Σύμφωνα με τον ΙΟΒΕ, το βασικό σενάριο για την ανάπτυξη του 2021 αναφέρει ότι αυτή θα βρεθεί μεταξύ 3,5% και 4%. Η εκτίμηση αυτή βρίσκεται κοντά στις προβλέψεις του ΔΝΤ και της ΕΕ, ενώ ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας έχει κατεβάσει τις εκτιμήσεις του στο 4,2%, παρά το γεγονός ότι η επίσημη πρόβλεψη του προϋπολογισμού βρίσκεται στο 4,8% ανάπτυξη.

Το ΙΟΒΕ έχει κι ένα δυσμενές σενάριο για ανάπτυξη 1,5% με 2%, ενώ έχει βγάλει από το τραπέζι το πολύ θετικό. «Η εξέλιξη της υγειονομικής κρίσης, εγχωρίως και διεθνώς, σε συνάρτηση με την πρόοδο στον εμβολιασμό, την αξιοποίηση των νέων μέσων εντοπισμού του ιού (self tests), τις παρεμβάσεις ανάσχεσης των επιπτώσεων της πανδημίας εγχωρίως και την αξιοποίηση της αυξημένης ρευστότητας (τραπεζικές χορηγήσεις – Ταμείο Ανάκαμψης) θα είναι οι πλέον καθοριστικοί παράγοντες του ΑΕΠ φέτος», αναφέρει η τριμηνιαία έκθεση του ιδρύματος.

Σχετικά με το βασικό σενάριο του ΙΟΒΕ, υπάρχει βέβαια μια σημαντική επισήμανση. Αυτή αφορά το ότι η πρόβλεψη της ανάπτυξης μεταξύ 3,5% και 4% βασίζεται στην παραδοχή ότι η πλειονότητα των μέτρων προστασίας θα διατηρηθεί ώς τα μέσα Μαΐου, οπότε και θα ξεκινήσει η τουριστική περίοδος, ότι δεν θα σημειωθεί νέα έξαρση της πανδημίας το φθινόπωρο και ότι θα προσεγγισθεί ο στόχος για απορρόφηση των κεφαλαίων του Ταμείου Ανάκαμψης.

Από την άλλη, το δυσμενές σενάριο προβλέπει βραδύτερη υποχώρηση της υγειονομικής κρίσης και άρα μικρότερη τουριστική περίοδο, επανάκαμψη της κρίσης το φθινόπωρο, όπως και καθυστερήσεις στην απορρόφηση των κεφαλαίων του Ταμείου Ανάκαμψης.

Άξιο αναφορας είναι και η τοποθέτηση του γενικού γραμματέα του ΙΟΒΕ σχετικά με την έκθεση, καθώς αναφέρει πως τα όρια των παρεμβάσεων της οικονομικής πολιτικής εξαντλούνται, και συνιστά να είμαστε πιο επιλεκτικοί σε νέα οικονομικά μέτρα κατά της πανδημίας. «Τα ελλείμματα είναι κρίσιμο να περιορίζονται σταδιακά από φέτος, με αυστηρότερη επιλογή για επιδοτήσεις και ευνοϊκή φορολογική αντιμετώπιση».

Για τις προοπτικές αξιοποίησης του Ταμείου Ανάκαμψης, ο Βέττας, ο οποίος ήταν αναπληρωτής πρόεδρος της επιτροπής Πισσαρίδη, σημείωσε πως η μεγαλύτερη δυσκολία έγκειται στο γεγονός ότι μεγάλα τμήματα της δημόσιας διοίκησης αλλά και της επιχειρηματικότητας δεν είναι σε θέση να αντεπεξέλθουν στην ολοκλήρωση απαιτητικών επενδυτικών σχεδίων.