του Θάνου Καμήλαλη

Το σκάνδαλο Λιγνάδη θα μπορούσε μέχρι στιγμής να οριστεί σε τέσσερις περιόδους. Θα μπορούσε κανείς να χρησιμοποιήσει το κλισέ της σύγκρισης με πραξεις ενός θεατρικού έργου ή επεισόδια ενός σίριαλ, αλλά με τόση υποκρισία θα προσβαλλόταν ξανά, μετά την θρασύτατη άγνοια της υπουργού, η υποκριτική τέχνη. Επομένως, όχι.

Η πρώτη, είναι αυτή του «γνωστού σκηνοθέτη»: Ξεκινάει με την ανάρτηση της Έλενας Ακρίτα στα κοινωνικά δίκτυα για επικείμενη παραίτηση του καλλιτεχνικού διευθυντή. Η αντιπολίτευση ζητάει εξηγήσεις, η υπουργός Πολιτισμού λοιδωρεί την πληροφορία, μιλώντας για «σκοπιμότητες». Ακολουθεί η συνέντευξη του Νίκου Σ. στο 2020mag.gr, που φέρνει τελικά την παραίτηση του Λιγνάδη.

Η υπόθεση του Νικου όμως, έχει παραγραφεί, επομένως περνάμε στις δύο εβδομάδες συγκάλυψης και απόπειρας ελέγχου του σοβαρού ζητήματος που έχει προκύψει. Η κυβέρνηση, μέσω του υπουργείου Πολιτισμού, όχι μόνο δεν κάνει καμία κίνηση, όχι μόνο δεν «παραιτεί» τον Λιγνάδη, όπως υποστηρίζει σήμερα, αλλά υιοθετεί τη γραμμή του. Η απάντηση της υπουργού Πολιτισμού αμέσως μετά την παραίτηση, αλλά και ένα άρθρο της στα «Νέα», είναι τεκμήρια. Η Λίνα Μενδώνη μιλάει για το «τοξικό κλίμα», τις «φήμες», το «πόσα μπορεί να ανεχθεί κάποιος», αναφερόμενη συγκεκριμένα στον Λιγνάδη, αλλά και αόριστα σε «δημόσιους λιθοβολισμούς» στο κείμενό της για το ελληνικό metoo. Τα κοινωνικά δίκτυα όμως συνεχίζουν να βοούν και ο ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει να ζητάει απαντήσεις, κρατώντας το θέμα στην επικαιρότητα. Ένα «ρεπορτάζ» του Star, με τον «γνωστό σκηνοθέτη που είναι στο μάτι του κυκλώνα για το τίποτα» πυροδοτεί έντονες αντιδράσεις και ο κόσμος αναγκάζει το κανάλι να ζητήσει συγγνώμη. Ενα σημειωμα λογοκρισίας στην ΕΡΤ αποκαλύπτεται, επιβεβαιώνεται και φέρνει το αντίθετο αποτέλεσμα. Ο κόσμος ποστάρει μαζικά φωτογραφίες του Λιγνάδη με Μενδώνη και Μητσοτάκη. Ο Λιγνάδης όμως, στο δικαστικό κομμάτι παραμένει ο «γνωστός σκηνοθέτης», καμία μήνυση δεν έχει κατατεθεί εναντίον του και κανένας εισαγγελέας δεν έχει κινηθεί αυτεπάγγελτα. Μέχρι και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος αποφεύγει να πει το όνομά του, τον αποκαλεί, κομπιάζοντας και δηλώνοντας με κόπο ότι ο «εε οο εε οο ο πρώην καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού παραιτήθηκε για προσωπικούς λόγους. Η κατάσταση θυμίζει τα λόγια του Κυριάκου Μητσοτάκη, που δεν διαψεύστηκαν ποτέ, στον πρώην σύμβουλό του, κατηγορούμενο ακόμα για παιδεραστία, Νίκο Γεωργιάδη, πριν την καταδίκη του: «κάτσε λίγο πίσω μέχρι να ξεφουσκώσει το θέμα».

