του Θάνου Καμήλαλη
Τον Σεπτέμβριο του 2018, ένα βίντεο απεικονίζει ένα άτομο που βρίσκεται μόνο του σε ένα κοσμηματοπωλείο, στην οδό Γλάδστωνος στην Ομόνοια, στο κέντρο της Αθήνας, να είναι εγκλωβισμένο στο κατάστημα και να προσπαθεί να βγει. Η πόρτα ασφαλείας είναι κλειστή και στην προσπάθειά του να δραπετεύσει, δέχεται συνεχόμενες κλωτσιές από τον καταστηματάρχη και ένα ακόμα άτομο. Το πρώτο «πόρισμα» αστυνομίας και ΜΜΕ είναι έτοιμο, απλό και «εύπεπτο» για μεγάλη μερίδα της κοινής γνώμης. Ένας «ληστής, πρεζάκι, με μαχαίρι» προσπάθησε να κλέψει το κοσμηματοπωλείο.
Μόνο τα πράγματα αποδεικνύονται πολύ διαφορετικά. Η προσπάθεια συγκάλυψης είναι εξαρχής έκδηλη και φανερώνεται με την εικόνα του καταστηματάρχη να σκουπίζει τα αίματα, λίγη ώρα μετά τον θάνατο. Νέα βίντεο που βγαίνουν στη δημοσιότητα αποκαλύπτουν την εμπλοκή αστυνομικών που είχαν φτάσει στο σημείο και εμφανίζονται να βάζουν χειροπέδες στο (τουλάχιστον) αναίσθητο θύμα. «Αυτή είναι η πρακτική και σ’όποιον αρέσει» δηλώνει εκπρόσωπος αστυνομικών λίγο μετά. Το ίδιο διάστημα, η οικογένεια και οι δικηγόροι του θύματος καταγγέλλουν επανειλημμένα ότι οι έρευνες των αστυνομιών και δικαστικών αρχών «είναι στραμμένες στον Ζακ σαν να αναζητούνται ποινικές ευθύνες από αυτόν».
Το επικοινωνιακό κατηγορητήριο όμως που επιχειρείται να στηθεί πάνω σε έναν νεκρό καταρρέει συθέμελα. Ενώ αστυνομικές «διαρροές» γίνονται «ρεπορτάζ» και κάνουν λόγο για χρήση «κοκτέιλ ουσιών» την προηγούμενη μέρα, οι τοξικολογικές εξετάσεις του Ζακ είναι καθαρές. Στο μαχαίρι, σύμφωνα με την Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών της αστυνομίας, δεν βρέθηκαν αποτυπώματά του, ενώ η υπόθεση ότι «μπήκε στο μαγαζί για να κλέψει» έχει αποδομηθεί από το βίντεο από την κάμερα ασφαλείας στο κατάστημα που βρίσκεται απέναντι από το κοσμηματοπώλειο, μαρτυρίες, αλλά και καταθέσεις, όπως του πρώτου αστυνομικού που βρέθηκε στο σημείο. Επίσης, πάνω στον Ζακ Κωστόπουλο δεν βρέθηκαν κλοπιμαία, ούτε βρέθηκαν τα δαχτυλικά του αποτυπώματα πάνω στην ταμειακή μηχανή. Το πόρισμα του ορισμένου από την οικογένεια ιατροδικαστή, Σωκράτη Τσαντίρη, είναι αποκαλυπτικό. Ο θάνατος του ήταν άμεση συνέπεια των πολλών χτυπημάτων που δέχθηκε και ειδικά αυτών στο κεφάλι. Ένας από τους δράστες, ο δεύτερος πολίτης που τον χτυπάει βίαια, τον συκοφαντεί από ανώνυμο λογαριασμό στο twitter, ενώ μάλιστα πριν από περίπου ένα μήνα πρωταγωνιστεί σε νέο έγκλημα, στο ίδιο σημείο, να χτυπάει στο κεφάλι τη δημοσιογράφο της εφημερίδας «Εργατική Αλληλεγγύη», Αφροδίτη Φράγκου.
Παρόλα αυτά, η αστυνομία συνεχίζει να επιδεικνύει αλλεργία και ραθυμία στην εξέταση της υπόθεσης και την αποστολή στοιχείων στον ανακριτή. Το διεθνές ερευνητικό κέντρο, Forensic Architecture κάνει τη δική του έρευνα και αποκαλύπτει έναν μάρτυρα, τον «άνθρωπο με το κίτρινο μπλουζάκι», που βρίσκεται παρών καθόλη τη διάρκεια των γεγονότων στη Γλάδστωνος. Υπό την πίεση της δημοσιότητας, η αστυνομία ξαφνικά καταφέρνει, μία μόλις ημέρα μετά, να βρει τον μάρτυρα, που δεν μπορούσε να ταυτοποιήσει επί μήνες.
