του Θάνου Καμήλαλη

Στον ΣΥΡΙΖΑ, εδώ και πολύ καιρό, υπάρχει ένα παράλληλο σύμπαν στο οποίο κυριαρχούν ιππότες, δράκοι κι ανεμόμυλοι. Για παράδειγμα, υπάρχει μια αφήγηση που λέει ότι ο «Αλέξης» έχασε, ως αντιπολίτευση, το 15% της εκλογικής του δύναμης επειδή τον «υπονόμευαν» ο Φίλης, ο Σκουρλέτης, η Αχτσιόγλου και γενικά «κάποιοι». Αυτοί «τον έδιωξαν», γιατι ο «Αλέξης» δεν γίνεται να έχασε, αυτοί τον «έκαναν να υποφέρει». Έχουμε κάποιο στοιχείο γι αυτό; Όχι. Δεν πειράζει. Εύκολες λύσεις διαχείρισης της ήττας. Κάπως έτσι γεννήθηκε η θεωρία των «υπονομευτών», δηλαδή του εσωτερικού εχθρού, μια ιστορικά δεξιά θεωρία. Μια διαρκής χυδαιότητα, είτε συμφωνείς πολιτικά με τα πρόσωπα που κατηγορούνται, είτε όχι. Θεωρία μάλιστα που εφαρμόζεται σε ένα κόμμα που εδώ και χρόνια είναι εντελώς αρχηγικό, που ακολούθησε ξανά και ξανά τον δρόμο της «διεύρυνσης» και τελικά του φταίει «το αριστερόμετρο».

Αφού δεν μπόρεσαν να τιμωρήσουν τον Κυριάκο Μητσοτάκη, τελικά υπήρξαν χιλιάδες κόσμου που ένιωσαν την ανάγκη να τιμωρήσουν το προσωπικό του κόμματός τους στις εκλογές. Είναι πρωτοφανές το μίσος που εκφράζεται από ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ (βασικά του Αλέξη Τσίπρα) προς πρώην Υπουργούς του, άνθρώπους που στήριξαν τις δικές του επιλογές και για τους οποίους δεν έχουμε κανένα απτό στοιχείο «υπονόμευσης» (αλήθεια, τι έγινε εκείνο το περίφημο προεκλογικό “SMS Αχτσιόγλου σε Τσίπρα;”). Αυτούς που αποθέωναν μέχρι τον Μάιο άρχισαν να τους καθυβρίζουν τον Σεπτέμβριο.

Όλος αυτός ο φανατισμός (που ελπίζω ακόμα ότι δεν εκφράζει την πλειοψηφία των ψηφοφόρων Κασσελάκη) πέφτει σε μια σειρά από αντιφάσεις, όπως το ότι μνημονιακός π.χ είναι ο Τσακαλώτος, αλλά όχι ο Τσίπρας και ο Πολάκης, καρεκλοκένταυρος και μέρος του κομματικού μηχανισμού είναι η Αχτσιόγλου αλλά όχι ο Παππάς. Είναι πολύ πιθανό ότι θα αναζητήσει τον επόμενο «εσωτερικό εχθρό» που θα «τολμάει» να ασκεί σοβαρή κριτική (καλησπέρα Δ.Τεμπονέρα). Ωστόσο, ένα από τα ελάχιστα σωστά πράγματα που έχει πει ο Στέφανος Κασσελάκης είναι το εξής: «Αν λειτουργούσαν όλα σωστά στον ΣΥΡΙΖΑ, δεν θα κέρδιζα». Εκλέχθηκε, δημοκρατικά, συμβολίζοντας την ελπίδα και την απελπισία παράλληλα. Το γεγονός ότι δεν ξέρει παρουσιάζεται ως προσόν. Πώς μπορείς να απαντήσεις στο επιχείρημα «θα μάθει;»;

