Συγκεκριμένα, σε άρθρο του που δημοσιεύτηκε στον ιστότοπο της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, ο πρόεδρος και εκπρόσωπος Τύπου της Ένωσης, Χαράλαμπος Σεβαστίδης, αναλύει διεξοδικά τις αλλαγές που συντελεί η θέσπιση του νόμου 4745/2020 του υπουργείου Δικαιοσύνης και του αρμόδιου υπουργού, Κώστα Τσιάρα, και πιο συγκεκριμένα τα άρθρα 32 και 33. Υπενθυμίζεται πως πρόκειται για ένα νομοσχέδιο που μεταξύ άλλων, οδηγεί στην μαζική ακύρωση αιτήσεων για τον Νόμο Κατσέλη, πραγματοποιεί την καρατόμηση της Εισαγγελέως Διαφθοράς, Ελένης Τουλουπάκη, και παγώνει διατάξεις για λαθρεμπορία και φοροδιαφυγή.

Όπως εξηγεί το ανώτατο στέλεχος της Δικαιοσύνης στο άρθρο του, οι νέες διατάξεις «μεταβάλλουν αδικαιολόγητα τον χρόνο έναρξης της ποινικής παραγραφής και δημιουργούν σοβαρό κίνδυνο για εξάλειψη του αξιοποίνου λόγω παραγραφής σε υποθέσεις φοροδιαφυγής που αποκαλύπτονται αρκετά χρόνια μετά την τέλεση της πράξης ή σε υποθέσεις στις οποίες ο φορολογικός έλεγχος λόγω της φύσης και έκτασης της εγκληματικής δραστηριότητας διαρκεί μεγάλο χρονικό διάστημα».

Έπειτα από μία λεπτομερή ανάλυση του νέου νόμου και των «παρενεργειών», ο Χ. Σεβαστίδης υπογραμμίζει στις τελικές του διαπιστώσεις και προτάσεις για νομοθετική παρέμβαση πως ο εν λόγω νόμος «κατά το μέρος που επανεξετάζει το ζήτημα των δυαδικών κυρώσεων και επιχειρεί να εναρμονίσει την ελληνική νομοθεσία με τις απαιτήσεις του ΕΔΔΑ και του ΔΕΕ, είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα κακής νομοθέτησης που ενώ περιέχει ορθές επί της ουσίας ρυθμίσεις, εντούτοις η έλλειψη γενικής εποπτείας της ρυθμιζόμενης ύλης από τους συντάκτες του οδηγεί σε μεγαλύτερα προβλήματα από εκείνα που επιλύει».

Όπως τονίζει, «οι νέες διατάξεις μεταβάλλουν αδικαιολόγητα τον χρόνο έναρξης της ποινικής παραγραφής και δημιουργούν σοβαρό κίνδυνο για εξάλειψη του αξιοποίνου λόγω παραγραφής σε υποθέσεις φοροδιαφυγής που αποκαλύπτονται αρκετά χρόνια μετά την τέλεση της πράξης ή σε υποθέσεις στις οποίες ο φορολογικός έλεγχος λόγω της φύσης και έκτασης της εγκληματικής δραστηριότητας διαρκεί μεγάλο χρονικό διάστημα».

Παράλληλα, ξεκαθαρίζει πως για την αποφυγή δυσάρεστων εκπλήξεων, όπως η παραγραφή σοβαρών φορολογικών αδικημάτων, ακόμα και κακουργηματικής μορφής, που θα διαπιστωθούν σε βάθος χρόνου, «όταν πλέον δεν θα μπορεί να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα νομοθετικά», είναι αναγκαία η «άμεση νομοθετική παρέμβαση, ώστε να επαναληφθεί στο άρθρο 68 Ν. 4174/2013, όπως τροποποιημένο ισχύει, η ρύθμιση των άρθρων 55Α παρ. 3 και 68 παρ. 2 Ν. 4174/2013, υπό την προηγούμενή τους μορφή, που προέβλεπαν έναρξη της παραγραφής των φορολογικών αδικημάτων από την οριστικοποίηση της φορολογικής εγγραφής».

Διαβάστε αναλυτικά το άρθρο Σεβαστίδη για τον νόμο που απειλεί με παραγραφή υποθέσεις φοροδιαφυγής και λαθρεμπορίου.

Υπενθυμίζεται πως με την ψήφισή του, ο νόμος έκανε άμεσα… διεθνή καριέρα, καθώς το θέμα της διάταξης – πλυντήριο αναδείχτηκε από τους Financial Times, οι οποίοι μάλιστα υπογραμμίζουν πως δεν είναι η πρώτη φορά που η κυβέρνηση κατηγορείται για διατάξεις που ευνοούν φοροφυγάδες και κατηγορούμενους για οικονομικά εγκλήματα.

«Το νομοθέτημα ζητά το πάγωμα των ποινικών διώξεων από εισαγγελείς και τις δίκες περισσότερων από 5.000 φερόμενων ως φοροφυγάδων με χρέη προς το Δημόσιο άνω των 150.000 ευρώ ο καθένας. Εκατοντάδες ποινικές διώξεις θα μπορούσαν να προχωρήσουν μόνο αφού όλες οι διαδικασίες από τις αρχές διακανονισμού φόρων και τα διοικητικά δικαστήρια έχουν ολοκληρωθεί. Όμως πολύ λίγες υποθέσεις είναι πιθανό να φτάσουν στο στάδιο της δίωξης, καθώς η μακροχρόνια διοικητική διαδικασία σημαίνει ότι οι περισσότερες θα ξεπεράσουν το πενταετές όριο παραγραφής για φορολογικές παραβάσεις και αυτομάτως θα σταματήσουν» τονίζουν οι Financial Times.

Θέμα στους Financial Times η διάταξη – πλυντήριο διώξεων για φοροδιαφυγή