Τα παιδιά που γεννιούνται στην Ελλάδα μετά τον Β’ Π.Π. συνήθως έρχονται αντιμέτωπα με μια παράδοξη ενδοοικογενειακή σιωπή. Η συζήτηση σχετικά με τον εμφύλιο -τι, πότε, πού, ανάμεσα σε ποιους- σπάνια βρίσκει ανοιχτά αυτιά και πρόθυμα στόματα. Πρέπει να περάσουν δεκαετίες για να σχηματιστεί ιστορία μέσα από κάθε μικρή, ξεχασμένη τραγωδία. Αντίστοιχα, τα παιδιά που γεννιούνται στη Γερμανία τη δεκαετία του ’50 έχουν να αντιμετωπίσουν μια συγγενή σιωπή. Ο μέχρι πρότινος δυνατός ναζί καθηγητής, υπάλληλος, διευθυντής πρέπει να κρυφτεί στη ντουλάπα του σπιτιού του – δεν υπάρχει χώρος στην εγχώρια και πολύ περισσότερο στην ευρωπαϊκή αυλή για φιγούρες που είχαν σχέσεις με το καθεστώς του Χίτλερ. Οι Γερμανοί της δυτικής πλευράς ανατρέφονται κάτω από αυτές τις συνθήκες. Την περίοδο της πρώτης ενηλικίωσής τους, κάπου στις αρχές της δεκαετίας του ’70, η Βρετανία ακόμα δεν έχει ξεπεράσει τον φόβο της παρολίγον νίκης του Χίτλερ. Αποκαλεί υποτιμητικά τους Γερμανούς krauts (από τη λέξη sauerkraut που σημαίνει λάχανο/τουρσί), ενώ η μουσική των νέων που πειραματίζονται με μια εντελώς νέα εθνική φωνή («δεν είναι ροκ, ούτε μπλουζ, δεν έχει σχέση με την αγγλόφωνη μουσική») βαφτίζεται krautrock. Το απόσταγμα του krautrock είναι μια σειρά από συγκροτήματα που δημιουργούν έναν πρωτάκουστο ήχο, μέσα από ατέλειωτους πειραματισμούς με φυσικά και ηλεκτρονικά όργανα.

Το Krautrock: The Rebirth of Germany βρίσκει αυτά τα νέα παιδιά σαράντα χρόνια μετά (2009). Αφηγείται την ιστορία τους με ρυθμό σταθερό και μονότονο – όπως και ο ήχος που τους έκανε παγκοσμίως διάσημους. Οι μεσόκοποι πια μουσικοί, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα τους Kraftwerk, απαντούν στα ερωτήματα των Βρετανών δημοσιογράφων (το ντοκιμαντέρ είναι μια παραγωγή του BBC) και δίνουν μια ιστορικά αισιόδοξη προοπτική στη σημερινή συγκυρία. Κσι μάλιστα, όπως λέει ο σπίκερ του ντοκιμαντέρ, «παραμένουν θριαμβευτικά ασυμβίβαστοι όπως όταν ξεκίνησαν. Δεν υπάρχουν ιππότες εδώ… Μόνο χαρούμενοι μουσικοί».