Δύο απεργίες πείνας συντάραξαν, τον 20ο αιώνα, την ρωμαιοκαθολική εκκλησία της Ιρλανδίας. Εκείνη του Τέρενς ΜακΣουίνυ, το 1920, την εποχή του απελευθερωτικού αγώνα της χώρας, ενάντια στην αποικιοκρατία και τη Βρετανία, κι εκείνη των μαρτύρων του H-Block, γνωστότερος εκ των οποίων είναι ο ηγέτης τους, Μπόμπυ Σαντς, το 1981, για τους ίδιους ακριβώς λόγους.
Ο Τέρενς ΜακΣουίνυ (Terence MacSwiney) είχε συλληφθεί για προτροπή σε εξέγερση και δικάστηκε από στρατοδικείο. Ξεκίνησε την απεργία πείνας και άντεξε 74 ημέρες, πολλαπλά βασανιζόμενος, πριν παραδώσει το πνεύμα. Στην αρχή άφηναν δίπλα του, στο κελί του, ποσότητες φαγητών, κατόπιν προσπάθησαν να τον ταΐσουν με το ζόρι.. Η βαρβαρότητα της αυτοκρατορίας απέναντι του είχε προκαλέσει παγκόσμιες αντιδράσεις και ήταν η πρώτη φορά που έφερε τον Ιρλανδικό αγώνα στο προσκήνιο με τόσο θετικό τρόπο. Πορείες στην Ευρώπη, ψηφίσματα οργανώσεων, από την Καταλωνία ως τη Γερμανία, τέσσερις χώρες της Λατινικής Αμερικής επισήμως απευθύνθηκαν στον Πάπα, ζητώντας την παρέμβασή του… Η βρετανική κυβέρνηση δεν άκουσε. Επρόκειτο, είπε, για τρομοκράτη. Στην κηδεία του «τρομοκράτη» παραβρέθηκαν δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι.
Τα ίδια θα γίνονταν λίγες δεκαετίες αργότερα στην κηδεία των μαρτύρων του IRA. Τα ίδια με όσα είχαν πει για το Σουίνυ, κι ακόμη πιο πρόστυχα, θα έλεγε μια άλλη βρετανική κυβέρνηση, αυτή της Μάργκαρετ Θάτσερ, για τους ηρωικούς απεργούς του H-Block, τους τελευταίους νεκρούς από απεργία πείνας στην Ευρώπη.
Η μόνη που φέρθηκε τελείως διαφορετικά στις δύο περιπτώσεις ήταν η ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Με την λαϊκή πίεση και την διεθνή κινητοποίηση, με τον αγώνα της ανεξαρτησίας και τους νεκρούς του, ηγεσία και απλός κλήρος στάθηκαν ξεκάθαρα στο πλευρό του «τρομοκράτη» Σουίνυ. Όχι όμως και στο πλευρό των ηρώων του H-Block. Εκεί τα πράγματα διχάστηκαν. Ο απλός κλήρος, μεταφέροντας το λαϊκό κλίμα, στάθηκε δίπλα τους, η εξουσία της Εκκλησίας δεν ήθελε να έχει καμμία σχέση με τους «τρομοκράτες». Μια καθεστωτική Εκκλησία άφησε τις ζωές των αθώων στα χέρια της Θάτσερ, νίπτοντας τα δικά της. Και παράλληλα, προσπαθούσε να διαμορφώσει έναν καθεστωτικό, δυσφημιστικό κλίμα κατά των απεργών πείνας.
Με ένα τρόπο, σε αυτή την καθεστωτική εκκλησία απήντησε, εκφράζοντας την θέση του κάθε απλού πιστού, ο Τζόννυ Κας, όταν αποφάσισε να παίξει στη φυλακή του Φόλσομ, για τους ληστές, τους πόρνους, τους δολοφόνους, τους σκληρότερους των εγκληματιών. Τότε, ο μάνατζερ του τον συμβούλεψε να μη το κάνει, γιατί, είπε, το κοινό του ήταν χριστιανικό και θα έχανε πωλήσεις. Η απάντηση του ήταν κάθετη: αν δεν θέλουν να παίξω για τους φυλακισμένους, δεν είναι χριστιανοί.
