του Θάνου Καμήλαλη

Για παράδειγμα, όταν απορρίφθηκε το αίτημα αναστολής για την Ηριάννα και τον Περικλή, που είχαν καταδικαστεί σε 13 χρόνια κάθειρξης βασισμένα σε σενάρια επιστημονικής φαντασίας της Αντιτρομοκρατικής, ο τότε υπουργός Δικαιοσύνης, Σταύρος Κοντονής, μετά την απόφαση, σχολίασε ότι επρόκειτο για μία «δυσάρεστη έκπληξη» συγκρίνοντας την υπόθεση με αναστολές που δίνονται για βαρύτερα εγκλήματα. H ΝΔ τότε θυμήθηκε την «προστασία των θεσμών», φωνάζοντας για ένα πολιτικό σχόλιο μετά από μία δικαστική απόφαση. Η υπόθεση τελικά, όπως είναι γνωστό κατέληξε στην αθώωση των κατηγορουμένων, σε βατερλό της Αντιτρομοκρατικής και μάλιστα και στην καταβολή αποζημιώσεων από το Δημόσιο για την άδικη φυλάκισή τους.

Μιλάμε για μια υπόθεση όπου πρόεδρος και εισαγγελέας προσπαθούσαν, μεταξύ πολλών άλλων, επίμονα να συνδέσουν ταξίδια στη Βαρκελώνη με τρομοκρατία. Έκαναν καλά τη δουλειά τους; Η εισαγγελέας στη δίκη της Χρυσής Αυγής, Αδαμαντία Οικονόμου, που στην αγόρευσή της επιχείρησε να σβήσει 4 χρόνια αποδεικτικών στοιχείων, έκανε καλά τη δουλειά της; Γιατί, επειδή ήταν απαθής; Και για τη Νέα Δημοκρατία, που θεωρεί παρέμβαση κάθε ανάρτηση του Πολάκη, η επίθεση του εξ’απορρήτων του Μητσοτάκη στην εισαγγελέα, μία ημέρα πριν βγει η απόφαση, που θα βγει και από ενόρκους, τι είναι; Κραυγαλέες οι αντιφάσεις, άτοπο και το ερώτημα «τι θα λέγατε αν ήταν ανάποδα». Δεν φαίνεται ο Υφυπουργός να έχει γνώση της υπόθεσης, δεν φαίνεται καν να έχει διαβάσει την αγόρευση. Το μήνυμά του αναφέρεται αόριστα σε «δικαστικό λαϊκισμό»,  σε λειτουργούς «που πρέπει να βγάζουν ΚΑΙ αντιδημοφιλείς αποφάσεις», με όρους όπως «λαϊκή απογευματινή».

Τα περί «προσωπικής γνώμης», είναι απλά ανέκδοτο. Πολιτική θέση είναι, από κορυφαίο στέλεχος, που επικρίνει μία εισαγγελική λειτουργό κατά την άσκηση των καθηκόντων της. Όσο δεν απαντάται (η μόνη, ντροπαλή, διαφοροποίηση εντωμεταξύ είναι ο Θάνος Πλεύρης) παραμένει κυβερνητική θέση. Όσο ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Στέλιος Πέτσας, καλύπτει τον Υφυπουργό, με έωλα και άκαιρα επιχειρήματα «μιλάει ο ΣΥΡΙΖΑ που…», γίνεται ακόμα χειρότερη.

Την ίδια στιγμή, η ίδια λειτουργός, στην αγόρευσή της (που καλό είναι να μην διαβάζεται αποσπασματικά) καταγγέλλει σειρά παρεμβάσεων κατά την έρευνα και μιλάει για την πλευρά του ενός κατηγορούμενου, που «έβαλε λυτούς και δεμένους» για να μην καταδικαστεί. Οι σχέσεις αυτής της πλευράς με τοπικά «γαλάζια» στελέχη, γράφονται εδώ και πολύ καιρό στον Τύπο και δίνουν τροφή για διαφόρων ειδών σχόλια. Αλήθεια, ενδιαφέρει κανέναν στο Μαξίμου να μην αναβαθμίζονται τέτοιες υποψίες σε υψηλότερο επίπεδο;

Στην καλύτερη περίπτωση μιλάμε για πολύ επικίνδυνη ανοησία. Χιλιάδες άνθρωποι διάβασαν την επίθεση Σκέρτσου και πήραν συγκεκριμένα μηνύματα. Ξέρουν πολύ καλά τι διάβασαν, από ποιον το διάβασαν και τι θέση έχει αυτός που τα έγραψε. Χιλιάδες άνθρωποι βλέπουν να δημιουργούνται «σκιές» γύρω από την υπόθεση και τη δίκη των κατηγορουμένων, με μήνυμα του Μεγάρου Μαξίμου, που εκφράζει ενστάσεις για την στάση εισαγγελικής λειτουργού, ώρες πριν την απόφαση. Σε μια υπόθεση που, όπως λέει το κλισέ «συγκλονίζει το πανελλήνιο» και θα έχει και συνέχεια, σε δεύτερο βαθμό.

Όσο δεν υπάρχει ξεκάθαρη διαφοροποίηση και αντίδραση, αυτό που μένει είναι ότι η κυβέρνηση παρεμβαίνει στην υπόθεση, αμφισβητώντας την εισαγγελική αγόρευση και επομένως την πρόταση. Εμπλέκεται, μέσω υποδείξεων, δικαίως ή αδίκως, στην εκδίκαση ενός τόσο ειδεχθούς εγκλήματος, που μάλιστα διαχρονικά αντιμετωπίζεται με συγκεκριμένα στερεότυπα από τη συντριπτική πλειοψηφία των λειτουργών της Δικαιοσύνης αλλά μεγάλου μέρους της κοινωνίας.

Η λύση απεμπλοκής είναι πολύ απλή: Να λύσει την «παρεξήγηση», αφήνοντας τον Σκέρτσο από εδώ και μπρος ελεύθερο να εκφράζει μόνο τις προσωπικές απόψεις του.