του Κωνσταντίνου Πουλή
Φωτογραφία: Μίκαελ Ραμίρεζ
Δεν έχει νόημα να πει κανείς ότι γελάνε και τα τσιμέντα της Καισαριανής, όταν λες τους συριζαίους κομμουνιστές, αν και όντως γελάνε και τα τσιμέντα (το έχω δει με τα μάτια μου). Κι όμως αυτή η ιδέα είναι ο πυρήνας του σημερινού αντικομμουνιστικού διανοητικού σχήματος.
Οι αριστεροί δεν είναι δημοκράτες. Όταν το έλεγα αυτό έπεφταν όλοι να με φάνε. Μου καίγαν το βιβλιοπωλείο, μου βάζαν βόμβες. Ξέρετε, εδώ στην Ελλάδα έχει δημιουργηθεί μια τεράστια ιστορική παρεξήγηση και θέλω να αναλύσω τώρα το γιατί. Πάντως είναι μια ιστορική παρεξήγηση. Πουθενά στον κόσμο η αριστερά -η κομμουνιστική αριστερά, δεν μιλάμε για τη σοσιαλδημοκρατία- δεν έχει ταιριάξει με τη δημοκρατία. Η κομμουνιστική αριστερά -και ο ΣΥΡΙΖΑ είναι διάσπαση του ΚΚΕ, αυτοί οι άνθρωποι είναι κομμουνιστές- όπου κυβέρνησε, κυβέρνησε με ολοκληρωτισμό. Στην Ελλάδα όμως κυρίως λόγω του εμφυλίου και μετά λόγω της χούντας, δημιουργήθηκε αυτό που ονομάζουμε «ιδεολογική ηγεμονία της αριστεράς». Ξαφνικά εδώ αν πας στην Βουλγαρία, στη Ρουμανία, στη Λετονία στην Εσθονία, στην Τσεχία, στην Ουγγαρία, στην Πολωνία και πεις «είμαι κομμουνιστής» σε βάζουν φυλακή. Δεν μπορείς να το πεις. Στην Ελλάδα, μόνο αν είσαι αριστερός είσαι καλός.
Άδωνις Γεωργιάδης, αντιπρόεδρος Ν.Δ.
Αυτό είναι το απόσπασμα της ομιλίας που εξόργισε διότι θεωρήθηκε ότι προπαγανδίζει το ιδιώνυμο. Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Δεν ανήκω στην κομμουνιστική αριστερά κι έτσι δεν έχω καμία αντίρρηση όταν κανείς επισημαίνει την ιστορική πορεία αυτών των καθεστώτων προς τον ολοκληρωτισμό. Αυτή ήταν μάλιστα μια συζήτηση πολύ χρήσιμη, τον καιρό που έγραφε ο Όργουελ (†1950), ο Καμύ (†1960), η Άρεντ (†1975) και πολλοί άλλοι. Θέλω να πω ότι έχει περάσει αρκετός καιρός από τότε. Το ενδιαφέρον στοιχείο δεν μπορεί όμως να είναι η μάχη με καθεστώτα από καιρό νεκρά. Το ερώτημα είναι ποια είναι η πολιτική σημασία μιας αντικομμουνιστικής δήλωσης σήμερα. Για να κάνουμε προπαγάνδα κατά της ΕΣΣΔ; Εδώ εμφανίζεται η κεντρική λαθροχειρία του αντιπροέδρου, που εξηγεί και το επικοινωνιακό νόημα του τόσο ανεπίκαιρου αντικομμουνισμού του: «ο ΣΥΡΙΖΑ είναι διάσπαση του ΚΚΕ, αυτοί οι άνθρωποι είναι κομμουνιστές». Πιστεύω ότι η δήλωση Γεωργιάδη θα πρέπει να ληφθεί τοις μετρητοίς και ότι αξίζει να σχολιαστεί. Όχι γιατί ήθελε να μιλήσει για ιδιώνυμο, αλλά διότι ο αντικομμουνισμός είναι μια επικοινωνιακά πρόσφορη νέα διαχωριστική γραμμή, όταν οι γραμμές θολώνουν συνεχώς. Το αν η γραμμή αυτή θα είναι μόνο επικοινωνιακή ή αν το πράγμα θα αγριέψει περισσότερο, δεν είμαι σε θέση να το προβλέψω, αλλά η γενική μου τάση είναι να στοιχηματίζω πάντα ότι θα συμβεί το χειρότερο: αυξάνονται κατακόρυφα οι πιθανότητες να επιβεβαιωθώ.