Τον είχα στο νου μου – τον έχω στο νου μου πάντα ως πρότυπο πιστού. Και, ξανά και ξανά, εκείνον, τον Ιερό Χρυσόστομο και τον άγιο ληστή, αυτές τις μέρες, με την απεργία πείνας του Δημήτρη Κουφοντίνα, που το εκδικητικό κράτος έχει αποφασίσει να δολοφονήσει και η Εκκλησία, παρά τις εκκλήσεις πολιτικών και πολιτών ακόμη και προς τον ίδιο τον Αρχιεπίσκοπο, ουσιαστικά συνυπογράφει.
Όταν ξεκίνησα να σκέπτομαι πως κάτι έπρεπε να γραφτεί για την (κατ’ έμε, ας μου επιτραπεί, αντίθετη στο λόγο του ευαγγελίου) σιωπή της εξουσίας της Ελληνικής Ορθόδοξου Εκκλησίας για τον απεργό πείνας, μίλησα με τον Κωνσταντίνο Πουλή, και, χάρη σε κείνον ανακάλυψα ότι με είχε προλάβει, με ένα τρόπο, ο γνωστός νομικός, Θανάσης Καμπαγιάννης. Είχε γράψει στην προσωπική του σελίδα στο Facebook:
«Όσες και όσοι πηγαίνουμε στις φυλακές, βλέπουμε πάντα αναρτημένες στους πίνακες τις ανακοινώσεις της Διακονίας των Κρατουμένων, που είναι μια πρωτοβουλία από την ιεραποστολική αδελφότητα της Οσίας Ξένης. Το όνομα της πρωτοβουλίας είναι «Άγιος Ληστής του Γολγοθά». Ευτυχώς, τα τζιμάνια της κυβέρνησης και οι παπαγάλοι της στα καθεστωτικά ΜΜΕ δεν πηγαίνουν στις φυλακές. Αν πήγαιναν, δεν θα κατήγγειλαν μόνο όποιον στηρίζει τα αιτήματα του συγκεκριμένου κρατούμενου ως «φίλο της τρομοκρατίας», αλλά και την Εκκλησία ως «υποστηρικτή των ληστών και των συμμοριτών», αφού μια αδελφότητα τόλμησε να δώσει αυτόν τον σκανδαλώδη τίτλο (άκου Άγιος ο Ληστής του Γολγοθά!) σε μια διακονία κρατουμένων. Αλλά τι να λέμε; Μήπως και αυτός που ήταν σταυρωμένος δίπλα στον ληστοσυμμορίτη την ίδια ανοχή δεν τού έδειξε στη σύντομη συνομιλία τους;».
Ο άγιος ληστής του Γολγοθά, έτσι, ανώνυμος, είναι ο μόνος που ξέρουμε με βεβαιότητα ότι την ημέρα της Κρίσεως έχει παράδεισο – γιατί αυτό του το είπε ο ίδιος ο Χριστός. Θα είσαι μαζί μου, του είπε. Κανείς άλλος, ούτε οι άγιοί μας, δεν γνωρίζουν με βεβαιότητα τη θέση τους – εμείς αποφασίζουμε για εκείνους, αλλά για το ληστή αποφάσισε ο ίδιος ο Χριστός («Σήμερα θα είσαι μαζί μου στον Παράδεισο»). Όχι γιατί ο, πάντα ανώνυμος, άγιος ληστής μετανόησε, όχι γιατί ζήτησε από κάποιον συγγνώμη για τα έργα και τις ημέρες του, αλλά γιατί εκείνη την ύστατη στιγμή αναγνώρισε τον Ιησού (Μνήσθητι μου Κύριε, εν τη Βασιλεία σου) και γιατί είχε αυτογνωσία, γνώριζε εαυτόν, ήξερε ποιος είναι ο ίδιος («εμείς αξίζουμε αυτό που μας συμβαίνει…»). Και, λέω την ύστατη στιγμή όχι μόνον γιατί ήταν η ώρα του θανάτου, αλλά γιατί, βάσει του ευαγγελίου, και οι δύο ληστές λοιδορούσαν τον Χριστό στην αρχή. Τον έβριζαν και τον κορόιδευαν. Ήταν δυο άνθρωποι με «καρδιά από πέτρα», λέει ο Ιωάννης ο Χρυσοστομος, δύο άνθρωποι αποκτηνωμένοι, οι ληστές. Ληστές μιας εποχής που η λέξη εμπεριείχε το φόνο, την απανθρωπιά, τη βία σε κάθε της μορφή. Κι όμως, η αυτογνωσία και η αναγνώριση ήταν αρκετά για να γνωρίζουμε σήμερα ότι ο άγιος ληστής έχει παράδεισο – κάτι που δεν γνωρίζουμε για τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο.
