Στην απόφασή του, η περίληψη της οποία εκδόθηκε την Τετάρτη, το ΣτΕ δέχεται εν μέρει την προσφυγή της εταιρείας, ωστόσο την απορρίπτει στα δύο πιο βασικά ζητήματα. Το ένα αφορά τη «μονάδα μεταλλουργίας, δηλαδή επεξεργασίας των κοιτασμάτων των μεταλλείων Κασσάνδρας για την παραγωγή καθαρών πολύτιμων μετάλλων, η οποία και αποτελεί τον πυρήνα του επενδυτικού σχεδίου της αιτούσας εταιρείας για την εκμετάλλευση των ως άνω μεταλλείων, και επεστράφη στην αιτούσα για λόγους ουσιώδους ανεπάρκειας και ανακρίβειας,»
Το Παρατηρητήριο Μεταλλευτικών Δραστηριοτήτων σχολίασε την απόφαση με μία ανάρτηση στο twitter:
Επιπτώσεις της τελευταίας απόφασης του ΣτΕ για την @HellasGoldSA:
-Δεν υπάρχει μεταλλουργία, επενδυτικό σχέδιο, δημόσιο όφελος.
-Παραβιάζονται σύμβαση κ ΑΕΠΟ.
-Το Δημόσιο και όχι η ΕΧ δικαιούται αποζημιώσεις και πρέπει να τις απαιτήσει.@AdonisGeorgiadi @K_Hatzidakis
#skouries— antigold (@antigoldgreece) February 20, 2020
Υπενθυμίζεται ότι η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας είναι σε διαπραγματεύσεις με την «Ελληνικός Χρυσός» εδώ και μήνες, για ένα νέο «επενδυτικό σχέδιο», προσπαθώντας να βγάλει την εταιρεία από το αδιέξοδο. Το Παρατηρητήριο Μεταλλευτικών Δραστηριοτήτων έχει αναφέρει πολλές φορές ότι η Eldorado ζητάει μία «αλεξίσφαιρη σύμβαση», με ακόμα μειωμένα έσοδα για το Δημόσιο.
Το flash smelting και η χρόνια αδυναμία της Eldorado
Όπως έχει αναφερθεί ξανά στο TPP, η μέθοδος του flash smelting για την μεταλλουργία στη Χαλκιδική προκρίνεται από την Eldorado Gold εδώ και πάνω μία δεκαετία. Στην Προκαταρκτική Περιβαλλοντική Εκτίμηση (ΠΠΕ) του 2006, η Eldorado θεωρεί την ακαριαία τήξη εφαρμοστέα μέθοδο. Η μελέτη υποβλήθηκε το 2006 στο ΥΠΕΧΩΔΕ και χρειάστηκαν να περάσουν τρισήμιση χρόνια για να εγκριθεί τελικά από την κυβέρνηση της ΝΔ (λίγο πριν από τις εκλογές του 2009).
Όσο η Eldorado υποχρεούταν να γίνεται πιο συγκεκριμένη, προκειμένου να λαμβάνει τις αδειοδοτήσεις για τη συνέχιση του έργου, το flash smelting προωθήθηκε ως η μοναδική μέθοδος που θα εφαρμοστεί για τη μεταλλουργία στη Χαλκιδική. Στη Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (Μ.Π.Ε) του 2010, η εταιρεία υποστηρίζει ότι «η εφαρμοσιμότητα της μεθόδου της ακαριαίας τήξης αποδείχθηκε με την εκτέλεση μεγάλης κλίμακας πιλοτικών δοκιμών σε αντιπροσωπευτικά δείγματα» στο Pori της Φινλανδίας. Το ίδιο αναφέρεται και στην Απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών όρων (ΑΕΠΟ) το 2011, που αποτελεί την αφετηρία του «Επενδυτικού Σχεδίου Ανάπτυξης της Εταιρείας».
Το καλοκαίρι του 2016, η αρμόδια τεχνική υπηρεσία του υπουργείου Περιβάλλοντος απέρριψε ξανά τη μεταλλουργική μέθοδο της Eldorado Gold ως μη εφαρμόσιμη, λόγω της εξαιρετικά υψηλής περιεκτικότητας του μίγματος τροφοδοσίας τής μεταλλουργικής μονάδας στο εξαιρετικά τοξικό στοιχείο αρσενικό. Το Υπουργείο ανέφερε τότε ότι εάν προχωρήσει η εξόρυξη χρυσού στην περιοχή, θα εκπέμπονται ετησίως στην ατμόσφαιρα 20.000 τόνοι αρσενικού. Η Eldorado κλήθηκε να τροποποιήσει το σχέδιο της, κάτι που δεν έκανε και τον Νοέμβριο του 2016 το υπουργείο Περιβάλλοντος επικύρωσε ουσιαστικά την προηγούμενη απόφαση του. Ακουλούθησε η προσφυγή της εταιρείας στο Συμβούλιο της Επικρατείας.