Δεύτερη περίοδος, οι «εξαπατημένοι»: Όπως σημειώνει το Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών, η κυβέρνηση κινητοποιείται μόνο αφού κατατίθεται μήνυση, για έγκλημα που δεν έχει παραγραφεί. Είναι η μέρα της απόπειρας αντεπίθεσής της, η περασμένη Παρασκευή, όταν ο Μητσοτάκης πηγαίνει στην Πρόεδρο της Δημοκρατίας για μία γενικόλογη δήλωση και η Μενδώνη δίνει τη, διαβόητη πλέον, συνέντευξη Τύπου. Η υπουργός Πολιτισμού όμως δεν πείθει κανέναν, κάνοντας λάθη που την εκθέτουν από κάθε πλευρά. Αποκαλεί «επικίνδυνο» τον Λιγνάδη, ενώ παράλληλα δηλώνει ότι «μας εξαπάτησε» και πώς ούτε η ίδια ούτε ο Πρωθυπουργός γνωρίζουν προσωπικά τον σκηνοθέτη που διόρισαν απευθείας στο Εθνικό, μέσα σε ελάχιστες μέρες, ακυρώνοντας την προκήρυξη της προηγούμενης κυβέρνησης. Ως κερασάκι στην τούρτα κάνει και την αναφορά σε εξαπάτηση «με υποκριτική τέχνη», κατορθώνοντας, γιατί περί κατορθώματος πρόκειται, να εξοργίσει περισσότερο τους ηθοποιούς.

Τρίτη περίοδος, η ισορροπία του τρόμου : Το βατερλώ της Υπουργού έχει κόστος και για μερικές μέρες η κυβέρνηση πελαγοδρομεί. Η παραμονή της στο Υπουργείο κρέμεται από μία κλωστή, το ένταλμα σύλληψης για τον Λιγνάδη ετοιμάζεται, ο ίδιος με καλές συμβουλές πηγαίνει στη ΓΑΔΑ ελάχιστη ώρα πριν βγει τελικά το ένταλμα, αλλά πρόσκαιρα φεύγει σαν κύριος.

Παρά την σύλληψή του τελικά, όμως, όπως βεβαιώνουν και νομικές πηγές στο TPP, καμία έρευνα δεν γίνεται στο σπίτι του και στον υπολογιστή του. Φαίνεται μάλιστα, σύμφωνα με ρεπορτάζ του γνωστού αστυνομικού συντάκτη, Γιώργου Καραϊβαζ, η ΕΛ.ΑΣ δείχνει για την παράλειψη αυτή την εισαγγελία «αυτήν την εντολή είχαμε. Η όλη διαδικασία δεν ήταν υπό τη δική μας δικαιοδοσία. Εμείς απλώς πράξαμε διεκπεραιωτικό έργο. Η σύλληψη δεν έγινε στο πλαίσιο κάποιας προκαταρκτικής, μέσα στις ευθύνες της οποίας θα ήταν και η κατ’ οίκον έρευνα, καθώς και η κατάσχεση πιθανού αποδεικτικού υλικού και κυρίως ηλεκτρονικού, ούτε φυσικά στο ένταλμα υπήρχε αίτημα οποιασδήποτε άλλης ενέργειας πλην της σύλληψης. Θεωρητικά κι εμπειρικά, είναι ασυνήθιστη η επιλογή των συντακτών του εντάλματος, πλην όμως δεν μπορούμε να γνωρίζουμε ούτε να κρίνουμε την πρόθεση ή τον σκοπό». Ρεπορτάζ μάλιστα της Huffington Post αναφέρει ότι δεν έχει ελεγχθεί ούτε το κινητό του τηλέφωνο.

Την ίδια ώρα, το κυβερνών κόμμα πετάει απαντήσεις σχεδόν στην τύχη. Γίνεται αναφορά σε «συγκάλυψη του πρέσβη της Βενεζουέλας από τον Τσίπρα», στην πρώην υπουργό Πολιτισμού του ΣΥΡΙΖΑ, Λυδια Κονιόρδου, μπαίνει στο παιχνίδι η Μακεδονία, μέσω του παρελθόντος Μενδώνη στην Αμφίπολη, δια χειρός Μπάμπη Παπαδημητρίου, ο Άδωνις Γεωργιάδης πετάει το πυροτέχνημα ότι όλα γίνονται για το Ελληνικό (που το έχουν εγκαταλείψει επί ΝΔ και οι εκτός Λάτση «επενδυτές» του). Από την άλλη βουλευτές της ΝΔ ζητούν την παραίτηση της Υπουργού. Η ΝΔ βράζει και είναι και λογικό άλλωστε. Η Μενδώνη είναι εξωκοινοβουλευτική υπουργός, προερχόμενη από το ΠΑΣΟΚ, συνδέεται συχνά στον Τύπο με τον Ευάγγελο Βενιζέλο. Γιατί οι Νεοδημοκράτες να ανέχονται και την πολιτική φθορά και το γεγονός ότι, αν και 20 χρόνια μέσα στο Υπουργείο, ήρθε πολιτικά ουρανοκατέβατη στην ηγεσία του; Και γιατί να μην την αποπέμψει ο Μητσοτάκης φορτώνοντάς της το λάθος Λιγνάδη και την πολιτική ευθύνη, να ξεμπερδεύουνε;

