Στήριξη όλων των κομμάτων στην τροπολογία για τους καταδικασθέντες της Χρυσής Αυγής και την στέρηση πολιτικών τους δικαιωμάτων ζήτησε ο υπουργός Εσωτερικών, Μάκης Βορίδης, στη διάρκεια της συζήτησης στην ολομέλεια της Βουλής του νομοσχεδίου για την «Εκλογή Δημοτικών και Περιφερειακών Αρχών». Ο υπουργός σημείωσε πως «ενωμένο το κοινοβούλιο πρέπει να δείξει ότι τέτοιου είδους συμπεριφορές, συμμετοχές και η ανάδειξη σε κομματικά αξιώματα ατόμων που έχουν καταδικαστεί σε πρώτο βαθμό από τη Δικαιοσύνη και υποδύονται τους αρχηγούς κομμάτων, δεν είναι ανεκτές».

«Ήμασταν επισπεύδοντες της τροπολογίας για τη Χ.Α., η κυβέρνηση έλεγε όχι» απάντησε στον υπουργό Εσωτερικών ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Γιάννης Ραγκούσης. Με παρέμβασή του, τόνισε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν αυτός που είχε προωθήσει με τη διαδικασία του κατεπείγοντος την τροπολογία, αλλά η Νέα Δημοκρατία ήταν αυτή που αρνούνταν. «Δεν ξέρω τώρα ειλικρινά, αν γνωρίζετε κ. Βορίδη, τη συζήτηση που έγινε στο Κοινοβούλιο ακριβώς γι΄ αυτό το θέμα πριν από πότε βγήκε η απόφαση για τη Χρυσή Αυγή, Οκτώβριο του 2020, δηλαδή πριν από ελάχιστους μήνες ουσιαστικά», υπογράμμισε ο Γ. Ραγκούσης και πρόσθεσε: «Ακριβώς αυτήν την πρόταση την επομένη της καταδίκης  της Χρυσής Αυγής, ήρθαμε εδώ και καταθέσαμε ως Αξιωματική Αντιπολίτευση. Και ακριβώς αυτήν την πρόταση ο προκάτοχός σας και δυστυχώς και όχι μόνος του, αλλά και εκπρόσωποι άλλων κομμάτων έσπευσε να την καταγγείλει τότε, λέγοντας ότι για όλα φταίει ένας τρισκατάρατος Ποινικός Κώδικας και  οι τροποποιήσεις που είχαν γίνει σ’ αυτόν. Και του λέγαμε τότε, ότι η λύση είναι μία και είναι η τροποποίηση του Προεδρικού Διατάγματος  26 του 2012 που ορίζει την εκλογική νομοθεσία και ότι έτσι μπορούμε πράγματι να στερήσουμε τη δυνατότητα απ’ αυτά τα εγκληματικά στοιχεία, να ξαναπαρελάσουν από την πολιτική ζωή του τόπου».

Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης δήλωσε ξεκάθαρα υπέρ της συγκεκριμένης τροπολογίας, με τον κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο του να τονίζει πως «επειδή γίνεται και από εμάς μία συνεχής επεξεργασία των νομικών πλευρών, γιατί φαντάζομαι ότι κανείς από εδώ πέρα δε θέλει, κ. Πρόεδρε, στο τέλος να εμφανιστούν ή να εντοπιστούν κενά, επί της ουσίας λοιπόν οτιδήποτε παρατήρηση ή τροποποίηση θα την προτείνουμε στη συνέχεια της διαδικασίας». Ο ίδιος τόνισε και πάλι πως «ήταν λάθος η προσέγγιση, η αρχική η κυβερνητική, ότι δεν υπήρχε αυτός ο δρόμος, για να είναι ειλικρινής. Ο κ. Λιβάνιος μόνο το είχε παραδεχτεί τότε, ερχόμενος σε αντίθεση με τον κ. Θεοδωρικάκο. Και ιδού τα αποτελέσματα, να προχωρήσει η ψήφιση, να κλείσει ο δρόμος σ’ αυτά τα εγκληματικά στοιχεία». Ανέφερε μάλιστα ότι με βάση το Σύνταγμα, για την αποστέρηση του δικαιώματος του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι, απαιτείται αμετάκλητη απόφαση της Δικαιοσύνης, κάτι που δεν υπάρχει σήμερα. Επομένως, πρόσθεσε, «τα μόνα μέτρα που μπορεί να ληφθούν, στην παρούσα φάση, είναι διοικητικού χαρακτήρα και αφορούν περιορισμούς όχι στα πολιτικά δικαιώματα, αλλά στη λειτουργία των κομμάτων που συνέστησαν οι κατάδικοι. Ο κ. Βορίδης αποκάλυψε, επίσης, ότι νέος σχηματισμός με επικεφαλής έγκλειστο στις φυλακές, υπέβαλε αίτημα να του εγκριθεί η έκδοση κουπονιών για τη χρηματοδότησή του».

