Συνέντευξη στον Δημήτρη Λαμπρόπουλο
«Ω γλυκύ μου έαρ»: Ανάμεσα στη διδαχή και την εξέγερση
Τι σε ώθησε να ασχοληθείς με το γράψιμο; Πώς ένιωσες κατά την διάρκεια αυτού του εγχειρήματος και πώς όταν πια είχε ολοκληρωθεί;
Κυρίως η «απόσταση» από τα πολιτικά και κοινωνικά δρώμενα και η ανάγκη με κάποιο τρόπο να προσφέρω, να είμαι χρήσιμος. Υπάρχει βέβαια και η προσωπική επιθυμία να δοκιμάσω τα όρια του εαυτού μου σε κάτι που έκανα για πρώτη φορά. Είναι φανταστική εμπειρία η γραφή και ο, τι την περιβάλλει. Κυρίως η έρευνα που πρέπει να κάνει κάποιος προτού ξεκινήσει. Τη στιγμή της έκδοσης τα συναισθήματα είναι αμφίθυμα. Από τη μια χαρά για το αποτέλεσμα που θα δοκιμαστεί και θα κριθεί από τους αναγνώστες, από την άλλη λύπη για κάτι πολύ προσωπικό που φεύγει από κοντά σου και γίνεται δημόσιο.
Προφανώς πρόκειται για ένα ευφυολόγημα χωρίς κάποια βάσιμη παραπομπή στη θεωρία της λογοτεχνίας. Το πρώτο συνθετικό παραπέμπει σε κινηματογράφο, ενώ το δεύτερο σε αρχαία γραμματεία και ποίηση. Με άλλα λόγια είναι ένας αδόκιμος όρος. Ωστόσο, αυτή η σύνθεση ήταν η μοναδική που θα μπορούσε να προσεγγίσει με σχετική ακρίβεια το βιβλίο τόσο θεματολογικά όσο και υφολογικά. Το «Ω γλυκύ μου έαρ» είναι ένα οδοιπορικό στη βόρεια Ελλάδα. Ένα ταξίδι δύο συντρόφων ανάμεσα από πόλεις, χωριά και όμορφα μέρη, χωρίς να υφαίνεται γύρω τους κάποια ιδιαίτερη πλοκή. Οι ήρωες κινούνται πάνω σε μια προδιαγεγραμμένη πορεία θανάτου, χωρίς να καλλιεργείται η προσδοκία για αποφυγή νομοτελειών. Το γεγονός αυτό είναι κυρίαρχο στο έργο και συντροφεύει την παρέα των δύο καθ’ όλο το πέρασμά τους από τη βόρεια επαρχία. Μέσα σ’ αυτήν τη βαριά ατμόσφαιρα, η πορεία αυτή, ετούτο το road-trip, ταυτίζεται με την αργή περιφορά ενός επιταφίου. Ένα αρχέγονο ταξίδι προς τον θάνατο με τον επιτάφιο λόγο να εκφωνείται παράλληλα με τα κατορθώματα που αναδύονται μέσα από τη γνωριμία τους. Με τη βαρύτητα μιας νεκρώσιμης ιεροτελεστίας να προσδίδει τα χαρακτηριστικά μιας επερχόμενης τραγωδίας, αλλά και με την ελαφρότητα των γεμάτων υποσχέσεων για μια νέα ζωή, μια νέα άνοιξη.
Το «Ω γλυκύ μου έαρ» είναι το δεύτερο βιβλίο που γράφεις. Πες μας δυο λόγια για το βιβλίο.
Πρόκειται ξανά για ένα μυθιστόρημα με εμφανείς υφολογικές διαφορές από το προηγούμενο, αλλά και ορισμένα κοινά χαρακτηρολογικά στοιχεία. Το θέμα του κινείται σε ένα υποθετικό σενάριο μιας επίθεσης της Τουρκίας στην Ελλάδα και την προσπάθεια δύο συναγωνιστών να επιστρέψουν από το μέτωπο, ενώ έχουν χαρακτηριστεί εντελώς αβάσιμα και για πολιτικούς λόγους ως λιποτάκτες και καταδιώκονται. Πρόκειται για τους μοναδικούς ήρωες του έργου, οι οποίοι συνοδοιπορούν μέσα από τις ομορφιές της Θράκης και της Μακεδονίας. Το βιβλίο, που ακολουθεί ένα μικτό τρόπο αφήγησης, έχει μια έντονη διαλογική μορφή ανάμεσα στους δύο που προσπαθούν να γνωρίσουν ο ένας τον άλλο, αλλά και να καλύψουν τα όποια κενά λανθάνουν στις ζωές τους.
