Tης Βασιλικής Σιούτη

Έλλειψη ψυχραιμίας χαρακτηρίζει το τελευταίο διάστημα αρκετούς συνεργάτες του πρωθυπουργού, οι οποίοι αδυνατούν να το κρύψουν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η δημόσια έκφραση δυσαρέσκειας για τα μη αρεστά αποτελέσματα της δημοσκόπησης της Public Issue.

Η δυσαρέσκεια της εκάστοτε κυβέρνησης για δημοσκοπήσεις δεν είναι κάτι σπάνιο. Είναι όμως πρωτοφανές να γίνεται με αυτόν τον επιθετικό τρόπο, μη τηρώντας καν τα προσχήματα. Ο πόλεμος προς την Public Issue από συγκεκριμένους συνεργάτες του πρωθυπουργού δεν είναι κάτι καινούργιο, βέβαια, και η αιτία είναι ότι η εταιρεία αρνείται προφανώς να συμμορφωθεί με τις επιθυμίες τους, πληρώνοντας φυσικά το τίμημα. Γιατί η πρόσφατη διακοπή της συνεργασίας της με το συγκρότημα του Αλαφούζου μόνο τυχαία δεν ήταν.

 
Εκείνο που πανικοβάλλει την κυβέρνηση αυτή την περίοδο είναι η πανωλεθρία που φοβάται -κι όλες οι ενδείξεις δείχνουν- ότι θα υποστεί στις ευρωεκλογές. Έτσι λοιπόν μία από τις πρώτες αποφάσεις, που είχε πάρει το επιτελείο του Α.Σαμαρά, σχετικά με τη χάραξη της στρατηγικής τους, ήταν η ενίσχυση της αποχής με κάθε τρόπο, ώστε τα αποτελέσματα να μπορούν να χαρακτηριστούν «μη αντιπροσωπευτικά».
 
Πριν από λίγο καιρό όμως, συνεργάτης του πρωθυπουργού, παρουσίασε μία ιδέα που όλοι βρήκαν εξαιρετική: να μετατεθούν οι ευρωεκλογές τη δεύτερη Κυριακή των εκλογών για την Τοπική Αυτοδιοίκηση, παρότι ο νόμος προβλέπει ρητά την πρώτη.

Τι κερδίζουν  οι κυβερνητικές δυνάμεις με αυτό; Πολλά. Αντικειμενικά,  οι εκλογές για την τοπική αυτοδιοίκηση ενδιαφέρουν περισσότερο τους πολίτες, γιατί αφορά τη διοίκηση των πόλεων και των περιφερειών τους και την πρώτη Κυριακή η συμμετοχή είναι πάντα μεγαλύτερη. Τη δεύτερη Κυριακή αρκετοί είναι αυτοί που δεν ξαναπηγαίνουν στην κάλπη και η αποχή είναι συνήθως μεγαλύτερη.

Οι κυβερνητικές δυνάμεις πιστεύουν ότι θα τα πάνε καλά στις αυτοδιοικητικές εκλογές, κυρίως λόγω της μη ικανοποιητικής προετοιμασίας του ΣΥΡΙΖΑ κι επειδή το πολιτικό μήνυμα εκεί δεν είναι τόσο ισχυρό.

Τη μεγάλη ήττα την περιμένουν στις ευρωεκλογές. Μεταθέτοντας λοιπόν τις ευρωεκλογές στη δεύτερη Κυριακή, αφενός επιδιώκουν μεγαλύτερη αποχή και αφετέρου θα έχουν δημιουργήσει ήδη ένα κλίμα νίκης από την προηγούμενη Κυριακή (ή έστω μη ήττας), ώστε στη συνέχεια να μιλήσουν για ισοπαλία. Θα πουν δηλαδή ότι η Ν.Δ κέρδισε στις αυτοδιοικητικές  και ο ΣΥΡΙΖΑ στις ευρωεκλογές, άρα το συμπέρασμα είναι ισοπαλία.


Σύμφωνα με τον αρχικό τους σχεδιασμό, ο  σχετικός νόμος αλλαγής ημερομηνίας, θα ερχόταν στο παρά πέντε, ώστε να αιφνιδιαστεί και να μην προλάβει να αντιδράσει ο ΣΥΡΙΖΑ.

Στην Κουμουνδούρου, ωστόσο, πληροφορήθηκαν τα νεοδημοκρατικά μαγειρέματα κι έσπευσαν να τους χαλάσουν την «έκπληξη» με ερώτηση που κατέθεσε για το θέμα ο Αλέξης Τσίπρας. Ο αρμόδιος υπουργός Γιάννης Μιχελάκης δήλωσε ότι επρόκειτο για δικές του προσωπικές απόψεις και δεν εξήγησε καθόλου για ποιον λόγο θέλει οι Ευρωεκλογές να πάνε τη δεύτερη Κυριακή. Καμία αιτιολογία που να δικαιολογεί την αλλαγή αυτή δεν έχουν παρουσιάσει.
 
Στην πραγματικότητα πάντως, οι αυτοδιοικητικές εκλογές είναι πιο σημαντικές επί της ουσίας, καθώς πρόκειται για διαχείριση εξουσίας (και εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ φυσικά). Οι ευρωεκλογές είναι ένα μεγάλο γκάλοπ, που θα στείλει ένα ηχηρό πολιτικό μήνυμα.

Στις αυτοδιοικητικές εκλογές τα πράγματα είναι σίγουρα πιο δύσκολα για τον ΣΥΡΙΖΑ. Ο κυριότερος λόγος είναι ότι δεν έχει καταφέρει να αναδείξει δημοφιλή και ικανά στελέχη σε κάθε περιφέρεια και πόλη. Επίσης, παρά την πολιτική δυσαρέσκεια που υπάρχει για την κυβερνητική πολιτική, τους πετυχημένους δημάρχους -όπου υπάρχουν- ο κόσμος δεν αναμένεται να τους αλλάξει, ακόμα κι αν είχαν μέχρι πρότινος το χρίσμα της Ν.Δ ή του ΠΑΣΟΚ. Επιπλέον, τα δύο κυβερνητικά κόμματα διατηρούν ακόμα ισχυρούς μηχανισμούς στην τοπική αυτοδιοίκηση οι οποίοι λειτουργούν με τον παραδοσιακό τρόπο των προσλήψεων, εξυπηρετήσεων κτλ.

Η μάχη για την ημερομηνία πάντως θα συνεχιστεί και απ’ ότι φαίνεται, παρά την αναδίπλωση της μετά τον αιφνιδιασμό του ΣΥΡΙΖΑ, η Ν.Δ. δεν θα τα παρατήσει εύκολα.