Τέταρτη περίοδος, η αυτοκρατορία αντεπιτίθεται (ο τίτλος κλεμμένος από τον Δ.Τσίρκα): Το Μέγαρο Μαξίμου καταλήγει στη «γραμμή», που είναι πως η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση. Πιάνεται από ένα hashtag στο τούιτερ και ξαφνικά, μετά από εξωγήινους στον Υμηττό, προδοσίες και ανταλλαγές για τις συντάξεις για τη Μακεδονία, μονολόγους στα ΜΜΕ αλλά και άκρατο Τραμπισμό, ανακαλύπτει ζήτημα δημοσίου διαλόγου, με τον Μητσοτάκη να ζητάει γι αυτό συζήτηση στη Βουλή. Στο υπουργικό συμβούλιο, ο Πρωθυπουργός καλεί τους υπουργούς του να στηρίξουν τη Μενδώνη, να θυμηθούν «πόσο τους βοήθησε» και ότι στο κάτω κάτω, «μπορεί να είναι αυτοί που θα βρεθούν στη θέση της την επόμενη φορά που η αντιπολίτευση θα ζητάει παραιτήσεις». Μάλιστα, κυβερνητικά μέσα, από το κύριο άρθρο της Καθημερινής, στον Γ.Παπαχρήστο και από εκεί στο liberal, κάνουν λόγο ακόμα και για ζήτημα ελέγχου στα κοινωνικά μέσα.

Στο άλλο μέτωπο, έρχεται η ώρα να μιλήσει ο Λιγνάδης. Αυτός αλλάζει δικηγόρο και στο προσκήνιο εμφανίζεται ο Αλέξης Κούγιας, με την γνωστή και χωρίς κανένα ηθικό όριο τακτική του. Ο δάσκαλος του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, Γιώργος Θαλασσής, έχοντας την εμπειρία, έγραψε αναλυτικά για την κακοποιητική τακτική του δικηγόρου, που ακολουθεί και εδώ το ίδιο μοτίβο, προβλέποντας μάλιστα τη συνέχεια. Ο Κούγιας παίρνει σβάρνα τα κανάλια, επιτίθεται με πρωτοφανή ίσως χυδαιότητα στα θύματα, εκθέτει ονόματα, διαρρέει λεπτομέρειες της δικογραφίας. Στόχος να σταλεί το μήνυμα σε όλα τα θύματα για το τι θα αντιμετωπίσουν αν συνεχίσουν να μιλάνε. Ο Λιγνάδης προφυλακίζεται, αλλά η τρύπα στην έρευνα στα προσωπικά του αρχεία έχει ήδη σημαδέψει τη συνέχεια της υπόθεσης.

Η Βουλή εξελίσσεται σε μία «σούπα». Καταλήγει με τον Πρωθυπουργό να έχει ένα τόσο σοβαρό ζήτημα να διαχειριστεί και να εγκαλεί ως είθισται τον Παύλο Πολάκη και τον Κώστα Βαξεβάνη, ενώ ενδιάμεσα, ο Μητσοτάκης έχει πετάξει και το χυδαίο επιχείρημα ότι τα θύματα μίλησαν γιατί είναι στην εξουσία η κυβέρνησή του και ένιωσαν ασφάλεια. «Το κίνημα metoo ξεκίνησε στις ΗΠΑ το 2017, γιατί ήρθε στην Ελλάδα το 2021;» αναρωτήθηκε, μεταξύ άλλων. Κακό επιχείρημα πάντως, το 2017, όπως απάντησε ο Τσίπρας, οι ΗΠΑ είχαν πρόεδρο τον Τραμπ και να προσθέσω ότι τότε η ΝΔ συγκάλυπτε τον Νίκο Γεωργιάδη. Επίσης, το πυροτέχνημα του Άδωνη κερδίζει, στο νήμα μάλλον, τον πρέσβη της Βενεζουέλας.