«Οι ανεπάρκειες αυτές στη διερεύνηση κατά τη γνώμη μας συνδέονται με τις επίμονες, συστηματικές ανεπάρκειες διερεύνησης περιπτώσεων αστυνομικής αυθαιρεσίας, ζήτημα το οποίο έχει επανέλθει στον δημόσιο διάλογο το τελευταίο διάστημα. Να υπενθυμίσουμε ότι η Διεθνής Αμνηστία έχει κάνει εκτεταμένη έρευνα για την αστυνομική βία στην Ελλάδα, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι δεν πρόκειται για μεμονωμένες περιπτώσεις, αλλά για συστημικά λάθη» τόνισε η Ειρήνη Γαϊτάνου, υπεύθυνη εκστρατειών της Διεθνούς Αμνηστίας, κατα τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου που οργανώθηκε την Τρίτη, με πρωτοβουλία της διεθνούς ανθρωπιστικής οργάνωσης.
«Σαφείς ομοιότητες με τη δολοφονία Φύσσα» ως προς τη συμπεριφορά των αρχών
«Η δολοφονία του Ζακ, συνέπεσε χρονικά με τη δημοσιοποίηση της έρευνάς μας για τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, στο Κερατσίνι. Το αναφέρω γιατί υπάρχουν σαφείς ομοιότητες, όχι ως προς τον τρόπο δράσης, αλλά ως προς τη συμπεριφορά των ανακριτικών αρχών και της αστυνομίας, μετά το συμβάν», τόνισε ο Στέφανος Λεβίδης, από το Forensic Archtecture εξηγώντας ότι οι ομοιότητες έχουν να κάνουν «με την απροθυμία τους να διερευνήσουν την υπόθεση, τη διάδοση ψευδών στοιχείων σε ΜΜΕ κ.α. Και στις δύο περιπτώσεις λοιπόν, είχαμε μία επιπρόσθετη βία, απέναντι στα ίδια τα πειστήρια. Κάμερες που κάλυπταν το σημείο και δεν εξετάστηκαν ποτέ, άλλες που μυστηριωδώς δεν κατέγραψαν τίποτα, στοιχεία που δεν συνελέχθησαν. Όλοι άλλωστε θυμόμαστε τον ιδιοκτήτη του κοσμηματοπωλείου να σκουπίζει τον χώρο, λίγα λεπτά μετά. Κι εδώ είναι το οξύμωρο για εμάς. Γιατί ενώ συνήθως προσπαθούμε να περάσουμε κάτω από την αστυνομική ταινία, στην περίπτωση του Ζακ δεν υπήρξε καν ταινία».
Ο ερευνητής, μιλώντας στη συνέντευξη Τύπου, αναφέρθηκε στην έρευνα που διενέργησε το ερευνητικό κέντρο για την υπόθεση, αναλύοντας το υπάρχον, εξαιρετικά φτωχό, οπτικοακουστικό υλικό, συλλέγοντας επιπλέον υλικό που δεν είχε ήδη κατατεθεί στον ανακριτή, εντοπίζοντας έναν μάρτυρα. Η έρευνα αυτή κατέληξε στη σύνταξη μιας έκθεσης, η οποία κατατέθηκε στον αρμόδιο ανακριτή. Σύμφωνα με τον κ. Λεβίδη, τα στοιχεία τα οποία παραδόθηκαν στον ανακριτή, δεν αξιοποιήθηκαν στο έπακρο. «Πώς είναι δυνατόν αν μη γυρίζουμε ακόμα, για ποιον λόγο και με ποιον τρόπο κατέληξε ο Ζακ στο κοσμηματοπωλείο;» αναρωτήθηκε. «Συγκρίναμε τα βίντεο που υπάρχουν στη δικογραφία με βίντεο που έχουν δημοσιοποιηθεί σε ΜΜΕ και ανακαλύψαμε μοντάζ. Ως εκ τούτου το υλικό που έχουν οι αρχές στη διάθεσή τους είναι φτωχότερο από αυτά που έχουν δει το φως της δημοσιότητας» ανέφερε επίσης, τονίζοντας ότι δεν μπορεί να γνωρίζει ή να εκτιμήσει τον λόγο που έγινε το μοντάζ. Τέλος, κατήγγειλε την απροθυμία του ανακριτή, που δεν κινητοποιήθηκε από την έρευνα του κέντρου με τα επιπλέον στοιχεία, ενώ ζήτησε μεν τα πρωτότυπα βίντεο, αλλά έκλεισε την υπόθεση την επόμενη μέρα» πρόσθεσε και κατέληξε λέγοντας:
«Η εικόνα που έχουμε ακόμα, είναι αποσπασματική. Ο μάρτυρας εντοπίστηκε μία μέρα μετά τη δημοσίευση του βίντεο. Πιέσαμε τις ανακριτικές αρχές, τους δώσαμε εργαλεία, καλύψαμε ένα ερευνητικό κενό, που δεν είναι δουλειά μας να το κάνουμε. Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι αυτά τα εργαλεία δεν αξιοποιήθηκαν στο έπακρο. Καλούμε τις δικαστικές αρχές από εδώ και πέρα να ερευνήσουν την υπόθεση σε βάθος, όπως οφείλουν».
