Όπως αναφέρουν οι «Τυπολογίες», στην επιστολή της προς τους υπουργούς και υφυπουργούς Γιώργο Γεραπετρίτη,  Κυριάκο Πιερρακάκη,  Θεόδωρο Λιβάνιο και Νικόλα Γιατρομανωλάκη, η FERA αναφέρει  πως η Ελληνική Κυβέρνηση προτείνει “να επιτραπεί στις on-demand υπηρεσίες να αποφεύγουν τη δέσμευση συνεισφοράς στο τοπικό οικοσύστημα ίση με το 1,5% του κύκλου εργασιών τους στην Ελλάδα ―είτε επενδύοντας απευθείας στην παραγωγή ελληνικών οπτικοακουστικών έργων, είτε αποκτώντας δικαιώματα εκμετάλλευσης σε ελληνικά οπτικοακουστικά έργα που πρόκειται να κυκλοφορήσουν.

Πριν λίγες μέρες, σε κοινή τους επιστολή, η ΕΣΠΕΚ (Ένωση Σκηνοθετών Παραγωγών Ελληνικού Κινηματογράφου), ο ΣΑΠΟΕ (Σύνδεσμος Ανεξάρτητων Παραγωγών Οπτικοακουστικών Έργων) και η ΕΕΝ (Ένωση Ελληνικού Ντοκιμαντέρ), υποστηρίζουν ότι «ο μόνος τρόπος για να αναδειχθεί η κεντρική θέση του ελληνικού κινηματογράφου στον σύγχρονο πολιτισμό της χώρας είναι η ενίσχυση χρηματοδότησης του ΕΚΚ [σ.σ.: Εθνικού Κέντρου Κινηματογράφου], το οποίο επιλέγει να χρηματοδοτεί με ποιοτικά κριτήρια, σε αντίθεση με το ΕΚΟΜΕ, του οποίου τα κριτήρια επιλογής είναι αυτόματα και σχετίζονται περισσότερο με επενδυτικά κίνητρα».

Ενώ εναντίον του συγκεκριμένου άρθρου έχουν ταχθεί 673  σκηνοθέτες, παραγωγοί, σεναριογράφοι, ηθοποιοί, τεχνικοί, διανομείς, σε αναλυτικό τους κείμενο.

Ο χώρος του Κινηματογράφου μαζικά ενάντια στην αποδυνάμωσή του προς όφελος τηλεοπτικών προγραμμάτων

Η επιστολή της FERA έχει ως εξής:

Αγαπητέ Υπουργέ Επικρατείας,

Αγαπητέ Υπουργέ Ψηφιακής Διακυβέρνησης,

Αγαπητέ Υφυπουργέ παρά τω Πρωθυπουργώ,

Αγαπητέ Υφυπουργέ Σύγχρονου Πολιτισμού,

Καθώς η Ελλάδα βρίσκεται στη διαδικασία μεταφοράς της Οδηγίας (ΕΕ) 2018/1808 ―που τροποποιεί την Οδηγία για τις Υπηρεσίες Οπτικοακουστικών Μέσων (2010/13 / ΕΕ)― στο Εθνικό της Δίκαιο, στον απόηχο των αλλαγών που επιτελούνται στην αγορά, θα θέλαμε να εκφράσουμε την ανησυχία μας για την τρέχουσα προσέγγιση της Ελληνικής Κυβέρνησης απέναντι στην οικονομική συμβολή των παρόχων υπηρεσιών ΜΜΕ (media service providers) στην παραγωγή ευρωπαϊκών έργων.

Όπως γνωρίζετε, η οδηγία AVMS αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο του ευρωπαϊκού πλαισίου κανονισμού για τα μέσα ενημέρωσης. Στοχεύει στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής οπτικοακουστικής βιομηχανίας και, κατά συνέπεια, στην προώθηση της πολιτιστικής πολυμορφίας και της πολιτιστικής κληρονομιάς στην Ευρώπη, με ιδιαίτερη έμφαση στην προώθηση και τη διανομή ευρωπαϊκών οπτικοακουστικών έργων.

Η αναθεώρησή της το 2018 προέβλεπε ουσιαστικές διατάξεις που επιτρέπουν την προσαρμογή του κανονισμού σε ένα ταχέως μεταβαλλόμενο μηντιακό τοπίο:

–    Προβλέπει αυξημένες υποχρεώσεις για την προώθηση ευρωπαϊκών έργων για on-demand υπηρεσίες, οι οποίες θα πρέπει να έχουν τουλάχιστον 30% ευρωπαϊκό περιεχόμενο στον κατάλογό τους και να διασφαλίζουν την προβολή αυτού του περιεχομένου,
–    Επιπροσθέτως, επιτρέπει στα Κράτη Μέλη να επιβάλλουν υποχρεώσεις ώστε οι πάροχοι να συνεισφέρουν οικονομικά στην παραγωγή ευρωπαϊκών έργων μέσω, μεταξύ άλλων, άμεσων επενδύσεων σε περιεχόμενο ή/και συνεισφοράς στα εθνικά κονδύλια, ανάλογα με τα σχετικά on-demand έσοδα στην εκάστοτε χώρα.