Δύο χαρακτήρες αντίθετοι, με τις δεκαετίες, τις πολιτικές διαφωνίες, τα συναισθήματα ανάμεσά τους να χαίνουν ανταγωνιστικά και ορισμένες φορές απειλητικά. Προσπαθώντας να επιστρέψουν ασφαλείς στην προηγούμενη ζωή τους, θα πολεμήσουν γι’ ακόμη μια φορά, σε συνέχεια των μαχών που έδωσαν στον Έβρο, αυτή τη φορά για την ίδια την ουσία της ύπαρξής τους. Για την αναζήτηση της αλήθειας τους, για την ομορφιά της συντροφικότητας, αλλά και την επιβίωσή τους.
Το βιβλίο αναφέρεται στις σχέσεις γονιού και παιδιού. Βλέπουμε το παιδί να διεκδικεί αυτό που του αναλογεί στη ζωή με πείσμα και πυγμή. Πώς το βλέπεις αυτό να γίνεται στην πραγματικότητα;
Ένα από τα κυρίαρχα ζητήματα που πραγματεύομαι είναι εκείνο της ώσμωσης μεταξύ των γενεών, της νεότητας και του γήρατος, του γονέα και του παιδιού, με σαφείς πολιτικές αναγωγές στη σύγχρονη κινηματική γεωγραφία. Η σχέση των δύο ηρώων θυμίζει πολύ εκείνη που αναπτύσσεται την περίοδο της εφηβείας, ανάμεσα στον πατέρα και το γιο. Ο Αλέξανδρος, ο νεαρός ήρωας της συντροφιάς, έχεις όλα εκείνα τα ορμητικά χαρακτηριστικά της δυναμικής της ηλικίας του και δε φείδεται να τα επιδεικνύει. Ένας νέος που για τους δικούς του πολιτικούς και προσωπικούς λόγους ξεχύθηκε στη μάχη, κόντρα στην επικρατούσα κυρίαρχη θέση του πολιτικού χώρου στον οποίο άνηκε, των συνομηλίκων του, ακόμα και της συντρόφισσάς του.
Διεκδικεί με πείσμα να μαθαίνει διαρκώς, όπως οφείλει ο κάθε νέος άνθρωπος. Διεκδικεί, ακόμη, να πράττει με πυγμή τη βούληση του χωρίς να ακούει κανένα, όπως επίσης οφείλει ο κάθε νέος άνθρωπος. Ανάμεσα σ' αυτές τις δύο συμπληγάδες, της διδαχής και της εξέγερσης, είναι που εντοπίζεται η μεσότητα, η χρυσή τομή της προσωπικής του ολοκλήρωσης. Η συνθετική διαδικασία προσέγγισης δυο φαινομενικά εκ διαμέτρου αντίθετων καταστάσεων είναι η επιτομή της διαλεκτικής, της φιλοσοφίας, αλλά εν κατακλείδι και της πολιτικής δράσης.
Το «Η βαρύτητα στο ή» ήταν ένα πολιτικό μυθιστόρημα, μια πολιτική παρέμβαση. Το «Ω γλυκύ μου έαρ» πώς θα το χαρακτήριζες;
Στο πρώτο μου βιβλίο, μέσα από την έντονη μυθιστορηματική πλοκή των τριών ιστοριών, αναδεικνύεται μία συνολική πολιτική τοποθέτηση για τη σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα της κρίσης και τον αγώνα ενάντια στο τέρας του καπιταλισμού και του κράτους. Έστω και με την αυθάδεια του αρχάριου στα λογοτεχνικά δρώμενα και τις αδυναμίες που αυτή συνεπάγεται, η πολιτική παρέμβαση υπήρξε συνεκτική και δεδομένη. Άλλωστε αυτή ήταν και το καταρχήν ζητούμενο του εγχειρήματος. Σε αυτό το δεύτερο βιβλίο δεν ήθελα να επαναληφθώ.