«Πλήττεται εμφανώς ένας άνθρωπος που καταφανώς έχει χάσει τις δυνάμεις του» και το θεωρούν «αμέλεια»
Μέσα από καθυστερήσεις, απαράδεκτες τρύπες στις έρευνες και κατασυκοφάντηση, φτάνουμε στο σήμερα, στο παραπεμπτικό βούλευμα, που ενστερνίζεται πλήρως την εισαγγελική πρόταση και, στέλνει τους έξι κατηγορούμενους στο εδώλιο με την κατηγορία της πρόκλησης θανατηφόρου σωματικής βλάβης και όχι, όπως ζητάει η πλευρά του θύματος, με αυτήν της ανθρωποκτονίας με ενδεχόμενο δόλο. Αναμένεται τώρα, να οριστεί ημερομηνία για την εκδίκαση της υπόθεσης σε Μεικτό Ορκωτό δικαστήριο.
«Από την αρχή διαπιστώθηκαν κρίσιμα ελλείμματα στον χειρισμό της υπόθεσης», σημείωσε η Άννυ Παπαρρούσου, εκ των δικηγόρων της οικογένειας Κωστόπουλου, κατά την τοποθέτησή της. «Αυτήν τη στιγμή δεν έχουμε το αίσθημα ότι αποδίδεται δικαιοσύνη», πρόσθεσε, επικαλούμενη τη συνήθη πρακτική των αρχών σε ανάλογες περιπτώσεις, που όμως, σύμφωνα με την ίδια, δεν εφαρμόζεται στη συγκεκριμένη υπόθεση. Υπάρχει αιτιολογία, πρόσθεσε, που έχει να κάνει με την αδυναμία των αρχών να δουν συγκεκριμένα περιστατικά «χωρίς πολιτικό και ιδεολογικό πρόσημο». Κάλεσε επίσης, ξανά, τις εισαγγελικές αρχές, που έχουν αυτή τη δυνατότητα, να πλήξουν αυτό το βούλευμα, ώστε επιτευχθεί μία «ασφάλεια Δικαίου» και μία ισορροπία στην απονομή Δικαιοσύνη και στην έννομη τάξη στο σύνολό της.
Μιλώντας λίγη ώρα μετά στο ραδιόφωνο του TPP, η κ.Παπαρρούσου εξηγεί ότι «έχουμε εδώ μία καταγραφή περιστατικών όπου πλήττεται εμφανώς ένας άνθρωπος που καταφανώς έχει χάσει τις δυνάμεις του, στο τελευταίο δε στάδιο ίσως και να είναι νεκρός. Όταν έχεις έναν άνθρωπο σε τέτοια κατάσταση και συνεχίζεις να τον πλήττεις και σε τέτοια σημεία, με κίνδυνο να πεθάνει, αυτό είναι το κρίσιμο ζήτημα για το αν ένα αδίκημα αντιμετωπίζεται ως ανθρωποκτονία με ενδεχόμενο δόλο, που λέμε εμείς και διαφέρει από τη θανατηφόρο σωματική βλάβη. Το δικαστικό συμβούλιο κρίνει ότι κατά το τελευταίο στάδιο, το αποτέλεσμα του θανάτου οφείλεται σε αμέλεια των κατηγορουμένων, κάτι που εμείς, με βάση και τη πάγια νομολογία, κρίνουμε ότι δεν ανταποκρίνεται στα πραγματικά περιστατικά.»