Θετικά υποδέχθηκε την τροπολογία ο κοινοβουλευτικό εκπρόσωπος του Κινήματος Αλλαγής, Κώστας Σκανδαλίδης. Ωστόσο το ΚΚΕ, μέσω του κοινοβουλευτικού του εκπροσώπου Νίκου Καραθανασόπουλου, τόνισε ότι πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί με αυτά τα μέτρα και ζήτησε την απόσυρση της τροπολογίας και τη διεξαγωγή μιας αναλυτικής συζήτησης για το θέμα, προειδοποιώντας ότι «με βάση αυτήν τη λογική, μπορεί να διαμορφωθούν εκτρωματικές διατάξεις που οδηγήσουν σε περιστολή δικαιωμάτων».

Υπενθυμίζεται πως αίτημα προς τον υπουργό Εσωτερικών, να καταθέσει κατεπείγουσα τροπολογία για την στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων στους καταδικασθέντες της Χρυσής Αυγής είχε κάνει αμέσως μετά την καταδίκη της εγκληματικής οργάνωσης  ο ΣΥΡΙΖΑ. Παράλληλα, η αξιωματική αντιπολίτευση απαντάει στην κριτική που διατυπώνεται για τις διατάξεις του Ποινικού Κώδικα που ψηφίστηκε το καλοκαίρι του 2019, λέγοντας ότι η στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων που απαλείφθηκε κατά την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ είχε να κάνει μόνο με την τελεσίδικη καταδίκη. «Σήμερα μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι ορισμένες από τις αλλαγές αυτές έχουν να κάνουν με τη χθεσινή απόφαση (σ.σ. για τη Χρυσή Αυγή) και τις παρεπόμενες ποινές που το δικαστήριο δεν θα επιβάλει, διότι δεν υπάρχουν πλέον στον Ποινικό Κώδικα» υποστηρίζει ο πρώην Υπουργός Δικαιοσύνης της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, Σταύρος Κοντονής.

«Η μόνη εγγύηση απέναντι σε φασιστικά μορφώματα είναι η δράση του μαζικού αντιφασιστικού κινήματος»

Η μόνη εγγύηση απέναντι στη δράση των φασιστικών και ναζιστικών μορφωμάτων δεν είναι διατάξεις που καθιερώνουν κωλύματα εύκολα προσπελάσιμα, αλλά η δράση του μαζικού αντιφασιστικού κινήματος, τονίζει ο δικηγόρος πολιτική αγωγής στη δίκη της Χρυσής Αυγής, Θανάσης Καμπαγιάννης. «Αυτό το κίνημα, ως εκφραστής της μεγάλης δημοκρατικής πλειοψηφίας, σταμάτησε και θα ξανασταματήσει σε κάθε γειτονιά και κάθε πόλη τις απόπειρες να συγκροτηθούν εκ νέου τα τάγματα εφόδου των νεοναζί, οι φονιάδες του Παύλου Φύσσα και του Σαχζάτ Λουκμάν όποιο όνομα (παλιό ή καινούργιο) και αν επιλέξουν» σημειώνει χαρακτηριστικά.