Τόσο από την πλευρά της λογοτεχνικής προσέγγισης όσο και των πολιτικών προεκτάσεων που αυτό λαμβάνει. Το «Ω γλυκύ μου έαρ» είναι ένα σύντομο διαλογικό πεζογράφημα που προσπαθεί να δοκιμάσει τα όρια των λογοτεχνικών μου δυνατοτήτων. Κινείται σαφώς περισσότερο σε υπαρξιακά πεδία, με επιρροές από τη σωκρατική φιλοσοφία περί της αναζήτησης της αλήθειας μέσω της διαλεκτικής. Το έργο θυμίζει άλλωστε τους πλατωνικούς διαλόγους ανάμεσα σε συγκεκριμένα πρόσωπα, καθώς υπολείπεται σαφώς της δράσης και επικεντρώνει αμιγώς στα χαρακτηρολογικα στοιχεία των δύο ηρώων. Σε πολιτικό επίπεδο, εκείνο που αναδεικνύεται γι’ ακόμη μία φορά είναι η αναγκαιότητα τοποθέτησης κι εξεύρεσης απαντήσεων πάνω σε πραγματικά ζητήματα που προκύπτουν τόσο γεωπολιτικά όσο και καθημερινά. Αναζητώντας σύγχρονες προσεγγίσεις σε πολύπλοκα θέματα που η αφηρημένη ιδεολογία γίνεται απλά μια κακομαθημένη αλυσιτέλεια.
Σε μια συνέντευξη σου είχες δηλώσει: «Ας προσπαθήσουμε να ονειρευόμαστε περισσότερο, να φτιάξουμε μια Αναρχία που πραγματικά ν'αξίζει τον κόπο, ένα πολιτικό χώρο που να χαιρόμαστε ν'ανήκουμε σ'αυτόν». Πόσο εφικτό το βλέπεις από τη δικιά σου μεριά αυτό;
Η αλήθεια είναι ότι πλέον δεν είμαι και πολύ αισιόδοξος για τη δημιουργία τέτοιων ευχάριστων συνθηκών. Είναι κοινός τόπος ότι οι ρυθμοί της ύφεσης γίνονται συνήθως πιο βραδείς από ό,τι οι αντίστοιχοι της ανάκαμψης. Μια κατάσταση παρακμής μπορεί να βαθαίνει σε βαθμό έκπληξης. Από την άλλη, είμαι απόλυτα βέβαιος ότι αυτή η δυσάρεστη κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει ο χώρος της Αναρχίας τα τελευταία χρόνια, με την πολυδιάσπαση, τον εσωτερικό ανταγωνισμό και τα σημάδια εκφυλισμού, θα ξεπεραστεί. Είτε από την ανάδειξη μιας νέας γενιάς που θα πάρει τα πράγματα στα χέρια της είτε από τις ίδιες τις κοινωνικές συνθήκες που θα ζητούν υπερβάσεις μετ' επιτάσεως.
Όπως και να ‘χει, η κρίση που ζει το κίνημα θα ξεπεραστεί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, όπως το ίδιο θα συμβεί και στην κοινωνία με την ευρύτερη κρίση που βιώνει. Είναι πρακτικά αδύνατο μετά από την επιβολή μιας τόσο μακρόχρονης και βίαιης οικονομικής καταπίεσης, αλλά και των έντονων γεωπολιτικών μεταβολών που συμβαίνουν και θα συμβούν δίπλα μας, να εξακολουθήσει να υφίσταται μια τέτοια κατάσταση κοινωνικής και κινηματικής ακινησίας. Όσο για τη δημιουργία ενός πολιτικού χώρου για τον οποίο θα είμαστε περήφανοι, ας αρκεστούμε να θεωρήσουμε αυτό το ζητούμενο ως ουτοπία και να παλέψουμε για τούτο με το ίδιο πείσμα με το οποίο παλεύουμε για την επανάσταση.
«Ένα παιδί 26 χρονών πέθανε από μόλυνση στο δόντι. Δολοφονήθηκε»
Πώς είναι οι συνθήκες κράτησης; Έχουμε μάθει για απάνθρωπες συνθήκες με χαρακτηριστικό παράδειγμα το κολαστήριο του Κορυδαλλού.
