Εξαιτίας των αυξανόμενων επιθέσεων κατά δημοσιογράφων, το δημόσιο ολλανδικό ραδιοτηλεοπτικό δίκτυο NOS (Nederlandse Omroep Stichting) πλέον θα στέλνει ρεπόρτερ και τεχνικούς στους δρόμους «ανώνυμα». Σύμφωνα με ρεπορτάζ του γερμανικού δικτύου Deutsche Welle, την προηγούμενη εβδομάδα, o αρχισυντάκτης του προγράμματος «NOS Nieuws», Μαρσέλ Γκέλαουφ, δήλωσε πως θα αφαιρεθεί το λογότυπο του NOS από όλα τα βαν του σταθμού με στόχο την προστασία των δημοσιογραφικών ομάδων.
Όπως σημειώνει το δημοσίευμα, οι επιθέσεις εναντίον δημοσιογράφων στην Ολλανδία αυξάνονται. Σχεδόν σε καθημερινή βάση, δημοσιογράφοι του NOS αντιμετωπίζουν υβριστικές συμπεριφορές στους δρόμους, ενώ άγνωστοι τους πετούν σκουπίδια,. Δεν είναι λίγες οι φορές που η διέλευση οχημάτων του ΝΟS εμποδίζονται. Για μεγάλο χρονικό διάστημα, οι δημοσιογράφοι του δικτύου που καλύπτουν τις πιο επικίνδυνες καταστάσεις και τις διαδηλώσει, συνοδεύονται από άνδρες προστασίας. Έτσι παρά το γεγονός ότι το ΝΟS, είναι δημόσιο ραδιοτηλεοπτικό δίκτυο που οφείλει να είναι ορατό και να διέπεται από διαφάνεια, έλαβε την απόφαση ότι τα μέτρα αυτά είναι αναγκαία για την προστασία του προσωπικού του.
«Kοινωνική αποτυχία το να βλέπουμε τους δημοσιογράφους σαν εχθρούς»
Από την απόφαση του ΝΟS έχει προκληθεί σύμφωνα με το ρεπορτάζ έντονη ανησυχία τόσο στην Ολλανδία όσο και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Ο αρμόδιος για τα ΜΜΕ υπουργός, Άριε Σλομπ, σε δηλώσεις του είπε ότι θεωρεί την κατάσταση ιδιαίτερα σοβαρή. Από πλευράς της η Γερμανική Ένωση Δημοσιογράφων DJV, χαρακτήρισε την αυξανόμενη βία εναντίον των δημοσιογράφων ως «απαράδεκτη», ενώ ο Λουτς Κίνκελ από το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελευθερίας του Τύπου και των ΜΜΕ (ECPMF), μιλώντας στη Deutsche Welle σημείωσε ότι είναι κατανοητοί οι λόγοι που οδήγησαν στις αποφάσεις του ΝΟS. Όπως είπε συγκεκριμένα «η προστασία των εργαζομένων έχει προτεραιότητα», ωστόσο παραδέχτηκε ότι αποτελεί φοβερή «κοινωνική αποτυχία το να βλέπουμε τους δημοσιογράφους σαν εχθρούς». Ακόμα πρόσθεσε ότι παρατηρεί πως το φαινόμενο δεν περιορίζεται μόνο στην Ολλανδία αλλά αφορά πολλές χώρες στην Ευρώπη.
Ειδικότερα, μόνο για το διάστημα Ιουλίου – Σεπτεμβρίου το ECPMF κατέγραψε 34 περιστατικά επιθέσεων κατά δημοσιογράφων, οι οποίες κατά κύριο λόγο έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια διαδηλώσεων. Αύξηση έχει παρατηρηθεί επίσης και στην λεκτική επιθετικότητα κατά δημοσιογράφων. Σύμφωνα με τους ειδικούς του ECPMF για το διαδίκτυο, ένα στοιχείο που ευνοεί σε μεγάλο βαθμό τις υβριστικές επιθέσεις κατά των δημοσιογράφων, είναι η ανωνυμία πολλών χρηστών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Πέρα της Ολλανδίας, επιθέσεις εναντίον δημοσιογράφων παρατηρήθηκαν και στο Βερολίνο. Όπως καταγράφει το δημοσίευμα, δημοσιογράφος του δικτύου ZDF, αναγκάστηκε να διακόψει τα γυρίσματα ενός ρεπορτάζ στο πλαίσιο διαδήλωσης κατά των μέτρων αντιμετώπισης του κορονοϊού στο Βερολίνο, ενώ τον Αύγουστο, μια ομάδα 15 ατόμων επιτέθηκε σε τηλεοπτικό συνεργείο της εκπομπής «Ηeute Show» του ίδιου δικτύου.
Eπιθέσεις από ακροδεξιούς
Τα στοιχεία του ECPMF είναι ιδιαίτερα ανησυχητικά καθώς από το 2015 μέχρι τον Μάρτιο του 2020 υπήρξαν 119 τεκμηριωμένες μαρτυρίες που αφορούσαν επιθέσεις κατά δημοσιογράφων στη Γερμανία. Η συντριπτική τους πλειοψηφία αφορά επιθέσεις ακροδεξιών Οι περισσότερες επιθέσεις προέρχονται από τον χώρο της δεξιάς.
Σύμφωνα με την έρευνα «οι πολιτικές διαδηλώσεις του δεξιού χώρου είναι οι πλέον επικίνδυνες για δημοσιογράφους», μάλιστα το μίσος κατά δημοσιογράφων φαίνεται πως συχνά τροφοδοτείται από πολιτικούς. όπως αναφέρει συγκεκριμένα ο Λουτς Κίνκελ, «οι δεξιοί λαϊκιστές παίζουν σημαντικό ρόλο στην ολοένα μεγαλύτερη στοχοποίηση δημοσιογράφων». Ως παράδειγμα αναφέρονται οι διαδηλώσεις του ξενοφοβικού κινήματος PEGIDA, στο οποίο βασικό σύνθημα ήταν «ο ψεύτης τύπος» (Lügenpresse).