκέψεις:

Πρώτο: Όταν η αντιδραστική θεωρία περί «άκρων», περί «μαύρης και κόκκινης βίας», η επιστροφή της ασφαλίτικης (ή ασφΑΛΗΤΙΚΗΣ;) αναγόρευσης της κομμουνιστικής δράσης σε «κατασκοπία» αποκτά τόσο αναβαθμισμένη θέση στις σελίδες ενός παραδοσιακού οργάνου του αστικού κόσμου, όπως η «Καθημερινή», σημαίνει ότι η «μαυρίλα» κατέχει κεντρική θέση – με ό,τι αυτό συνεπάγεται και κυοφορεί – στο προπαγανδιστικό οπλοστάσιο του κράτους των κεφαλαιοκρατών, της λιτότητας, της καταστολής και των Μνημονίων.

Δεύτερο: Στην περίπτωση της «Καθημερινής» και του συντάκτη της δεν έχουμε να κάνουμε με μια λαθεμένη εκδοχή κάποιας αφηρημένης και γενικής καταδίκης της βίας, που σε άλλες περιπτώσεις θα μπορούσε να εκληφθεί και ως μια ευγενική αλλά ουτοπική ουμανιστική στάση. Στην περίπτωση της «Καθημερινής» και του συντάκτη της, το θέμα δεν είναι να επαναλάβεις ότι, για παράδειγμα, η βία της Επανάστασης του '21, η βία της Αντίστασης εναντίον των ναζί στην Κατοχή, η βίαιη κατάληψη των Βερσαλιών, η μάχη του Στάλινγκραντ από την πλευρά των αμυνόμενων, η αιματοβαμμένη πάλη για το 8ωρο, ήταν ιστορικά αναγκαίες και δικαιωμένες μορφές πάλης.

Στην περίπτωση της «Καθημερινής» και του συντάκτη της έχουμε μια «μαύρη», διεστραμμένη και χυδαία επιχείρηση διαστρέβλωσης, παραχάραξης και παραποίησης. Εχουμε, στην πιο «κίτρινη» εκδοχή της, την επιδίωξη οι λαϊκοί, μαζικοί, κοινωνικοί και πολιτικοί αγώνες που αντιτίθενται στην πολιτική της πλουτοκρατίας (και επειδή ακριβώς αντιτίθενται στην πλουτοκρατία), να ταυτιστούν, να συκοφαντηθούν και να εξομοιωθούν με τον ναζισμό (τον βγαλμένο από τα πολιτικά σπλάχνα της πλουτοκρατίας), ωσάν να έχουν ή να είχαν ποτέ οποιαδήποτε σχέση (!) με τις τραμπούκικες ναζιστικές συμμορίες της ρατσιστικής, της φυλετικής, της μισαλλόδοξης, της φασιστικής βίας και τρομοκρατίας.

Τρίτο: Η «πρόοδος» της «Καθημερινής» και του συντάκτη της είναι εμφανής: Προ 5ετίας ήθελαν να διαχυθεί στην κοινή συνείδηση το σχήμα πως «η ναζιστική και χρυσαυγίτικη βία οφείλεται στην αριστερή και κουκουέδικη βία»

(σσ: Αυτό δεν είναι καινούριο. Αν ξύσει κανείς τη σκουριά αυτής της πολυκαιρισμένης προστυχιάς θα θυμηθεί, για παράδειγμα, τη θεωρία της εποχής των γερμανοτσολιάδων. Τότε που οι «Τσολάκογλου» κατηγορούσαν το ΕΑΜ, τον ΕΛΑΣ και το ΚΚΕ επειδή έκαναν Αντίσταση. Τότε που οι «Τσολάκογλου» ζητούσαν να σταματήσει η Αντίσταση, αφού, όπως έλεγαν, προκαλούσε – η Αντίσταση – τα αντίποινα των Γερμανών, δηλαδή τις θηριωδίες των ναζί. Θηριωδίες για τις οποίες, σύμφωνα με τους «Τσολάκογλου», υπεύθυνοι δεν ήταν οι Γερμανοί ναζί, αλλά το ΕΑΜ και το ΚΚΕ, επειδή έκαναν Αντίσταση…).

