του Θάνου Καμήλαλη
Επί δύο ημέρες, οι βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος ξιφουλκούσαν εναντίον του πανεπιστημιακού ασύλου. «Δεν είμαστε περήφανοι για την εικόνα του δημοσίου πανεπιστημίου» ήταν η μόνιμη επωδός, σε μονολόγους τους οποίους η λογική και η αλήθεια ήταν εξοργιστικά απούσες. Κάθε πρόβλημα της υποχρηματοδότησης των ΑΕΙ, που είδαν τα κονδύλιά τους να μειώνονται περίπου 70% εν μέσω κρίσης, αλλά και του brain drain, των εκατοντάδων χιλιάδων νέων επιστημόνων που έφυγαν μέσα σε λίγα χρόνια από τη χώρα για ένα καλύτερο μέλλον, αποδόθηκε στο άσυλο. Η συζήτηση διανθίστηκε και από ακόμα πιο «εύθυμες» παραφωνίες, όπως την πρώτη ομιλία του Κωνσταντίνου Μπογδάνου, που πανηγύριζε γιατί «σήμερα οι δυνάμεις της ελληνικής δημοκρατίας απελευθερώνουν το Οικονομικό Πανεπιστήμιο, το Εθνικό Μετσόβειο και τη Νομική. Τώρα ξεκινά η δουλειά και ξεκινά με το δεξί…».
Όταν ήρθε η ώρα του Πρωθυπουργού, το ταξίδι στο παράλληλο σύμπαν της Δεξιάς ολοκληρώθηκε. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, σε μια ομιλία – πρόκληση για το δημόσιο πανεπιστήμιο και τον ακαδημαϊκό κόσμο, παρέδωσε μαθήματα τρομολαγνείας. Ανακάλυψε πανεπιστημιακά υπόγεια – «αποθήκες πυρομαχικών», ιδρύματα γεμάτα μολότοφ, λουκέτα σε βιβλιοθήκες, Γραμματείες και εργαστήρια υπό τον φόβο επεισοδίων, «ολόκληρες πτέρυγες στα χέρια ποικιλώνυμων οργανώσεων», ναρκωτικά παντού και πολλά ακόμα τριτοκοσμικά. Αναρωτιέμαι αν οι πανεπιστημιακοί που στηρίζουν ανοικτά και πειθήνια τις κινήσεις της ΝΔ θίχτηκαν έστω και λίγο από τη συλλογική απαξίωση της δουλειάς και του έργου τους από τον Πρωθυπουργό της χώρας και αν θα βρουν έστω λίγες λέξεις για να που έστω ένα «ναι μεν αλλά». Ρητορικό το ερώτημα.
Κι ενώ επί ώρες η «ανομία» και η «ασφάλεια» ήταν σε πρώτο και μοναδικό πλάνο, λίγα λεπτά πριν την προγραμματισμένη ψηφοφορία, ήρθαν οι αντεργατικές τροπολογίες Βρούτση να συμπληρώσουν το μωσαϊκό. Συνεχίζοντας μία αντικοινοβουλευτική (και κατ’επέκταση αντιδημοκρατική) τακτική που ντροπιαστικά έγινε κανονικότητα από όλα τα κόμματα που κυβέρνησαν εν μέσω κρίσης, ο υπουργός Εργασίας, κατά παραγγελία του ΣΕΒ, κατήργησε την υποχρέωση των εργοδοτών να αιτιολογούν τις απολύσεις και την αλληλέγγυα ευθύνη εργολάβου και άμεσου εργοδότη ως προς τις απαιτήσεις των εργαζομένων. Δύο μέτρα που είχε φέρει μόλις πριν δύο μήνες ο ΣΥΡΙΖΑ, στο τέλος της θητείας του, είχε ψηφίσει υποκριτικά και προσχηματικά η Νέα Δημοκρατία, καταργήθηκαν μέσα σε λίγα λεπτά, μαζί με τον «πολιτικό πολιτισμό» που υποσχέθηκε η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Τελικά, στην αίθουσα έμειναν οι βουλευτές της ΝΔ, μαζί με αυτούς του Βελόπουλου, να ψηφίζουν χέρι χέρι την κατάργηση του ασύλου και οι δεύτεροι να επιβραβεύουν με ένα ξεκάθαρης σημασίας «παρών» τα μέτρα Βρούτση (διαφωνούσαν μόνο με το εκπρόθεσμο της κατάθεσης).
Όπως αποδείχτηκε μέσα σε δύο μόλις μέρες, στο τέλος του πρώτου μήνα της κυβέρνησης Μητσοτάκη, μέσα στο κατακαλόκαιρο, το μείγμα διακυβέρνησης είναι το αναμενόμενο: Καταργούμε άσυλα (πανεπιστημιακά, εργασιακά, κοινωνικά), δημιουργούμε ή οχυρώνουμε στη θέση τους άλλα (εργοδοτικό). Και παράλληλα, η νέα κυβέρνηση ήδη επιδεικνύει μία ενοχλητική δυσανεξία στους θεσμούς, τον κοινοβουλευτικό διάλογο και τη λογοδοσία για τις πράξεις της.