Το να εξασφαλίζονται τέτοιου είδους εισφορές στα εθνικά κονδύλια από τις on-demand υπηρεσίες ―ιδίως από τους παγκόσμιους παρόχους streaming― παρέχει ουσιαστική μόχλευση που εξασφαλίζει με τη σειρά της ότι θα συνεχίσει να υφίσταται μια ποικιλία ευρωπαϊκών οπτικοακουστικών έργων στο εγγύς μέλλον και ότι θα αποφευχθεί η πλήρης αναστάτωση των τοπικών οικοσυστημάτων παραγωγής και διανομής.

Ωστόσο, καταλαβαίνουμε ότι σε πρόσφατο νομοσχέδιο για τη μεταφορά της οδηγίας (ΕΕ) 2018/1808 στο ελληνικό εθνικό δίκαιο, η Ελληνική Κυβέρνηση προτείνει, στο άρθρο 17, να αναθεωρηθεί το ισχύον πλαίσιο βάσει του οποίου οι πάροχοι υπηρεσιών ΜΜΕ (media service providers) συμβάλλουν στην παραγωγή οπτικοακουστικών έργων,  και να επιτραπεί στις on-demand υπηρεσίες να αποφεύγουν τη δέσμευση συνεισφοράς στο τοπικό οικοσύστημα ίση με το 1,5% του κύκλου εργασιών τους στην Ελλάδα ―είτε επενδύοντας απευθείας στην παραγωγή ελληνικών οπτικοακουστικών έργων, είτε αποκτώντας δικαιώματα εκμετάλλευσης σε ελληνικά οπτικοακουστικά έργα που πρόκειται να κυκλοφορήσουν, είτε συμβάλλοντας στο E.K.O.ME., το οποίο είναι υπεύθυνο για τα ελληνικά προγράμματα Cash Rebate / φοροαπαλλαγών.

Αυτό το σύστημα αυτόματης χρηματοδότησης στοχεύει στην προσέλκυση ξένων παραγωγών στην Ελλάδα ― κυρίως από αμερικανικά στούντιο. Ο οικονομικός του σκοπός είναι πολύ συγκεκριμένος και ριζικά διαφορετικός από τα προγράμματα χρηματοδότησης που βασίζονται σε καλλιτεχνικά κριτήρια και λειτουργούν προς όφελος των Ελλήνων δημιουργών, για τα οποία είναι υπεύθυνο το Ελληνικού Κέντρο Κινηματογράφου.

Οι Ευρωπαίοι κινηματογραφιστές υποστηρίζουν τους Έλληνες συναδέλφους τους που αντιτίθενται στις προτεινόμενες διατάξεις, οι οποίες θα τραυματίσουν το υφιστάμενο πλαίσιο υποστήριξης με δυνητικά επιβλαβείς συνέπειες για την ποικιλομορφία της οπτικοακουστικής δημιουργίας στην Ελλάδα και τη ζωτικότητα των εθνικών παραγωγών και των ευρωπαϊκών συμπαραγωγών.

Το αναθεωρημένο άρθρο 13 της οδηγίας AVMS επιτρέπει στα κράτη μέλη να ενισχύσουν τους οικονομικούς πόρους της ευρωπαϊκής οπτικοακουστικής δημιουργίας, ενσωματώνοντας on-demand υπηρεσίες στα τοπικά οικοσυστήματα παραγωγής και διανομής τους και επ’ ουδενί δεν σκοπεύει στο να εκτρέψει αυτούς τους πόρους σε διεθνείς παραγωγές εις βάρος των επιλεκτικών προγραμμάτων στήριξης που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της ευρωπαϊκής οπτικοακουστικής δημιουργίας, και άλλων συναφών πολιτιστικών πολιτικών. Μια τέτοια προσέγγιση θα αποδυνάμωνε την ορατότητα των ελληνικών και ευρωπαϊκών παραγωγών σε εθνικές, ευρωπαϊκές και διεθνείς οθόνες.

Στα απόνερα της τρέχουσας πανδημικής κρίσης και του ανασχηματισμού της ευρωπαϊκής αγοράς οπτικοακουστικής παραγωγής και διανομής ―λόγω της μόνιμης εισαγωγής παγκοσμίων παρόχων streaming στο οικοσύστημα– η ανεξάρτητη ευρωπαϊκή οπτικοακουστική δημιουργία αντιμετωπίζει δυνητικά τη σημαντικότερη υπαρξιακή κρίση της ιστορίας της.

Καλούμε, συνεπώς, την Ελληνική Κυβέρνηση να διερευνήσει τον τρόπο μεταφοράς της οδηγίας AVMS στο Εθνικό Δίκαιο άλλων Κρατών Μελών, όπου προβλέφθηκαν υψηλότερα επίπεδα συνεισφοράς, καθώς και φόρμουλες που επιτρέπουν την επίτευξη του στόχου πολιτιστικής πολυμορφίας που έχει θέσει η οδηγία. Και να υποστηρίξει, συνεπώς και τοιουτρόπως, τον εθνικό ανεξάρτητο τομέα και τα έργων των συγγραφέων του.

Αυτό θα ενισχύσει, αναμφιβόλως, την πρότασή της οδηγίας ΑVMS να διασφαλιστεί ότι οι on-demand υπηρεσίες θα συμβάλλουν σε ένα πολυμορφικό τοπικό οπτικοακουστικό οικοσύστημα στην Ελλάδα, και θα διασφαλίσει ότι ποικίλες δημιουργικές φωνές στην Ελλάδα και σε ολόκληρη την Ευρώπη θα παραμείνουν ζωντανές και ακμάζουσες.

Με εκτίμηση,

Klemen DVORNIK
Πρόεδρος FERA