«Ξεκαθαρίζουμε εδώ ότι οι καταδικασμένοι πρώην βουλευτές της Χρυσής Αυγής (Μιχαλολιάκος, Κασιδιάρης, Λαγός, κλπ) δεν εμποδίζονται να είναι υποψήφιοι βουλευτές στις επόμενες εκλογές όποτε και αν αυτές γίνουν (η διάταξη του α. 51 παρ. 3 του Συντάγματος απαιτεί αμετάκλητη καταδίκη για στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων), εκτός αν η σε βάρος τους καταδικαστική απόφαση θα έχει ήδη επικυρωθεί από το Εφετείο και θα έχει καταστεί αμετάκλητη (πράγμα χρονικά ανέφικτο)» αναφέρει, τονίζοντας πως τα κωλύματα τα οποία τίθενται (περίπτωση των καταδικασμένων Χρυσαυγιτών) για την κατάθεση συνδυασμού, την ιδιωτική χρηματοδότηση κόμματος, τον ραδιοτηλεοπτικό χρόνο, την ηγετική ιδιότητα, εκκινούν από την ψήφιση του νόμου, καθώς απαιτείται μόνον πρωτόδικη (και όχι αμετάκλητη) καταδικαστική απόφαση.

Ο πρώην γραμματέας της νεολαίας ΕΠΕΝ και νυν Υπουργός Εσωτερικών Βορίδης εντάσσει ως «αντιφασιστικό» περιτύλιγμα τη συγκεκριμένη τροπολογία με την οποία:

α. στερούνται το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι οι αμετάκλητα καταδικασμένοι με ποινές κάθειρξης για αδικήματα κατά του πολιτεύματος και της δημόσιας τάξης (άρα και της εγκληματικής οργάνωσης του α. 187) για το χρονικό διάστημα της επιβληθείσας ποινής (τροποποιείται το άρθρο 5 του π.δ. 26/2012).

β. δεν δύναται να καταθέσει συνδυασμό (τροποποίηση άρθρου 32 παρ. 1 του π.δ. 26/2012) κόμμα που η ηγεσία του (πρόεδρος, γενικός γραμματέας, μέλος διοικούσας επιτροπής, νόμιμος εκπρόσωπος) έχει καταδικαστεί για τα ως άνω αδικήματα.

γ. δεν δύναται να χρηματοδοτείται από ιδιώτη ή να έχει ραδιοτηλεοπτικό χρόνο κόμμα που η ηγεσία του (πρόεδρος, γενικός γραμματέας, μέλος διοικούσας επιτροπής, νόμιμος εκπρόσωπος) έχει καταδικαστεί για τα ως άνω αδικήματα, ενώ καθιερώνεται ασυμβίβαστο καταδικασθέντος για τα ως άνω αδικήματα με αυτές τις ιδιότητες (τροποποίηση άρθρων 7 και 29 του ν. 3023/2002 και προσθήκη άρθρου 10α).

Ο Θανάσης Καμπαγιάννης καταλήγει: «Οι καταδικασμένοι νεοναζί της Χρυσής Αυγής δεν έχουν θέση στη δημοκρατία. Δεν αποτελούν “άλλη μία άποψη”, έστω και “ακραία”, αλλά οργάνωση μαχαιροβγαλτών, τρομοκρατών, δολοφόνων και τραμπούκων που μασκαρεύτηκαν με τον μανδύα πολιτικού κόμματος. Η στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων των ηγετών της εξαρτάται από την έκδοση αμετάκλητης καταδικαστικής απόφασης: αυτός είναι ο λόγος που ως συνήγοροι πολιτικής αγωγής επιμείναμε τόσο πολύ στην επίσπευση της δικαστικής διαδικασίας και την παροχή όλων των απαιτούμενων πόρων στο δικαστήριο. Όταν σύντομα θα ζητάμε τα ίδια εν όψει του Εφετείου, ευχόμαστε να μην έχουμε την ίδια αντιμετώπιση».