Σπούδασε σκηνοθεσία στη Σχολή Κινηματογράφου του Λονδίνου (London Film School) στην Αγγλία. Όταν επέστρεψε στην Ελλάδα στις αρχές της δεκαετίας του 1970 ξεκίνησε να εργάζεται αρχικά στον κινηματογράφο και ξεχώρισε από τα πρώτα του επαγγελματικά βήματα. Καλεσμένος στην εκπομπή Κοινωνία Ώρα Press μιλά για τα έργα που έχει σκηνοθετήσει, τον έρωτα όχι μόνο στα σίριαλ αλλά και στη ζωή και μοιράζεται ιστορίες πίσω από τις αγαπημένες επιτυχίες.

Σήμερα έφυγε από τη ζωή η σπουδαία ηθοποιός Ειρήνη Παπά. Υπήρξε θεία και μέντορας του κ. Μανουσάκη, εκείνη που τον έφερε σε επαφή με το παρασκήνιο του θεάματος. «Είχα πάει με τη γιαγιά μου να δω τα γυρίσματα της “λίμνης των στεναγμών” όπου έπαιζε η Ειρήνη την κυρά Φροσύνη. Αυτό ήταν μία μοναδική εμπειρία και μπορεί αυτό να επηρέασε τις δικές μου μελλοντικές αποφάσεις για αυτόν τον επαγγελματικό προσανατολισμό. Ήταν μαγικό να πάω στο παρασκήνιο, είναι παραμύθι να ταξιδέψεις στα παρασκήνια ενός γυρίσματος, να ταξιδέψεις πίσω από τα φώτα, την κάμερα -πόσο μάλλον για ένα παιδί 7-8 χρονών» είπε, ενώ μοιράστηκε μαζί μας πώς προέκυψε η ιδέα για τη θρυλική αστυνομική σειρά Τμήμα Ηθών. «Ήταν ιδέα της Ειρήνης Παππά. Εκείνη την εποχή, αρχή ιδιωτικής τηλεόρασης, ο παραγωγός είχε προτείνει να κάνουμε μία σειρά. Το σχέδιο ναυάγησε, βρεθήκαμε σε επαγγελματικό αδιέξοδο και ένα βράδυ που ήρθε σπίτι η Ειρήνη και με είδε προβληματισμένο, της εξήγησα ότι είχα σκεφτεί να κάνουμε σειρά για τη Γαβριέλα, την περίφημη πόρνη των Αθηνών, και ναυάγησε το σχέδιο από τον παραγωγό και μου λέει “γιατί να κάνεις μόνο για μία πόρνη; Να κάνεις για πολλές”. Αυτή ήταν η κληρονομιά της Ειρήνης».

Στα έργα που σκηνοθετεί πρωταγωνιστικό ρόλο, ειδικά στα πρώτα του βήματα, έχει ο έρωτας. Είχε δηλώσει ότι αφενός είναι η συγκλονιστικότερη ανθρώπινη λειτουργία, και αφετέρου είναι το τυρί στη φάκα του θεατή. Θυμόμαστε όλοι τον έρωτα του εργάτη Αλβανού με την Ελληνίδα. Τον έρωτα του Μουσουλμάνου με τη Χριστιανή. Φαίνεται πως ο έρωτας είναι το όχημα για να περάσει κοινωνικά μηνύματα. Κάτι που μας το επιβεβαιώνει. «Και ποιος συγγραφέας δεν τον έχει χρησιμοποιήσει τον έρωτα; Εμείς θέλαμε να μιλήσουμε ενάντια στο ρατσισμό και τη μισαλλοδοξία, να δείξουμε ότι το διαφορετικό είναι πολύτιμο, ότι το διαφορετικό μας εξελίσσει, και ότι αυτοί οι άνθρωποι είχαν τον ίδιο στόχο. Η ελληνική κοινωνία αγκάλιασε αυτά τα έργα, δεν αντέδρασε, ήταν έτοιμη να συμμετέχει σε αυτό και να συζητήσει μαζί μας και να ανταλλάξουμε απόψεις, δε γύρισε την πλάτη» αναφέρει χαρακτηριστικά ο ίδιος.Ο έρωτας έχει πρωταγωνιστικό ρόλο και στη ζωή του. «Είναι η μεγαλύτερη εμπειρία. Το τρίπτυχο της ζωής είναι η γέννηση, ο έρωτας, ο θάνατος. Η γέννηση είναι το πρώτο φως που αντικρίζει το μωρό, μετά ο έρωτας και ο θάνατος που είναι μία εμπειρία ανεξερεύνητη. Σήμερα τον έρωτα τον αντιλαμβάνομαι με τον ίδιο τρόπο με παλαιότερα, αλλά από μία απόσταση, γιατί εγώ δεν έχω πάψει να είμαι ερωτευμένος με τη Μαρία. Είμαστε 50 χρόνια μαζί» θα πει για να προσθέσει γενικά πως «ο έρωτας μπορεί να τελειώσει, να μεταλλαχθεί… Δεν έχει κανόνες, ούτε χρονική εγγύηση. Μπορεί να είναι μία στιγμή, μπορεί να είναι 200 χρόνια… Η ένταση είναι η σημαντικότητα στον έρωτα, όχι η διάρκεια. Η ένταση είναι το πρωταρχικό χαρακτηριστικό».

