του Κώστα Εφήμερου
Φωτογραφία: Alexandros Michailidis / SOOC
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ χτυπιέται αλύπητα από τα ΜΜΕ της διαπλοκής, αυτά που επί δεκαετίες λυμαίνονται τη δημόσια περιουσία σε συνεργασία με το τραπεζικό και το προηγούμενο πολιτικό σύστημα. Το πρόβλημα όμως για τον Αλέξη Τσίπρα και τον Νίκο Παππά είναι αφενός ότι τα στοιχεία που παρουσιάζονται δεν είναι κατασκευασμένα και αφετέρου ότι οι ίδιοι δεν καταφέρνουν να πείσουν ούτε ότι ξεμπέρδεψαν με το παλιό, ούτε ότι το καινούριο δεν είναι επίσης παλιό.
Καταρχάς ο Αλέξης Τσίπρας παραδέχτηκε (δια της μη διαψεύσεως) ότι πριν ακόμα και τις εκλογές του Γενάρη πέρυσι βρισκόταν κρυφά με τον «αρχιμαφιόζο της διαπλοκής», Σταύρο Ψυχάρη. Το επιχείρημα ότι ως μελλοντικός πρωθυπουργός βρισκόταν με οποιονδήποτε του το ζητούσε δεν είναι καθόλου πειστικό. Τον εκδότη που είχε κατηγορηθεί δημόσια από τον Γιώργο Παπανδρέου ότι τον εκβίαζε επειδή μπλόκαρε ένα δάνειο 10 εκατομμυρίων ευρώ τον συναντάς με συνοδεία τηλεοπτικών συνεργείων. Μπορεί σήμερα οι συνεργάτες του Τσίπρα να κλείνουν το μάτι στην κοινωνία δείχνοντάς το αποτέλεσμα της πίεσης της κυβέρνησης και της δικαιοσύνης στον άλλοτε ακλόνητο ηγέτη αλλά αυτό, δυστυχώς για τον Τσίπρα, μπορεί να σημαίνει ότι απλά δεν τα βρήκαν στη μοιρασιά. Ήταν μεγάλο λάθος του που τον συνάντησε γιατί, όπως λέει ο λαός «έχασε το δίκιο του» (αν είχε).
Επιπλέον η πολυδιαφημισμένη διαδικασία του Νίκου Παππά για την τηλεοπτική αδειοδότηση κοντεύει να του γυρίσει μπούμερανγκ. Ο υπουργός Επικρατείας μπορούσε -κατά τη γνώμη μου- να υποστηρίζει ότι η κυβέρνηση πρέπει να αποφασίσει πόσες πρέπει να είναι οι πανελλαδικές άδειες λέγοντας όμως την αλήθεια στους πολίτες: Ό,τι δηλαδή το κράτος και η δικαιοσύνη είναι εντελώς ανίσχυροι μπροστά στη διαπλοκή και ότι αφού δεν μπορεί να τα βάλει μαζί τους θα προσπαθήσει να πάρει όσα χρήματα περισσότερα μπορεί. Ο Παππάς όμως διάλεξε άλλο δρόμο: Το αρχικό του επιχείρημα -ότι δεν χωράνε βάσει τεχνολογίας περισσότερα από 4 κανάλια- εγκαταλείφθηκε σχετικά νωρίς, ευτυχώς, και το επιχείρημα περί Αγοράς έχει και αυτό αρκετά προβλήματα.
Καταρχάς όταν λες θα δώσω 4 άδειες αντί για 10 επειδή σε άλλη περίπτωση οι ολιγάρχες θα συντηρούν κανάλια που δεν έχουν καμία πιθανότητα υγιούς χρηματοδότησης , ουσιαστικά παραδέχεσαι ότι δεν μπορείς να κάνεις θεσμικά τίποτα για να αποφύγεις τη διαπλοκή. Επιπλέον τα 246 εκατομμύρια του διαγωνισμού (τα οποία πανηγύρισε δεόντως η κυβέρνηση) σε μια αποστραγγισμένη αγορά αποτελούν περίτρανη απόδειξη ότι οι ολιγάρχες της χώρας δεν αντιμετωπίζουν τα ΜΜΕ ως επένδυση αλλά ως εργαλείο διαπλοκής.
Η κυβέρνηση προχώρησε στην διενέργεια ενός διαγωνισμού με μια πρωτότυπη διαδικασία και ώθησε τους συμμετέχοντες σε δηλώσεις του τύπου «μας είχε τρεις μέρες κλεισμένους σε βρώμικα δωμάτια». Αυτά τα λόγια ακούστηκαν σαν απαλή μουσική στην πλειοψηφία των Ελλήνων (μα και αυτοί οι ολιγάρχες, έναν σύμβουλο επικοινωνίας να τους κρατήσει να μη τα λένε αυτά on camera δεν έχουν;). Μετά όμως το πουλόβερ του Παππά άρχισε να ξετυλίγεται.
