του Παναγιώτη Αργυρού

Στο σημείο αυτό η ανακοίνωση του Υπουργείου αναφέρει: “Ο ΣΥΡΙΖΑ δηλαδή καλεί το Υπουργείο και την Αστυνομία να παρανομήσουν. Και στον Λαγό και στον Παππά. Να μην εφαρμόσουν τη νομιμότητα, αλλά να ερμηνεύσουν το κράτος δικαίου α λα καρτ. Η ταραγμένη μετεμφυλιακή πολιτική μας ιστορία θα έπρεπε να είναι μάθημα για αυτές τις επικίνδυνες σκέψεις”. Αυτό που προβληματίζει και ανησυχεί σε αυτή τη διατύπωση δεν είναι η συνήθης πρακτική της στρεψοδικίας που παρατηρείται σε μια μόνιμη βάση στον πολιτικό διάλογο αλλά η επιλογή στοιχείο αυτής της στρεψοδικίας να γίνει η επίκληση σε μια σκοτεινή σελίδα του παρελθόντος όπου η αστυνομική βία και αυθαιρεσία ήταν στο απόγειο της με ευθύνες της τότε εθνικόφρονας παράταξης.

Η μετεμφυλιακή περίοδος στην οποία αναφέρεται η ανακοίνωση του Υπουργείου είναι η περίοδος που στο κρατικό μηχανισμό αφομοιώθηκαν οι ιδεολογικοί πρόγονοι της Χρυσής Αυγής, οι συνεργάτες των Ναζί που τρομοκρατούσαν και βιαιοπραγούσαν εναντίον του πληθυσμού επί Κατοχής αλλά και στη συνέχεια, μετά την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας,  την περίοδο της λεγόμενης Λευκής Τρομοκρατίας, μέχρι δηλαδή και το πέρασμα στον εμφύλιο πόλεμο. Είναι η περίοδος των διαρκών παρακολουθήσεων συνήθεις υπόπτων, των δηλώσεως εθνικοφροσύνης-νομιμοφροσύνης, της συνέχειας των πολιτικών διώξεων, φυλακίσεων, εξοριών. Η περίοδος της «βίας και νοθείας» της δεξιάς και της δολοφονίας του βουλευτή Γρηγόρη Λαμπράκη από το υποτιθέμενο ανεξέλεγκτο παρακράτος της Δεξιάς που «κυβερνούσε» τη χώρα παρά τον «εν εκπλήξει» πρωθυπουργό της δεξιάς παράταξης. Η περίοδος που επωάστηκαν οι θύλακες εκείνοι που την κατάλληλη για αυτούς συγκυρία προχώρησαν στο στρατιωτικό πραξικόπημα της άνοιξης του 1967. Μια περίοδος που κυριαρχούσε η σχεδόν πλήρης ατιμωρησία σε επίπεδο κορυφής και πλήρης απουσίας κάθαρσης εντός του κρατικού μηχανισμού για την όποια εμπλοκή σε εγκλήματα και παρανομίες.

Σε αυτήν την περίοδο θέλησε να αναφερθεί το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη για  να εγκαλέσει την αντιπολίτευση που υποτίθεται εμφορείται από κομμουνιστικά αισθήματα για  το γεγονός ότι  ζητά ευθύνες από την πολιτική και φυσική ηγεσία της αστυνομίας για τη διαφυγή του πρώην βουλευτή της Χρυσής Αυγής, ενός κόμματος της άκρας δεξιάς με δράση ευθέως ανάλογη με εκείνη του παρακράτους της περιόδου στην οποία αναφέρεται η ανακοίνωση του Υπουργείου. Ασφαλώς και ο Υπουργός Μιχάλης Χρυσοχοΐδης έχει διαβάσει την ιστορία και ξέρει τι έχει συμβεί σε αυτή τη χώρα, και αν δεν έχει διαβάσει όπως συνηθίζει να μην κάνει, σίγουρα έχει ακούσει ή του έχουν πει. Το ερώτημα είναι λοιπόν γιατί επιλέγει σημειολογικά να αναφερθεί σε αυτήν την περίοδο με αυτό τον τρόπο σε μια ανακοίνωση τέτοιου τύπου. Τι επιδιώκει, τι συνειρμούς θέλει να προκαλέσει και προς ποια κατεύθυνση; Γιατί όταν τη στιγμή που ο θεσμός του οποίου ο ίδιος έχει αναλάβει πολιτικά την ευθύνη της ομαλής λειτουργίας εγκαλείται για παραλείψεις  που ενδεχομένως υποκρύπτουν σκοπιμότητα και σκοτεινά κίνητρα, ο ίδιος επιλέγει να αναφερθεί σε μια περίοδο που ο θεσμός αυτός διακρίθηκε για τέτοιες παραλείψεις και τέτοια σκοτεινά κίνητρα;

Θα μπορούσε να είναι ένα απλά ένας αμετροεπής κυνικός σαρκασμός στα μούτρα μιας παροπλισμένης και πλήρους ιδεολογικά ασυνεπούς αριστεράς, μια απλή αλλά εύστοχη τρίπλα που επιχειρεί να πετάξει τη μπάλα στη εξέδρα ή κάτι ακόμα πιο βαθύ, πιο ανησυχητικό; Κάτι που να απευθύνεται όχι αποκλειστικά στην αντιπολίτευση, αλλά  με τη μορφή προειδοποίησης ή και συγκαλυμμένης απειλής απέναντι σε όσες φωνές θεωρούν σίγουρη την ευθύνη της αστυνομίας και επιδιώκουν ή απαιτούν αποτελεσματική κάθαρση ή και σε όσους τείνουν να επιδοκιμάζουν στο μυαλό τους ηθικά μια απονομή δικαιοσύνης τύπου Μάλλιου/ Μπάμπαλη;

Ότι και να ισχύει ένα πράγμα είναι απολύτως σίγουρο. Οι διατυπώσεις στην πολιτική, ακόμα και οι πλέον άστοχες, ποτέ δεν είναι τυχαίες.

 

 

Ο Παναγιώτης Αργυρού υπήρξε κρατούμενος για υποθέσεις της «Συνωμοσίας Πυρήνων της Φωτιάς», αναλαμβάνοντας την πολιτική ευθύνη της συμμετοχής. Αποφυλακίστηκε τον Απρίλιο του 2019 μετά από 8,5 χρόνια κράτησης.