Κι αν αναρωτιέστε αν τα βρήκε όλα εύκολα, όχι είναι η απάντηση. Πάλεψε, άξιζε και κέρδισε. Όμως η πρώτη του ταινία απαγορεύτηκε από τη Χούντα. Στην ταινία αυτή είχε τριπλό ρόλο καθώς έγραψε το σενάριο και έκανε την σκηνοθεσία και την παραγωγή αυτής. Η ταινία απέσπασε ειδική μνεία στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Σαν Ρέμο του 1973, αλλά στην Ελλάδα απαγορεύτηκε από τη Χούντα. Θυμάται με κάθε λεπτομέρεια εκείνη την ταινία. «Ο Βαρθολομαίος ήταν πρώτη μου ταινία, το ’72. Ήμουν ακόμη σπουδαστής στη σχολή σκηνοθεσίας στο Λονδίνο και είχα έρθει με τους συμφοιτητές μου να κάνουμε τη διπλωματική μας. Δεν μπόρεσα να γυρίσω πίσω να ολοκληρώσω τις σπουδές μου, μου απαγορεύτηκε η έξοδος από τη χώρα, έμεινα εδώ. Στην αρχή απαγορεύτηκε η ταινία, μετά πήγαμε στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης”, στις 29 Σεπτεμβρίου 1973.  Μας στήριξαν τότε μεγάλες προσωπικότητες, ο Ελύτης, ο Χατζιδάκις…». Προβλήθηκε ξανά στο ίδιο φεστιβάλ ακριβώς ένα χρόνο μετά, στις 29 Σεπτεμβρίου 1979. «Όταν είσαι 20 χρονών, όλο αυτό είναι μία πρόκληση, ήταν μία μάχη που χαίρεσαι να την κάνεις. Έχεις όλη τη ζωή μπροστά, δε φοβάσαι, πέφτεις μες στη φωτιά» συμπληρώνει.

Τα έργα του τα βλέπει με παρέα, ενώ και τα τελευταία χρόνια ξεχωρίζει ελληνικές τηλεοπτικές παραγωγές. Όσο για το αν έχει λογοκριθεί σκηνή του, απαντά:  «Στο προηγούμενο ποτάμι (σ.σ Α’ κύκλος – Το Κόκκινο Ποτάμι – Open TV), είχα την εκτέλεση ενός παιδιού που ζητάει νερό από Τούρκο κι αυτός πίνει το νερό μπροστά του και πυροβολεί το παιδί και μου ζήτησαν από το κανάλι να περιορίσω το πλάνο στο γενικό μονάχα, να μην κάνω κοντινό. Ήταν δικό μου το λάθος και το αναγνωρίζω. Έπρεπε να γίνει έτσι όπως είπαν. Ήταν υπερβολή εκ μέρους μου».

Η άποψη του για το επάγγελμα είναι συγκεκριμένη. Ένα επάγγελμα που το κάνει με το ίδιο πάθος όπως το πρώτο λεπτό. «Καλλιτέχνης γίνεσαι αν δεν μπορείς να μην το κάνεις, αν όλη σου η ζωή-όλος σου το είναι είναι προσανατολισμένο σ’ αυτό και αυτός που είναι σε αυτή τη δουλειά, πρέπει να μην μπορεί να μην το κάνει, να είναι η εσωτερική του παρόρμηση, όλος ο εαυτός του εκεί δοσμένος».

Θυμάται σκηνές πίσω από την κάμερα σε μεγάλες επιτυχίες του. Ψίθυροι καρδιάς: «Εκεί στο γάμο της Ερατούς είχε έρθει όλος ο οικισμός των Ρομά, έχουμε τρία μεγάλα καζάνια που βράζουν, φιλέματα, όλα τα καλά στο τραπέζι και -γυρίζαμε τη σκηνή Δευτέρα βράδυ- κατά τις εννιά παρά άρχισε ο κόσμος να φεύγει. Τη Δευτέρα παιζόταν και η σειρά. Λέμε “πού πάτε;” και λένε “πάμε να δούμε το σίριαλ και ερχόμαστε πάλι”». Η αγάπη ήρθε από μακριά: «Είχαμε μία σκηνή με τον Σόμμερ και το παιδί από την Αλβανία και στη σκηνή θα είχαν μία συζήτηση και του λέω “τι τι παίζετε στην Αλβανία; Παίζετε τάβλι; Τι κάνετε;”, λέει ότι παίζουν σκάκι, τρέχει ο φροντιστής να βρει σκάκι, το φέρνει, λέω θα γίνει η σκηνή να παίζουν σκάκι και να συζητάνε και λέει “αα εγώ δεν ξέρω σκάκι”».