Σήμερα, 5 χρόνια μετά, δεν έχουν λόγο να κρύβονται πίσω από την Χρυσή Αυγή. Σήμερα, κάποιοι απ’ αυτούς, για να πουν τις βρωμιές της τάξης τους, της αστικής τάξης, παρατάσσονται δίπλα ακριβώς στη Χρυσή Αυγή, και – ειδικά όταν μιλούν για τους κομμουνιστές – λένε ό,τι και η Χρυσή Αυγή. Άλλωστε και οι χρυσαυγίτες των ταγμάτων εφόδου και ο χρυσαυγιτισμός με… πολιτικά, την ίδια τάξη υπηρετούν.     

***

Τέτοιου είδους κείμενα σαν το τελευταίο της «Καθημερινής» που μέμφεται τη Βουλή «να τιμά έναν καταδικασθέντα για κατασκοπεία εις βάρος της χώρας του» δεν αποκαλύπτουν την ποιότητα του συντάκτη της.

Βασικά, εκείνο που αναδεικνύουν είναι το είδος της κληρονομιάς που κουβαλάει η άρχουσα τάξη αυτής της χώρας, όπως και την κληρονομιά των εντύπων που απηχούν προνομιακά, όπως η «Καθημερινή», τα συμφέροντα της ελληνικής αστικής τάξης.

Ειδικότερα και σε ό,τι έχει να κάνει με την κληρονομιά της «Καθημερινής»,

  • της «Καθημερινής που σήμερα ξανακαταδικάζει τον Μπελογιάννη σαν «κατάσκοπο»,
  • της «Καθημερινής» που πριν 5 χρόνια διαλαλούσε «Η ευκαιρία της Χρυσής Αυγής για τη δημοκρατία»,
  • της «Καθημερινής» που πριν 10 χρόνια στο αφιέρωμά της για τον φασίστα Μεταξά έγραφε ότι η διακυβέρνηση Μεταξά πορεύτηκε με «χαρακτηριστικά φιλολαϊκού» καθεστώτος,

θα περιοριστούμε να υπενθυμίσουμε τι υποστήριζε η «Καθημερινή» επί εποχής Βλάχου, στις 29 Απρίλη 1941.

 Δυο μέρες, λοιπόν, αφότου οι ιδεολογικοί και πολιτικοί πρόγονοι της «Χρυσής Αυγής», τα γερμανικά «Βάφεν Ες Ες», είχαν μπει στην Αθήνα,
η «Καθημερινή» έγραφε:

«Ο αθηναϊκός λαός αντιμετωπίζει τα γεγονότα με σταθεράν πεποίθησιν ότι όλα βαίνουν προς το καλύτερον, ότι λήξαντος του πολέμου, διά την Ελλάδα τουλάχιστον, ανοίγεται η περίοδος της ειρήνης και της εντός των πλαισίων της ειρήνης αυτής παραγωγικής δραστηριότητος. Η θέλησις των Ελλήνων, όπως εντός του ειρηνικού πλαισίου, το οποίο εξασφαλίζει εις αυτούς ο τερματισμός του πολέμου, αναπτύξουν όλας των τας ικανότητας και όλας των τας πρωτοβουλίας, θα δώση ασφαλώς αφορμήν διά να εκδηλωθούν όλαι εκείναι αι κεκρυμμέναι αρεταί της φυλής μας, αι οποίαι είτε εξ αδιαφορίας, είτε εξ αισθημάτων ηλαττωμένης αλληλεγγύης δεν είχον ανέλθει εις την επιφάνειαν τους τελευταίους καιρούς. Αι γερμανικαί αρχαί εμφορούμεναι από τας φιλικωτέρας των διαθέσεων απέναντι του ελληνικού πληθυσμού, τας αρετάς και τα προτερήματα του οποίου δεν ήργησαν να γνωρίσουν, θα τον συντρέξουν -περί τούτου δεν υπάρχει αμφιβολία- εις πάσαν θετικήν και οικοδομητικήν του προσπάθειαν».

Αυτά γράφονταν τότε. Από την «Καθημερινή».

Σε μια περίοδο, δηλαδή, που ο «χρυσαυγιτισμός» δεν είχε ανάγκη, όπως σήμερα, να κυκλοφορεί… με πολιτικά.

Ήταν τότε που οι «κατάσκοποι» σαν τον Μπελογιάννη πολεμούσαν τους ναζί κατακτητές. Αλλά η «Καθημερινή» (δεν έγραφε τότε ο Κασιμάτης) διακήρυτταν ότι οι Γερμανοί ναζί «είναι φίλοι μας»…