Επανατοποθέτηση της κυβέρνησης ζητάει ο Σκουρλέτης
Την απόφαση σχολίασε με εκτενή του δήλωση ο Πάνος Σκουρλέτης, τονίζοντας ότι «στη βάση αυτής της εξέλιξης, η κυβέρνηση και ο αρμόδιος υπουργός, που, εδώ και μεγάλο διάστημα, χωρίς να αναμένουν την απόφαση του ΣτΕ, διακηρύσσουν ότι μελετούν ένα «νέο επενδυτικό σχέδιο», οφείλουν να επανατοποθετηθούν. Πρόκειται για ένα πολύ σοβαρό ζήτημα που, καθώς αναφέρεται ευθέως στη θεμελιώδη υποχρέωση της “Ελληνικός Χρυσός” για την περιβαλλοντικά ασφαλή και οικονομικά παραγωγική μεταλλουργία, αφορά συνακόλουθα το ίδιο το επενδυτικό σχέδιο της εταιρείας και το βαθμό εκπλήρωσης των συμβατικών της υποχρεώσεων.»
Ολόκληρη η δήλωση:
«Ως αρμόδιος, τότε, Υπουργός, υπέγραψα τον Ιούλιο του 2016 την απόφαση επιστροφής, προς διόρθωση και συμπλήρωση, της υποβληθείσας από την “Ελληνικός Χρυσός Α.Ε.” τεχνικής μελέτης μεταλλουργικής μονάδας χαλκού, χρυσού και θειικού οξέος Μαντέμ Λάκκου, για λόγους που αφορούσαν στην ασφάλεια των εργαζομένων, στην προστασία του περιβάλλοντος και στην περιφρούρηση του δημοσίου συμφέροντος.
Η μονάδα μεταλλουργίας αποτελούσε και αποτελεί την “καρδιά” της επένδυσης των Μεταλλείων Κασσάνδρας, καθώς, τόσο η σύμβαση μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της “Ελληνικός Χρυσός Α.Ε.”, όσο και η συνολική περιβαλλοντική αδειοδότηση του έργου, έθεταν ως προϋπόθεση, προκειμένου να είναι ανεκτό το βαρύ περιβαλλοντικό αποτύπωμα της επένδυσης, την καθετοποίηση της επεξεργασίας και την παραγωγή, στην Ελλάδα, καθαρών μετάλλων, η οποία και μόνο θα μπορούσε να λειτουργήσει ως “αντιστάθμισμα”, αποφέροντας στο Δημόσιο σημαντικό όφελος σε φορολογικά έσοδα, απασχόληση και τεχνογνωσία.
Χθες, αναρτήθηκε η περίληψη της απόφασης 223/2020 του Ε´ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, σχετικά με την αίτηση της εταιρείας για την ακύρωση της εν λόγω απόφασης επιστροφής της μελέτης. Με την απόφαση αυτή, επικυρώνεται η απόφαση απόρριψης και επιστροφής της τεχνικής μελέτης για τη Μονάδα Μεταλλουργίας και κρίνονται ως ισχυροί και βάσιμοι δύο από τους λόγους της επιστροφής: ο λόγος που αφορούσε την ποιότητα του παραγόμενου προϊόντος (και άρα το βαθμό διασφάλισης του δημοσίου συμφέροντος) και -κυρίως- ο λόγος που αφορούσε τις πιθανές επιπτώσεις της μεθόδου flash smelting στους εργαζόμενους και το περιβάλλον, από τη διαφυγή σημαντικών ποσοτήτων τοξικών απαερίων.
Στη βάση αυτής της εξέλιξης, η κυβέρνηση και ο αρμόδιος υπουργός, που, εδώ και μεγάλο διάστημα, χωρίς να αναμένουν την απόφαση του ΣτΕ, διακηρύσσουν ότι μελετούν ένα «νέο επενδυτικό σχέδιο», οφείλουν να επανατοποθετηθούν. Πρόκειται για ένα πολύ σοβαρό ζήτημα που, καθώς αναφέρεται ευθέως στη θεμελιώδη υποχρέωση της “Ελληνικός Χρυσός” για την περιβαλλοντικά ασφαλή και οικονομικά παραγωγική μεταλλουργία, αφορά συνακόλουθα το ίδιο το επενδυτικό σχέδιο της εταιρείας και το βαθμό εκπλήρωσης των συμβατικών της υποχρεώσεων.
Αναμένοντας, για μια εκτενέστερη τοποθέτηση, το πλήρες κείμενο της απόφασης του ΣτΕ, αξίζει να επισημανθεί ότι, παρά την επίσημη ανάρτηση -από το ίδιο το ΣτΕ- της περίληψης αυτής της σημαντικής απόφασης, σιγούν τώρα οι πολλοί και λαλίστατοι σχολιαστές, σε αντίθεση με προηγούμενες φορές, όταν περίσσευαν οι προδημοσιεύσεις, οι διαρροές, οι σχολιασμοί παρόμοιων κειμένων, έστω και με την ελάχιστη υπόνοια θετικής, για την εταιρεία δικαστικής, εξέλιξης. Γιατί άραγε»;