Εμφανίζεται όμως, άφθαρτος, «ουρανοκατέβατος» και κερδίζει, όχι φυσικά μόνος του, αλλά εν μέσω υπερπροβολής και με τη στήριξη μέρους του κομματικού μηχανισμού. Κερδίζει με μία μόνο υπόσχεση: «Εγώ μπορώ να νικήσω τον Μητσοτάκη». Έχουμε κάποιο στοιχείο γι αυτό; Όχι. Αλλά είπαμε, ελπίδα και απελπισία ταυτόχρονα. Μπορεί να «πάει καλά»; Τίποτα δεν αποκλειεται, πάρα τις δημοσκοπήσεις μέχρι σήμερα. Εξάλλου θα αποτελέσει μια εναλλακτική σε μια καταστροφική κυβέρνηση, σε μια χώρα όπου το πρώτο με διαφορά συναίσθημα είναι η απογοήτευση. Καμία άλλη θέση δεν έχει σημασία, το κυρίαρχο είναι ότι «αυτός είναι καινούριος και λέει ότι θα κερδίσει». Ουσιαστικά δεν υπάρχει καμία άλλη δέσμευση στο πρόγραμμά του, ό,τι υπάρχει είναι μερικές σκόρπιες ακαθόριστες ιδέες που τις αλλάζει κατά το δοκούν. Αν, π.χ. η θέση του κόμματος για το δημόσιο Πανεπιστήμιο αλλάξει αύριο, δεν θα υπάρξει πρόβλημα, γιατί «αυτός θα κερδίσει». Αν το όραμά του είναι η επιστροφή σε κάποια ακαθόριστη «νοικοκυρεμένη Ελλάδα», μπράβο του, αφού θα κερδίσει. Αν θέλει να ιεραρχεί ως πρώτο πράγμα που θα κάνει στη χώρα το «να δώσει αξιοπρέπεια στους στρατιωτικούς» να το κάνει. «Πατριωτική Αριστερά» σημαίνει, νομοτελειακά, δεξιές θέσεις σε μια σειρά απο ζητήματα (εθνικά και «ασφάλειας»). Ναι στο κεφάλαιο, ναι στους «νοικοκυραίους», όπως ονομάζεται μια συντηρητική μερίδα πολιτών που κατά κανόνα δεν επιθυμεί αλλαγές. Ένα τραγούδι στο facebook για τη Γάζα. Γενικώς, καθε μέρα είναι μια νέα περιπέτεια. Θα πρέπει τα στελέχη και τα μέλη να διαβάζουν την καθημερινή δήλωση του προέδρου για να μαθαίνουν με ποιον είναι σήμερα και στη συνέχεια να ψάχνουν επιχείρημα να τον δικαιολογήσουν. Ατάκες όπως «καθαρά χέρια» και «άρρωστο κόμμα, άρρωστο σύστημα» προβληματιζουν, όπως και ο διάχυτος μεσσιανισμός υποστηρικτών του. Παράλληλα, από τον λόγο του λείπουν αναφορές στην αστυνομοκρατία και (παραδόξως) τα δικαιώματα, με εξαίρεση φυσικά τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών.

Με συγχωρείτε που έβγαλα το «αριστερόμετρο», είναι που πιστεύω ότι «αριστερόμετρο» είναι ένας επιθετικός τρόπος για να απαντήσεις όταν σε κατηγορούν βάσιμα ότι διολισθαίνεις σε όλο και πιο συντηρητικές θέσεις.

Είναι αλήθεια ότι δημόσιες τοποθετήσεις στελεχών όπως ο Νίκος Φίλης και ο Στέφανος Τζουμάκας, με πολύ σκληρά λόγια για τον νέο πρόεδρο, έριξαν λάδι στη φωτιά, σε μια ήδη πολωμένη ατμόσφαιρα. Δεν γινόταν να περάσουν έτσι από τη νέα ηγεσία. Είναι όμως αλήθεια επίσης ότι ο Στ.Κασσελάκης προσπάθησε να πατήσει σε αυτά για να επιβληθεί δια της ισχύος, με το «θέτουν εαυτόν εκτός», δίνοντας τελικά χαρακτηριστικά μονομαχίας. Έβαλε το θέμα των διαγραφών ως κυρίαρχο ζήτημα, με απόγειο την ξαφνική πρότασή του για δημοψήφισμα, που προκάλεσε διαφοροποίηση και από τον Νίκο Παππά. Έκανε επίσης μια εμπρηστική και διχαστική ομιλία στην Κεντρική Επιτροπή, αποκαλώντας πχ, «πουμαρό» τα μακροσκελή πολιτικά κείμενα, την ώρα που για βδομάδες οι υποστηρικτές του κυνηγούν «υπονομευτές». Θα μπορούσε εδώ να υποστηριχθεί ότι εξαρχής οι αποχωρήσαντες/ασες ήθελαν να φύγουν. Δεν έχει όμως νόημα να κάνουμε δίκη προθέσεων. Με τη συμπεριφόρα τους, πρόεδρος, αντιβασιλείς και οπαδοί, είτε τους ώθησαν στην έξοδο, είτε τους έδωσαν σοβαρά πατήματα για να φύγουν.

Τα χτεσινά λοιπόν «βαρίδια» που έπρεπε «να φύγουν αν δεν θέλουν» είναι οι σημερινοι «αποστάτες» επειδή έφυγαν. Καμία λογική και σε αυτό, προχωράμε. Το νέο κόμμα του Στέφανου Κασσελάκη είναι ελεύθερο να παρουσιάσει επιτέλους αυτά που υπόσχεται. Ή να αναζητήσει νέους εχθρούς.