«Για την αποκατάσταση του κοινού περί δικαίου αισθήματος, καθώς και τη διεξαγωγή μιας διαφανούς και δίκαιης δίκης»
Από τον Νοέμβριο του 2018, η Διεθνής Αμνηστία πραγματοποιεί μία παγκόσμια εκστρατεία με αίτημα την απόδοση δικαιοσύνης για τον θάνατο του Ζακ Κωστόπουλου. «Συντασσόμαστε με το κίνημα αλληλεγγύης στον Ζακ και ζητάμε να προχωρήσουν άμεσα οι διαδικασίες για την απονομή δικαιοσύνης, για την αποκατάσταση του κοινού περί δικαίου αισθήματος, καθώς και τη διεξαγωγή μιας διαφανούς και δίκαιης δίκης» αναφέρει χαρακτηριστικά η οργάνωση. Η Διεθνής Αμνηστία καλεί, στο πλαίσιο της εκστρατείας της, σε συλλογή υπογραφών για την έκκλησή της προς τον Υπουργό Δικαιοσύνης και τον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη, με αίτημα την απόδοση δικαιοσύνης για τον θάνατό του.
«16 μήνες μετά τον ξυλοδαρμό του μέχρι θανάτου, η δικαστική διαδικασία καταγράφει μεγάλη καθυστέρηση, αλλά και σοβαρές ανεπάρκειες, γεγονός για το οποίο η Διεθνής Αμνηστία έχει εκφράσει σοβαρές ανησυχίες. Οι ανησυχίες αυτές συνδέονται με εκείνες για ανεπάρκειες στη διερεύνηση, στο πλαίσιο των ευρύτερων επίμονων συστημικών αποτυχιών σε διερευνήσεις που αφορούν περιπτώσεις αστυνομικής βίας στην Ελλάδα» αναφέρεται σε νεότερη ανακοίνωση.
Ο πρώτος όγκος υπογραφών από την παγκόσμια εκστρατεία της οργάνωσης αριθμεί 101.146 συμμετέχοντες/ουσες. Ωστόσο, όπως κατήγγειλε η οργάνωση, ο υπουργός Δικαιοσύνης, Κώστας Τσιάρας, δεν έχει απαντήσει ακόμα στο αίτημα της για συνάντηση, γεγονός «πρωτοφανές», όπως αναφέρθηκε στη συνέντευξη Τύπου την Τρίτη. «Το γεγονός αυτό δεν αποτελεί καθόλου κοινή πρακτική από την πλευρά των εκάστοτε Υπουργών, σε αντίστοιχα αιτήματα της Διεθνούς Αμνηστίας. Κάτι τέτοιο συμβαίνει για πρώτη φορά υπό την παρούσα κυβέρνηση, ενώ έχουν προηγηθεί συναντήσεις με άλλους Υπουργούς της για διαφορετικά ζητήματα. Οφείλουμε δε να τονίσουμε, ότι το συγκεκριμένο Υπουργείο είναι αυτό που έχει στο χαρτοφυλάκιό του τα ανθρώπινα δικαιώματα» τονίζει η Διεθνής Αμνηστία.
Ο αδερφός του Ζακ, Νίκος Κωστόπουλος, στην τοποθέτησή του, υπογράμμισε ότι η οικογένεια δεν συμφωνεί με τις κατηγορίες που απαγγέλθηκαν στους 6 κατηγορούμενους και πρόσθεσε:
16 μήνες από την άγρια δολοφονία του Ζαχαρία η συνολική αντιμετώπιση από την αστυνομία, τις δικαστικές αρχές και μεγάλο μέρος των ΜΜΕ μας δείχνουν ότι κάποιες ζωές δεν αντιμετωπίζονται το ίδιο, δεν θεωρούνται το ίδιο άξιες. Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι αν ο Ζαχαρίας δεν είχε όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά και την προσωπικότητα που τον έκανε μοναδικό και ξεχωριστό, αλλά ήταν ένας αρρενωπός κύριος, σαν τον μεσίτη, δεν θα τον αντιμετώπιζαν τόσο βάναυσα και άγρια και άρα δεν θα τον δολοφονούσαν.
16 μήνες αυτό το αίσθημα ατιμωρησίας που δημιουργήθηκε και συνεχίζει να καλλιεργείται, οπλίζει στόματα, χέρια και πόδια. Είδαμε πρόσφατα πώς ο μεσίτης, που συνεχίζει να συκοφαντεί τον Ζακ, τη Zackie, στα social media, τραμπούκισε και χτύπησε τη δημοσιογράφο Αφροδίτη Φράγκου, ακριβώς στο σημείο που δολοφόνησε τον Ζαχαρία. Η τιμωρία των ενόχων πρέπει να γίνει άμεσα και με τις σωστές κατηγορίες, για να δικαιωθεί ο ίδιος αλλά και για να σταματήσουν οι φασίστες να θεωρούν πως είναι υπεράνω νόμου.
Εμείς θα συνεχίσουμε τον αγώνα μέχρι τέλους.