Δεν έχει νόημα να πει κανείς ότι γελάνε και τα τσιμέντα της Καισαριανής, όταν λες τους συριζαίους κομμουνιστές, αν και όντως γελάνε και τα τσιμέντα (το έχω δει με τα μάτια μου). Κι όμως αυτή η ιδέα είναι ο πυρήνας του σημερινού αντικομμουνιστικού διανοητικού σχήματος. Ο λόγος είναι απλός: όταν η εφαρμογή της λιτότητας είναι μια επιβεβλημένη ορθοδοξία στην οποία υποκύπτουν όλοι, θα χρειαστεί ένα επικοινωνιακό εφεύρημα που διαχωρίζει ξανά επαρκώς τον λαουτζίκο, προκειμένου να ανάψουν λίγο τα αίματα. Η κεντροδεξιά του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν το κάνει αρκετά αποτελεσματικά αυτό, λοιπόν η ανάσυρση της ακροδεξιάς ρητορικής του αντικομμουνισμού είναι η καλύτερη λύση. Αναλαμβάνει λοιπόν να εγκαθιδρύσει και ο αντιπρόεδρος (όπως το ζητούσε και ο Δουζίνας, από τη δική του, πιο αγαθή, σκοπιά) μια νέα διχοτόμηση που να εμπνέει τον ψηφοφόρο. Δεν θα είναι το μνημόνιο-αντιμνημόνιο, γιατί μνημόνια ψηφίζουν όλοι, λοιπόν στην περίπτωσή του θα είναι η παλιά καλή δοκιμασμένη συνταγή του αντικομμουνισμού. Έχει το πλεονέκτημα ότι εξάπτει τα πάθη και δεν θίγει τα αφεντικά, λοιπόν είναι συνταγή-διαμάντι.
Ένα πρόβλημα πάντοτε με την κριτική στον κομμουνισμό είναι σε ποιανού το όνομα την ασκεί κανείς. Προφανώς δεν είναι ίδια τα κίνητρα, όταν γράφει η Αχμάτοβα, ο Σαλάμοφ, ρώσοι αναρχικοί που υπήρξαν θύματα της κομμουνιστικής βίας, ή όταν οικειοποιείται την κριτική τους η ψυχροπολεμική μηχανή της προπαγάνδας, η Ε.Ε. ή κάποιος παλαιοναζί ή νεοναζί. Τα κίνητρα εδώ έχουν τη σημασία τους, γιατί αυτά μας επιτρέπουν να ξεχωρίσουμε τι ακριβώς προτείνει ο καθένας να μπει στη θέση αυτού του πειράματος που προξένησε τόση βία και απογοήτευση.