Ο ιερός Χρυσόστομος, όταν μιλά για την μοναδική αυτή στιγμή, στο Γολγοθά, γράφει πως «κανείς βασιλιάς δε θα δεχόταν δίπλα του έτσι ένα ληστή, δε θα δεχόταν καν έναν απλό άνθρωπο», αν είχε να επισκεφτεί την πιο λαμπρή πόλη του κόσμου. Μάλλον θα επέλεγε κάποια υπέρκομψη παρουσία. Κανείς βασιλιάς – κι όμως αυτός εδώ ο Βασιλιάς, των Ουρανών, αυτή την παρέα έχει επιλέξει την λαμπρότερη των λαμπρών ημερών. Η συντροφιά του ήταν τελώνες και πόρνες και αμόρφωτοι ψαράδες και ένας ληστής ήταν μαζί του, πρώτος πρώτος και ο μόνος βέβαιος, στην Παράδεισο.
«Μη δίνεις σημασία στα επίγεια δικαστήρια, υπάρχει άλλος κριτής, αμερόληπτος». Γιατί τα επίγεια δικαστήρια είναι που τα ελέγχουν οι βασιλείς των υπέρκομψων εμφανίσεων και των λαμπρών ακόλουθων. Όχι ο βασιλιάς των ληστών, των πόρνων και των τελωνών. Έτσι, τουλάχιστον, λέει ο Χρυσόστομος.
Δεν έχει έλλειψη παραδειγμάτων η ιστορία των επαναστατικών χρόνων του Χριστιανισμού και ο χορός των Αγίων του. Ληστής και δολοφόνος ήταν και ο άγιος Μωυσής ο Αιθίοψ. Την αγιότητα έφτασε ο Άγιος Διονύσιος, όταν φυγάδεψε, από τους μπάτσους της εποχής, τον δολοφόνο του πολυαγαπημένου του αδελφού: το δολοφόνο του αδελφού του έκρυψε, εξομολόγησε και φυγάδευσε, να μη πέσει στα χέρια της ανθρώπινης εξουσίας – αυτής που, όταν ακούς περί της τάξης της και της ασφάλειάς της, πρέπει να σου μυρίζει ανθρώπινο αίμα. Η αγιότητα ήξερε πολύ καλά αυτό που λέει ο Παύλος στην προς Εφεσίους: δεν αγωνίζεται ο χριστιανός εναντίον του ανθρώπου, ενάντια σε σάρκα και αίμα. Αγωνίζεται εναντίον της εξουσίας («εναντίον εις της αρχάς, εναντίον εις τας εξουσίας, εναντίον εις τους κοσμοκράτορας του σκότους του αιώνος τούτου»).
Και πάλι ο Χρυσόστομος, ο διωχθείς από τις εξουσίες γιατί στάθηκε στο πλευρό του αδύνατου, λες και μιλάει για τον σημερινό απεργό πείνας, που οι ίδιοι δικαστές που κάποτε του έδιναν άδειες και τηρούσαν το νόμο, σήμερα κρατούν την υπογραφή τους για εκεί που υποβάλλουν οι εξουσίες: «Οι δικαστές, ηθελημένα ή άθελα, κάνουν πολλά λάθη γιατί είτε δε γνωρίζουν το δίκαιο είτε εξαγοράζονται». Δεν είναι εύκολη υπόθεση το δίκαιο, δεν είναι εύκολο να μη γίνεις Ιαβέρης, ξεχνώντας τον άνθρωπο, τη σάρκα και το αίμα. Ακόμη περισσότερο όταν οι κοσμοκράτορες του σκότους, οι εξουσίες, οι αρχές είναι η παρέα σου κι η μόνη φωνή που ακούς.
