Για το ζήτημα της αξιολόγησης, ο Κουτσούμπας θεωρεί ότι ανεξάρτητα πως θα κλείσει, «ένα τέταρτο μνημόνιο βρίσκεται επάνω στο τραπέζι», με νέα επίθεση σε εργασιακά και συνδικαλιστικά δικαιώματα. Μάλιστα, στη βάση αυτού του «αντιλαικού ευρωπαικού κεκτημένου», όπως το προσδιορίζει, εντάσσει και την τροπολογία της νέας υπουργού Εργασίας για την απελευθέρωση της δράσης των «δουλεμπορικών γραφείων που εκμεταλλεύονται τις στρατιές των ανέργων».
Για τα προβλήματα που εκδηλώνονται στο ζήτημα της αξιολόγησης, σημειώνει ότι οφείλονται στην αντιπαράθεση Γερμανίας και ΔΝΤ για το τι θα γίνει με το χρέος μετά το 2018 που λήγει το «ελληνικό πρόγραμμα».
Σε ό,τι αφορά το σενάριο των πρόωρων εκλογών, ο Κουτσούμπας, εκτιμά ότι πρόθεση της κυβέρνησης είναι να ολοκληρωθεί η συμφωνία, γεγονός όμως, που δεν εξαρτάται, όπως σημειώνει, από την ίδια αλλά και από την πορεία της κρίσης, της ΕΕ και της ευροζώνης. «Σε διαφορετική περίπτωση μια ηρωική έξοδος θα είναι επιλογή, στη λογική να «σώσει ότι σώζεται», «εκλογικά, με διακύβευμα των εκλογών ποιός θα υλοποιήσει το επόμενο πακέτο μέτρων», επισημαίνει.
Ερωτηθείς για την δημοσιοποιημένη, διαφωνία ΚΚΕ- ΑΚΕΛ στο Κυπριακό, ο Κουτσούμπας επισημαίνει ότι στο διεθνές κομουνιστικό κινήμα, υπάρχουν συγκλίσεις και αποκλίσεις και ότι διαφορετική στάση με το ΑΚΕΛ είχε εκφραστεί τόσο στο ζήτημα της ένταξης της Κύπρου στην ΕΕ, όσο και στην συμφωνία επί του σχεδίου Ανάν. Όπου το ΚΚΕ είχε πάρει ανοιχτά θέση υπέρ του «ΟΧΙ» με μαζικές κινητοποιήσεις ενάντιά του.
Σχετικά με τις προειδοποιήσεις του Αριστερού χώρου για την άνοδο της Ακροδεξιάς, ο Γραμματέας της ΚΕ επισημαίνει ότι αξιοποιείται και συνδέεται με ισχυρά καπιταλιστικά συμφέρονταμε στόχο μεταξύ άλλων να διαιρούν τους εργαζόμενους και να παγιδεύουν την εργατική τάξη για να μένει στο «απυρόβλητο το ίδιο το εκμεταλλευτικό σύστημα». Ως παράδειγμα αναφέρει τη στήριξη που παρείχαν στον Χίτλερ τα μονοπώλεια (Κρουπ και άλλα) τα οποία ενέκριναν το σχέδιο του να επιβάλλει στη Γερμανία «ολοκληρωτικό έλεγχο, να εξουδετερώσει κάθε αντιπολίτευση και να δημιουργήσει έναν πανίσχυρο στρατό». Αφού υπενθυμίζει ότι επί σοσιαλοδημοκρατικής κυβέρνησης δολοφονήθηκαν η Λούξεμπουργκ και ο Λίμπκνεχτ υπογραμμίζει ότι «τον φασισμό, τον ναζισμό τον αντιπαλεύει ο λαός με το κίνημα του σε σύγκρουση με το σύστημα που τον γεννά και τον θρέφει και όχι με τη στήριξή του μέσα από θολά «προοδευτικά» μέτωπα».