Όποιος ασκεί κριτική στο όνομα της φιλελεύθερης δημοκρατίας, χρειάζεται μόνο να ξεχάσει ότι τα στρατόπεδα συγκέντρωσης είναι επινόηση της βρετανικής αποικιοκρατίας, πριν από τους ναζί, για να μπορέσει να χαρεί που ευτυχώς στην ιστορία νίκησαν οι καλοί. (Στο δεύτερο τεύχος του Νέου Πλανόδιου περιέχεται μια ενδελεχής παρουσίαση του προβλήματος από τον Νικόλα Σεβαστάκη: «Να ξεχάσουμε τον ολοκληρωτισμό; Μεταξύ θεωρίας, μνήμης και εμπειρίας») Επίσης, ότι το 1943 οι βρετανοί απέσπασαν το 1/5 της αγροτικής παραγωγής από τους Ινδούς, για να καλύψουν τις δικές τους ανάγκες, με αποτέλεσμα να πεθάνουν 3,5 εκ. άνθρωποι στον λιμό της Βεγγάλης. Οι γονείς πουλούσαν τα παιδιά τους και οι γυναίκες το κορμί τους, ενώ όσοι αρνούνταν να παραδώσουν τη σοδειά τους διώκονταν κατηγορούμενοι για «κλοπή ρυζιού» (Φ. Τερζάκης, «Οικονομική γενοκτονία και διαστροφή της λογικής», στο «Ο αναρχισμός στον κομμουνισμό», εκδ. Πανοπτικόν). Αυτά, μας λέει ο Τερζάκης, δεν θα μετρηθούν στο δυτικό τεφτέρι των νεκρών, και δημοσιεύει στο ίδιο βιβλίο μια βιβλιοκρισία για το «Δόγμα του σοκ», της Κλάιν, που είναι μια υποδειγματική περίληψη της καπιταλιστικής βαρβαρότητας.
Η ιδέα λοιπόν ότι απέναντι στην κομμουνιστική βαρβαρότητα στέκει γλυκός και αγέρωχος ο κόσμος της ελευθερίας, είναι προβληματική. Υποτίθεται ότι υπ’ αυτό το πρίσμα δύο αρθρογράφοι της Καθημερινής (1, 2) προσπάθησαν να υπερασπιστούν τη φράση του Α. Γεωργιάδη προσποιούμενοι ότι προέρχεται από τις τάξεις της φιλελεύθερης αστικής μάχης κατά του ολοκληρωτισμού, από έναν «χαρισματικό ρήτορα».
Δεν είναι όμως αυτό το μόνο πρόβλημα. Εγώ κατανοώ την κριτική στον κομμουνισμό, διαβλέποντας έστω την οπισθόβουλη πονηριά κάποιων σημερινών τιμητών. Ο Άδωνις Γεωργιάδης, σε τίνος το όνομα ομνύει όταν κατηγορεί τον κομμουνιστικό ολοκληρωτισμό; Μας ζητούν να ξεχάσουμε μερικές λεπτομέρειες, εκτός από την αθωότητα της Δύσης. Όπως ότι ο Γεωργιάδης φώναζε το σύνθημα που φωνάζει «η σπορά των νικημένων του 1945», που θα έλεγε και κάποιος άλλος αντικομμουνιστής. Υπάρχει βίντεο που τον δείχνει να κραυγάζει το ναζιστικό σύνθημα «Θα ξαναγυρίσουμε και θα τρέμει η γη», σε προεκλογική συγκέντρωση του ΛΑΟΣ. Επίσης, δεν δίσταζε να αποκαλεί αγαπημένο του βιβλίο το βιβλίο του Πλεύρη «Ας μιλήσουμε για Εβραίους!» Πρόκειται για βιβλίο που κατηγορεί τον Χίτλερ ότι υπήρξε υπερβολικά φιλάνθρωπος κι έτσι απέτυχε να εξοντώσει τους Εβραίους και περιέχει φράσεις όπως: «η όλη εγκληματική συμπεριφορά δικαιολογεί τας πράξεις των Ναζί εναντίον των και κάτι περισσότερον. Τις δικαιώνει». «Τους καταφρονούμε δια την ηθικήν των, διά την θρησκείαν των, διά τας πράξεις των, που όλα μαζί αποδεικνύουν ότι είναι υπάνθρωποι». (Τα αποσπάσματα έχω αντιγράψει από το βιβλίο του Δ. Ψαρρά «Το κρυφό χέρι του Καρατζαφέρη». Είπαμε ότι είμαι βιτσιόζος, αλλά έχω κι εγώ τα όριά μου).
