Αν καθόταν κανείς ν’ ακούσει τι λεγόταν στα δελτία και τα τοκ σόου της τηλεόρασης χθες βράδυ, θα έμενε με την εντύπωση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ηττήθηκε. Δεν κατάφερε να επιβάλει τη συντριβή της κυβέρνησης. Δεν μπόρεσε να αποσταθεροποιήσει την οικονομία και να ανεβάσει τα spread των ελληνικών ομολόγων. Δεν έπιασε τα προπέρσινα ποσοστά του, πολύ δε περισσότερο τις ψήφους του. Στην απελπισία του δε για όλες αυτές τις αποτυχίες, ο πρόεδρός του προέβη στο απονενοημένο διάβημα να επισκεφθεί τον πρόεδρο της Δημοκρατίας, να τον φέρει σε δύσκολη θέση και να του ζητήσει να υπερβεί τις αρμοδιότητές του, γεγονός που συνιστά συνταγματική εκτροπή.
 
Όλοι οι άλλοι πήγαν σε γενικές γραμμές καλά: Η Ελιά έσκισε. (Για να μην πούμε ότι ο κ. Καψής εκλέγεται στην ευρωβουλή, οπότε το κλείσιμο της ΕΡΤ τώρα δικαιώνεται. Και η ΔΤ. Και η ΝΕΡΙΤ ακόμα). Το Ποτάμι, ας μην το συζητάμε, πραγματοποίησε νέο ρεκόρ πρωτοεμφανιζόμενου κόμματος, ασχέτως αν είχε βάλει τον πήχυ σε διψήφιο ποσοστό. Το ΚΚΕ είχε αισθητή άνοδο. Ο Καρατζαφέρης διέψευσε όλες τις δημοσκοπήσεις και αποτέλεσε την έκπληξη, ασχέτως αν είχε την ατυχία να μείνει και πάλι εκτός. Η Χρυσή Αυγή εθριάμβευσε (το μόνο ακριβές). Η Νέα Δημοκρατία, τέλος, σημείωσε τη μεγαλύτερη νίκη από όλους, αφού απέκρουσε τον εθνικό κίνδυνο. Ακόμα καλύτερα γι’ αυτήν, πήρε και το μήνυμα να… επιταχύνει το έργο της.
 
Μονάχα η ΔΗΜΑΡ και οι ΑΝΕΛ συρρικνώθηκαν, αλλά αυτοί είναι με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο ύποπτοι μελλοντικής συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ, οπότε εντάξει, οι ηττημένοι γίνονται τρεις.
 
Και σιγά μην είναι η διάφορά μεταξύ των δύο πρώτων κάτι το σημαντικό. Μόλις 3,89%. Το γεγονός ότι τον Ιούνιο του ’12 η διαφορά που έκρινε την πρωτιά ήταν 2,77% δεν έχει και τόση σημασία – πρόκειται για παλιά νέα.
 
Όλ’ αυτά δεν θα σήμαιναν και πολλά πράγματα αν επρόκειτο μόνο για την ερμηνεία του αποτελέσματος εκ μέρους της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ. Όπως σωστά έχει ειπωθεί, οι άνθρωποι δεν ξέρουν να χάνουν. Και όχι μόνο αυτό, από πίσω τους υπάρχουν μεγάλα συμφέροντα, διεθνή και ελληνικά, πολιτικά και οικονομικά, που επίσης αρνούνται να χάσουν, που θα τους στηρίζουν μέχρις εσχάτων, όσο κι αν συνεχίσουν να φυλλορροούν, όσο κι αν τείνουν να χάσουν τη δεδηλωμένη αλλά κι αν τη χάσουν ακόμα.
 
Όλ’ αυτά δεν θα σήμαιναν επίσης πολλά πράγματα αν επρόκειτο μόνο για τα καθεστωτικά κανάλια και τις εφημερίδες, που μοιάζουν να συμπαρασύρονται, όλα τα ΜΜΕ μαζί, από την πτώση του πολιτικού συστήματος. Αναξιόπιστα όπως εκείνο. Υπερχρεωμένα επίσης. Εξαρτημένα από τα ίδια ακριβώς κέντρα εξουσίας, εξ ου και ο χαρακτηρισμός «τρίγωνο της διαπλοκής».
 
Το πρόβλημα είναι ότι και οι υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις το ίδιο βιολί βαράνε. Βλέπεις ξαφνικά τον ΣΥΡΙΖΑ να βάλλεται και πάλι πανταχόθεν σε όλα τα κανάλια, σε όλα τα δελτία ειδήσεων και σε όλα τα πάνελ, με το ΚΚΕ συχνά στη θέση του πρώτου βιολιού – κυβερνητικοί εκπρόσωποι…
 
Φαίνεται λοιπόν ότι δεν πάσχει μονάχα το παλιό δίπολο εξουσίας, που τώρα τείνει να συγχωνευθεί, πάσχει ολόκληρο το οικοδόμημα, σχεδόν σύσσωμο το παλιό πολιτικό σύστημα, μαζί και με τα καινούρια φυντάνια που μπαίνουν στο στίβο για να πάρουν τη θέση των παλιών φθαρμένων λαγών.
 
Βλέποντάς το κάτω απ’ αυτό το πρίσμα, αναρωτιέμαι μερικές φορές μήπως είμαστε πολύ αυστηροί όταν σε κάθε ευκαιρία κάνουμε κριτική στον ΣΥΡΙΖΑ, εγώ πρώτος, για το παραμικρό λάθος τακτικής, για την παραμικρή πλειοδοσία υποσχέσεων, για το παραμικρό ολίσθημα σε θέματα πολιτικής αισθητικής ή αρχών.
 
Δεν είναι πως δεν κάνει λάθη, μετέχει εξάλλου της ίδιας πολιτικής παιδείας με όλους τους άλλους και επιπλέον είναι ένας φορέας που από μικρός έγινε απότομα μεγάλος και κουβαλάει τώρα μυριάδες κόσμο στην πλάτη, που όλοι θέλουν να τον τραβήξουν απ’ το μανίκι προς την κατεύθυνση που εκείνοι νομίζουν.
 
Δεν είναι πως δεν έχει υστερήσεις και αγκυλώσεις, πολιτικές, ιδεολογικές, οργανωτικές και προπάντων προγραμματικές. Η μεγαλύτερη όμως υστέρησή του είναι, όπως βλέπω τώρα τα πράγματα, η προσκόλλησή του στο γήπεδο των άλλων, η εμμονή του να απαντάει βήμα προς βήμα στις αθλιότητες της μονταζιέρας και στη ρητορική της εξουσίας. Κάθε φορά που κολλάει σ’ αυτά, που μπαίνει στο κάδρο του πολιτικού συστήματος, χάνει κάτι από τη δυναμική του και την πειθώ του, κινδυνεύει να μοιάσει μ’ αυτούς.
 
Κι όποτε πάλι απογειώνεται και δραπετεύει από την εικόνα, όταν ανοίγεται στην κοινωνία και γίνεται ένα μ’ αυτήν, όχι για να παρασυρθεί ή να παρασύρει αλλά για να συντονιστεί με την ανάγκη της και την αγωνία, τότε λάμπει, ανδρώνεται, δίνει ελπίδα.
 
Αλλά αυτά βέβαια τα έχουν προδιαγράψει οι ποιητές πριν από μένα: Αρετή και τόλμη.
 
Αρκεί να μην ανυπομονεί, και να κρατιέται –έστω με νύχια και με δόντια- έξω απ’ το κάδρο.