Αρχικά αποδείχτηκε ότι το Πόθεν Έσχες που οργάνωσε η κυβέρνηση σε 5 ημέρες έμπαζε από παντού. Η επιτροπή δεν ήλεγξε αν οι υπερθεματιστές ήταν καλυμμένοι για το σύνολο του ποσού (ο νόμος είχε ασάφεια εκεί) παρά μόνο για την πρώτη δόση. Επιπλέον οι ίδιοι οι άνθρωποι της επιτροπής παραδέχτηκαν ότι αυτό που έκαναν δεν λέγεται Πόθεν Έσχες αφού δεν ήλεγξαν την προέλευση των χρημάτων αλλά μόνο την κεφαλαιακή τους ρευστότητα. Και τούτο όμως, όπως αποδείχτηκε από το ρεπορτάζ του Τάσου Τέλογλου, στην περίπτωση του Καλογρίτσα έγινε με δημιουργική λογιστική και κάτι βοσκοτόπια έγιναν αποδεκτά με προσημείωση αξίας ξενοδοχειακής μονάδας στο Φαληράκι της Ρόδου. Ο Καλογρίτσας που είχε χρειαστεί την στήριξη της κυβέρνησης προκειμένου να ξεπεράσει το πρόβλημα της αργοπορημένης κατάθεσης του παραβόλου των 3 εκατομμυρίων ευρώ, για τη συμμετοχή του στο διαγωνισμό, φαίνεται τώρα να είναι επιπλέον υπερδανισμένος με αδιαφανή τρόπο από την τράπεζα Αττικής με εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ, ενώ σήμερα ήρθε στη δημοσιότητα από το ΠΘ μια έκθεση της Εφορίας Μεγάλου Πλούτου, σύμφωνα με την οποία του καταλογίζονται σχεδόν 35 εκατομμύρια ζημιά στο δημόσιο μέσω ψευδών φορολογικών δηλώσεων (σημειώστε εδώ ότι πριν 3 μέρες μάθαμε ότι ξυλώθηκε από την κυβέρνηση ο επικεφαλής της συγκεκριμένης εφορίας)..
Η κυβέρνηση τώρα είναι παγιδευμένη αφού θα πρέπει να αποφασίσει τι θα πει στους πολίτες της χώρας: Ότι «τελικά δεν ξεμπερδεύουμε και τόσο πολύ με το παλιό και τουλάχιστον να τσιμπήσουμε τα εκατομμύρια απ' όπου και αν προέρχονται;» ή ότι «κάναμε λάθος υπολογισμούς, κηρύσσουμε άγονο τον διαγωνισμό και θα επανέλθουμε με κάτι καλύτερο όποτε δεήσει ο κύριος;». Και όλα αυτά ενώ όλα τα μέτωπα είναι πλέον ανοιχτά: Το ΔΝΤ βρυχάται και επιμένει, τα εργασιακά είναι μπροστά μας, η οικονομία δεν βλέπει καμία υγιή ανάπτυξη και η αγορά προεξοφλεί την καταστροφή της.
Τον Σεπτέμβρη του 2015 ο Αλέξης Τσίπρας φώναζε στην κεντρική του προεκλογική ομιλία «ξεμπερδεύουμε με το παλιό» και ο κόσμος από κάτω δεν ήθελε να πιστέψει ότι το πραγματικό νόημα της ατάκας ήταν «οι δική μας διαπλοκή θα είναι καλύτερη». Γιατί ακόμα και αν πιστέψουμε ότι η σημερινή κυβέρνηση είχε τις καλύτερες προθέσεις και πάλι μπορούμε να της καταλογίσουμε αφέλεια. Η διαπλοκή έβρισκε πάντα -και θα βρίσκει για πάντα- το δρόμο της. Αυτό δεν είναι ελληνικό φαινόμενο. Έτσι γίνεται παντού.
Να ανοίξω μια παρένθεση εδώ για να σημειώσω ότι κάποιος πρέπει να ενημερώσει την Φώφη και τον Κυριάκο ότι κάθε φορά που ένα στέλεχός τους επιχειρηματολογεί περί του συστήματος της νέας διαπλοκής που στήνει ο ΣΥΡΙΖΑ, ταυτόχρονα παραδέχεται την προηγούμενη διαπλοκή, η οποία συνδιαλεγόταν με τους πολιτικούς αυτών των δύο κομμάτων από το 1976 μέχρι και το 2015, οπότε εύλογα ο κόσμος ρωτάει να μάθει τι στο διάβολο έκαναν αυτοί τόσα χρόνια που ήταν στην κυβέρνηση.
Ο Αλέξης Τσίπρας και ο Νίκος Παππάς είναι σήμερα σε δύσκολη θέση. Και αυτό συμβαίνει για ακόμα μία φορά επειδή δεν έχουν το σθένος να μιλήσουν τη γλώσσα της αλήθειας. Άλλωστε αυτό θα ήταν και το τελευταίο καταφύγιο αξιοπρέπειας. Δυστυχώς όμως κανείς τους δεν φαίνεται να αντιλαμβάνεται ότι η ο κόσμος δεν θα τους παρέχει ασυλία μόνο και μόνο επειδή τους έχουν βάλει στο μάτι οι κακοί ολιγάρχες. Θα πρέπει να κάνουν και αυτό με τη γυναίκα του Καίσαρα.
Αλλιώς πάνω στην προσπάθεια να ξεμπερδέψουν με το παλιό θα κινδυνέψουν να ξεμπερδεύουν και με το αύριο.