Εκεί ο Άδωνις Γεωργιάδης απομακρύνεται από τον αντικομμουνισμό επιφανών καθηγητών που εξηγούν ότι «έχει κι ο ταγματασφαλίτης τα δίκια του». Για κείνους, το σημείο επαφής με την άποψη Γεωργιάδη είναι πως προσπαθούν επίσης με το στανιό να μας πείσουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ακροαριστερό κόμμα και συνεπώς βαρύνεται με τις ιστορικές ευθύνες των άκρων στην ιστορία, σε αντίθεση με τη γλυκιά μετριοπάθεια της φιλελεύθερης δημοκρατίας, που δεν γνωρίζει βίες και εξάψεις. Πράγματα αυταπόδεικτα, για όποιον παρακολουθεί την ιστορική πορεία της καπιταλιστικής δύσης.
Η ουσιώδης απαίτηση αυτής της αναφοράς στο παρελθόν είναι να μας πείθει ότι κάθε επαναστατικό σχέδιο έχει μέσα του τον σπόρο του ολοκληρωτισμού, συνεπώς καλύτερα είναι να φερθούμε στον καπιταλισμό όπως ο κρατούμενος που μαθαίνει να επιβιώνει επαναλαμβάνοντας το απόφθεγμα «αγάπα το κελί σου, τρώγε το φαΐ σου».
Εις ό,τι αφορά εμάς, τους ακροατές αυτών των δηλώσεων, νομίζω ότι πρωτεύει να καταλάβουμε τι μαγειρεύεται. Στην περίπτωση του Άδωνη και των καθηγητών/αρθρογράφων, του λεγόμενου δηλαδή «αστικού μπλοκ», αυτό που προκρίνεται είναι μια κατασκευή που επιτέλους θα μετατοπίζει τη συζήτηση από τα οικονομικά, που είναι δυσάρεστη για όλους όσοι εφαρμόζουν καταστροφική οικονομική πολιτική, στο πεδίο μιας παρωχημένης αντιπαράθεσης. Διότι κίνδυνος αριστερού ολοκληρωτισμού αυτή τη στιγμή δεν υφίσταται. Υφίστανται όμως οι εντελώς ορατοί κίνδυνοι της όντως εφαρμοζόμενης νεοφιλελεύθερης πολιτικής και της ακροδεξιάς εκτροπής, που την οραματίζονται άνθρωποι που βρίσκονται πολύ κοντά στην εξουσία, στη θέση του αντιπροέδρου και αλλού. Νομίζω ότι όλοι είχαμε αντιληφθεί την περίοδο Σαμαρά-Λαζαρίδη-Αθανασίου-Μπαλτάκου πόσο πλησιάσαμε στο να χειριστούν πολιτικές αναταραχές άνθρωποι με τέτοια μυαλά. Ο κίνδυνος δεν έχει περάσει. Όσο δεν υπάρχει επαρκής και στιβαρή αριστερή απάντηση, η συζήτηση θα φλερτάρει με την ακροδεξιά ρητορεία, που ποτέ δεν μπορούμε να αποκλείσουμε το ενδεχόμενο να μην είναι μόνο ρητορεία. Η σούμα όλων αυτών είναι ένα ξεσκαρτάρισμα των επιχειρημάτων, μια προσπάθεια να αντιληφθούμε τι από όσα ακούγονται συνιστά επιχείρημα και τι προπέτασμα καπνού. Ο αντικομμουνισμός είναι προς το παρόν κίνηση επικοινωνιακού αντιπερισπασμού. Ωστόσο, οι πραγματικές δυνάμεις της ακροδεξιάς στη χώρα μας, που θα ήθελαν να γίνει κάτι παραπάνω από κίνηση αντιπερισπασμού, είναι υπαρκτές και επίφοβες.