«Ο μόνος άνθρωπος που μου άρεσε πάντα από τους μουσικός της Ελλάδας ήταν ο Ζαμπέτας. Τα κομμάτια του, όχι αυτά που έχει τραγουδήσει αυτός, όσα έχει δώσει σε άλλους, έχουν απίστευτες μελωδίες. Εγώ άκουγα μόνο ξένα, δεν έχω καμία σχέση με την Ελλάδα. Ακόμα και τον Χατζιδάκι τον έμαθα πριν δεκαπέντε χρόνια επειδή όλοι μιλούσαν για τον Χατζιδάκι. Αλλά τελικά τον εκτίμησα. Σήμερα μου αρέσει πολύ, πάρα πολύ».                                                                                    

Ο Γιάννης Νάστας είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση για τα δεδομένα της ελληνικής δισκογραφίας. Frontman, συνθέτης και στιχουργός, η πεμπτουσία του συγκροτήματος Xaxakes, εμφανίστηκε στα μουσικά πράγματα τη δεκαετία του ’90 με μια πολύ προσωπική οπτική για τη σύνθεση, αλλά κυρίως για τους στίχους και το performing πάνω στη σκηνή. «Έβγαινα με κόκκινα κοστούμια και γούνες και έπαιζα ποπ, αλλά με τη δική μου έννοια του popular. Ξέρεις, όπως παίζει ο Bowie, που φτάνει στα άκρα και είναι ακόμη πιο rock-n-roll απ' ότι είναι η rock. Αν δεις το video-clip του ‘Βασιλιά’ θα καταλάβεις τι εννοώ».

Το βίντεο-κλιπ το σκηνοθέτησαν οι ίδιοι οι Xaxakes, φορώντας τα ρούχα με τα οποία εμφανίζονταν στη σκηνή. «Εγώ είμαι ο Βασιλιάς, ο κάθε παρανοϊκός βασιλιάς, εχω δίπλα μου δύο παρθένες, μια ξανθιά μια μελαχρινή, και με περιτριγυρίζουν ένας γελωτοποιός κι ένας ευνούχος –ο σαξοφωνίστας μας. Με αυτή την εμφάνιση ανεβαίναμε στη σκηνή και φαντάσου ότι μιλάμε για την περίοδο '95-'96 – όταν πρωτοξεκινούσαμε».

Ο συντηρητισμός της εγχώριας rock-n-roll σκηνής δεν άφηνε πολλά περιθώρια για τέτοιου τύπου εμφανίσεις. «Οι ρόκερς εδώ δεν ακούγαν μουσική, ας πούμε, ‘εκτός συνόρων’. Βγαίναμε στις συναυλίες και ήμασταν τόσο εκκεντρικοί που ο μισός κόσμος είχε φύγει πριν τελειώσει η πρώτη ώρα. Αλλά δεν υπήρχε πρόβλημα, γιατί με τους υπόλοιπους που έμεναν γινόμασταν αδέρφια». Αναρωτιέμαι από πού προέρχεται όλη αυτή η glam rock κουλτούρα που χαρακτηρίζει τους Xaxakes: «Ξεκίνησα να ακούω hard rock και punk. Όταν ήμουν πιτσιρικάς, 14 με 19, άκουγα Floyd και Doors. Πιο μετά, γύρω στα είκοσι, Bowie, Lou Reed, Iggy Pop…

Η Θεσσαλονίκη τότε (στις αρχές της δεκαετίας του ’80) ήταν τρελή πόλη. Aκούγαμε Pistols, βγαίναμε έξω μεγάλες παρέες, παίρναμε τα τρένα και πηγαίναμε ταξίδια στο εξωτερικό για ν’ αγοράσουμε δίσκους. Λονδίνο, Άμστερνταμ, παντού. Όλο το new wave και το rock, το φέρναμε πρώτα Θεσσαλονίκη και μετά κατέβαινε στην Αθήνα. Στη Θεσσαλονίκη έχω ‘σπουδάσει’ μηχανές, μπιλιάρδα, ποδοσφαιράκια… τέτοια πράγματα. Έβγαινα το πρωί και γύριζα μετά από δυο μέρες με τη μηχανή μου. Παλιόπαιδο ήμουν. Ένα καλό ρεμάλι.. Αλλά κωλόπαιδο δεν υπήρξα ποτέ, τους κωλοπαιδαράδες δεν τους εκτιμώ καθόλου».

Μεγάλωσε εκτός πόλης, «μέχρι οκτώ χρονών ήμουν πιο επαρχία, στα Γρεβενά», μετά κατέβηκε στη Θεσσαλονίκη κι έκτοτε ζει εκεί. Μπαμπάς τριών αγοριών «14, 10 και 8, το σπίτι είναι κανονικό λούνα παρκ», ταξιδεύει συχνά, εντός κι εκτός Ελλάδας. «Έκανα μια τρελή κίνηση: αγόρασα ένα αυτοκινούμενο. Και τριγυρνάω. Έχω πάει παντού, έφτασα ως τη Βιέννη κι έκανα Πρωτοχρονιά εκεί. Αυτό που είναι σπίτι και φορτηγό μαζί και πας και το παρκάρεις. Κάνεις το μπάνιο σου, ας πούμε, κατεβαίνεις, ανοίγεις την πόρτα και πας στην πρώτη παμπ που βλέπεις. Έτσι έκανα. Φόρεσα τα καλά μου ρούχα και κατέβηκα να πιω την μπίρα μου…».

Info: Οι Xaxakes κατεβαίνουν από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα για μια μεγάλη συναυλία (μετά την τελευταία τους εμφάνιση στο περσινό Ark Festival) με τραγούδια από παλιές και νεότερες δουλειές τους. «Θα έχουμε δύο ειδών κομμάτια: είναι μερικά που θα μπορούσαν να τα έχουν γράψει οι Pistols ή οι Bauhaus στα extreme τους ή ακόμα κι ο Marilyn Manson. Αλλά έχω βάλει και 3-4 μελωδίες που με γοητεύουν. Με ‘σώζουν’ πάλι και λέω, τι ωραία που είναι η ζωή….». Στο Gagarin 205 (Λιοσίων 205, 215-5400888) το Σάββατο 10 Δεκεμβρίου 2011. Τιμή εισιτηρίου 15 ευρώ. Οι πόρτες ανοίγουν στις 9 μ.μ., τη συναυλία ανοίγει η Ladydust. Το τελευταίο άλμπουμ των Xaxakes, Το Vals των ελαφιών, κυκλοφόρησε το 2009.