«Είναι καλή υπουργός Πολιτισμού» αναφέρει ο Μητσοτάκης, με πρώτα παραδείγματα την «επένδυση στο Ελληνικό» και το ότι θέλουν παρέα να τεμαχίσουν τα αρχαία στη Βενιζέλου στη Θεσσαλονίκη για τα οποία μιλάει και διαμαρτύρεται στην κυβέρνηση η παγκόσμια κοινότητα. Α, τη στηρίζουν και 56 φίλοι της, οι μισοί σε θέσεις που εποπτεύονται από το Υπουργείο της. Τον Λιγνάδη εντωμεταξύ, ο Μητσοτάκης τον έχει δει «1-2 φορές». Εντωμεταξύ δύο μόνο είναι οι πασίγνωστες, από τις οποίες κυκλοφορούν οι φωτογραφίες, ενώ μάθαμε επίσης ότι φαίνεται να υπήρχε τουλάχιστον μία ακόμα, όταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης ήταν αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Το μαθαίνουμε αυτό από τον Λιγνάδη, στην ίδια εκδήλωση που γίνεται κουβέντα προεκλογικά ότι θα είναι ο επόμενος διευθυντής του Εθνικού.

Λογοδοσία καμία. Ποιος διόρισε τον Λιγνάδη και ακύρωσε τον προηγούμενο νόμο, χωρίς, αφού «δεν γνώριζε», να κάνει ένα στοιχειώδη έλεγχο στον χώρο και στις προηγούμενες δουλειές του; Η Μενδώνη που «δεν τον γνώριζε μέχρι 3 ημέρες πριν τον διορισμό» ή ο Μητσοτάκης «που τον έχει δει 1-2 φορές». Δεν απαντάται το ερώτημα, γιατί ο Μητσοτάκης δεν απαντάει ποτέ σε τίποτα και ίσως αν είχε αποπεμφθεί η Υπουργός του να ήταν πιο συγκεκριμένη και ομιλητική. Όπως δεν απαντάται η συγκάλυψη εβδομάδων, που θα μπορούσε να μην υπήρχε με ένα απλό και έγκαιρο «αναλαμβάνω την ευθύνη, νιώθω αποτροπιασμό, λάθος μου» και συγκεκριμένες δράσεις εξαρχής, η απλά μία παραίτηση/αποπομπή της Υπουργού στη συνέχεια.

Αντί για μία έστω συγγνώμη, η κυβέρνηση προχώρησε σε ένα μείγμα άρνησης της πραγματικότητας και θεωριών συνωμοσίας. Μοιάζει ακατανόητο γιατί διάλεξε αυτόν τον δύσκολο δρόμο, εκτός αν όλα εξηγούνται με τα αντιδημοκρατικά της ένστικτα και με το ότι «δεν είναι δυνατόν να πρέπει να λογοδοτούν ή να αναλαμβάνουν ευθύνες οι άριστοι». Το να διαχωρίσει τη θέση της έγκαρια ήταν απείρως πιο εύκολο και θεωρητικά πολιτικά αναίμακτο.

Διάλεξε τη λύση που δείχνει σε ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας απόπειρα συγκάλυψης, στέλνοντας παράλληλα το μήνυμα, εν μέσω του ελληνικού metoo, αν ο καταγγελόμενος έχει υψηλές διασυνδέσεις, αν ανήκει σε μία τάξη που αυτοπροσδιορίζεται ως «ελίτ», θα πρέπει να έρθει η Γη ανάποδα με τις αντιδράσεις για να έρθει τελικά αντιμέτωπος με τις πράξεις που του αποδίδονται. Τώρα «απολογείται» μέσω της επίθεσης, προσπαθεί να μας πει ότι «δεν είναι πολιτικό το θέμα» ενώ παράλληλα θέλει να το πολιτικοποιήσει ανάποδα, ως μία «συνωμοσία των αριστερών». Ουσιαστικά λέει ότι «δεν θα μας ζητήσουν ευθύνες αυτοί, δεν θα λογοδοτήσουμε σε αυτούς, πώς τολμάνε; Εμείς είμαστε οι άριστοι και αυτοί οι μέτριοι.»

Οι εγκαλούμενοι ως «μέτριοι» πάντως, είναι αυτοί και αυτές που τάχθηκαν εξαρχής στη σωστή πλευρά. Που ζητούν Δικαιοσύνη, ισονομία, δικαιώματα, σπάσιμο της σιωπής για όποιον και όποια το επιθυμεί, που δεν εξοργίζονται με την εξουσιαστική μανία πάνω σε δικαιώματα και σώματα, φωνάζοντας εδώ και εβδομάδες ένα «αρκετά πιά». Αν αυτό σε χαρακτηρίζει «μέτριο» σήμερα, όχλο, ουτοπιστή, «ευαισθητούλη» ή οτιδήποτε, είναι παντελώς αδιάφορο.