Τι μπορεί να πει κάνεις γι’ αυτό το θέμα όταν μόλις πριν από μερικές μέρες πέθανε ένα νεαρό παιδί στις φυλακές επειδή δεν είχε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη; Δολοφονήθηκε στην ουσία. Ένα παιδί 26 χρονών χάθηκε γιατί έπαθε μόλυνση στο δόντι του. Υπάρχουν, κατά γενική ομολογία, κακές συνθήκες στις φυλακές της χώρας. Με τους αγώνες των κρατουμένων μέσα στα χρόνια έχουν διορθωθεί κάποια πράγματα, αλλά χρειάζεται να γίνουν μεγάλες τομές σε πολλά επίπεδα ακόμα. Υπάρχει φυσικά και μια διαβάθμιση και ανάμεσα στους ίδιους τους κρατούμενους μιας κι η οικονομική ευχέρεια του καθενός είναι καθοριστική για το πόσο αξιοπρεπής, ανεκτή ή όχι μπορεί να γίνει η προσωπική διαβίωση. Αν κάτι έχει κρατήσει τις φυλακές «άκαπνες» τα τελευταία χρόνια είναι αυτό. Η μεγάλη απόσυρση της κρατικής χρηματοδότησης με την είσοδο στα μνημόνια αντισταθμίστηκε από την κάλυψη των αναγκών με ίδια έξοδα από τους κρατούμενους. Απάνθρωπες συνθήκες υπάρχουν με βεβαιότητα σε ορισμένες περιπτώσεις, αφού δεν υπάρχει κρατική μέριμνα και η ανέχεια είναι μεγάλη.
Τι σημαίνει για εσένα αγωνιστής; Τι ορίζεις ως εκπτώσεις στην υπόσταση ενός αγωνιστή;
Δε μου αρέσει πολύ να δίνω ορισμούς, ειδικά σε καταστάσεις που αφορούν ανθρώπους οι οποίοι πολεμάνε το σύστημα μέσα σε δύσκολες συνθήκες. Γνωρίζω πολύ καλά ότι εκατοντάδες σύντροφοι μέσα σε αυτή τη χώρα στερούνται τον προσωπικό τους βίο για να δώσουν κάτι στην υπόθεση της κοινωνικής απελευθέρωσης. Έχοντας να αντιμετωπίσουν έναν ολόκληρο μηχανισμό και πολλές φορές τη στέρηση της ελευθερίας τους ή την απειλή για τη σωματική τους ακεραιότητα. Αγωνιστής, σε κάθε περίπτωση, είναι εκείνος που στέκεται ξεκάθαρα από τη μεριά του δικαίου, τη μεριά της υπεράσπισης των συμφερόντων της τάξης μας. Ασφαλώς και υπάρχουν και άλλα κριτήρια, κυρίως ηθικά, αλλά δε νομίζω ότι είναι όλες οι στιγμές κατάλληλες για να κουνά κανείς το δάκτυλό του.
«Η κοινωνία αντιλαμβάνεται πολλά περισσότερα από όσα πιστεύουμε για τους πολιτικούς κρατούμενους»
Πώς αντιμετωπίζονται οι πολιτικοί κρατούμενοι από την κοινωνία;
Νομίζω ότι η κοινωνία αντιλαμβάνεται πολλά περισσότερα από όσα πιστεύουμε. Ειδικά πάνω στο ζήτημα της αντικαθεστωτικής δράσης και τους πολιτικούς κρατούμενους, η αντίληψή της είναι συνολική και δεδομένη. Από κει και πέρα, εξαρτάται και από την πολιτική τοποθέτηση του καθένα για τον τρόπο που θα αποδεχθεί έναν πολιτικό κρατούμενο. Αν κρίνω από την εμπειρία των αδειών των πολιτικών κρατουμένων και της αντιμετώπισής τους εκτός των τειχών, μάλλον θετικές είναι οι αντιδράσεις.