Έχοντας γράψει όμως όλα αυτά, προφανώς ο ΣΥΡΙΖΑ ξεκινάει από πολύ καλύτερη αφετηρία σε σχέση με τη νέα κοινοβουλευτική ομάδα που συγκροτούν οι αποχωρήσαντες/ασες. Που αυτήν τη στιγμή δεν έχει όνομα, δεν είναι κόμμα, δεν έχει γραφεία και κρατική χρηματοδότηση.

To βασικό όμως είναι ότι αυτός ο νέος «φορέας» ξεκινάει εγκλωβισμένος σε πολύ μικρό χώρο. Προς το κέντρο είναι ο Κασσελάκης και το ΠΑΣΟΚ, προς τα Αριστέρα οι δεσμοί έχουν ρημαχτεί από την ψήφιση και την εφαρμογή του τρίτου μνημονίου. Στο κείμενό τους, στο οποίο αναγνωρίζουν τη δημοκρατική εκλογή Κασσελάκη, οι «6+6» υπόσχονται «τολμηρά βήματα», περιεχόμενο και θέσεις, προγραμματική αντιπολίτευση. Μπορούν να το κάνουν αυτό; Μπορούν να γίνουν τομές, υπερβάσεις, επανάκτηση αξιοπιστίας, αυτοκριτική και ευρύτερες συνεννοήσεις, ή θα μείνουν στο ότι «εμείς είμαστε οι συνεχιστές του Τσιπρα, οι ορθόδοξοι»; Στις πρώτες τους εμφανίσεις, Α.Χαρίτσης και Ν.Ηλιόπουλος φαίνεται να θέλουν να εστιάσουν στο δίπολο «ουσία και θέσεις εναντίον κενής επικοινωνίας». Είναι ένα πρώτο βήμα να θέτεις τους στόχους, να σκοπεύεις να παράξεις λύσεις και σχέδιο, αλλά είναι ένα πιο δυσκολο βήμα να παράξεις τελικά αυτό το σχέδιο και να εμπνεύσεις συνέπεια και εμπιστοσύνη.

Τα προβλήματα εξάλλου για τον ΣΥΡΙΖΑ δεν ξεκίνησαν τη μέρα που εμφανίστηκε ο Κασσελάκης. Η αρχή τους είναι το 2015, όταν χάθηκαν επαφές με μεγάλα κοινωνικά στρώματα (ακόμα και αν δόθηκε στον ΣΥΡΙΖΑ μια ευκαιρία ακόμα, μετά το μνημόνιο). Τότε χάθηκε η ελπίδα και έκτοτε ο ΣΥΡΙΖΑ σημειώνει μόνο ήττες. Αυτό μπορεί να μεταφράζεται σε ευθύνες στον κόσμο, αλλά είναι μια δύσπεπτη πραγματικότητα. Η εικόνα με τη διαδηλώτρια που μιλάει στον Στ.Κασσελάκη, στην πορεία των ελεύθερων επαγγελματιών και του λέει «η Αριστερά έχει προδώσει τον λαό, να σκύψει το κεφάλι» είναι ενδεικτική. Πολύς κόσμος πίστεψε, έκανε ένα δύσκολο γι αυτόν βήμα και τελικά απογοητευτηκε. Ακολούθησαν οι «διευρυνσεις», όπου χωρούσαν οι πάντες: Πρώην ΑΝΕΛ, σελέμπριτις, καραμανλικοί. Η θριαμβολογία για την περίοδο 2015-19 δεν βοηθάει, φράσεις όπως «άθλος της Αριστεράς» όπως πρόσφατα τη χαρακτήρισε π.χ. ο Γ.Δραγασακης περισσότερο αποξενώνουν. Το γεγονός επίσης, ότι ο υπουργός Οικονομικών του τρίτου μνημονίου είναι η «αριστερή συνείδηση» του χώρου δεν βοηθάει επίσης, είναι ίσως ο,τι πιο ΣΥΡΙΖΑ έχει συμβεί. Φυσικά υπήρχαν θετικά, φυσικά η ΝΔ τα έκανε χειρότερα, (πατώντας πολύ συχνά σε προβλέψεις του μνημονίου) παρά το γεγονός ότι κυβέρνησε χωρίς δημοσιονομικούς περιορισμούς λόγω πανδημίας.