Ναι, αλλά είναι τρομοκράτης, λέει η κοσμική απάντηση. Ναι, αλλά είναι άνθρωπος που προτάσσει το τελευταίο του όπλο, την ίδια του τη ζωή, για να ζητήσει δικαιοσύνη, λέει η ανθρώπινη απάντηση, η ανθρωπιά. Θα τον φυγάδευαν και θα τον βοηθούσαν να δραπετεύσει οι ίδιοι, λένε οι βίοι των Αγίων μας. Η σημερινή Εκκλησία, τι λέει, για τον ασθενή, τον φυλακισμένο, σε απεργία πείνας, και, πλέον και δίψας, Δημήτρη Κουφοντίνα; Γιατί το Ευαγγέλιο είναι ξεκάθαρο:
…Πορεύεσθε ἀπ᾽ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ·ἐπείνασα γὰρ καὶ οὐκ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα καὶ οὐκ ἐποτίσατέ με,ξένος ἤμην καὶ οὐ συνηγάγετέ με, γυμνὸς καὶ οὐ περιεβάλετέ με, ἀσθενὴς καὶ ἐν φυλακῇ καὶ οὐκ ἐπεσκέψασθέ με. Τότε ἀποκριθήσονται καὶ αὐτοὶ λέγοντες, Κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα ἢ διψῶντα ἢ ξένον ἢ γυμνὸν ἢ ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ καὶ οὐ διηκονήσαμέν σοι;τότε ἀποκριθήσεται αὐτοῖς λέγων, ᾽Αμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ᾽ ὅσον οὐκ ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἐλαχίστων, οὐδὲ ἐμοὶ ἐποιήσατε. Καὶ ἀπελεύσονται οὗτοι εἰς κόλασιν αἰώνιον, οἱ δὲ δίκαιοι εἰς ζωὴν αἰώνιον….
Διόρθωση: Σύμφωνα με πληροφορίες που ήρθαν σήμερα Τρίτη 23 Φεβρουαρίου 2021 στην κατοχή μας, ο Σεβασμιώτατος Φθιώτιδος Συμεών έχει προσπαθήσει τρεις φορές να δει, ή ο ίδιος ή ιερωμένος της μητρόπολης, στο νοσοκομείο, το Δημήτρη Κουφοντίνα, αλλά ο ίδιος ο απεργός πείνας αρνήθηκε, πολύ ευγενικά, να τους δεχθεί. Η διόρθωση γίνεται γιατί στο άρθρο μιλούσα για την δική μου επικοινωνία με την μητρόπολη (συγκεκριμένα έγραφα: «Υστερόγραφο: Στην πρώτη του μορφή, το άρθρο αυτό γράφτηκε για το ΖΗΝ την 28η μέρα απεργίας πείνας του Δημήτρη Κουφοντίνα. Πριν κλείσω το άρθρο, ήρθα σε επαφή με την Ιερά Μητρόπολη Φθιώτιδας, στην οποία ανήκει η φυλακή Δομοκού. Μίλησα με το γραφείο Τύπου και τον ευγενέστατο πατέρα Δημήτριο. Μου υποσχέθηκαν να επικοινωνήσει ο Μητροπολίτης Φθιώτιδος Συμεών μαζί μου, για να μιλήσουμε σχετικά με τον άνθρωπο απεργό πείνας, τον ικέτη εντός της περιφέρειάς του. Ακόμη αναμένω την απάντηση, ένα μήνα μετά. Ο Φθιώτιδας θεωρείται από τους φωτισμένους αρχιερείς μας και το πρώτο του πτυχίο είναι στη νομική.») .