Μπορεί ο αναρχικός χώρος να βγει μπροστά με αξιώσεις και να γίνει μπροστάρης στους κοινωνικούς αγώνες;
Από όσα έχει δείξει στο παρελθόν αλλά και πρόσφατα, σίγουρα μπορεί να κάνει καταλυτικές παρεμβάσεις. «Μπροστάρης» στους κοινωνικούς αγώνες δε θέλει να γίνει γιατί είναι και ιδεολογικά αντίθετος με τη λογική της πρωτοπορίας. Ανεξάρτητα όμως από την όποια ιδεολογική προσέγγιση του ζητήματος, η εμπειρία δείχνει ότι σε μεγάλα και σημαντικά γεγονότα, όπου δίνονται ευκαιρίες πραγματικής ανατροπής του συστήματος, όπως το κίνημα των πλατειών του ’10-’12, μια μαζική κι οργανωμένη πολιτική παρουσία που να δίνει κατευθύνσεις είναι απαραίτητη. Όχι για να μαντρώσει τον κόσμο, αλλά για να τον οδηγήσει σε μια χειραφετημένη δράση βάσει της πλούσιας εμπειρίας στον ταξικό αγώνα. Αυτό που λείπει συνήθως στους κοινωνικούς αγώνες είναι το βήμα παρακάτω. Είτε όταν χτυπάει η καταστολή είτε όταν φυλλοροούν οι καταστάσεις στο εσωτερικό.
Πώς αντιμετωπίζεις όλους αυτούς που κυκλοφορούν με τα «αναρχόμετρα» και με εξουσιαστική τάση στα πράγματα, αλλά ωστόσο δηλώνουν αναρχικοί και ιδεολόγοι;
Να σου πω την αλήθεια, δε δίνω και πολύ μεγάλη σημασία πια. Υπήρχε μια περίοδος που με απασχολούσε πολύ. Τώρα απλά βαρέθηκα γιατί αντιλήφθηκα ότι δεν είναι μόνο υπεύθυνος εκείνος που φέρει μαζί του το «αναρχόμετρο», αλλά κι αυτός που το επικροτεί ή και -χειρότερα- το χρειάζεται γύρω του για να νιώθει σπουδαίος. Το κομβικό σημείο είναι όταν το συγκεκριμένο «εργαλείο» γίνεται θεωρία, αποκτά ρίζες μέσα στον «χώρο» και παράγει κουλτούρα. Τότε τα πράγματα φτάνουν σε ένα τέλμα. Τότε είναι που πρέπει να ξεκινήσεις πάλι από τα βασικά.
Ποια είναι η δική σου άποψη για τον σωφρονιστικό κώδικα και τις αλλαγές που φέρνει η κυβέρνηση; Θα επηρεαστούν οι κρατούμενοι;
Εδώ και αρκετούς μήνες διεξάγεται ένας αγώνας σε πολλές φυλακές της χώρας ενάντια στην κατάθεση του νέου σωφρονιστικού κώδικα. Η κυβέρνηση Σύριζα, η οποία μάλιστα καμώνεται ότι η ίδια κατήργησε τις φυλακές τύπου Γ και όχι οι πολιτικοί κρατούμενοι με την απεργία του ’15, επιχειρεί τώρα να τις φέρει ξανά από την πίσω πόρτα. Επιπλέον, διατηρεί αναχρονιστικά μέτρα όπως η κολπική έρευνα και ο έλεγχος στις τηλεφωνικές επικοινωνίες, αλλά κι αυταρχικά όπως η διατήρηση του εισαγγελικού βέτο, η κράτηση σε ειδικούς χώρους για κατηγορίες κρατουμένων κ.ο.κ. Οι φυλακές χρειάζονται μεγάλες τομές, πολλά βήματα εμπρός για να εξασφαλίσουν έστω κάποιες αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης για τον κρατούμενο.
Αντί να συζητείται κάτι τέτοιο, η πολιτική κατεύθυνση δείχνει προς την αντίθετη φορά. Είναι αδύνατο να μην πυροδοτήσει εντάσεις αυτή η πολιτική στην ήδη επιβαρυμένη κατάσταση.
Τι θα ήθελες να πεις σε όλους αυτούς που συνεχίζουν να διεκδικούν την ουτοπία στα οδοφράγματα;
Προτιμώ να τους τα πω από κοντά. Έτσι, νιώθω λίγο σαν τον γερό-σοφό και έχω μεγάλο πρόβλημα με αυτό.
Από την πώληση κάθε αντιτύπου, 50 λεπτά του ευρώ ενισχύουν το Ταμείο Αλληλεγγύης Φυλακισμένων και Διωκόμενων Αγωνιστών.