Στην επιστολή τους καταγγέλουν πως η συγκρατούμενή τους «διαμαρτυρόταν καθημερινά στο ιατρείο της φυλακής και ζητούσε βοήθεια αλλα την αγνοούσαν. Το κορδόνι στο λαιμό της το δέσανε όλοι μαζί εισαγγελέας, διευθύντρια, μεταγωγών, γιατροί, αρχιφύλακες, σωφρονιστικοί υπάλληλοι, υπηρεσιακοι κρατουμενοι».
Αναλυτικά η επιστολή:

 

«Το βράδυ της Παρασκευής 25/10 η 22χρονη συγκρατούμενή μας Θεοδωροπούλου Μαρία βρέθηκε απο τους δεσμοφυλακες κρεμασμενη να κοιτάζει τη βαριά σιδερένια πόρτα του κελιού της στο νοσοκομείο κρατουμένων του Κορυδαλλού Άγιος Παύλος. Εκεινο το βραδυ δεν θα περίμενε καρτερικά να περάσει η ώρα για να ανοίξει πόρτα. Απεδρασε μία για πάντα από το σωφρονιστικό σύστημα που τη βασανιζε, που τη δολοφονουσε καθε μερα, λιγο-λιγο…

Πεταξε μακρια μια για παντα αφήνοντας τους δεσμοφύλακες να χάσκουν μπροστά στη θέα του άψυχου κορμιού της. Γυναικείες φυλακές Κορυδαλλού, Αγιος Παύλος, Δρομοκαΐτιο, γυναικείες φυλακές Κορυδαλλού, Αγιος Παύλος και ξανά διαταγη για μεταφορά σε εξωτερικό νοσοκομείο…. Το μεταγωγών αποφάσισε να μην εκτελέσει τη μεταγωγη αφήνοντας τελικά αβοήθητη σε ένα παγωμένο κελί με μόνη διέξοδο από το φρικτό μαρτύριο το κορδόνι της φόρμας που φορούσε.

Οχι, για εμάς, τη συγκρατούμενή μας δεν τη σκότωσε η γραφειοκρατία αλλά το ίδιο το σωφρονιστικό σύστημα.

Διαμαρτυρόταν καθημερινά στο ιατρείο της φυλακής και ζητούσε βοήθεια αλλα την αγνοούσαν. Το κορδόνι στο λαιμό της το δέσανε όλοι μαζί εισαγγελέας, διευθύντρια, μεταγωγών, γιατροί, αρχιφύλακες, σωφρονιστικοί υπάλληλοι, υπηρεσιακοι κρατουμενοι…

Το σωφρονιστικό σύστημα είτε λειτουργεί ως εκτροφείο υποταγμένων δίποδων, παραδομένων ολοκληρωτικά στους δήμιους τους, που καταλήγουν ιλιβεροι και αξιοθρήνητοι να τους βλέπουν σαν πατρικες και μητρικές φιγούρες, ειτε λειτουργεί σαν σφαγείο που εξοντώνει με συνοπτικές διαδικασίες και χωρίς δισταγμό με διάφορους τρόπους τους ανυπότακτους κρατούμενους.

Με συνοπτικές διαδικασίες σκότωσε το σωφρονιστικό σύστημα και τον Αλφόνς Ντοτσι στη Δ’ πτερυγα των αντρικων φυλακων Κορυδαλλου στις 26/6.

Για εμάς που είμαστε κρατούμενοι στο συγκεκριμένο κολαστήριο, είναι βέβαιο πώς ούτε το αίμα του Αλφόνς θα είναι το τελευταίο που θα χειθεί, ούτε το άψυχο κορμί της Μαρίας το τελευταίο που θα βρεθεί κρεμασμένο.

Το να ενεργεί κανείς με τον ίδιο τρόπο και να περιμένεις διαφορετικά αποτελέσματα συνιστά των ορισμό της παράνοιας σύμφωνα με τον Α. Αϊνστάιν αλλά και την τακτική της εξαπατησης της κοινωνίας από τους διεφθαρμένους εκπροσώπους του υπουργείου και της γενικής γραμματείας (αντι)εγκληματικής πολιτικής.

Δεν έχουμε αυταπάτες για το τι θα αποφανθεί η δικαιοσύνη για τη Μαρία. Στην περίπτωση του Αλφονς, τόσο ο εισαγγελέας επόπτης Ν. Φιστόπουλος όσο και η διευθύντρια Μ. Στέφη και το σωφρονιστικό της προσωπικό, ενω αποδεδειγμένα χάθηκε μία ανθρωπινη ζωή εξαιτίας του κανιβαλιστικού τρόπου με τον οποίο διαχειρίζονται τους κρατούμενους, κρίθηκε από τους τους πολιτικούς τους προϊσταμένους πώς θα πρέπει να παραμείνουν στις θέσεις τους.

Προφανώς η ζωή της Μαρίας όπως και του Αλφόνς ζυγίστηκε στην επικοινωνιακή πλάστιγγα και αυτη απεφάνθη “αξίας χαμηλής”…

Όμως εμείς οι συγκρατούμενοι τους δεν πρόκειται να ξεχάσουμε τον πραγματικό λόγο που πέθαναν, δεν πρόκειται να ξεχάσουμε ποιοι είναι οι πραγματικοί ηθικοί αυτουργοί της δολοφονιας τους. Δεν πρόκειται να τους ξεχάσουμε γιατί κόντρα στο ψέμα τη διαστρέβλωση και το συστηματικό κουκούλωμα της αλήθειας έχουμε χρέος απέναντι στη μνήμη τους και δεν θα σταματήσουμε να φωνάζουμε την αλήθεια: τους σκότωσε το σωφρονιστικό σύστημα!»