Ο ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει «πολιτική διαφωνία» με όσες και όσους αποχώρησαν, απλά δεν τους αρέσει ο Κασσελάκης. Η πολιτική διαφωνία βέβαια, προϋποθέτει την πολιτική, όχι τις σκόρπιες δηλώσεις του Προέδρου. Είναι αλήθεια ότι με όσα συμβαίνουν στην αξιωματική αντιπολίτευση, τον περισσότερο χώρο καταλαμβάνουν οι προσωπικές αντιπαραθέσεις και όχι η αντιπαράθεση ουσίας. Εδώ είναι ένα κείμενο 15 μελών που καταγράφει πολιτικές διαφωνίες, μεταξύ «Ηγεσίας Κασσελάκη» και «αριστερής πτέρυγας». Το διαβάζω με ενδιαφέρον αλλά και με γνώση των πεπραγμένων της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.

Σε κάθε περίπτωση, πολύ σύντομα θα μάθουμε, καθώς θα συγκροτηθεί η νέα Κοινοβουλευτική Ομάδα και ο καθένας και η κάθεμια θα μπορεί να συγκρίνει.

Όσο για τις έδρες και το αν πρέπει να παραδοθούν: Ο ΣΥΡΙΖΑ επικαλείται τον Κώδικα Δεοντολογίας που όντως προβλέπει παράδοση της έδρας στο κόμμα. Έχουμε μία ιδιαίτερη συνθήκη ομως, όπου τα στελέχη εξελέγησαν με βάση μία προηγούμενη κατάσταση στο κόμμα τους, με σταυροδοσία στις εκλογές του Μαϊου. Ορισμένα πήραν την πρώτη θέση στις εκλογικές τους περιφέρειες. Σταυροί που μεταφράστηκαν σε θέσεις στις λίστες των εκλογών του Ιουλίου. Δεν πήρε 18% ο Κασσελάκης, το πήρε όλος ο ΣΥΡΙΖΑ μαζί. Στη συνέχεια ήρθε η εσωκομματική εκλογή που δίχασε το συγκεκριμένο κόμμα και ο ίδιος ο νέος Πρόεδρος μιλάει συνεχώς για τις «μεγάλες αλλαγές» που χρειάζεται το κόμμα του. Δύο εκ των στελεχών που αποχώρησαν ήταν υποψήφια και συγκέντρωσαν σημαντικό αριθμό ψηφοφόρων στις εσωκομματικές εκλογές (43% στον δεύτερο γύρο). Χωρίς φυσικά να υπολογίζεται κάπου ότι όλοι όσοι ψήφισαν Αχτσιόγλου και Τσακαλώτο θα στηρίξουν ένα νέο κόμμα, χωρίς καν να υπολογίσουμε τις δημοσκοπήσεις, όλα τα δεδομένα λένε ότι είναι δημοκρατικό το να εκφραστεί κοινοβουλευτικά αυτή η σημαντική μειοψηφία, πλέον με το ένα τέταρτο των εδρών του κόμματος.

Κοινοβουλευτικά πάντως έχει επιλέξει να μην εκφράζεται ο Στ.Κασσελάκης.

Στο κάτω κάτω, είναι γενικά προβληματικό να παραδίδει την έδρα του ένας βουλευτής στο κόμμα. Αυτό θα ενίσχυε ακόμα περισσότερο την ήδη τεράστια κομματική πειθαρχία. Υπάρχει λόγος που οι πολίτες ψηφίζουν και κόμματα, αλλά και πρόσωπα για να τους εκπροσωπήσουν. Αυτό το ζήτημα πρέπει να εξετάζεται επί της αρχής και όχι κατά περίπτωση, όπως κατά κανόνα κάνουν τα κόμματα. Τι θα έλεγαν όσοι σήμερα ζητάνε παράδοση εδρών, αν ένας βουλευτής της ΝΔ ανεξαρτητοποιούνταν, π.χ. λόγω του φορολογικού νομοσχεδίου;

Η διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ δημιουργεί νέα δεδομένα, που αφορούν τον ευρύτερο προοδευτικό κόσμο. Είτε αρέσει είτε όχι, κάθε εξέλιξη ή μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ αφορά και και την ευρύτερη Αριστερά, όσο διακριτή κι αν αυτή πιστεύει πως είναι. Το πολιτικό κενό υπάρχει, οι εθνικές εκλογές κατέδειξαν την απουσία πειστικού αντίπαλου σχεδίου στον όλεθρο της ΝΔ. Οι αυτοδιοικητικές, με πολλές ιδιαιτερότητες, κατέδειξαν ότι τουλάχιστον η ΝΔ δεν είναι ανίκητη. Δεν έχουμε ιδέα τι θα γίνει στο μέλλον, το καλό όμως με το μέλλον είναι ότι παραμένει ανοικτό προς διαμόρφωση.