Αυτά αποδεικνύονται από τις υποθέσεις του νέου επικεφαλής της ΕΥΠ, Παναγιώτη Κοντολέοντα και η φωτογραφική τροπολογία για την απομάκρυνση της Βασιλικής Θάνου από την Επιτροπή Ανταγωνισμού. Στην πρώτη περίπτωση έχουμε ένα πρόσωπο που δεν φαίνεται να διαθέτει τα τυπικά προσόντα για την συγκεκριμένη θέση. Η κυβέρνηση πρώτα απέφυγε να δώσει στη δημοσιότητα το βιογραφικό του και στη συνέχεια δημοσίευσε μία παράγραφο γεμάτη ασάφειες και κενά, όπως το ότι το πτυχίο του στο Ανοιχτό Πανεπιστήμιο του Ηνωμένου Βασιλείου, δεν αναγνωρίζεται στην Ελλάδα. Κατά την αντιπαράθεση με τον Αλέξη Τσίπρα στη Βουλή, ο Πρωθυπουργός βρήκε τη λύση: Απλώς δεν είπε τίποτα, ψελλίζοντας κάτι για τον προηγούμενο διοικητή, Γιάννη Ρουμπάτη, παραποιώντας λόγια του Γιάνη Βαρουφάκη.
Στη δεύτερη περίπτωση, έχουμε μία διάταξη που ακόμα και τα κυβερνητικά στελέχη παραδέχονται ότι είναι «φωτογραφική», ώστε να απομακρυνθεί από τη θέση της η επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ για την Επιτροπή Ανταγωνισμού, Βασιλική Θάνου. Η διάταξη προκάλεσε σφοδρές αντιδράσεις, τόσο από την αντιπολίτευση όσο και από την Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής, που τόνισε ξεκάθαρα ότι είναι παράνομη καθώς αντιβαίνει το Δίκαιο της Ε.Ε. και παρουσιάζει κίνδυνο χειραγώγησης των ανεξάρτητων αρχών. Ο κίνδυνος είναι πολύ απλός και κατανοητός: Αν μία κυβέρνηση μπορεί να απομακρύνει με ένα άρθρο επικεφαλής ανεξάρτητης αρχής, τότε όλες αυτές οι αρχές ελέγχονται, λόγω φόβου, από αυτήν. Το οξύμωρο φυσικά είναι ότι αυτή η επίθεση έρχεται από ένα κόμμα που επί 4,5 χρόνια φώναζε, μαζί με τους οπαδούς του, για την «κατάλυση των θεσμών από τον ΣΥΡΙΖΑ», τον «Μαδουρισμό», την «επίθεση στο πολίτευμα» και γενικώς οτιδήποτε κατέβαζε η κούτρα του Ευάγγελου Βενιζέλου. Ένα κόμμα επίσης των «Μένουμε Ευρώπη», με στόχο να μας κάνει «κανονική ευρωπαϊκή χώρα». Καθώς οι επιθέσεις αυτές θα συνεχιστούν, μία μερίδα οπαδών θα επικροτεί, τυφλωμένο από το μένος για τον «όχλο» και μία θα βάζει πολύ βολικά το κεφάλι της στην άμμο.
Πάντως, άμα είσαι χειροκροτητής ή έχεις όρεξη να χωθείς στην άμμο, έχεις έναν πολύτιμο σύμμαχο: Τα συστημικά ΜΜΕ, που ήδη δίνουν τα διαπιστευτήριά τους στη νέα κυβέρνηση. To «Πρώτο Θέμα» για παράδειγμα, έγραφε το βράδυ της Πέμπτης ότι η αντιπολίτευση αποχώρησε «με αφορμή τροπολογία για πλαφόν στις “χρυσές”» συντάξεις, ενώ οι απαράδεκτες κινήσεις Βρούτση και το περιεχόμενο της τροπολογίας για τα εργασιακά πέρασαν στα ψιλά για το μεγαλύτερο μέρος των μέσων. Για κάποιους αυτό το μοντέλο «δημοσιογραφίας» μοιάζει αναμενόμενο, γνώριμο και αυτονόητο, αλλά θα πρέπει να στηλιτεύεται ξανά και ξανά. Η δεξιά παλινόρθωση άλλωστε, είναι πολιτική, κοινωνική, αλλά και μιντιακή.
Με τούτα και με κείνα, η κυβέρνηση Μητσοτάκη ολοκληρώνει αυτές τις μέρες έναν μήνα στο τιμόνι της χώρας. Μολονότι τα δείγματα γραφής ήταν ξεκάθαρα, χρειάστηκαν μόλις δύο μέρες και η πρώτη σύγκρουση στη Βουλή για να αποκαλυφθεί όλο το εκρηκτικό μείγμα διακυβέρνησης και ιδεοληψίας που θα ακολουθήσει. «Δεν αφήνουμε ούτε μία μέρα να πάει χαμένη» λέει ο νέος Πρωθυπουργός. Το καμπανάκι κινδύνου ξαναχτύπησε…